Ο δημιουργός μιας ποίησης γοητευτικά προσωπικής, ο Τάσος Δενέγρης προσδιορίζει, σε όλες τις συλλογές του, με τον πιο άμεσο και τον πιο ευδιάκριτο πράγματι τρόπο, τον χώρο του. Έναν χώρο που τον σημαδεύει η βαθιά ερημιά του θανάτου, η οποία όμως, παρ' όλα αυτά, του αφήνει τα περιθώρια να μας παραδίδει, με αρκετές μάλιστα εναλλαγές, ποιήματα που τα χαρακτηρίζει η πρόθεση ενός ανάλαφρου, τραγουδιστικού συχνά όσο και επιδέξιου παιχνιδίσματος με τη λέξη, η οποία και επιστρατεύεται για να συνεισφέρει, με τη σειρά της, σε μια επιδιωκόμενη «στριφνή» απλότητα, τα όσα πολύτιμα κρύβει η δύναμή της.
Όσο για το κλίμα μέσα στο οποίο κινείται ο ποιητής, είναι αυτό που (τότε) ονομάστηκε της «αμφισβήτησης». Όχι όμως αυτής που εκπoρεύτηκε από τους Αμερικανούς beat ποιητές, αλλά μιας προσωπικής του αμφισβήτησης, η οποία σκοπό έχει, πάνω απ' όλα. να αναδείξει την πολλαπλή ομορφιά που πηγάζει από τις εικόνες τις οποίες η υψηλή ποιητική του στόφα φέρνει, εν τέλει, στην επιφάνεια αλλά και, μέσα από στοιχεία του παραλόγου, να καταδείξει την παράνοια της εποχής μας, την αντιφατικότητα ενός κόσμου που βρίσκεται σε απoσύνθεση, αφυπνίζοντας έτσι εφιαλτικά τη συνείδησή μας, μέσα στην απέραντη κοινωνική είτε υπαρξιακή μοναξιά στην οποία είναι αναγκασμένη να ζει. Και όλα αυτά, ξυπνώντας βίαια, εκ παραλλήλου, τις ενδεχόμενες ενοχές μας γι' αυτή την ασκήμια, για να τις ωθήσει έτσι να καταγγείλουν ένα oλόκληρo σύστημα και έναν ολόκληρο πολιτισμό· όχι όμως με τόνους οξείς, αλλά με μια λεπτή ειρωνεία, μια σαρκαστική διάθεση και μια γλώσσα τρυφερά κοφτερή.
Μια γλώσσα χωρίς ίχνος λυρισμού, μια γλώσσα η οποία ανατρέποντας, μάλιστα συχνά. την παραδεδεγμένη μέχρι τώρα συντακτική δομή της, αλλά και πρoσφεύγovτας, πολλές φορές, σε μια άτυπη, περίεργη ομοιοκαταληξία («ομοηχία» θα την απoκαλoύσα) αφήνει να φτάσουν έως εμάς τα μηνύματα μιας ψυχής αιμάσσoυσας και βάναυσα κατακρεουργημένης.
Παραπάνω αναφέρθηκα και στις τέσσερις μαζί πρώτες συλλογές τού Δενέγρη, ακριβώς διότι. πέρα από την κλιματική τους συγγένεια, ήθελα να τονίσω ότι η υπέρβαση στην ποίησή του επετεύχθη μέσα από το περιεχόμενο των δύο επόμενων, υπό τον τίτλο Η κατάσταση των πραγμάτων (1989) και Το πνεύμα της άμυνας (1999) συλλογών του. Συλλογές στις οποίες, όσο κι αν φανεί παράξενο, πέρα από τον ζόφο, υπάρχει μια φωτογένεια, λυτρωτικά στίλβουσα, η οποία έρχεται για να μας υπενθυμίσει ότι τα σύνορα μεταξύ της φαντασίας και της πραγματικότητας είναι και θα παραμένουν, για κάθε προικισμένο και ανήσυχο κύτταρο αυτού του κόσμου, αιωνίως διαχεόμενα και αδόλως ασαφή. Όσο για το τοπίο, αυτό από γενικό και «παγκόσμιο» που ήταν παλαιότερα, τώρα γίνεται σαφώς πιο καθαρό και πιο συγκεκριμένο, εντός της Αττικής, κυρίως, για να δώσει έτσι την ευκαιρία στον Δενέγρη, αφ' ενός να μας τονίσει τη σύγχρονη ασφυξία και, αφ’ ετέρου, να ξαναφέρει στην επιφάνεια μνήμες παιδικής ηλικίας· μνήμες από την «παγερότητα» της Κατοχής (και όχι μόνο), τραγικές στo βάθος τους, οπωσδήποτε, αλλά με διάθεση άλλοτε πικρή, όντως, άλλοτε φιλοπαίγμονα και άλλοτε μέσα από μια «απόσταση» ανθρώπου που αφηγείται τάχα, χωρίς να διεκδικεί την όποια συναισθηματική ταύτιση με το θέμα του. Ας σταθεί ο αναγνώστης στα εξαιρετικής ποιότητας και πυκνότητας ποιήματα της συλλογής Το πνεύμα της άμυνας, που φέρουν τους τίτλους: «Επιτάφιος για τον μισητό φονιά Ντουφτ», «Στο άλσος του Γηροκομείου», «Δεκεμβριανά» και «Λουκία», και είμαι σίγουρος ότι θα συμφωνίσει μαζί μου. Ιδιαίτερα στη «Λουκία», ποίημα το οποίο θα φτάνει πάντοτε σ' εμάς ως υπόδειγμα ύφους και τεχνικής, κομίζοντας, άψογο και απέριττο καθώς είναι, στοιχεία ιδιαιτέρως προσεγμένης ποίησης.
Γιατί ο Τάσος Δενέγρης, ακόμη και αν η ποίησή του εδιαφοροποιείτο (μονίμως και σταθερά προς το καλύτερο) μέσα στο χρόνο, αυτό πάντα το έκανε: με τους ίδιους περίτεχνους τρόπους, να μας δωρίζει στίχους ακριβούς δηλαδή, αφού ήταν λεπτουργός, ήταν στυλίστας, ποιητής με εικονοπλαστική ικανότητα και τεχνίτης από τους λίγους.
[ Δημοσιεύτηκε μια βδομάδα μετά τον θάνατo του T.Δ. στην εφ. Η Αυγή (10/4/2009) με τίτλο «Για την ποίηση του Τάσου Δενέγρη». ]