Επτά ποιήματα

——— ≈ ———

Στη μεταφραστική ομάδα συμμετείχαν:
Μαρία Καραλή, Ντίνα Κιοσέ, Εδουάρδο Λουθένα, Αλίκη Μανωλά, Ξανθή Παππά, Σοφία Φερτάκη και Δήμητρα Χριστοπούλου

——— ≈ ———

SRI NITYANANDA MANDIR  (Ο ναός του Σρι Νιτυανάντα)

Χαμογελάει από το άγαλμά του.
Στο στήθος του καθρεφτίζονται
οι φλόγες από τα λυχναράκια
                                 που κυματίζουν κυκλικά.
Θυμιάματα,
        καμφορά.
Και φέρνει η βροχή μια μυρωδιά γιασεμιού
στο παράθυρο
                             που φρουρός του στέκει μια κόμπρα από πηλό.

(Περισσότερη ευωδία στα χέρια του)

Οι ύμνοι αρχίζουν.
Σπουργίτια μέσα στο ναό,
σαλαμάνδρες που γλιστρούν στον τοίχο—
και τα σπουργίτια ακίνητα
                                      σα να ακούνε

Vande jagat káranam

Απαρχή του κόσμου
κύριε του κόσμου
μορφή του κόσμου
καταστροφέα—

Χαμογελάει από το άγαλμά του
και στης νύχτας τον καθαρμό
το κεφάλι του δέχεται
ροδόνερο,
αρώματα,
ποταμούς από γάλα και μέλι.

Η καμπύλη των ώμων του αναριγά,
τα μάτια του κοιτάζουν
και είναι ζεστό το σκούρο δέρμα του.
Η εγγύτητά του,
                          μέθη.

Τo κρασί

Αρκεί μια λέξη,
                        ένα γύρισμα του πόθου
για να φέρει ξαφνικά
                        όλη αυτή τη μέθη.
Κρασί που πέφτει σε αργές σταλαγματιές.
Νέκταρ—
πιο ανάλαφρο από τον αιθέρα
                        κατεβαίνει στην καρδιά
κι εκεί
                        το γήτεμα.

Μεθυσμένα από Θεό τα μάτια μου.
Μεθυσμένα τα χέρια μου.

Να γεμίζεις το ποτήρι ως τα χείλη, λένε.

Το πρόσωπό σου παντού,
το βλέμμα σου μεθυσμένο.

Τα τζιτζίκια / 4

«Το μοναδικό όργανο είναι το πάθος».
Οι λέξεις ξεπηδούν από το όνειρο,
αποφεύγοντας εικόνες,
                         εξηγήσεις αποφθεγματικές.
Όλα εξαφανίζονται,
σαν αόρατο μελάνι παιδικών παιχνιδιών.
Ο λάρυγγας συσπάται,
οι λέξεις μένουν στο στόμα,
και απλώς επαναλαμβάνουν
                         «Το μοναδικό όργανο είναι το πάθος».

Και τι είναι πάθος;
Να ζεις στα όρια του δυνατού
                         ή του αδύνατου,
να γαντζώνεσαι σε κάτι
—ή να το αφήνεις να φύγει
όπως ελευθερώνεται από το κλουβί
                        μια αγαπημένη καρδερίνα.

Ή να υποφέρεις μέσα σου
το φορτίο μιας παραληρηματικής απόλαυσης,
θαμπωμένος
                         μέσα στη λευκότητα και τη λάμψη της,
μέσα στις ανατροπές της
                         άναυδος,
ιδιοτροπία ενός θεού
που μπορεί να αφανίσει
σε ένα δευτερόλεπτο.

«Το μοναδικό όργανο είναι το πάθος».
Στο σκοτάδι,
                        φαίνεται μόνο η ίδια η κάμαρα
                                                 να καθρεφτίζεται στα τζάμια.
Έξω σιωπή
—νύχτα των τζιτζικιών.

Ίσως να είναι πάθος
                        η επίμονη κραυγή τους
που διαπερνά τους τοίχους της ψυχής,
που χαράζει την πραγματικότητα
μέχρι να την κάνει απλώς αυτό:
                       κραυγή.

Γαλαξίδι / 7

Στο Γαλαξίδι, στα τραπεζάκια έξω
μιλήσαμε για το όνειρο,
και για τη γαμήλια νύχτα των φτερωτών τερμιτών,
για το μακρύ ταξιδι της σαύρας με την μπλε γλώσσα.
Μιλήσαμε για τον θάνατο,
για τον αυστραλιανό χήνο που εναλλάσσει το σμίξιμο
με τις δύο θηλυκές του·
για τον ουρανό που σκοτείνιασε από τις νυχτερίδες των φρούτων,
και για τον ουρανό που φωτίστηκε από τα άνθη της κερασιάς.
Μιλήσαμε για τον έρωτα,
για την αρσενική χήνα που κρώζει πάνω από τα κρίνα του βάλτου,
και για το χορό των γερανών με το κόκκινο κεφάλι.
Μιλήσαμε για το νάρκισσο δέσμιο στον ιστό της αράχνης,
για την αγωνία του μελωδικού μαυροσκούφη,
για τη σιωπή του λευκού κότσυφα στο χιόνι
                                                      —σπουδή του κενού.

Χανιά

Το κρασί δεν σώνεται
κάτω από την υπερβολή της μπουκαμβίλιας.
Κάπου μακριά, κύματα ασυγκράτητα
λάμπουν στον όρμο.
Ω, βιάση του θεού
που διεισδύει σε τούτο το ξεχείλισμα.
Αισθήσεις τρωτές
μπρος σε μια σταγόνα από το κρασί της ουσίας του.

Οι λέξεις γίνονται
              κύματα αλλεπάλληλα,
φιλτράρονται πέρα από το δέρμα
μέχρι εκείνη τη μεθυσμένη ρότα
όπου η θάλασσα
                        η θάλασσα ξαναρχίζει
                                                τις ωδές της.

Μινωική θεότητα

Χέρια από κρίνα
κεφάλι πουλιού
και η φούστα
                         σαν βροχή που πέφτει
και οι βραχίονες
                        σαν λαβές αμφορέα
Και στον αέρα να αιωρείται
                        σαν σφήκα
                                                   ο αγγελιαφόρος.

Τοξευτής

Τα χνάρια σου βρίσκονταν στα μονοπάτια,
δύσκολα μονοπάτια
που καμιά φορά το όνειρο εποικίζει με μορφές,
κήπους
όπου ένας πορφυρός υάκινθος
ανθίζει.

Καλυμμένη με απομεινάρια
διάβηκα τις γκρίζες περιοχές
κι όσο πιο μεγάλη η στέρηση
                        τόσο πιο ψηλά το πέταγμα.
Άγγιξα τα όρια όπου εσύ
όμοιος με νύχτα περπατούσες,
ω, εσύ, Υπέρλαμπρε,
                        Καταστροφέα μου.
Και η νύχτα θνητή στην ομορφιά της.

Επτά ποιήματα


Η Έλσα Κρος [Elsa Cross] (Πόλη του Μεξικού, 1946) συγκαταλέγεται στις σημαντικότερες ποιήτριες του Μεξικού. Τα άπαντά της (Poesía completa 1964-2012), εκδόθηκαν από τον εκδοτικό οίκο Fondo de Cultura Económica. Βιβλία της έχουν μεταφραστεί σε διάφορες γλώσσες. Το έργο της, με έντονες επιρροές από την αρχαία και σύγχρονη Ελλάδα, περιλαμβάνει επίσης δοκίμια και μεταφρασμένη ποίηση από τα αγγλικά και τα γαλλικά. Είναι διδάκτορας του τμήματος Φιλοσοφίας του Πανεπιστήμιου του Μεξικού, πανεπιστήμιο στο οποίο εργάστηκε επί πολλά χρόνια ως Καθηγήτρια Φιλοσοφίας της Θρησκείας. Έχει τιμηθεί, μεταξύ άλλων λογοτεχνικών διακρίσεων, με το βραβείο «Roger Caillois» στη Γαλλία (2010) και με την ανώτατη λογοτεχνική διάκριση της χώρας της, το εθνικό βραβείο Καλών Τεχνών, το 2012. Η μετάφραση στα ελληνικά των επτά ποιημάτων της είναι προϊόν εργαστηρίου ομαδικής μετάφρασης που διοργάνωσε και διηύθυνε στη Σχολή Ιβηροαμερικανικών Γλωσσών και Πολιτισμών Abanico o Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για το 11ο Φεστιβάλ ΛΕΑ (Μάιος - Ιούνιος 2019). Η τελική επιμέλεια των μεταφράσεων έγινε με τη φυσική παρουσία στο χώρο του εργαστηρίου και τη συνδρομή της ποιήτριας.

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: