Το γεγονός ότι επέμεναν, καίτοι θυμούνται τα πάντα, να λένε ότι είναι οπαδοί της λήθης, έχοντας αλιεύσει την αινιγματική αυτή φράση από ένα έντυπο της δεκαετίας του 1950, έχοντας εξιχνιάσει ποικίλες πτυχές της, έχοντας θητεύσει στη διαλεκτική του χρόνου, στη διαλεκτική νυν/αεί, στη διαλεκτική παρελθόν/παρόν/μέλλον, έχοντας αποθηκεύσει με περισσή επιμέλεια, με πλησμονή φροντίδας, και με τη δέουσα μυστικότητα όνειρα, δάκρυα, μολύβια, στυλογράφους, άσματα, σημειωματάρια, σκαραβαίους, πεσσούς, σεκάνς από τις ταινίες του Σεργκέι Παρατζάνοφ, την Τραβιάτα με την Άννα Νετρέμπκο στο Στρασβούργο, τρεις αναπτήρες Imko, δέκα αντίτυπα του Infinite Jest, ένα μπομπινόφωνο Gruding, τέσσερις ξύστρες, πέντε γομολάστιχες, έξι πολαρόιντ από τη δεκαετία του 1970, τις λέξεις «αλληλοπεριχώρηση», «γλυκασμός», και «χαρμολύπη» γραμμένες με βεραμάν μελάνι σε χαρτί bristol,
Το γεγονός ότι τα συσσώρευαν επί δεκαετίες, όλα αυτά, και τόσα άλλα, σε ένα πελώριο σεντούκι με τιμαλφή, το γεγονός ότι το σεντούκι αυτό το έκρυβαν σε μια καταπακτή στις αποθήκες τ᾽ ουρανού,
Το γεγονός ότι η Κυψέλη ήταν εκ νέου το Κέντρο του Κόσμου (καίτοι ποτέ δεν έπαψε να είναι), ότι έτρωγαν κεφτέδες, σαλιγκάρια γιαχνί, ντομάτες τριαντάφυλλο, γραβιέρα Χανίων, και έπιναν τσικουδιές απανωτές δίχως ποτέ να μεθάνε γιατί ήσαντε ήδη μεθυσμένοι εδώ και τέσσερις δεκαετίες,
Το γεγονός ότι επαγγέλονταν τους Μηχανικούς του Χαμένου Χρόνου και τους Αρχιτέκτονες της Ανάκτησης των Στιγμών, ότι τάνυαν τα δευτερόλεπτα ώστε να γίνονται λεπτά και ώρες και μέρες και βδομάδες και μήνες και έτη και αιώνες, ότι πήγαιναν το Εφήμερο στη Φωκίωνος Νέγρη, το τάιζαν και το πότιζαν στο «Κοσμικόν» ώστε να γίνεται Αενάως Αιώνιο,
Το γεγονός ότι πεισματικά πάλευαν και πάσχιζαν να διατηρούν, σε ό,τι έκαναν, την ιπποτικά μελαγχολική αξιοπρέπεια του Φίλιπ Μάρλοου, το ασπρόμαυρο (που εμπεριέχει όλα τα χρώματα) του Μπέλα Ταρ, την ιδιοφυή επαναληπτικότητα του Ερίκ Σατί, να θέτουν όπως ο Ντεμπόρ την Επανάσταση στην Υπηρεσία της Ποίησης, και όχι, όπως ο Μπρετόν, την Ποίηση στην Υπηρεσία της Επανάστασης, καθώς γι᾽ αυτούς Επανάσταση σήμαινε Θρίαμβος της Καθημερινής Ζωής, σήμαινε Καθαγιασμός της Ροής, σήμαινε να ξέρεις πώς να κάνεις ωκεανό τον νερόλακκο,
Το γεγονός ότι το πήγαιναν από περίπατο σε βόλτα κι από σεργιάνι σε σουλάτσο και από flânerie σε dérive, ενώ επέμεναν (και ήσαν αριστοτέχνες της επιμονής) να παίζουν δημιουργικά με τις αντιφάσεις (και ήσαν παίκτες/ρέκτες των αντιφάσεων), να λένε, όπως ο Νικόλας Κάλας, ότι είναι Πλακιώτες Μανχατανάδες, ότι είναι Αργόσχολοι Σταχανοβίτες, ότι είναι Βερολινέζοι Κυψελιώτες, ότι είναι τα Παιδιά του Μπαγιαντέρα και του Μπαχ, ότι πάνε και ξαναπάνε στο Ταμ-Τουμ για Μαϊμούδες, ότι άλλοτε ξενοδιαβάζουν κι άλλοτε ξαναδιαβάζουν, ότι πότε είναι Προδότες του Γραπτού Λόγου (χαίρε, ω Νάνο Βαλαωρίτη) κι άλλοτε Από Γραφομηχανής Θεοί,
Το γεγονός ότι ανακάλυψαν και λεηλάτησαν (πάντα δημιουργικά, χα χα χα χα χα!) το μεγαμυθιστόρημα Ducks, Newburyport της Λούσυ Έλλμανν, και ότι ξανάπιασαν να διαβάζουν Γιώργο Μανιάτη και Νώντα Γονατά,
Το γεγονός ότι ήσαν οπαδοί της φράσης «Φιλημένοι Φίλοι Φιλήθηκαν», της φράσης «Η Ευγένεια της Κωμωδίας μας», της φράσης «Εξάλλου εκείνοι που πεθαίνουν είναι πάντα οι άλλοι», της φράσης «When I am talking about the weather I know what I am talking about», της φράσης «Φέξε μου και Γλίστρησα», της φράσης «Είδα Φως και Μπήκα», της φράσης «Ένα Γέλιο Θα Σας Θάψει», της φράσης «Nous rions mais jamais en même temps que vous», της φράσης «Ὄμφακές εἰσιν», της φράσης «Σφάξαμε Φακές να Φάμε τα Εντόσθια», της φράσης «Δεν μας αρέσουν ούτε το Χαβιάρι του Φτωχού ούτε οι Φακές του Πλούσιου», της φράσης «Όταν αυτοί πήγαιναν, εμείς γυρίζαμε», της φράσης «Η Ζωή Δεν Έχει Πώμα»,
Το γεγονός ότι δεν θεωρούσαν πως είναι κακό στην άμμο να χτίζεις παλάτια, ότι δεν ματαιοπονείς όταν περιμένεις το θαύμα, ότι αν το θαύμα εμφανιστεί στρίβοντας στη γωνία Σύρου και Δροσοπούλου καλό είναι να είσαι σαν έτοιμος από καιρό να το δεξιωθείς, ότι οι κόνξες δεν είναι σέξι, ότι ζωή ίσον εργοτάξιο ονείρων, ότι ο Έρως είναι Ακαριαίος και Αιώνιος, ότι η Αγάπη είναι ένας Μηχανισμός Παραγωγής Αναμνήσεων,
Το γεγονός ότι έλεγαν μαμά τη μητέρα κι όχι μάνα, το ότι τον πατέρα τον έλεγαν μπαμπά, το ότι τους μιλούσαν στον πληθυντικό ώσπου να τελευτήσουν τον βίο τους, ότι δεν κάπνιζαν μπροστά τους ότι άκουγαν μαζί τους την Οδό Ονείρων, το «My Way», το «Ne me quite pas», ότι έβλεπαν γουέστερν και πολεμικά με τον μπαμπά, ότι έβλεπαν κωμωδίες και μιούζικαλ με τη μαμά, ότι δεν είχαν τηλεόραση μέχρι το 1969,
Το γεγονός ότι έπαιζαν τον γιατρό, σκάκι, φλιπεράκι, ντάμα, ουίστ, μπριτζ, Φωτεινό Παντογνώστη, Stratego, πινκ πονκ, και όχι ξερή, κουμκάν, τάβλι, δηλωτή, πρέφα, πόκα, πόκερ, ποδόσφαιρο,
Το γεγονός ότι έχουν εμμείνει εμμονικώς στις έμμονες εμμονές τους, ότι δεν τους ένοιαζε το γιατί αλλά μόνο το πώς, ότι δεν τους ενδιέφερε ούτε το υπαρξιακό βάθος ούτε η διασάλευση των αισθήσεων ούτε το αλόγιστο πάθος, αλλά (ας επαναληφθεί) η χαρτογράφηση του χάους, η έλλογη οργάνωση της μέθεξης, η στρατηγική των συγκινήσεων, το πώς γίνεται μελωδία ο βήχας, το πώς μετατρέπεις σε εικαστικό έργο τη λεγόμενη ρήξη των τριχοειδών,
Το γεγονός ότι έτρωγαν λίγο και αργά, ότι δημιουργούσαν πολύ και γρήγορα,
Το γεγονός ότι ο ένας είχε τα κλειδιά του άλλου, ότι ο ένας ήταν το κλειδί του άλλου,
Το γεγονός ότι η μοναδική οικονομία οπου έκαναν ήταν η οικονομία δυνάμεων,
Το γεγονός ότι κάπνιζαν σαράντα άφιλτρα τσιγάρα το εικοσιτετράωρο (Εκείνος), ότι έπιναν αδιαλείπτως χυμό ρόδι (Εκείνη), ότι έκαναν καταχρηστική κατάχρηση των καταχρήσεων,
Το γεγονός ότι υπήρξαν,
Το γεγονός ότι υπάρχουν,
Το γεγονός ότι θα υπάρχουν,
[Συνεχίζεται εις το επόμενον]