[Ελάχιστη εισαγωγή στην παρουσίαση του βιβλίου του Γιάννη Ευσταθιάδη,
Αντιστίξεις – Τα τρία βιβλία (Μελάνι, 2018), στο Βιβλιοπωλείο Επίκεντρον,
1η Φεβρουαρίου 2019].
Αντισκέψεις
Σήμερα είναι μια ξεχωριστή βραδιά για το Επίκεντρον, αλλά και μια ξεχωριστή βραδιά για μένα σε σχέση με το Επίκεντρον, γιατί με μεγάλη τιμή, χαρά και συγκίνηση υποδέχομαι σ’ ένα χώρο που τον έχω οικειωθεί πια, τον άνθρωπο με τον οποίο με συνδέει κάτι πολύ παραπάνω από μια στενή φιλία. Τώρα πια νομίζω ότι μπορώ να το αποκαλύψω: ο Γιάννης Ευσταθιάδης κι εγώ έχουμε αδελφοθετήσει ο ένας τον άλλον. Αυτή η αδελφοθεσία περιεβλήθη όλους τους αναγκαίους σχετικούς τύπους: πρώτη συνάντηση σ’ ένα λογοτεχνικό βρεφοκομείο, πρώτες αναγνωριστικές μπαλιές, αμοιβαία επιλογή, υπογραφές με λαμπερό μελάνι και καμιά φορά με λίγη σύμμειξη αίματος από δραματικές συγκυρίες και των δυονών μας.
Ο Γιάννης Ευσταθιάδης είναι ένας χαλκέντερος δημιουργός. Το χαλκ-έντερος
δεν το λέω μόνο επειδή ασχολήθηκε με την ίδια αφοσίωση και εντέλεια με τη γαστρονομία, αλλά και επειδή έχει παίξει σε όλες τις θέσεις του λογοτεχνικού αγώνα: έχει αποκρούσει τη σοβαροφάνεια με ιδιοφυή στιχουργήματα, έχει μαρκάρει επικίνδυνα εξτρέμ της μελαγχολίας εξορκίζοντάς τα ομοιοπαθητικώς με αριστουργηματικά μελαγχολικά ποιήματα και έχει επιτεθεί με οργανωμένους και γλυκούς αιφνιδιασμούς στην εστία της μικροαφηγηματικής πεζογραφίας, σκοράροντας πριν από λίγα χρόνια ένα κρατικό βραβείο διηγήματος.
Όμως, και ελπίζω να με συγχωρήσει που θα πω δημοσία κάτι που του έχω εκμυστηρευτεί επανειλημμένως και με τις ίδιες νοητές τρεμάμενες υποκλίσεις, τα κείμενα που απαρτίζουν τον τόμο τον οποίο έχουμε την τιμή να παρουσιάζουμε σήμερα, αποτελούν την κορωνίδα όλων των γραπτών του, αποτελούν τη γοητευτική και συναρπαστική αποτύπωση μιας από τις πιο γοητευτικές και συναρπαστικές σκέψεις που είχα την αγαθή τύχη να γνωρίσω στη ζωή μου.
Είμαι βέβαιος ότι θα συμφωνήσουν μαζί μου όσοι έχουν διαβάσει το βιβλίο Αντιστίξεις – τα τρία βιβλία (η διατύπωση θυμίζει λίγο το ομοούσιον και αδιαίρετον της Αγίας Τριάδας, αλλά ας μη βλασφημήσω, δεν ξέρεις τι γίνεται). Επίσης είμαι βέβαιος ότι είναι πολλοί αυτοί, άρα έχω να ζηλεύω λιγότερους. Από την άλλη, όμως, σκέφτομαι και ότι όλοι, μα όλοι, έχουν (ή θα έχουν) κάθε λόγο να ζηλεύουν εμένα· γιατί όλα, μα όλα αυτά τα κείμενα τα διάβασα πρώτος, με μια περιοδικότητα που, όταν έχανε καμιά φορά την τακτικότητά της, με μεταμόρφωνε σε σκύλο του Παβλόφ. Τα διάβασα ένα ένα, γουλιά γουλιά, όπως αξίζει σ’ ένα port του 1863· ένα ένα, ήσυχα ήσυχα, έτσι όπως ήσυχα έβγαιναν κι απ’ αυτή τη σπάνια ευαισθησία, απ’ αυτό το σπάνιο χάρισμα του Γιάννη να μεταμορφώνει μια φευγαλέα σκέψη σε στοχασμό και μιαν αφορμή σε μαγευτικό λόγο μαγικής αισθητικής.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ:
Αντιστίξεις του Γιάννη Ευσταθιάδη