Το τραύμα της αποαποικιοποίησης

Ζοζέ Εντουάρντο Αγκουαλούζα, Γενική θεωρία της Λήθης, σελ. 190, εκδ. Όπερα 2018

Τις τελευταίες δεκαετίες η πορτογαλική λογοτεχνική σχολή μας έχει δώσει εντυπωσιακά μυθιστορήματα. Κυρίαρχα δομικά/μορφικά στοιχεία τους είναι η παραληρηματική αφήγηση, η συχνή πυκνή απουσία σημείων στίξεως, η αυτοψυχανάλυση των ηρώων, η αποσπασματική συνειδησιακή ροή και η ανακατασκευή του παρελθόντος μέσω ελάχιστα αντικειμενικών μνημονικών τεχνασμάτων. Εκτός από τον νομπελίστα Ζοζέ Σαραμάγκου, πρόχειρα έρχονται στο νου ο Ζοζέ Καρντόζο Πίρες, ο Αντόνιο Λόμπο Αντούνες και η Ντούλτσε Μαρία Καρντόζο, αλλά ακολουθεί μια ολόκληρη γενιά άξιων επιγόνων, μεταξύ τους και ο γεννημένος στην Ανγκόλα το 1960 Ζοζέ Εντουάρντο Αγκουαλούζα. Μοιάζει σαν η πορτογαλική λογοτεχνία να βρίσκεται σε διαρκή κατάσταση πειραματισμού ή –αν θέλει να γίνει κανείς λίγο σκεπτικιστής– σαν να επανανακαλύπτει διαρκώς τον μοντερνισμό. Αυτό ίσως να οφείλεται και στην παρατεταμένη χειμερία νάρκη της περιόδου Σαλαζάρ. 
Σε κάθε περίπτωση, μυθιστορήματα όπως Η μπαλάντα της αμμουδιάς των Σκύλων του Πίρες (Στοχαστής) ή Το μεγαλείο της Πορτογαλίας του Αντούνες (Καστανιώτης) είναι έργα-σταθμοί για την περίοδο που ακολούθησε την Επανάσταση των Γαριφάλων (Απρίλιος 1974), καθώς καταφέρνουν να επεξεργασθούν σε βάθος τα τραύματα της κατάρρευσης της Αυτοκρατορίας, της αποαποικιοποίησης, του επαναπατρισμού εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων από τις αφρικανικές κυρίως κτήσεις και του συνακόλουθου αναγκαστικού εκσυγχρονισμού της πορτογαλικής κοινωνίας.
Ας θυμίσουμε ότι η Πορτογαλία, εξέθρεψε μερικούς από τους μεγαλύτερους θαλασσοπόρους, αρχίζοντας από τα μέσα του 15ου αιώνα. Οι κτήσεις της εκτείνονταν από την αχανή Βραζιλία ως την Κίνα και την Ιαπωνία περνώντας από την Ινδία και το Μαλαισιανό Αρχιπέλαγος. Υπήρξε η πρώτη χώρα που οι ναυτικοί της περιέπλευσαν την Αφρική, εγκατέστησαν οχυρά και εμπορικούς σταθμούς, άσκησαν το δουλεμπόριο εμφυτεύοντας χιλιάδες Αφρικανούς στην αμερικανική ήπειρο, διείσδυσαν ως τα αιθιοπικά υψίπεδα και δημιούργησαν μερικές από τις πρωιμότερες αλλά και ανθεκτικότερες αποικίες στην Αφρική (Ανγκόλα, Μοζαμβίκη, Γουινέα Μπισσάου, Πράσινο Ακρωτήρι, Σάο Τομέ & Πρινσίπε). Επιπλέον –κι αυτό φαίνεται πεντακάθαρα στο παρόν βιβλίο– οι Πορτογάλοι έποικοι ενσωματώθηκαν σε μεγάλο βαθμό στη ζωή αποικιών όπως η Ανγκόλα. Πίστεψαν ότι αυτά τα εδάφη είναι η νέα τους πατρίδα, ενώ άσκησαν ακόμη και «ταπεινά» επαγγέλματα, κάτι που δεν θα διανοούνταν να κάνουν οι Γάλλοι, οι Ισπανοί και οι Άγγλοι. Πίστεψαν ακόμη ότι ο εγκλιματισμός και οι επιμιξίες σταδιακά θα τους καταστήσουν ντόπιους και ότι θα προκύψει ένας νέος λαός σε μια νέα πατρίδα (όπως όντως συνέβη στη Βραζιλία).
Ωστόσο τα πράγματα αποδείχθηκαν αρκετά δυσκολότερα στην Αφρική. Εδώ οι πολιτισμικές αντιστάσεις υπήρξαν σοβαρότερες, ενώ μεταπολεμικά τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα θα έπαιρναν βίαια μορφή και η αποτίναξη του λευκού ανθρώπου θα γινόταν πρώτη προτεραιότητα. Ενώ Γαλλία και Αγγλία απαγκιστρώθηκαν σχετικά νωρίς από το αποικιοκρατικό βάρος, το πολιτικό και οικονομικό κόστος του οποίου γινόταν δυσβάστακτο μεσούντος του Ψυχρού Πολέμου, οι Πορτογάλοι επέμειναν μέχρι τέλους. Αναλώθηκαν σε ατελέσφορους πολέμους και το κόστος, μεταξύ άλλων σε ανθρώπινες ζωές υπήρξε τέτοιο που προκλήθηκε η Επανάσταση των Γαριφάλων: μια εξέγερση κατώτερων κυρίως αξιωματικών η οποία και οδήγησε στην πτώση του σαραντάχρονου καθεστώτος του Σαλαζάρ (σχεδόν ταυτόχρονα με την πτώση της ελληνικής δικτατορίας και του καθεστώτος Φράνκο στην Ισπανία).

Το βιβλίο είναι απολαυστικό για όποιον αποφασίσει να εντρυφήσει στα ιστορικά, γεωγραφικά και άλλα συμφραζόμενα.

Εδώ, η ηρωίδα του βιβλίου φέρει εμφανώς το τραύμα της συρρίκνωσης της Πορτογαλίας από μεγάλη αυτοκρατορική δύναμη των πέντε ηπείρων σε μια απλή ευρωπαϊκή χώρα και μάλιστα από τις σχετικά καθυστερημένες. Η Λούντο, πεθαίνει σε μια κλινική της Λουάντα, πρωτεύουσας της Ανγκόλα το 2010 στα ογδόντα τόσα της χρόνια. Είχε γεννηθεί σε μια μικρή επαρχιακή πόλη της Πορτογαλίας και υπήρξε μάλλον δειλό παιδί, που κάποιο εφηβικό τραύμα –αποκαλυπτόμενο μόνο προς το τέλος της αφήγησης– το μετέτρεψε σε εσώκλειστο. Μετά τον θάνατο των γονιών της, την παίρνει υπό την προστασία της η αδελφή της η οποία κάποτε παντρεύεται ένα χήρο μεταλλειολόγο μηχανικό, γηγενή της Ανγκόλας. Θα μετοικήσουν εκεί υπό καλές συνθήκες, αλλά σύντομα θα βρεθούν στο θέατρο των επαναστατικών εξελίξεων. Η βία θα εγκατασταθεί στη χώρα, τα παιγνίδια των Μεγάλων Δυνάμεων θα απολήξουν σε κατ’ ουσίαν τριχοτόμηση των εδαφών της, κουβανικά, νοτιοαφρικανικά και κονγκολέζικα στρατεύματα θα μπουν στο θέατρο των εξελίξεων, ώσπου θριαμβεύει η μαρξιστική φράξια του Αγκουστίνιο Νέτο. Και ενώ ο τρόμος εγκαθίσταται στη χώρα εν ονόματι της ισότητας και της δικαιοσύνης, οι φυλακές γεμίζουν ασφυκτικά, η κοινή ληστεία κυριαρχεί, τα βασανιστήρια παίρνουν εφιαλτικές διαστάσεις, ενώ χιλιάδες λευκοί (και όχι μόνο) έποικοι θα εγκαταλείψουν τη χώρα. Η οικονομία καταρρέει υπό το βάρος των εθνικοποιήσεων, της υποστελέχωσης και των ένοπλων συγκρούσεων, ενώ εξαφανίζονται η αδελφή και ο γαμπρός της Λούντο.
Η ίδια η Λούντο, εκβιαζόμενη και υπό την απειλή ενόπλων που διεκδικούν τα διαμάντια της οικογένειας, θα κλειστεί στο πολυτελές διαμέρισμά της, χτίζοντας μάλιστα ένα τοίχο στον διάδρομο της πολυκατοικίας, αφού έχει προηγουμένως σκοτώσει έναν εκ των εισβολέων. Θα παραμείνει σε απομόνωση για δεκαετίες, μέχρι την αποκατάσταση της δημοκρατίας το 2003, εξαντλώντας τα αποθηκευμένα τρόφιμα και στη συνέχεια καλλιεργώντας φασόλια, λαχανικά και μπανάνες στην ταράτσα της ή παγιδεύοντας περιστέρια, τα πουλερικά της γειτονιάς, ακόμη και έναν πίθηκο. Παρακολουθεί τη ζωή της πόλης από ψηλά, γίνεται μάρτυρας της βίας, της καθημερινότητας των κατοίκων και ποικίλων επεισοδίων, ακούει ραδιόφωνο όσο υπάρχει ηλεκτρικό και διαβάζει. Κρατά ημερολόγιο και γράφει ποιήματα για όσο έχει γραφική ύλη, ενώ αργότερα χρησιμοποιεί τους τοίχους του διαμερίσματος για τον ίδιο σκοπό. Έτσι θα συντεθεί αργότερα η ιδιότυπη ζωή της από τον αόρατο αφηγητή.
Στο μεταξύ θα παρακολουθήσουμε τις πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μέσω παράλληλων αφηγήσεων για διάφορα πρόσωπα που εμπλέκονται στην ιστορία της Λούντο: ενός ιδεολόγου μαρξιστή που εξελίσσεται σε πράκτορα της Ασφάλειας, ενός ορφανού χαμινιού που θα ανακαλύψει τη γριά και μισότυφλη πια Λούντο προς το τέλος του βιβλίου διασώζοντας την, ενός μισθοφόρου που διεκδικεί τα διαμάντια του απαχθέντος ζεύγους για να μετατραπεί σε φυγάδα και να ενσωματωθεί σε μια απομονωμένη φυλή κτηνοτρόφων, ενός Γάλλου συγγραφέα που εξαφανίζεται μυστηριωδώς, ενός «φραξιονιστή φοιτητή» βασανισμένου από το καθεστώς που μετατρέπεται σε επιχειρηματία με την καπιταλιστική τρόπος του λέγειν παλινόρθωση, μιας νοσοκόμας που φυγαδεύει κόσμο, ενός μουσικού και άλλων πολλών. Το υπερπολύπλοκο αυτό πλέγμα ηρώων και ονομάτων μπαίνει και βγαίνει από την αφήγηση με ιδιαίτερα ενδιαφέροντα τρόπο αποκαλύπτοντας τις ιδεολογικές συγκρούσεις, τον τρόμο του ολοκληρωτισμού αφρικανικής κοπής αλλά και την αρπακτική, βίαια διάσταση της ανθρώπινης φύσης.
Το βιβλίο είναι απολαυστικό για όποιον αποφασίσει να εντρυφήσει στα ιστορικά, γεωγραφικά και άλλα συμφραζόμενα. Σημειωτέον ότι ο εμφύλιος πόλεμος στην πλούσια σε φυσικούς πόρους Ανγκόλα διήρκεσε έως και πολύ μετά την πτώση του σοβιετικού μπλοκ, δηλαδή εν συνόλω κοντά τέσσερις δεκαετίες. Ωστόσο η παρακολούθηση της αστικής ζωής κατά την μεταποικιακή εποχή, τα περίπλοκα πραγματολογικά δεδομένα και το πολυσχιδές της αφήγησης ίσως αποθαρρύνουν κάποιους. Ας επιμείνουν και θα ανταμειφτούν. Η ποίηση της καθημερινότητας αναδύεται ανεμπόδιστα, η πραγματική Αφρική ξεπροβάλλει ανάγλυφη και απο-εξωτικοποιημένη, η πυκνότητα της δράσης σε πιάνει από το λαιμό και το τέλος είναι απρόσμενα λυτρωτικό. Ένα ιδιαίτερο βιβλίο όπου η μεταφράστρια Μαρία Μπεζεντάκου έχει κάνει τα πάντα για να υπερβεί τις πολλαπλές δυσκολίες της «αλλότριας» θεματικής και το έχει καταφέρει σε αποφασιστικό βαθμό.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ:
Γενική θεωρία της λήθης
 του Ζοζέ Αγκουαλούζα

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: