200 Χρόνια μοναξιάς κι ελευθερίας - 1821
Ι
Μαζεύτηκαν στις οδούς με τις φωτεινές διαγραμμίσεις
Για την εθνική εορτή απ’ το πρωί
Οι δημοσιογράφοι παρατεταγμένοι στη σειρά με τις
Τηλεοπτικές κάμερες, περίμεναν την άφιξή τους
Πλήθος κόσμου έφτανε από τις γέφυρες
Τους γύρω δρόμους, τα στενά, τους διαδρόμους
Και τις κυλιόμενες σκάλες δημιουργώντας
Ένα παλλόμενο κύμα ενθουσιασμού και περηφάνιας
Γιατί φέτος, ήταν μια ξεχωριστή γιορτή
Για την παρέλαση της πανεθνικής Παλιγγενεσίας, ούτε λόγος
Με δέος παρακολουθούσε κι επισημότητα κάθε 25η Μαρτίου
Τις επίσημες στολές των στρατιωτικών
Λιμενικών, σωμάτων ασφαλείας και πυροσβεστικής
Ενώ σημαίες κυμάτιζαν ψηλά επί των στύλων
Τα πλοία ήταν στολισμένα ωσάν να ήταν Λαμπρή
Θυμίζοντας το μέγα Πάσχα το Ελληνικό
Η μέρα ήταν ζεστή, λίγα σύννεφα στον ουρανό
Που ζωγράφιζαν τα ιπτάμενα καμάρια της πολεμικής αεροπορίας
Τα εξαπτέρυγα έλαμπαν μέσα στην διαρκή τους φωταψία
Και οι αντιπρόσωποι του Θείου έψαλαν ύμνους Βυζαντινούς
Μέσα στην βιαστική λαμπρότητά τους
Οι εναπομείναντες αντιστασιακοί όρθιοι, διέθεταν κάποια
Χρυσόσκονη από την αίγλη των παλαιών χρόνων
Ενώ λαμπρή ιστορία έγραφαν οι πολιτικοί άρχοντες
Οι οποίοι συνωστίζονταν να υπερυψωθούν
Πάνω απ’ τα πλήθη, όρθιοι σε εξέδρα
Αφήστε τη νιότη μας να νοσταλγούμε
Τότε που ’ταν ανάποδα τα πράγματα
Ψιθύρισε ένας γηραιός ήρωας πολέμου
Ντυμένος Βαλές και Κάπτεν Ρήγας
Χωρίς να τον πάρουν είδηση οι τηλεοπτικές κάμερες
Καθότι ήταν στραμμένες αλλού, στις σημαντικές
Δηλώσεις επιφανών πολιτικών ανδρών
Κάτι ψιθύρισε για τη νέα γενιά αλλά κανείς δεν τον αντιλήφθηκε
Μόνον η ηχώ του ανέμου το μετέφερε στη μνήμη
Κι αν θέλετε ν’ αναμετρηθείτε με πεδία δόξης λαμπρά
Μόνοι σας να το ανακαλύψετε, διαφορετικά χάνει την όποια αξία του
Μειδιώντας ανάμεσα στο μουστάκι και το σαγόνι του
Όλοι βέβαια γνώριζαν τι κούφιες, τι χαλασμένες
Ήσαν αυτές οι επισημότητες και με τι επιμέλεια ακριβείας
Ήσαν εξαρτημένες αυτές οι ιεροτελεστίες
Αλλά κανείς δεν μίλησε για, επίσημη, αλλαγή.
ΙΙ
Ήταν 18 Γενάρη τα 1833. Άραξε στ’ Ανάπλι
Ήρθε να μας σώσει απ’ τα δεινά ο Βασιλέας
Γιατί είχε αρετές και είπε πως τώρα
Οι αγώνες μας θ’ ανθίσουν
Τον δεχτήκαμε• πήγε στην εκκλησία κι ύστερα στο Σαράγι
Στάθηκε στο θρόνο. Στάθηκαν στο πλάι του
Οι αντιβασιλείς, οι πρέσβεις και όλοι οι σημαντικοί Έλληνες
Τον απολάψαμε τον Βασιλέα μας και φύγαμεν
Αφού είχαμε πια κερδίσει μιαν εύνοιαν βασιλικήν
Όμως η Μεγαλειότης του πολλές νύχτες και μέρες
Κοπίαζε και θυσίαζε τα βασιλικά του φώτα
Στίχους να φτιάξει για τους Έλληνες
Που νηστικοί στο Μεσολόγγι πολεμούσαν
Όμως εμείς να ζούμε καλά και οι άλλοι, ας χαθούνε
Κι έτσι, μέχρι σήμερα πορευόμαστε.