Τον Οκτώβριο του 1982, λίγο μετά την έκδοση του πρώτου τεύχους του Χάρτη, πήγαμε με την Ελένη στη Ρώμη. Γρήγορα ανακαλύψαμε το περιοδικό τέχνης FMR που είχε επίσης μόλις κυκλοφορήσει σε 80.000 αντίτυπα και πολύ προσιτή τιμή. Ο τίτλος σχηματιζόταν από τα αρχικά του εκδότη του Franco Maria Ricci, παραπέμποντας ταυτόχρονα και στο «εφήμερο» (éphémère), λέξη πού χαρακτήριζε τρόπον τινά και το περιεχόμενο του «πιο ωραίου περιοδικού στον κόσμο».
Σταθήκαμε τυχαία έξω από το μαύρο, στίλβον βιβλιοπωλείο του Ricci. Τα βιβλία του, κάτι υπερπολυτελείς βιβλιοφιλικές εκδόσεις («Τα σημάδια του ανθρώπου») με υπέροχα χαρτιά και εξαίρετες βιβλιοδεσίες μέ μαύρη κλωστή, μέσα σε ειδικά καλαίσθητα κουτιά, τα εξέθεταν μόνο σε κλειστές γυάλινες προθήκες και τις άνοιγαν προσεκτικά, ξεφυλλίζοντάς σου με λευκά γάντια τον τόμο που σε ενδιέφερε.
Κοιτάζαμε με δέος και θαυμασμό τα τυποτεχνικά αυτά αριστουργήματα. Ζητήσαμε από τον υπεύθυνο του βιβλιοπωλείου να συναντήσουμε τον Ρίτσι αυτοπροσώπως αλλά έλειπε στο Μιλάνο. Μπορούσαμε όμως να επικοινωνήσουμε τηλεφωνικώς. Μας συνέδεσαν. Μιλήσαμε αρκετά και με ενθουσιασμό· μοιραστήκαμε την αγάπη για το χαρτί και τη τυπογραφία, τον θαυμασμό για τον Καλβίνο, τον Κορτάσαρ και τον Μπόρχες. Του περιγράψαμε τον «Χάρτη» που είχε επίσης μόλις πρωτοεκδοθεί (το μόνο, ουσιαστικά, κοινό χαρακτηριστικό των δύο περιοδικών ήταν το μαύρο πλαστικοποιημένο εξώφυλλο, οι γκραβούρες και η … «φιλοκαλία» εν γένει). Του υποσχεθήκαμε να ξαναπεράσουμε την επομένη και να αφήσουμε ένα αντίτυπο να το δει μόλις θα επέστρεφε στη Ρώμη.
Μας τηλεφώνησε λίγες μέρες αργότερα, όταν πια είχαμε γυρίσει στην Αθήνα, προτείνοντας τη συνεργασία των δύο περιοδικών ή, ακόμα, και το ενδεχόμενο να αναλάβουμε την έκδοση του FMR στα ελληνικά (120 περ. σελίδες 30 Χ 23 εκ. με πεντάχρωμη εκτύπωση σε χαρτί 130 γρ.), με προσθήκη και ελληνικών καλλιτεχνικών θεμάτων. Επίσης διερευνήσαμε την έκδοση της «Βιβλιοθήκης της Βαβέλ», μιας σειράς τριάντα τριών μικρών τόμων εκπληκτικής αισθητικής με εξώφυλλα του Ρίτσι, την οποία διηύθυνε ο ίδιος ο Μπόρχες.
Ο Ρίτσι μας έστειλε τους τόμους και σε συνεννόηση με τον Μάνο Μοσχονά, του βιβλιοπωλείου «Ενδοχώρα», έγινε επίπονη προσπάθεια να βρεθεί χρηματοδότης, αλλά μάταια. Δεν ενδιαφερόταν κανείς. Επιπλέον εκείνη τη χρονιά έγινε και υποτίμηση της δραχμής κατά 15,5% με αποτέλεσμα να αυξηθούν κάθετα τα κοστολόγια στις εισαγόμενες πρώτες ύλες (χαρτί, μελάνια, φιλμ κλπ.). Ένα ἀλλο τεχνικό εμπόδιο ήταν ότι δεν υπήρχε αξιόπιστη ελληνική γραμματοσειρά Bodoni για φωτοσύνθεση και έπρεπε να γίνει ειδική παραγγελία. Το σχέδιο τελικά ναυάγησε. Το μόνο που καταφέραμε ήταν μια σύντομη παρουσίαση του FMR στα Στίγματα» του 40υ τεύχους μας. Με τον Ρίτσι, ανταλλάσσαμε για χρόνια τα τεύχη των περιοδικών μας και επικοινωνήσαμε μερικές φορές ακόμη. Συνέχισε μάλιστα να το στέλνει ακόμα και όταν ό «Χάρτης» διέκοψε την κυκλοφορία του. Και κάθε Πρωτοχρονιά δεν παρέλειπε να μας στέλνει το έξοχο συλλεκτικό του επιτραπέζιο ημερολόγιο.
Βλ. και Δημήτρης Καλοκύρης, Παρασάγγες [τόμ. Α’], Ονομαστικόν, Άγρα 2014 (λήμμα: «Ρίτσι»)