Mια μέρα, εκεί που μισοκοιμόταν στον καναπέ, συνειδητοποίησε ότι δεν είχε πια φίλες. Απαρίθμησε νοερά τις γυναίκες και τα κορίτσια που ονόμαζε φίλες της:
Την Παιδική Της Φίλη.
Την Φίλη Με Την Οποία Μιλούσε Παλιότερα Καθημερινά Στο Τηλέφωνο.
Την Φίλη Που Τις Έφεραν Κοντά Οι Συνθήκες.
Την Φίλη Με Την Οποία Αντάλλασσαν Ποιητικές Συλλογές Στα Φοιτητικά Τους Χρόνια.
Την Φίλη Που Συναντούσε Μια Στις Τόσες Στην Αποβάθρα Του Μετρό.
Την Φίλη Με Την Οποία Έπιναν Παρέα.
Την Φίλη Με Την Οποία Αγκαλιάζονταν Σφιχτά Κάθε Φορά Που Χώριζαν Λες Και Φοβόντουσαν Ότι Κάποια Από Τις Δυο Τους Θα Πεθάνει.
Την Φίλη Που Γνώρισε Τυχαία Στην Τράπεζα.
Την Φίλη Που Θα Μπορούσε Να Ερωτευτεί.
Την Φίλη Με Την Οποία Ψώνιζαν Ρούχα στις Εκπτώσεις Αλλά Μετά Έγινε Διάσημη Και Ψώνιζαν Άλλοι Για Λογαριασμό Της.
Την Φίλη Με την Οποία Έτρωγαν Μόνο Σε Γιαπωνέζικα Εστιατόρια.
Την Φίλη Με Την Οποία Έβλεπαν Ρομαντικές Ταινίες Μασουλώντας Ποπ Κορν.
Την Τρομερά Έξυπνη Φίλη Που Δεν Μπορούσε Να Συναγωνιστεί Ποτέ Και Σε Τίποτα.
Την Νεαρή Φίλη Που Θα Μπορούσε Να Είναι Κόρη Της.
Την Φίλη Που Έχασε Και Τους Δυο Γονείς Της Σε Αυτοκινητιστικό Και Σταμάτησε Να Οδηγεί.
Την Φίλη Από Το Σχολείο Των Παιδιών.
Την Φίλη Που Είχε Πολλές Άλλες Φίλες Και Δεν Έβρισκε Χρόνο Να Συναντηθούν.
Την Εξωπραγματικά Όμορφη Φίλη Την Οποία Οι Άντρες Έτρωγαν Με Τα Μάτια Και Δεν Την Άφηναν Να Συγκεντρωθεί στη Συζήτησή Τους.
Την Φίλη Που Ξενιτεύτηκε.
Την Φίλη Που Ονόμαζε Αδερφή της.
Την Φίλη Που Ονόμαζε Κόρη της.
Την Φίλη Που Πήγαιναν Μαζί Διακοπές.
Τη Φίλη Με Την Οποία Μιλούσαν Αποκλειστικά Για Την Πρόοδο Των Παιδιών Τους.
Την Φίλη Που Δεν Κατάφερνε Να Αποπληρώσει Το Δάνειο Και Μιλούσε Μόνο Για Λεφτά Και Λογαριασμούς.
Την Φίλη Από Τη Δουλειά.
Τη Φίλη Με Την Οποία Πήγαιναν Συστηματικά στο Θέατρο.
Την Φίλη Με Την Οποία Μιλούσαν Λεπτομερώς Για Το Σεξ.
Την Φίλη Με Την Οποία Έκαναν Σεξ Χωρίς Να Επηρεαστεί Η Φιλία Τους.
Την Φίλη Που Αρρώσταινε Συνεχώς.
Την Πολύ Πλούσια Φίλη Που Είχε Δύο Πικάσο Στην Τουαλέτα Και Νόμιζε Πως Όλοι Ήταν Υπηρέτες Της.
Την Φίλη Που Ευχαριστιόταν Με Μικροπράγματα.
Την Φίλη Που Μιλούσε Πολύ.
Την Φίλη Που Δε Μιλούσε Καθόλου, Μόνο Σήκωνε Τους Ώμους Και Αναστέναζε.
Την Φίλη Με Την Οποία Τσακώνονταν Για Πολιτικά.
Την Φίλη Με Την Οποία Αντάλλασσαν Ρούχα Αλλά Κυρίως Παπούτσια.
Την Φίλη Που Μιλούσε Για Τη Φιλία Τους Σαν Να Ήταν Κάτι Σπάνιο.
Την Φίλη Που Μιλούσε Για Τη Φιλία Τους Σαν Να Ήταν Κάτι Συνηθισμένο.
Την Φίλη Με Την Οποία Γεννήθηκαν Την Ίδια Μέρα.
Την Φίλη Που Έμενε Στην Ίδια Πολυκατοικία Και Παραπονιόταν Για Τη Μοναξιά Της Ενώ Τα Βράδια Χασκογελούσε Στο Μπαλκόνι Με Διάφορους Αγνώστους.
Την Φίλη Με Την Οποία Έβγαιναν Για Τζόκινγκ Μιλώντας Για Τα Εξωτικά Ταξίδια Που Θα Έκαναν Κάποτε.
Την Φίλη Που Θυμόταν Πάντα Τα Γενέθλιά Της.
Την Φίλη Που Είχε Μεγάλα Όνειρα Που Ξαστόχησαν.
Την Φίλη Που Δεν είχε Κάνει Παιδιά Και Φορούσε Τσιμπιδάκια Με Φράουλες Και Κόκκινα Campers Σαν Να Ήταν Δεκάξι.
Την Φίλη Με Την Οποία Συναντιόντουσαν Σε Μεγάλες Παρέες Και Υπόσχονταν Πως την Επόμενη Φορά Θα Βγουν Οπωσδήποτε Οι Δυο Τους.
Την Φίλη Που Της Έδινε Τόσο Ωραίες Συμβουλές Ώστε Έμπαινε Στον Πειρασμό Να Της Πει: Εσύ Θα Ζούσες Τη Ζωή Μου Καλύτερα Από Μένα.
Την Φίλη Που Της Έλεγε Να Κάνει Κάτι Για τις Ρυτίδες Της.
Την Φίλη Που Επέμενε Πώς Είναι Ανόητο Να Κάνει Κάτι Για τις Ρυτίδες Της.
Την Φίλη Που Πήγαιναν Μαζί Για Κοκτέιλ Μετά Τα Αποτελέσματα Του Ετήσιου Τσεκ Απ.
Την Φίλη Που Γινόταν Κουραστική Επειδή Την Θαύμαζε Υπερβολικά Και Επαναλάμβανε Πάντα Την Τελευταία Λέξη Της Σαν Αντίλαλος.
Την Φίλη Με Την Οποία Γελούσαν Τόσο Πολύ Ώστε Στο Τέλος Σκούπιζαν Και Οι Δύο Τα Μάτια Τους Λέγοντας Έλεος Πια, Τι Είναι Αυτό Που Μας Πιάνει.
Γιατί όλες αυτές οι γυναίκες εξαφανίστηκαν από τη ζωή της; Είχε κάνει άραγε κάποιο τρομερό λάθος; Μήπως ήταν ψυχρή ή εγωκεντρική ή κυνική; Μήπως ήταν το είδος φίλης που οι φίλες της θα περιέγραφαν ως:
Η Φίλη Που Δεν Σε Καταλαβαίνει.
Η Φίλη Που Νομίζει Πως Έχει Πιο Σοβαρά Προβλήματα Από Τα Δικά Σου.
Η Φίλη Που Εξαφανίζεται.
Η Φίλη Που Δεν Διακινδυνεύει Τίποτα Για Τη Φιλία.
Η Φίλη Που Ταξιδεύει Τόσο Συχνά Ώστε Ποτέ Δεν Ξέρεις Πού Βρίσκεται Όταν Την Έχεις Ανάγκη.
Η Φίλη Που Νομίζει Πως Είναι Η Καλύτερη Μητέρα Στον Κόσμο.
Η Φίλη Που Νομίζει Πως Είναι Η Καλύτερη Φίλη Στον Κόσμο.
Η Φίλη Που Νομίζει Ότι Δεν Έχει Φίλες.
Η Φίλη Που Λέει, Με Συγχωρείς, Αλλά Ειδικά Σε Αυτό Το Θέμα Έχεις Άδικο.
Η Φίλη Που Λέει, Κάνε Κάτι, Δεν Μπορώ Να Σε Βλέπω Να Αυτοκαταστρέφεσαι.
Τις έπαιρνε τηλέφωνο κατά διαστήματα ή έστελνε μηνύματα του τύπου «Θέλεις να βρεθούμε;» χωρίς ν’ αφήνει να φανεί η αγριότητα της μοναξιάς της. Οι απαντήσεις ήταν ευγενικά αόριστες: «Θέλω πολύ να σε δω, αλλά δεν ξέρω πότε». Μήπως είχε χάσει το χιούμορ της, το πάθος για ζωή; Οι φίλες τα μυρίζονται αυτά. Δεν θέλουν να έχουν δίπλα τους ένα άμοιρο πλάσμα που απομυζεί ενέργεια. Μήπως όμως έτσι ένιωθαν και οι φίλες της για τις δικές τους φίλες, μήπως η απελπισία τους ήταν εξίσου δυσβάσταχτη με τη δική της;
Κι αν τώρα ήταν όλες γερμένες στον καναπέ αγκαλιά με το μαξιλάρι κι έκαναν παρόμοιες σκέψεις; Ή κι οπουδήποτε αλλού – αν κοίταζαν ας πούμε αφηρημένες έξω από το παράθυρο ενός ταξί, αν ανεβοκατέβαιναν σκάλες, αν γύριζαν το κλειδί στην κλειδαριά, αν ανακάτευαν φαγητό στην κατσαρόλα, αν τσακώνονταν με τον άντρα ή το παιδί τους, αν έψαχναν ένα παυσίπονο ή ένα καθαρό εσώρουχο, αν έτρεχαν σε έναν κυλιόμενο διάδρομο ή έτρωγαν τα νύχια τους ή κοιτούσαν παλιές φωτογραφίες ή περνούσαν υπερβολικά πολλή ώρα στη λεκάνη της τουαλέτας με τη σκέψη:
Πού Χάθηκαν Όλες Οι Φίλες Μου.
Πού Είναι Όταν Τις Σκέφτομαι Αλλά Δεν Με Σκέφτονται.
Μήπως Δεν Έχω Φίλες, Μήπως Τις Έχω Επινοήσει, Αφού Έχω Ταλέντο Να Φαντάζομαι Διάφορα, Ότι Είμαι Πλούσια Ή Γενναία Ή Αυτάρκης.
Και Γιατί Τώρα Με Καταπίνει Η Αυτολύπηση.
Γιατί Ετοιμάζομαι Να Κλάψω Για Φίλες Που Δεν Υπάρχουν Πια, Γιατί Αυτή Η Εφηβική Φλόγα Με Τυλίγει Ακόμα Και Θέλω Απελπισμένα Να Με Αγαπούν Και Να Νοιάζονται Για Μένα Οι Ανύπαρκτες Φίλες Μου.
Συμβαίνει Άραγε Και Σε Άλλες Γυναίκες Να Νιώθουν Αλληλένδετες Και Μόνες Ταυτόχρονα Και Να Μην Προσπαθούν Να Σώσουν Μια Σχέση, Παρά Να Στέκονται Στη Σιωπή Χωρίς Να Εκπέμπουν Το Παραμικρό Σήμα, Σαν Σβησμένοι Φάροι.
Σπαταλάς Ενέργεια Σε Εκκωφαντική Σιωπή, Με Τη Βουβή Λαχτάρα Να Σε Ανακαλύψουν Μισοπεθαμένη Και Να Σε Σώσουν – Καθώς Σιγοκαίγεσαι Μέσα Στη Φλογερή Μοναξιά Σου. Πόσο Γρήγορα Λαμπαδιάζεις, Δεν Θα Σε Προλάβουν, Αχ Δεν Θα Σε Προλάβουν, Απορροφημένοι Καθώς Είναι Όλοι Με Την Προσωπική Τους Ιστορία. Σε Λίγο Θα Βρουν Τη Στάχτη Σου Στον Καναπέ, Ή Στις Σκάλες Ή στο Πίσω κάθισμα Ενός Ταξί Ή Στη Λεκάνη Της Τουαλέτας Και Θα Πουν, Πώς Καταντήσαμε Έτσι, Είναι Θλιβερό, Άλλη Μια Φίλη Μου Έγινε Σκόνη.
Σε αυτό το σημείο τεντώθηκε στον καναπέ, αναστέναξε και σκούπισε τα δάκρυά της στο μαξιλάρι. Και τι παράξενο – ησύχασε για λίγο, ησύχασε πραγματικά.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ Αμάντας Μιχαλοπούλου ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.