Führerbunker & Οδός Σατωβριάνδου

Führerbunker & Οδός Σατωβριάνδου

Führerbunker

στον Δημήτρη Αθηνάκη

Σε κάθε άλλη περίσταση, θ’ ακολουθούσε μια ποιητική εξιστόρηση για τη μαρμαρυγή τ’ ουρανού μου, τη νύχτα, τ’ άστρα, τον μεγάλο δρόμο και τη λευκή σιωπή μας. Ειδάλλως η εικόνα σου, που αφού την αρνήθηκα, την έκρυψα στο σύννεφο και πιθανά η αστραπή μιας καταιγίδας θα την καταστρέψει ολοκληρωτικά.

Σήμερα όμως —ποτέ δεν είναι ακριβώς σήμερα, ήταν χθες, θα ’ναι κι αύριο—, κατάλαβα πως τότε, διπλώνοντας το παρόν, ψηλώσαμε στο κρεβάτι μας ένα θεόρατο δέντρο αγάπης και ποτέ, ποτέ δεν μπορέσαμε να το βγάλουμε από την κάμαρά μας δίχως να το πριονίσουμε. Ώσπου σ’ αγκάλιασα και μου ’πες: —ρίζες, είναι ρίζες, δεν είν’ τα πόδια μας· κι αυτό είχε μια λογική· την ίδια με τα πουλιά, που αφού δεν έμεινε τίποτα από μας, πέταξαν να ξαποστάσουν παραδίπλα.

Σήμερα όμως —που είναι σήμερα—, ακούω πάλι τους κελαηδισμούς τους. Κακά τα ψέματα, η άνοιξη δεν με συγκινεί πια. Μόνο σκύβω στα ταπεινά της λουλούδια∙ προστατευμένα κάτω από τ’ αγριόχορτα θροΐζουν το σιγανό μας μέλλον. Σ’ αυτό: δεν υπάρχεις ούτε εσύ, ούτε εγώ. Μόνο ο Χέλντερλιν επιβιώνει τρεμοσβήνοντας τον Θεό που τυφλώσαμε. Δεν ήθελα η ιστορία μας να καβαλήσει τους αετούς της Γερμανίας (σου). Με καθησύχαζες λέγοντας: —αυτή, ήταν η ρομαντική εποχή. Πώς αλλιώς τυλιγμένος σε βαγκνερικά πρελούδια, ένας Αδόλφος παντρεύεται μια Εύα, πέντε μέτρα κάτω από τη γη: στο Führerbunker* του, ενόσω η κόκκινη αρκούδα βρυχάται στην Gertrud Kolmar Straße;

Είναι ξεκάθαρο και η οδός ποιητική∙ μα μου ήταν δύσκολο να σημειώσω έτσι απλά:

—και οι φασίστες αγαπούν κι η αγάπη υποτάσσει



* Το καταφύγιο του Χίτλερ (γερμ. Führerbunker το οχυρό του Φύρερ) ήταν ένα αρχιτεκτονικό σύμπλεγμα υπόγειων χώρων στο Βερολίνο, στο οποίο ο Χίτλερ διέμεινε τις τελευταίες εβδομάδες του πολέμου. Εγκαταστάθηκε εκεί, στις 16 Ιανουαρίου του 1945. Η Εύα Μπράουν τον ακολούθησε τον Φεβρουάριο του 1945 και χρησιμοποίησε δύο δωμάτια δίπλα στο δωμάτιο του Χίτλερ. Στο καταφύγιο τελέσθηκε ο γάμος τους στις 29 Απρίλη 1945. Την επομένη αυτοκτόνησαν. Σήμερα το υποδηλώνει μια επιγραφή τοπογραφικής ενθύμησης, ενώ μπροστά περνά η οδός Gertrud Kolmar Straße προς τιμή της Γερμανίδας ποιήτριας Γερτρούδης Κόλμαρ, ξαδέρφη του Βάλτερ Μπένγιαμιν που λόγω της εβραϊκής της καταγωγής οδηγήθηκε στο Άουσβιτς όπου και πέθανε το Μάρτη του 1943.

Ουιλιάμ-Αντόλφ Μπουγκερώ, «Δάντης και Βιργίλιος», λάδι σε καμβά, 1850, Μουσείο Ορσέ, Παρίσι
Ουιλιάμ-Αντόλφ Μπουγκερώ, «Δάντης και Βιργίλιος», λάδι σε καμβά, 1850, Μουσείο Ορσέ, Παρίσι

Οδός Σατωβριάνδου

Υπάρχει μια μνήμη του σώματος που τη μισώ γιατί μ’ υποτάσσει. Θα προσπαθήσω όμως να την εξιστορήσω εξαφανίζοντας την ποίηση ενός στροβιλώδους δειλινού πριν εισέλθω στο κρατητήριο του ΑΤ Ομονοίας∙ καθώς και λεπτομέρειες τύπου: μόνος ή με παρέα, παράβαση ή έγκλημα. Αν κι είναι πιθανό, έτσι όπως καμιά φορά το χέρι μου περιπλανιέται άσκοπα στα πλήκτρα, να γράψω: για δυο κάγκελα σ’ ένα παράθυρο της οδού Σατωβριάνδου, τις λογικές τιμές των δωματίων της Ξούθου ή τον υπόνομο της Βερανζέρου, μια νύχτα που με κλείδωσε ο αστυνόμος, δίχως να έχω ακόμα αποφασίσει: αν ήταν λάθος ή σωστή η ανεξάντλητη αγάπη του στη βία. Σφράγισε το στόμα μου με μια κόκκινη μπλούζα —την μπλούζα του— το ιδρωμένο μάκτρο μιας θείας ευχαριστίας που μ’ αναγούλιαζε, ενώ ήξερε ακριβώς ποιος και τι ήμουν. Κι όταν έκλαψα μου ψιθύρισε: —για το καλό σου. Έκτοτε, είναι ώρες σαν πληγές που ο ήλιος κρεμασμένος στη δύση αντιφεγγίζει σαν το αιώνιο πυρ του Μπουγκερώ** και δεν σαλεύω. Συλλαβίζω τον πρώτο στίχο από το Der Ister** του Χέλντερλιν: Jetzt komme, Feuer! τρομάζοντας τόν χαλκοπράσινο εξαποδώ που ίπταται στον ουρανό του πίνακα. Σ’ αυτή τη βραχώδη κόλαση, ο Δάντης και ο Βιργίλιος κοιτούν τον Τζιάννι Σκίκκι να υποτάσσει τον Καπότσιο σκίζοντας τον λαιμό του. Ένας νεκρός στα πόδια τους έχει το πρόσωπο του αστυνόμου κι ο ουρανός: το ιερό χρώμα της μπλούζας του. Τώρα πια, αποφεύγω τα δειλινά την οδό Σατωβριάνδου και αυτήν την ιστορία, δεν την είπα ποτέ στην ψυχίατρο μου, γιατί ακόμα και σήμερα, ντρέπομαι που έκλαψα μπροστά του.

** Πρβλ. Ουιλιάμ-Αντόλφ Μπουγκερώ, Δάντης και Βιργίλιος, ελαιογραφία σε καμβά, 1850, Μουσείο Ορσέ, Παρίσι. Ο πίνακας περιγράφει μια σκηνή εμπνευσμένη από τη Θεία Κωμωδία του Δάντη και συγκεκριμένα από την «Κόλαση» (Λ, στ. 22-48): το στιγμιότυπο της ανελέητης πάλης δύο καταραμένων ψυχών, του Καπότσιο που αμάρτησε γιατί ήταν αιρετικός και επιδιδόταν στην αλχημεία, και του Τζιάννι Σκίκκι, ο οποίος προκειμένου να σφετερισθεί την κληρονομιά ενός νεκρού δεν δίστασε να καπηλευθεί την ταυτότητά του. Ο Δάντης με τον Βιργίλιο στέκουν στα αριστερά παρακολουθώντας με φρίκη, ενώ ο Τζιάννι Σκίκκι επιτίθεται με μανία στον Καπότσιο σχεδόν ξεσκίζοντάς τον. Ένας νεκρός κείτεται στο χώμα, ενώ στο φόντο του πίνακα ίπταται ένας δαίμονας.
*** Der Ister (O Ίστρος), ποίημα του Φρίντριχ Χέλντερλιν. Ο πρώτος στίχος: Jetzt komme, Feuer! (Πρόσελθε τώρα πυρ!). στο: Friedrich Hölderlin, Ελεγείες, Ύμνοι και άλλα ποιήματα, προλ.-μτφ.-σημ. Στέλλα Γ. Νικολούδη, Άγρα 1996, σ. 179.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Γιάννη Αντιόχου ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.

ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: