Fado al-Mu’tamid


Η αντίληψή μας για το ισλάμ στις μέρες μας χρωματίζεται αναπόφευκτα από την επικράτηση των φανατικών μαχητικών ομάδων, των φονταμενταλιστών, που, στο όνομά του, επιδίδονται σε πράξεις τυφλής βίας και εγκαθιδρύουν, όπου μπορούν, καθεστώτα ανελευθερίας και καταπίεσης. Καθεστώτα, που χαρακτηρίζονται από αυτό που ονομάζουμε σκοταδισμό, από τη θρησκοληψία και τον αυταρχισμό, και – ίσως για όλα τα παραπάνω – προϋποθέτουν, μεταξύ πολλών άλλων, την κατάργηση της καλλιτεχνικής έκφρασης, την απαγόρευση της ψυχαγωγίας, την εξάλειψη της προσωπικότητας των γυναικών.
Δεν είμαι κανένας συστηματικός μελετητής της ιστορίας του ισλάμ, αλλά, από τα λίγα που γνωρίζω, νομίζω πως δεν ήταν πάντα έτσι, ή έστω μόνο έτσι.

——— ≈ ———

Πριν χίλια χρόνια στην Ιβηρική χερσόνησο που, κατά το μεγαλύτερο μέρος, αποτελούσε τμήμα του αραβικού ισλαμικού κόσμου, γνωστό ως Αλ Ανδαλούς, βρισκόταν σε εξέλιξη μια εικοσαετής εμφύλια διαμάχη που θα οδηγούσε το 1031 στην διάλυση του Χαλιφάτου της Κόρδοβας,[1] και τον κατακερματισμό του σε πολυάριθμες μικρές ηγεμονίες, γνωστές ως ταϊφά. Οι ηγεμόνες των ταϊφά, οι τοπικοί εμίρηδες, δεν έδειχναν κανέναν ιδιαίτερο ζήλο για πολέμους και εκστρατείες και προτιμούσαν να διάγουν έναν εκλεπτυσμένο βίο καλλιεργώντας τις τέχνες και τα γράμματα. Είναι ενδιαφέρον ότι η αραβο-ανδαλουσιανή ποίηση και μουσική, που αναπτύχθηκαν στις αυλές αυτών των ηγεμόνων, θα ασκήσουν σημαντική επίδραση στην τέχνη των τροβαδούρων της γειτονικής προβηγκίας (νότιας Γαλλίας), που αποτελεί την μήτρα της νεότερης ευρωπαϊκής ποίησης και μουσικής. Ένας από τους τοπικούς ηγεμόνες ήταν και ο εμίρης της Σεβίλλης, ο Μουχαμάδ Ιβν Αβάδ αλ-Μουταμίδ, ο οποίος θεωρείται και ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της αραβο-ανδαλουσιανής ποίησης. Όπως αναφέρει και η εγκυκλοπαίδεια Britannica ο Αλ-Μουταμίδ «ήταν η επιτομή του καλλιεργημένου Ισπανού Μουσουλμάνου του Μεσαίωνα: φιλελεύθερος, ανεκτικός και ευεργέτης των τεχνών».

Al Mu’tamid, Khalil Gibran (1883-1931)
Al Mu’tamid, Khalil Gibran (1883-1931)


Ο Αλ-Μουταμίδ γεννήθηκε στην πόλη Μπεζά της σημερινής νότιας Πορτογαλίας (που ανήκε στο ταϊφά της Σεβίλλης) περί το 1040, και διαδέχθηκε τον πατέρα του Αββάδ στον θρόνο το 1069. Εκτός από την θαυμάσια ποίησή του ήταν γνωστός και για τον μέγα έρωτά του για μια γυναίκα ταπεινής καταγωγής, μια σκλάβα που φρόντιζε τα μουλάρια κάποιου ονόματι Ρουμαΐκ, την Ετεμάδ αλ-Ρουμαϊκίγια.[2] Ο θρύλος λέει πως μια μέρα ο Αλ-Μουταμίδ σ’ ένα περίπατο μαζί με τον βεζίρη του εκφώνησε δυνατά έναν στίχο που συνέθεσε εκείνη στιγμή και ζήτησε από τον αυλικό του να δώσει συνέχεια στο ποίημα. Ο βεζίρης σάστισε και αργούσε να ανταποκριθεί, οπότε η Ετεμάδ που έτυχε να περνά από εκεί με τα μουλάρια της συμπλήρωσε το δίστιχο με θαυμαστό τρόπο.[3] Ο Αλ-Μουταμίδ εντυπωσιασμένος από το ταλέντο της, αλλά και την ομορφιά της, ζήτησε αμέσως να την πάνε στο παλάτι του.

Etemad Al-Rumaykiah, Stefano Ussi (1822-1901)
Etemad Al-Rumaykiah, Stefano Ussi (1822-1901)

Έζησαν ευτυχισμένοι για αρκετά χρόνια, αμφότεροι γράφοντας ποιήματα, και επέκτησαν τρεις γιους, ενώ παράλληλα o Αλ- Μουταμίδ επέκτεινε τις κτήσεις του και αύξησε το κύρος του μεταξύ των μωαμεθανών ηγεμόνων της ιβηρικής. Όμως, από τα μέσα της δεκαετίας του 1080 η Σεβίλλη άρχισε να νιώθει την πίεση του Αλφόνσο ΣΤ΄ της Καστίλης που, μετά την κατάληψη του Τολέδο το 1085 και σε συνδυασμό με την προέλαση προς την Βαλένθια του Ροδρίγο του Βιβάρ (γνωστού ως Ελ Σιντ) στα ανατολικά, δημιουργούσε υπαρξιακή απειλή για τα μικρά αραβικά βασίλεια στη νότια Ιβηρική. Αρχικά για να εξασφαλίσει την ειρήνη ο Αλ-Μουταμίδ δέχτηκε να καταβάλλει ετήσιο φόρο υποτέλειας. Όταν όμως διέκοψε την πληρωμή, ο Αλφόνσο προέλασε νοτιότερα και πολιόρκησε τη Σεβίλλη.
Μπροστά στον άμεσο αυτό κίνδυνο, ο Αλ-Μουταμίδ μαζί με άλλους ηγεμόνες των ταϊφά έστειλαν έκκληση για βοήθεια στους Αλμοραβίδες του Μαρόκου. Το 1090 ο Γιουσούφ Ιβν Ταισφίν διάβηκε τα στενά του Γιβραλτάρ με μια μεγάλη στρατιωτική δύναμη και απώθησε τους Χριστιανούς. Αλλά ο Γιουσούφ, αφού επέστρεψε στο Μαρόκο, λέγεται πώς έκρινε ότι οι «εκλεπτυσμένοι» ηγεμόνες των ταϊφά δεν ήταν σε θέση να αντισταθούν αποτελεσματικά στις δυνάμεις των χριστιανών. Επίσης θεώρησε ότι η ανεκτική τους διακυβέρνηση αλλά και ο γενικότερος τρόπος ζωής τους με τις ειρηνικές ασχολίες και απολαύσεις, ήταν αντίθετος προς τις αρχές του Ισλάμ. Οπότε και ζήτησε την ευλογία του Χαλίφη της Βαγδάτης για να εκθρονίσει τους «αδύναμους» ηγεμόνες και να προσαρτήσει όλη τη νότια ιβηρική στο δικό του κράτος.
Έτσι, ο Αλ-Μουταμίδ μαζί με την Ετεμάδ αιχμαλωτίστηκαν και σύρθηκαν στην εξορία, για να περάσουν την υπόλοιπη ζωή τους φυλακισμένοι σε ξεχωριστά κελιά στο Αχμάτ κοντά στο Μαρακές.
Εκεί ο ποιητής-βασιλιάς της αραβικής Ανδαλουσίας συνέγραψε μια σειρά από ερωτικά ποιήματα για την αγαπημένη του, βρίσκοντας τρόπο να τα περνά στο κελί της. Ως τον θάνατό του το 1095, ο Αλ-Μουταμίδ δεν ξαναείδε την Ετεμάδ.

Ένα από τα ποιήματα αυτά αποτολμώ να μεταγράψω εδώ, μέσω δύο αγγλικών μεταφράσεων (μία παλαιότερη, του 1915,[4] και μία πρόσφατη, του 2011.)[5] Πρόκειται για μια σύντομη σύνθεση που ανακαλεί το όνομα της αγαπημένης με μια ακροστιχίδα.

Έχεις χαθεί απ’ τα μάτια μου, μα είσαι πάντα
μέσα στην καρδιά μου.

Την ευτυχία σου την θέλω να ’ναι δίχως τελειωμό, όπως είναι
                    
τα δάκρυά μου, οι άυπνες νύχτες κι λυγμοί μου.

Εγώ που δεν ανεχόμουν ποτέ καμιάς γυναίκας γνώμη,
                        
έκανα πάντα το κάθε θέλημά σου.

Μόνη μου επιθυμία να σ’ έχω πλάι μου –
                        
είθε κάποτε να γίνει!

Αγάπη της καρδιάς μου, να με σκέφτεσαι και μη με λησμονείς,
                        
όσο πολύ κι αν λείψω!

Δεν υπάρχει όνομα πιο γλυκό! Το φύλαξα μέσα σ’ αυτούς τους στίχους,
                        
που δίνουν την γραφή του: Ετεμάδ!

Amina Alaoui
Amina Alaoui



Το ποίημα αυτό τραγουδήθηκε πρόσφατα, πριν δέκα χρόνια, από την μαροκινή τραγουδίστρια, με θητεία και στο πορτογαλικό φάντο, Αμίνα Αλάουι, σε δική της μελοποίηση.
Η Αλάουι, που επιγράφει το τραγούδι Fado Al Mutamid, το πρωτοτραγούδησε στην Taberna de los Fados στην Beja του Algarve, την γενέτειρα αυτού του σπουδαίου τέκνου της Αλ-Ανδαλούς, σε μια κίνηση, όπως υπαινίσσεται ο μουσικολόγος Ian Goldstein,[6] με πολλαπλές σημάνσεις. Από τη μια αποσκοπούσε στη διάσωση της μνήμης αυτού του μεγάλου ποιητή, μιας μνήμης που κατά τα λεγόμενα της Αλάουι είχε παντελώς εξαλειφθεί καθώς, κατά την πρώτη της επίσκεψη στην Beja, δεν συνάντησε κανένα ίχνος του, καμία αναφορά στον Αλ-Μουταμίδ μέσα στην πόλη που τον γέννησε. Από την άλλη, επεδίωκε να συνδέσει ποιητικά και μουσικά την κληρονομιά της Αλ-Ανδαλούς με τη νεότερη Πορτογαλία. Και, τέλος, ενδεχομένως θέλησε να υπενθυμίσει ότι οι Πορτογάλοι δεν έχουν την αποκλειστικότητα στην saudade (αυτό τον δυσμετάφραστο όρο που ανακαλεί ένα μίγμα συναισθημάτων απώλειας, νοσταλγίας και έρωτα, κάτι σαν τον δικό μας καημό, που αποτελεί το κύριο χαρακτηριστικό του fado), την εκφράζουν κι αυτοί που νιώθουν συγγένεια μ’ εκείνους που κάποτε έζησαν, δημιούργησαν και ερωτεύτηκαν στον ίδιο τόπο, στην αγαπημένη τους Αλ-Ανταλούς, που για αυτούς έχει χαθεί.

«Η αιχμαλωσία», μας λέει η Αλάουι, «δημιούργησε αυτό το εκπληκτικό ποίημα που ο Αλ-Μουταμίδ αφιέρωσε στη γυναίκα του την Ετεμάδ, η οποία ήταν έγκλειστη στο διπλανό κελί. Της το έστειλε περνώντας το ανάμεσα στα κάγκελα του παράθυρού της. Αυτό το διάσημο ποίημα εκφράζει έναν σφοδρό έρωτα με συγκινητική τρυφερότητα στο πλαίσιο ενός τραγικού πεπρωμένου: ένας έκπτωτος βασιλιάς, εξόριστος απ’ την πατρίδα του, που θα πεθάνει φυλακισμένος».


Το τραγούδι, από τον δίσκο Arco Iris (Ουράνιο Τόξο), ECM, 2011, βρίσκεται στους παρακάτω συνδέσμους:


https://open.spotify.com/track/4k7DrHPOJagahth0vGRdjj?autoplay=true


https://music.youtube.com/watch?v=tGQrPOK8FqM&list=RDAMVMtGQrPOK8FqM


ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: