Ο Γιάννης Βαρβέρης, ευπατρίδης της Ποιήσεώς μας, γνώριζε σε βάθος την αγγλική και την γαλλική ποιητική Γραμματεία. Η μνήμη του ήταν τεράστια – μπορούσε να σου απαγγείλει με άψογη προφορά, ποιήματα που τα ζούσε. Παρουσιάζω εδώ, κάποια από τα ποιήματα που έζησα την απαγγελία τους από τον ίδιον, σε θρυλικές για μένα συναντήσεις, στο καφέ κάτωθεν της πολυκατοικίας του, στο εστιατόριο «Κεντρικόν» και αλλού.
Με τον Ηλία Λάγιο, κάναμε «κόντρες» μνημοτεχνικής με διαιτητή τον Γιάννη μας. Διόρθωνε λέξεις που μας ξέφευγαν, σαν να είχε τα ποιήματα τυπωμένα μέσα του. Λάτρευε τον Villon, τον έλεγε «Ρεμπέτη των Παρισίων». Μιλούσε με θαυμασμό για την ευλυγισία του δεκατρισύλλαβου στίχου του. Για τον Μαλλαρμέ έλεγε πως ο συνδυασμός της πλαστικότητας και της μουσικότητας στον στίχο του τον κάνει μοναδικό. Όσο για τον Γέητς, τόνιζε την συνδυαστική δεινότητα μεταξύ του αποκαλυπτικού και του χθόνιου στοιχείου στην ποίησή του,την αχλύ των θρύλων, την (αυτό)ειρωνεία του και τον σαρκασμό.
Οι μεταφραστικές αυτές δοκιμές, σε ποιήματα που ο ποιητής του «Ανθρώπου Μόνου» –ενός έργου μοναδικής και συγκλονιστικής, πρόσωπο προς Πρόσωπο, συνομιλίας ανθρώπου και Θεού– αγαπούσε και γνώριζε από στήθους, ας είναι κερί στην Μνήμη του.