Κορυφαίος δάσκαλος του στίχου και του μέτρου, ο W. B. Yeats (1865-1939), ανανεώνει στην εποχή του την ευρωπαϊκή λυρική παράδοση, περνώντας μέσω του ρομαντισμού και του συμβολισμού και φθάνοντας στην μορφική ενσάρκωση μιας ποιητικής βαθιά ενοραματικής και αποκαλυπτικής. Η ποιητική του πορεία, υπακούει εξαρχής –και με τις διακυμάνσεις της ωρίμανσης– σ’ ένα όραμα για τον κόσμο, στους αντίποδες της ντετερμινιστικής λαίλαπας του θετικισμού και της αποθέωσης της επιστήμης – στοιχεία που κυριαρχούσαν στην εποχή του. Το ποιητικό όραμα του Γέητς έχει από την αρχή του σχεδόν, καθολικά χαρακτηριστικά: «Πραγματική» πραγματικότητα, για τον ποιητή, δεν είναι η φαινομενικότητα. Και η ζωή είναι γι’ αυτόν μυστήριο το οποίο δεν μπορεί να εξαντλείται στην βιολογία.
Το έργο του, –ποιητικό, δοκιμιακό, κριτικό, θεατρικό– έργο όπου η ενόραση εκβάλλει στην μορφική πλαστικότητα, καταρδεύεται από την μυθολογική και την θρυλική παράδοση της Ιρλανδικής του ρίζας και από την πεποίθησή του ότι η Ευρώπη οφείλει να επανασυνδεθεί με την μεταφυσική της παράδοση εναντίον του υλισμού που μαραίνει την ζωή.
Η ποίηση του Γέητς είναι ολότμητη μέσα στην ανέλιξη της. Δεν μπορεί να επιμεριστεί. Η μετρική της ευλυγισία είναι ένα σώμα με την οραματική διάσταση. Ο άρτιος στίχος του δεν προσφέρεται για περισπούδαστες μιμήσεις (νέο) φορμαλιστικού τύπου και αντίστοιχες προσεγγίσεις. Αυτές αποβαίνουν θλιβερή γραφικότητα. Μ’ άλλα λόγια, η ποίηση του Γέητς, επιβεβαιώνει την εμμονή του Μπωντλαίρ στην θεμελιώδη για την ποίηση αξία της ρυθμικής αγωγής του στίχου και τη δραματική επισήμανση του Έλιοτ, ήδη από το 1913, πως «ελεύθερος στίχος στην ουσία δεν υπάρχει». Ο λυρισμός του Γέητς, θα μπορούσε να συγκριθεί, τηρουμένων των γλωσσικών αναλογιών, με την λυρική υψιπέτεια του Αγγελου Σικελιανού. ——— ΔΚ
[ Βλ. την υποδειγματική ψηφιακή ξενάγηση στον κόσμο του Γέητς εδώ ]