Ο Γεωργίου ξέρει το Παρίσι απ’ έξω κι ανακατωτά. Εγώ, μονάχα απ’ έξω. Μου σχολιάζει τους δρόμους και τις γειτονιές όπου διαδραματίζονται τα μυθιστορήματα του Ζαν Εσενόζ, ο οποίος ανήκει στο αναγνωστικό μας Πάνθεον, κι εγώ, αν δεν τα έχω ήδη επισκεφτεί, όταν γυρίσω στο σπίτι μετά από τη συνάντησή μας, τα εντοπίζω στο Google Street και τριγυρνώ μέσα τους εικονικά. Κι έτσι είναι σαν να έχουμε πάει μαζί.
Να πώς περιγράφει σε ένα κείμενό του τη σχέση του με το Παρίσι:
«Ρυθμός αλλοτριωτικός το βάδισμα, ένα-δύο, εν’-δυο, ψύχρα στη σκιά, ζέστη στον ήλιο, ανάλωση του Παρισιού με τα πόδια, πόσες φορές παλιότερα, αλλά ακόμη και τώρα, ομφαλός της Γης, ακόμη να με κουράσει τούτη η πόλη, τρεχάλα στα βουλεβάρτα, συναίσθηση ατόφια των αποστάσεων, αφή της πέτρας, του πωρόλιθου, της πίσσας, του τούβλου, αφή των δένδρων, των φύλλων, αφή του ήχου της και του ουρανού της, τόσες φορές, τόσες και τόσες τυχερός, λιακάδες αλλεπάλληλες, αλλά και τότε, Δεκέμβρη ή Φλεβάρη με μείον 10 και μείον 15, το χιόνι βαμβάκι, το πνίξιμο του κρότου, αφή και πάλι, χάδι καπιτονέ με βλέμμα πανοραμικό, εύρος προς ύψος, λόγος ιδανικός, χώρος υπόδειγμα, ενυδρείο παραδείσιο για το ψάρι που ψάχνει τα νερά του, για τον άνθρωπο του άστεος, για τον οικουμενικό πολίτη, τον πλανητικό άνθρωπο του Αξελού.»
Εντάξει τώρα, αγαπητοί μου, κανένας ματάκιας, όπως είναι όλοι καθ’ έξιν φωτογράφοι, δεν παραδέχεται πως είναι αυτό που είναι, και αρχίζει τις δραματοποιημένες καλλιέπειες για τον «οικουμενικό πολίτη» και τον «πλανητικό άνθρωπο του Αξελού». Σε τα μάς, τώρα, Άρι Γεωργίου; Ένας Φερέρ είσαι κι εσύ. Ποιος Φερέρ; Κάποιος ήρωας του Εσενόζ. Μόνο που εσύ στρέφεσαι προς τα πίσω για να φωτογραφίσεις, ενώ ο Φερέρ για να ταξινομήσει. Τώρα που το καλοσκέφτομαι, δεν διαφέρετε και πολύ μεταξύ σας. Να πώς τον περιγράφει ο Εσενόζ*:
«Ο Φερέρ είναι τώρα εγκατεστημένος σε ένα καφέ στην πλατεία Οντεόν, η οποία συνήθως δεν είναι ιδεώδης τόπος για να πιεις ένα ποτό, παρά το ότι βρίσκεις πάντα ανθρώπους για να τους αφιερωθείς. Λιγοστός κόσμος μπαινοβγαίνει από τις εξόδους του μετρό, κι ο Φερέρ ενδιαφέρεται περισσότερο για το γυναικείο ήμισυ αυτού του κόσμου, το οποίο, όπως έχει παρατηρήσει, μπορεί να διαιρεθεί σε δύο ομάδες: στις γυναίκες που αμέσως μόλις τις αποχωριστείς στρέφονται προς τα πίσω καθώς τις κοιτάζεις να κατεβαίνουν τα σκαλιά μιας εισόδου του μετρό, και σ’ αυτές που δεν στρέφονται καθόλου. Όσο για τον Φερέρ, αυτός στρέφεται πάντα τις πρώτες φορές για να υπολογίσει σε ποια κατηγορία ανήκει κάθε νέα γνωριμία, σ’ αυτές που στρέφονται ή σ’ αυτές που δεν στρέφονται. Στη συνέχεια, ενεργεί όπως κι αυτή, προσαρμόζει τη συμπεριφορά του στη δική της, δεδομένου ότι δεν χρησιμεύει σε τίποτα να στρέφεσαι όταν δεν στρέφεται ο άλλος».
Αμφιβάλλει κάποιος εδώ μέσα πως ο Γεωργίου είναι από εκείνους που στρέφονται και σε φωτογραφίζουν πισώπλατα καθώς εσύ φεύγεις;
* (Ζαν Εσενόζ, Φεύγω, Πόλις 2001, μτφ. Τρισεύγενη Παπαϊωάννου, σελ. 116-17).