Είδα την Κίνα στις σελίδες των βιβλίων πάντα ανάγλυφη και μεγάλη χαρά είχα να χώνω τα δάχτυλά μου στην άμμο των ερήμων της, να ψηλαφώ τα όρη και τις πεδιάδες, μετά είδα την Κίνα στα όνειρά μου, τους ανθρώπους της τυλιγμένους σε κόκκινα σαν αίμα κιμονό με ένα μικρό βιβλιαράκι για καπέλο και στον ουρανό πέντε κίτρινα αστέρια να λάμπουν σαν ήλιοι και δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες να στέκονται προσοχή σιωπηλοί και πολλοί από αυτούς δακρυσμένοι να χαμογελούν βαθιά συγκινημένοι, μετά είδα την Κίνα σαν ένα μεγάλο φορτηγό που έτρεχε ασταμάτητα και στην καρότσα του μοναχοί στέκονταν σε στάσεις χορευτικές, ακίνητοι, κρατώντας πορτοκαλί ομπρέλες και στο κέντρο της ήταν στερεωμένο ένα πελώριο άγαλμα του Ποσειδώνα, πεταλούδες εντυπωσιακές φώλιαζαν στο σώμα του και στα άτακτα μαλλιά του δεμένοι ήταν ποταμοί που κατέληγαν σε ψηλούς καταρράκτες. Ξαφνικά όλα ερήμωσαν και μέσα από την έρημο πετάγονταν τρομακτικές κεφαλές ζώων που πρώτη φορά έβλεπα και θεόρατα πολύχρωμα λουλούδια περίεργα που πρώτη φορά έβλεπα, ξεκόβονταν, πετούσαν και οι ρίζες τους μετέωρες στο κενό στάλαζαν και τείχη γιγαντιαία και όρη δυσπρόσιτα υψώνονταν και οι κορυφές τους λαμπύριζαν σαν να ήταν μεταξένιες και λύγιζαν επικίνδυνα πέρα δώθε, έτοιμες να ξεκοπούν. Τότε ήρθαν τα σύννεφα, ξετυλίχτηκαν και από τις κορυφές χύθηκαν μέχρι τους πρόποδες των βουνών, όλα φαίνονταν χιονισμένα κατάλευκα.
Αυτά είδα κι όταν προσπάθησα να τα εκμυστηρευτώ μιλιά δεν μου έβγαινε κι όταν προσπάθησα να τα ζωγραφίσω τα χρώματα χάνονταν και το χαρτί καιγόταν χωρίς καπνό, μόνο άρωμα ξεχυνόταν που δεν θύμιζε κανένα άλλο κι όσο σκορπιζόταν τόσο περισσότερο δυνάμωνε, απλώθηκε, απλώθηκε και στις άκρες του άναψαν εκατομμύρια φαναράκια κι είδα μια μεγάλη περιοχή της γης ολόφωτη και πάνω της οι άνθρωποι δεν περπατούσαν, αλλά έπλεαν και καθένας από αυτούς κουβαλούσε ένα μικρό ποταμό καταγάλανο και στο κεφάλι για καπέλο είχε ένα κεφάλι δράκου κόκκινου που κάθε τόσο φλόγες ξερνούσε κι όλα έγιναν ένα, πυρπολήθηκαν, δεν έμεινε τίποτε. Από εκεί κι ύστερα ανέλαβαν τα πνεύματα και οι θεοί και οι άνθρωποι έγιναν μύθοι κι έπιασαν δουλειά για να χωρέσουν στην πραγματικότητα.