Ιαπωνία: Αδελφή για νοίκιασμα

Ιαπωνία: Αδελφή για νοίκιασμα

– Και τι σημασία έχει αυτό; Εσείς οι άλλοι στο Τόκιο, κάνετε πολύπλοκο το κάθε τι. Η ζωή σας δεν είναι παρά θόρυβος κι ακαταστασία, μέσα σε μια ταραχή που σπάζει το συναίσθημα σε μικρά κομματάκια.
Το κάθε τι σπάζει σε μικρά κομματάκια, αποκρίθηκε ο Σιμαμούρα σκεφτικά»
Γιασουνάρι Καβαμπάτα, Η Χώρα του Χιονιού, μτφρ. Γιώργος Λεωτσάκος, Κέδρος 2006

 
Χιονίζει από το πρωί. Οι ρυθμοί στο Τόκιο και στα προάστιά του έχουν αρχίσει να χαλαρώνουν αισθητά. Όλα γυρίζουν ελαφρώς προς τα πίσω. Ημερολόγιο, κινηματογραφικό έργο που κυλάει αργά προς την έναρξή του. Τώρα: σαν πρόσφατο παρελθόν. Ψευδαίσθηση: την κερνάει το χιόνι. Η Γιασούκο Ότα στη θέση της. Μειλίχια. Περιμένει ήδη πάνω από δύο ώρες έξω από την πόρτα ενός ισόγειου διαμερίσματος. Της το υπέδειξε το γραφείο «Νέο Ξεκίνημα». Είναι η δεύτερη φορά που έρχεται εδώ. Με την ίδια στραπατσαρισμένη ομπρέλα, με την ίδια ασήμαντη τσάντα. Διαρκής αυτοσυγκέντρωση, λες και φυλάει σκοπιά. Σχεδόν πετρωμένη. Στο στρογγυλό, οστέινο πρόσωπο η γνωστή αποτύπωση της παγερής αφοσίωσης στο καθήκον. Θα πλησιάζει τα τριάντα. Χείλη μισοσφιγμένα, ολοκόκκινα. Δυσανάλογα μεγάλα σε σχέση με τα υπόλοιπα σχήματα, τις γραμμές της όψης. Στα μάτια μια δύναμη. Μια ευανάγνωστη θέληση για δράση. Η παγωνιά γύρω μας αποστειρώνει και καταψύχει τα πράγματα. Δεν θα αργήσει, αν συνεχίσει να πέφτει η θερμοκρασία, να κάνει το ίδιο και με τους ανθρώπους. Ήθη και εμβλήματα του παρατεταμένου χειμώνα.


Εκείνη εξακολουθεί να κτυπάει το κουδούνι κάθε δέκα λεπτά: σταδιακή εκπλήρωση μιας αποστολής, που μέσα στην αποστομωτική πολυπλοκότητα του Τόκιο φαίνεται μάλλον φυσιολογική. Την είχα πρωτοδεί σε εκείνο ακριβώς το σημείο και τις προάλλες, βγαίνοντας, γύρω στις δέκα το πρωί, για να ρίξω μια ματιά στα πλησιέστερα βιβλιοπωλεία. Όταν επέστρεψα, γύρω στο μεσημέρι, ήταν ακόμη εκεί. Την ρώτησα αν χρειαζόταν κάτι, αν μπορούσα να της προσφέρω ένα φλυτζάνι τσάι, μια και περίμενε έξω από την πόρτα του γείτονά μου τόση ώρα. Εκεί, χωρίς να αλλάξει στάση ή έκφραση, μου εξήγησε, με τα απλά, στρωτά αγγλικά της, κάτι που δήλωνε πιθανότατη συναναστροφή με αλλοδαπούς, ότι απασχολείται συστηματικά τα τελευταία τέσσερα χρόνια ως «ενοικιαζόμενη αδελφή». Ότι προσπαθεί να επανεντάξει δηλαδή στην κοινωνία τους εξαιρετικά απρόβλεπτους πελάτες της, τους ανησυχητικά πολλαπλασιαζόμενους από τη μια μέρα στην άλλη χικικομόρι: εφ΄ όσον καταδεχτούν να εγκαταλείψουν ειλικρινά και χωρίς περιττούς συμβιβασμούς την πεισματική, πολυετή κατ΄ οίκον μόνωσή τους, για να βγουν ξανά έξω, στον κόσμο της αυστηρής τυποποίησης και του συνεπακόλουθων δεσμεύσεων, η Γιασούκο Ότα λειτουργεί ως ασφαλής γέφυρα επανασύνδεσής τους με την πραγματικότητα της κάθε μέρας. Μερικές φορές αυτοπαγιδεύονται και επανακάμπτουν στην εγγυημένη σιγουριά της «παθολογίας» του μικρόκοσμου, που τόσο χρόνια τους προστάτευε από την σκληρότητα των αδέκαστων άλλων. «Το αγκάθι κι αν το βγάλεις, η ρίζα του θα μείνει μέσα », λένε εδώ. Ήμουν τυχερός. Μου εξήγησε, χωρίς να βιάζεται καθόλου, το φαινόμενο των χικικομόρι, χαρακτηριστικό, όπως μου τόνισε, της τελευταίας δεκαετίας. Σαν έτοιμη από καιρό να δώσει αναφορά στον προϊστάμενό της.

Ιαπωνία: Αδελφή για νοίκιασμα

Πρόκειται για τους ιδιόρρυθμους εκείνους νεαρούς συμπατριώτες της, οι οποίοι κλείνονται εκούσια στο δωμάτιό τους και μάλιστα για ασυνήθιστα μεγάλα χρονικά διαστήματα. Ένας ελάχιστος κατά κανόνα χώρος, λόγω των ασφυκτικά κατοικημένων μεταπολεμικών άστεων, μεταβάλλεται γρήγορα σε μια νησίδα υποτονικής, σχεδόν σβηστής ζωής. Όντα που ονειρεύτηκε η δραματική φαντασία του Φραντς Κάφκα αγκιστρώνονται στο περιθώριο της πεζής καθημερινότητας της Ιαπωνίας και μένουν εκεί όσο περισσότερο γίνεται. Αποκόπτοντας κάθε επαφή με το άμεσο περιβάλλον, μετατρέπονται σε φανατικούς λάτρεις του κλουβιού τους, το οποίο λειτουργεί προοδευτικά ως παράδοξη κιβωτός ονείρων. Αρχίζουν μάλιστα από τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, αρκούμενοι βέβαια σε όσα μπορούν να τους προσφέρουν από πλευράς διατροφής οι γονείς τους. Μερικοί προσδένονται καθώς περνάνε τα χρόνια στους ιστούς του διαδικτύου, άλλοι ακούνε μόνο ραδιοφωνικά προγράμματα ή στις καλύτερες των περιπτώσεων προμηθεύονται μέσω φιλεύσπλαχνων τρίτων σειρές δίσκων μουσικής συγχρόνων συγκροτημάτων. Όπως είναι για παράδειγμα οι Radiohead και οι Nirvana, οι οποίοι συγκαταλέγονται, από ό,τι δείχνουν οι στατιστικές, στους δημοφιλέστερους καλλιτέχνες, που εμπιστεύονται οι άκρως επιφυλακτικοί έγκλειστοι.
Θυμήθηκα μιαν άλλη μουσική θεραπαινίδα, την Κλέφτρα Κίσσα του Ροσίνι, την οποία απολαμβάνει συχνά ο άνεργος Τόρου Οκάντα, προτιμώντας να μένει κάθε μέρα σπίτι του, όπου ενίοτε μαγειρεύει, πλένει και σκουπίζει, απερίσπαστος από την ηλεκτρισμένη σκηνή του Τόκιο, έρμαιο ηδονικών φαντασιώσεων και ατέρμονων ενδοσκοπήσεων, ενώ η σύζυγός του, η αεικίνητη Κουμίκο, έχει αναλάβει και μάλιστα επιτυχώς τον ρόλου της εργαζόμενης τροφοδότριας. Πρόκειται για τους ήρωες του ογκώδους μυθιστορήματος του Χαρούκι Μουρακάμι Το κουρδιστό πουλί. Όπως μου εξήγησε η Γιασούκο Ότα, το βιβλίο αυτό προβάλλει χαρακτήρες, οι οποίοι αποτελούν τρόπο τινά κρυπτο–χικικομόρι. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνεται ασφαλώς μια ακόμη περσόνα, η δεκεξάχρονη Μαγιού Κασαχάρα, ανίατα ερωτευμένη με τον κήπο του φασματικού σπιτιού της, το οποίο ορισμένες φορές λειτουργεί ως ατομικό οιωνοσκοπείο. Μεταφέροντας τα ιδιότυπα αυτά προβλήματα στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, επαρκής διάδοχος των Γιασουνάρι Καουαμπάτα, Τζουνίτσιρο Τανιζάκι και Γιούκιο Μισίμα, ο Χαρούκι Μουρακάμι μάς κοινοποιεί καθαρά απωανατολικές ψυχώσεις, προδρόμους ίσως άλλων ομαδικών ασθενειών. Η συνομιλήτρια μου, ενημερωμένη καθώς φαίνεται για την λογοτεχνία της πατρίδας της, φαίνεται ότι θέλει να μου ανοίξει ένα δρόμο διαφορετικής αξιοποίησής της. Αναβάλλω νοερά όλα όσα με περιμένουν στη συνέχεια, προετοιμασία του μεσημεριανού, τηλεφωνήματα σε φίλους, περιδιάβαση στο πάρκο Ουένο. Την ακούω σαν να είναι η ίδια η συνταρακτική είδηση της ημέρας.

Τα αίτια της σαρωτικής αυτής παραίτησης είναι απλούστατα: οι χικικομόρι δεν θέλουν επ΄ ουδενί να ενταχθούν στην σύγχρονη ιαπωνική κοινωνία. Αρνούμενοι συνειδητά να ανταγωνιστούν τους άλλους, να εργαστούν και να διαπρέψουν μέσα στον σκληρό, πολλές φορές εξοντωτικό ανταγωνισμό, τον οποίο έχουν ήδη σχεδιάσει γι΄ αυτούς οι αρμόδιοι ιθύνοντες της χώρας τους, δημιουργούν ένα νέο τύπου στοχαστικού παρασίτου.

Έχοντας ακυρώσει προ πολλού την έννοια του μέλλοντος, οι αναχωρητές – μονήρεις του ενός δωματίου αρέσκονται να επιδεικνύουν προς τις χαρές της ζωής την ίδια ποιότητα της απόλυτης περιφρόνησης, την οποία υιοθετούσαν, ως γνωστόν, αρκετές γενιές πριν οι σαμουράι, λίγο προτού εκτελέσουν τελετουργικά την οριακή πράξη του βίου, τον μέγα σολοικισμό του χαρά-κίρι. Τελικά παραμένουν αυτοφυλακισμένοι για δέκα ή ενίοτε και για δεκαπέντε χρόνια. Αυτό είναι έως σήμερα το ανώτατο όριο. Ο δε αριθμός τους, που συμπεριλαμβάνει ανήλικες και ενήλικες σε όλη την ιαπωνική επικράτεια, κυμαίνεται μεταξύ των 100.000 και 320.000. Το 80% περίπου είναι άρρενες.  Τα αίτια της σαρωτικής αυτής παραίτησης είναι απλούστατα: οι χικικομόρι δεν θέλουν επ΄ ουδενί να ενταχθούν στην σύγχρονη ιαπωνική κοινωνία. Αρνούμενοι συνειδητά να ανταγωνιστούν τους άλλους, να εργαστούν και να διαπρέψουν μέσα στον σκληρό, πολλές φορές εξοντωτικό ανταγωνισμό, τον οποίο έχουν ήδη σχεδιάσει γι΄ αυτούς οι αρμόδιοι ιθύνοντες της χώρας τους, δημιουργούν ένα νέο τύπου στοχαστικού παρασίτου. Μνήμες από δύσκολα χρόνια στα θρανία, όπου οι δυνατότεροι της τάξης τους ξυλοφόρτωναν με το παραμικρό ή και χωρίς να υπάρχει κανένας απολύτως λόγος: οι χικικομόρι υπήρξαν από την αρχή η ανάπηρη, η «αδύναμη φύση». Γεννημένοι γελωτοποιοί. Εξιλαστήριοι, άτυχοι ναρκισσιστές. Ή μάλλον εξελιγμένοι κυνικοί, οι οποίοι βλέπουν την ζωή από τον διαμετρικά αντίθετο πόλο της εξοντωτικής άμιλλας και του πόνου, τον οποίο συνεπάγεται η αναγκαία υπερωρία και η άναρχη κεφαλαιοκρατική διαπάλη. Ό, τι δηλαδή εξ αντιθέτου ασπάζονται και βιώνουν με όλες τους τις ικμάδες άπαντες οι δήθεν κραταιοί έτεροι.
Η λεγόμενη «εκπαίδευση στην πραγματικότητα», για να δανειστώ έναν όρο του Φρόιντ, ουδόλως τους αφορά. Πίσω από την εξομάλυνση των ακροτήτων του πολιτισμού της αγοράς, πίσω απο τα εσπευσμένα μερεμέτια της συλλογικής ματαιοδοξίας, που επιχειρεί να φέρει σε πέρας όσο πιο αξιόπιστα μπορεί η κοινωνία του χρήματος, εκείνοι βλέπουν πάντα την ανυποχώρητη βία του κέρδους, την ισοπέδωση του εγώ μέσα στις τρέχουσες συναλλαγές. Η συναίνεση στην υποταγή του σώματος και των ηδονών του στο αδηφάγο τέρας της Καταπόνησης είναι η εμπράγματη κόλαση. Εκείνοι αντιπροτείνουν την βεβαιότητα του ενός δωματίου -κάστρου.

Ιαπωνία: Αδελφή για νοίκιασμα

Ο Γιούνοσιν Ότακα, ο Καγκεμπαγιάσι Μίγιουκι, ο Τόγιαμα, η Τέρουκο, ο Κιτάζακα, ο Τζίρο Κάιμπαρα, οι γκέισες, που συνωστίζονται γύρω τους: περνούν διαδοχικά από μπροστά μου, υποκλίνονται ελαφρά, σαν να με γνωρίζουν από παλιά, μόλις που χαμογελούν,   κι ύστερα στροβιλίζονται όλοι μαζί, μοιραίοι και απέλπιδες, έτοιμοι να καταρρεύσουν, όπως μέσα στις σελίδες της νουβέλας Πανσέληνος του Γιασούι Ινόουε (1907-1993). Οι εξοντωτικές συνθήκες της κάθε άλλο παρά ευγενικής άμιλλας τούς έχουν από νωρίς αποστεγνώσει ηθικά. Αγκομαχούν, προσπαθούν να αναπνεύσουν λίγο αέρα ανθρωπιάς. Φθίνουν όμως απότομα. Ασύστολα. Το τέλος τους είναι οικτρό, αν και όλα συνηγορούσαν για το αντίθετο στην αρχή της φαντασμαγορίας, τότε δηλαδή που οι περισσότεροι από αυτούς έμπαιναν ενθουσιώδεις και απερίσπαστοι στον χορό του επιχειρηματικών πρωτοβουλιών και της επαγγελματικής εξέλιξης. Γέρασαν μέσα στην αποφορά των έκνομων δοσοληψιών. Έχασαν κάθε φρονιμάδα μέσα τους λαβυρίνθους της αντιδεοντολογικής συμπεριφοράς. Ο κεντρικός ήρωας, ο μέχρι προ τινός χαλύβδινος εσωτερικά Καγκεμπαγιάσι, κορυφαίο και αδίστακτο στέλεχος μιας ανώνυμης, υπερτροφικής εταιρείας, θα παραφρονήσει. Αθύρματα των αλληλοϋπονομεύσεων και των συνομωσιών, οι χαρακτήρες της Πανσελήνου, την οποία μάλλον πρόλαβαν να διδαχτούν στο σχολείο οι «προστατευόμενοι» της Γιασούκο Ότα, συνιστούν τα κραυγαλέα παραδείγματα προς αποφυγήν. Ο εγκλεισμός αποστειρώνει τουναντίον την ύπαρξη από τα πιθανά ψυχοφθόρα έλκη της. Ακραία, βασανιστική τακτική, το παραδέχομαι, το ίδιο πιθανώς αδιέξοδη με εκείνη των αντί-ηρώων του Γιασούι Ινόουε. Αλλά ίσως πιο συμπαθητική.

Χικικομόρι

Είναι γεγονός ότι οι χικικομόρι γυρίζουν την πλάτη στα άλλα μέλη της κοινωνικής κυψέλης με την ίδια αυτοπεποίθηση, η οποία χαρακτηρίζει τους βουδιστές μοναχούς, όταν αποφασίζουν τελικά να φυλακιστούν στο απόλυτο κενό, το οποίο ευαγγελίζεται με νηφάλια θέρμη το συγκεκριμένο τάγμα τους. Η πειστική διδασκαλία των τελευταίων γύρω από το τελεσίδικο μηδέν, το οποίο υπονοείται σταθερά πίσω από κάθε πράξη ή παράλειψη του υποκειμένου, αντιστοιχεί σε ένα βαθμό στην απουσία ζωής, στην πρόδηλη και ολοκληρωτική, με άλλα λόγια, αφαίρεση που βιώνει με τη στάση του ο τυπικός λάτρης της απομόνωσης. Γι΄ αυτό και σπάνια αφήνει να φανούν κάποια μικρά, προκαταρκτικά σημάδια της επιστροφής του στον κατ΄ αυτόν φαύλο κύκλο των ευθυνών. Δυσδιάκριτα ίσως με την πρώτη ματιά, παρήγορα πάντως τα σινιάλα αυτά, συνιστούν την δειλή σημειολογία ενός υποτυπώδους βίου, ή μάλλον μιας οιονεί νεκροφάνειας. Τότε είναι ώρα να βρεθεί η κατάλληλη προς ενοικίαση «αδελφή», η οποία λόγω των πιεστικών αναγκών έχει γίνει ιδιαίτερα δυσεύρετη. Το κόστος απασχόλησής της ανέρχεται σε οκτώ χιλιάδες δολάρια ΗΠΑ τον χρόνο και βαρύνει φυσικά τους γονείς ή τους εγγύτερους συγγενείς. Είναι το λογικό τίμημα μιας επείγουσας αποστολής ανάκαμψης.

Άλλοτε πάλι οι γονείς, βλέποντας να πλησιάζει η αναπόφευκτη συνταξιοδότησή τους, αρχίζουν να προσφεύγουν θορυβημένοι στις «αδελφές της επικοινωνίας». Σύμφωνα με τον πάγιο κανόνα, η θλιβερή αρχή του βιολογικού τέλους θα συμπέσει μαθηματικά με την αισθητή μείωση των μηνιαίων τους απολαβών. Η αντίστροφη μέτρηση αφορά αυτομάτως και το απονενοημένο παιδί τους, το αδιαφιλονίκητο θύμα της μεταπολεμικής προόδου. Μέσω του αναγκαστικά πασίγνωστου γραφείου «Νέο Ξεκίνημα», βαθιά απογοητευμένοι από τους αλκοολικούς της μόνωσης, όπως θα αποδίδονταν ελεύθερα στην γλώσσα μας οι χικικομόρι, οι γονείς τους εκπέμπουν το ύστατο σήμα κινδύνου. Επιχειρώντας να κερδίσουν τα χαμένα χρόνια των τέκνων τους, είναι επόμενο, χωρίς άλλες αναίτιες αναστολές, να εμπιστεύονται πλέον ο ένας μετά τον άλλον τις έμπειρες αυτές θεραπεύτριες. Διαβάζοντας με ιδιάζουσα προσοχή κι άλλη τόση υπομονή τις εσωτερικές πτυχές της ομαδικής, παρατεταμένης αυτής αδράνειας, οι «αδελφές» έχουν βαλθεί να αποκαταστήσουν την ροή του κόσμου.

Σαν να ήταν μια σειρά κρυπτικών χαϊκού, η Γιασούκο Ότα ξεφλουδίζει αργά τη σημασία κι αυτού του διαβήματος. Για να μην προσβάλει μάλιστα τον αιφνιδιασμένο αυτοεξόριστο, θα χρειαστεί να υποκριθεί την ελαφρώς καθυστερημένη, την οπισθοδρομική μάλλον, που συμμερίζεται κάπως τις απόψεις του. Επουλώνει όσο διακριτικότερα μπορεί πληγές και τραύματα, που άφησε πίσω του ο δαίμων της ακηδίας, προτείνοντας συναντήσεις σε καφενεία και εστιατόρια ή περιδιαβάσεις στα στέκια των εναλλακτικών, συνομηλίκων ή μη αμφισβητιών. Συχνά πολιορκεί τον έγκλειστο όχι με το δέλεαρ της αφηρημένης αποκατάστασης, αλλά με μια βόλτα στο μικρό, ολάνθιστο πάρκο που αντιστέκεται στην ανελέητη οικοδομική ισοπέδωση των πάντων, τολμώντας να διακοσμεί ακμαίο ως σήμερα το κέντρο της γειτονιάς. Ό,τι δηλαδή προτείνουν οι αντίστοιχες «αδελφές» στην γειτονική Νότιο Κορέα και στην Ταϊβάν, όπου έχουν ήδη εντοπιστεί προσφάτως παρόμοια φαινόμενα αυτοπεριορισμού κατ’ οίκον.

Πόσο, εξωτερικά τουλάχιστον, φαίνεται γαλήνιος, απαλλαγμένος από την υπεροψία του αποδομιστή: δεν έτυχε να συναναστραφεί ποτέ της ούτε έναν χικικομόρι, ισχυρίζεται η συνομιλήτριά μου, που να της θύμισε κάπως τους οργίλους, γραφικούς πανκ της Δύσης, όπως τους μεταφέρει στην πατρίδα της τα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Στον αντίποδα της κλειστοφοβίας, ο αυτοεξόριστος κτίζει μεθοδικά και ψύχραιμα την δική του πτωχή αισθητική, τον περίκλειστο, υπεραπλό του χώρο. Αποπνικτικός για άλλους, ευεργετικός γι΄ αυτόν, αποτελεί το προπύργιο του είναι. Το ανοικτό πεδίο της επαρχίας και ο λαβύρινθος της πρωτεύουσας αποτελούν τις οριοθετημένες περιοχές των δηλωμένων θυμάτων της μεταπολεμικής περίστασης. Η δική του σχεδόν απροσπέλαστη απεραντοσύνη, η ουτιδανή γωνιά του, είναι αντιθέτως η περιούσια επικράτεια. Στο ελάχιστο διάστημα, το οποίο του παραχώρησε η γονική τύχη, χωράει ο ωκεανός μιας ήρεμης ψύχωσης. Του φτάνουν και του περισσεύουν τα ψίχουλα του πολιτισμού. Σαν το βιβλικό στρουθίο, ο συνεπής χικικομόρι δεν θέλει να γνωρίσει τίποτε περισσότερο.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: