Στο πρώτο έτος (1965/66) στα προφορικά, με είχε ρωτήσει τι χρώμα έχει το ζαφείρι και δεν ήξερα. Καταντράπηκα και ταπεινώθηκα πάρα πολύ, μάλιστα ως υιός χρυσοχόου. Το έψαξα αργότερα, είναι πολύτιμος λίθος, έχει χρώμα βασικά γαλάζιο, αλλά και, σπανιότατα, κίτρινο, κόκκινο και ιώδες. Το «σαπφείρινο μαβί» επομένως του ποιητή είναι έκφραση απόλυτα σωστή και μάλλον θα έδινε την αίσθηση πολύ σκούρου γαλάζιoυ. Μας έκανε μάθημα, με βάση τη γνωστή του Ανθολογία των εκδόσεων Γαλαξίας, για τον Παλαμά και τους συγχρόνους του (Καμπάς κ.λπ.). Η εποχή ήταν μάλλον παντελώς αδιάφορη για αυτή την ποίηση και εμένα με έπιανε μαύρη απελπισία και για την εποχή και για τη γενιά του 1880.
Με το λεγόμενο ΜΝΕΣ (Σπουδαστήριο Μεσαιωνικών και Νεοελληνικών Σπουδών) δεν είχα πλέον καμία επαφή, αλλά μια μέρα συνάντησα έξω από την παλιά Φιλοσοφική τον αείμνηστο κλασικό φιλόλογο, φίλο και συμφοιτητή Δανιήλ Ιακώβ που αμέσως μου μετέφερε το εξής: «Άσε, έγινε της τρελής. Ο Πολίτης έβαλε το Στα 200 π.Χ. και κανένας δεν απάντησε σωστά». «Σίγουρα δεν κατάλαβαν ότι πρόκειται για κλασική χρήση της ειρωνείας, τόσο συνηθισμένης άλλωστε στον Καβάφη», του λέω περισπούδαστα. «Πού το κατάλαβες;» μού λέει εμβρόντητος. Δεν απάντησα, αλλά ένιωσα να ανεβαίνει κάθετα ο δείκτης της αυτοεκτίμησής μου ανέκαθεν πεσμένης στα χαμηλότατα δυνατά όρια. Σκέφτηκα ότι θα έπρεπε να διαθέτω ένα πολύ συγκεκριμένο είδος ευφυίας. Φοβάμαι ότι και σήμερα στα σχολικά αναγνώσματα δε θα γίνεται αντιληπτό το θέμα. Μάλλον είμαι σχεδόν σίγουρος. Αργότερα είχα μάθει ότι ο Πολίτης είχε ξεκινήσει την καριέρα του ως κλασικός αρχαιολόγος έχοντας μάλιστα στο ενεργητικό του και μια δυο σημαντικές δημοσιεύσεις.
Για την ανθρώπινη πλευρά του μου είχε μιλήσει ο επίσης κλασικός φιλόλογος, συμμαθητής, συμφοιτητής και φίλος Γιάννης Καζάζης που ο Πολίτης τότε, το ΄68 (;), τον είχε εντάξει σε μία ομάδα μαθητευομένων παλαιογράφων που είχε πάει για έρευνες σε μοναστήρι των Κυκλάδων. «Ευπατρίδης», μου έλεγε, «ενήμερος για τα πάντα, αγαπάει τη ζωή, είχε προσωπική γνωριμία με ανθρώπους μυθικούς για μας».
Τον άκουγα το Γιάννη –ζαλισμένο από τον κυκλαδίτικο αέρα Θεσσαλονικιό– με ανοιχτό το στόμα. Ανέκαθεν εξάλλου θαύμαζα τη φιλολογική του δεινότητα και κυρίως από τότε που, δευτεροετής, μου έδειξε το βιβλίο του Denniston για το μόρια της αρχαίας ελληνικής (πρώτη έκδοση το ΄54, ανατυπώθηκε το ΄98 με συμπληρώσεις) λέγοντάς μου ότι για να ξεκλειδώσεις μία γλώσσα πρέπει να ξέρεις τη λειτουργία των μορίων της. Φυσικά το είχε αγοράσει από το υστέρημά του, υπέθετα, ίσως και κρυφά· μη τον μαλώσουν.
Είχα ανέκαθεν την αίσθηση ότι ανάλογο βιβλίο για τα νέα ελληνικά θα μπορούσε μόνο ο Λίνος Πολίτης να είχε γράψει.
Πολύ αργότερα διάβασα τα Άπαντα του Σολωμού, το Γύρω στο Σολωμό, την Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Ο Γιάννης, κάπου το ΄80, μου δώρισε τα Αυτόγραφα του Σολωμού, όχι τον τόμο με τις φωτοτυπίες αλλά εκείνον με τις μεταγραφές, για τον οποίο είχαν χυθεί ειδικά τυπογραφικά στοιχεία. Αυτό το μνημείο του νέου ελληνισμού. Μερικές φορές είχα την εντύπωση ότι φυλλομετρώ τόμο των… Inscriptiones Graecae…
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Τάκη Γραμμένου ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.