«Υγρό γυαλί». Τα πάντα ρει. Τα πάντα καίγεται και καίει.

Κώστας Γουλιάμος, «Υγρό γυαλί», Gutenberg 2020

Το Υγρό γυαλί -δέκα εκτενή ποιήματα στην ενότητα Ι. Με το βλέμμα του εγκλείστου και τρία στην ενότητα ΙΙ. Με το βλέμμα της Σοφίας-, με αφορμή και πρόσχημα την πρόσφατη πανδημία, τον εγκλεισμό και την απόσυρσή μας από το κοινωνικό γίγνεσθαι, επιχειρεί τη μαρτυρική καταγραφή της σύγχρονης πραγματικότητας με γραφή πυρετική, σχεδόν συνειρμική.

Θανατερή δίνη
γυμνό λεπίδι
του μύθου
σαν ξύπνησε ο έγκλειστος
κι άνοιξε την πέτρα κ’ έμαθε
πως ο ήλιος πληθαίνει σε ξένους τόπους
γλιστρά και φεύγει στις ρεματιές
ξηλώνει της νύχτας τα καρφιά
των άστρων τους καθρέφτες
αγγίζει τις ρυτίδες αγαπημένων
καθώς βυθίζονται
στο αόρατο φως.
—Ω, ασάλευτο καλοκαίρι
στο στήθος της γυναίκας
τι γυρεύεις—
ο κόσμος φλέγεται
στην αιωνιότητα της εικόνας
που κάρφωσε άξαφνα μια νύχτα
ο Αναξίμανδρος
στα στιλπνά μάτια της Καλυψώς
όταν γύρευε το μελάνι του δάσους
στο βαθύ ύπνο του απείρου
στα αγρίμια του ουρανού
ενώ ο κόσμος πέθαινε πιο λευκός
ανάμεσα σε δυο κοιλάδες της Λομβαρδίας
πάλευε στο κίτρινο ποτάμι
στο νησί του Luo Yan
κάτω από την έρημη γέφυρα του Yangtze
πριν κλείσουν τα μάτια τους οι μέλισσες […]

(«Αίφνης ασώματο σκοτάδι», σσ. 13-4).


Η νέα τάξη πραγμάτων έχει κυρίαρχο χαρακτηριστικό τη μεταβολή, καθώς ο θάνατος αλλάζει, ... το σώμα, … το καλοκαίρι έχει αλλάξει, … και η λέξη κοιμητήρι, … και το άγχος,… και η πατρίδα, … και η αγάπη, … και ο πόλεμος, … και οι ήρωες («Αίφνης ασώματο σκοτάδι», σποραδικά, σσ. 14-6) –και ο εχθρός έχει αλλάξει- / κρύβει το πρόσωπό του / σε καινούργιες μηχανές / στις σορούς που καίγονται χωρίς κηδεία […] («Αόρατο Φως», σ. 52), μόνο τ’ άστρα κολυμπούν ελεύθερα / στη σκοτεινή ύλη («Αίφνης ασώματο σκοτάδι», σ. 14).

Στην ουσία, όμως, η συλλογή κατορθώνει μια ποιητική αφήγηση της ανθρώπινης βούλησης και πνεύματος στην πάλη ενάντια στην αδικία, το κακό, την εκμετάλλευση, τη λήθη. Μια ποιητική αφήγηση στα όρια της διαχρονίας της γλώσσας, της Λογοτεχνίας, της Φιλοσοφίας, της Ιστορίας, όπου όλα μεταβάλλονται. Το προσωπικό μετουσιώνεται σε συλλογικό, το ατομικό σε οικουμενικό και κοσμικό, μέσω της ροϊκότητας, της ρευστότητας των υλικών σωμάτων και άυλων εννοιών, σε μια κατάσταση σύγχυσης και σύντηξης των τεσσάρων στοιχείων που συντείνουν στο υγρό γυαλί.

Οδηγό και πρώτη αναφορά στην ποιητική συλλογή αποτελεί ο φυσικός φιλόσοφος Αναξίμανδρος, ο οποίος εξήγησε τη δημιουργία του κόσμου εκκινώντας από το άπειρο, το απέραντο. Από το άπειρο ξεχώρισε μια φλόγα και τον νεφελώδη αέρα, ενώ ακόμη, πίστευε ότι κανένα από τα τέσσερα βασικά στοιχεία -γη, νερό, φωτιά, αέρας- δεν υπερτερεί στον Κόσμο σε σχέση με τα άλλα, και πως υπάρχει μια «κοσμική δικαιοσύνη», η οποία εξασφαλίζει αυτήν την ισορροπία.

Στη θέση του πρώτου στοιχείου, του χώματος, έχουμε κόκκους άμμου. Άμμος κινούμενη, θίνες σε αμμώδεις παραλίες που παίρνουν το σχήμα που τους δίνει κάθε φορά ο άνεμος, κινούμενες κοίτες ποταμών, λεκάνες βυθού, ωκεανών. Τέτοια άμμος μεταβαλλόμενη είναι τα δισεκατομμύρια των ανθρώπινων μονάδων κατά τον ρουν της ιστορίας που μετατράπηκαν σε συλλογικότητες, με άσβεστη φωτιά την επαναστατημένη ψυχή, ενώ ο αέρας, το αθάνατο πνεύμα της οικουμένης με τις λογοτεχνικές και διακειμενικές αναφορές στη διαχρονία τους, είναι ο απαραίτητος καταλύτης, το οξυγόνο, για να θεριέψει η φλόγα της αλλαγής που οδηγεί στο τέταρτο στοιχείο, όχι στο ύδωρ εδώ, αλλά στο υγρό γυαλί, το οποίο περιέχει πλέον όλα τα στοιχεία σε ένα σύμπαν απέραντο, αέναον, αείζωον.

Ένα ρευστό μα ενιαίο χωροχρονικό σύμπαν που περιβάλλει και περιλαμβάνει το κοντινό και το οικείο της Πύλου, το Φρέαρ των Οινουσσών, τη Σαϊδόνα, τη Μάνη, τα Τζουμέρκα και τη χαράδρα του Φάγκου, τα φυλακισμένα μνήματα της Λευκωσίας, προχωρά στη μεσαιωνική Αγγλία και τους κοινωνικούς αγώνες του Kett στο Norfolk, στη Γερμανία με τους θρησκευτικούς και κοινωνικούς αγώνες του Muentzer, στο Auschwitz, στην απέναντι όχθη του Ατλαντικού, στο Σικάγο και την υπόθεση του Haymarket Riot, στο όραμα για τη δημιουργία μιας Δημοκρατίας-Ομοσπονδίας της Κεντρικής Αμερικής από τον Franscisco Morazán, που καλπάζοντας συνάντησε την κρεμάλα / αφού διέσχισε την υγρασία της Ονδούρας («Δια βίου θάνατος», σ. 28) και φτάνει ακόμα μέχρι τα αλίπεδα των λιμνών της Βολιβίας.

Το χώμα, εδώ η άμμος, είναι πρόσωπα της μυθολογίας, μυθικοί ήρωες, όπως ο Πενθεύς, η μάντις Θεονόη, η Ισμήνη, ο Τυδεύς, νεότεροι και σύγχρονοι, ο Αντώνης Οικονόμου, ο Άρης, ο Malcolm X, αλλά και ανώνυμοι ή αντιήρωες. Ο ναύτης, ο νεροφύλακας, οι άστεγοι, […] όταν στ’ αμπέλια λούζονται γυμνές γυναίκες […], όταν τσιγγάνοι καλπάζοντας / ανάμεσα σ’ ελιές και ξεχασμένα τρένα («Ηχώ του φωτός», σσ. 18-9), οι μετανάστες, η μεσολογγίτισσα πρόσφυγας στη γυναίκα της Ζάκυθος και η έρημη μάνα της δικής μας δεκαετίας, οι μισοί βάρκα και οι άλλοι κόκκαλα («Δια βίου θάνατος», σ. 25).

Ο αέρας είναι η αρχαιοελληνική σκέψη, αλλά και το πνεύμα της παγκόσμιας λογοτεχνίας και φιλοσοφίας. Ανάμεσα στις διακειμενικές αναφορές του Κώστα Γουλιάμου ανιχνεύονται ο Όμηρος, ο Θουκυδίδης, ο Αισχύλος, ο Ευριπίδης, ο Σολωμός, ο Ρίτσος, ο Λειβαδίτης, ο Κακναβάτος, σύγχρονοι Έλληνες, διάνοιες από τον ευρωπαϊκό χώρο, όπως ο Baudelaire, ο Prévert, ο Celan, από τον παγκόσμιο ο Whitman.

Η φωτιά είναι τα σώματα που αναλώθηκαν στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, στην πάλη για κοινωνική δικαιοσύνη ή στην προάσπιση των ιδεολογιών τους. Μεταξύ άλλων ο Γρηγόρης Αυξεντίου, ο Ευαγόρας Παλληκαρίδης, η Ρόζα Λούξεμπουργκ, ο Ναζίμ Χικμέτ, ο Federico Garcia Lorca, ο Rudi Dutschke.

Η κοσμική, η οικουμενική άμμος της ύπαρξης, με τη φωτιά του πολέμου, των κοινωνικών αγώνων, της ένοπλης πάλης, της επανάστασης, με τους αντάρτες των βουνών και των πόλεων και τον αέρα του παγκόσμιου πνεύματος, μεταβάλλεται σε πυρακτωμένο, υγρό γυαλί, το οποίο καυτό και ρευστό, κατακαίει και καυτηριάζει, αποστειρώνει και ανανεώνει, σε μια αέναη ροή που περικλείει τον χώρο και τον χρόνο, από τη μυθολογία, τις απαρχές της ιστορίας μέχρι σήμερα. Καταλαμβάνει το συλλογικό, το υπερτοπικό, απλώνεται στην απεραντοσύνη, την απειρότητα και ο δημιουργός του είναι έτοιμος να φυσήξει, να διαμορφώσει, να πλάσει. Να αποκρυσταλλώσει από τη συγκεχυμένη σοφία του Heidegger, του Ζήνωνα τη δική του ποιητική σοφία, η οποία καταλήγει στην αθωότητα της Σοφίας, στη Σοφία της αθωότητας, καθώς μετά από την πυράκτωση και την αποτέφρωση αναδυόμαστε λευκοί και διάφανοι γιατί ο θάνατος είναι μνήμη / κι ο έρωτας / η έσχατη μνήμη του θανάτου («Το πάσχον σώμα», σ. 44).

Ο ποιητής απλώνει τη σαγήνη του, ένα δίχτυ υγρού γυαλιού από φωτιά και άμμο, που μας «παγιδεύει» στην ανάγνωση μέχρι να ολοκληρώσουμε τη συλλογή των δεκατριών εκτεταμένων ποιημάτων. Ποιήματα που μας αναστατώνουν τα σπλάχνα, μας υπενθυμίζουν τη θέση μας στο απέραντο σύμπαν, αυτήν που κατέχει μια κόκκος άμμου, που μπορεί, όμως να πυρακτωθεί και να πυρακτώσει, να μεταβληθεί, όπως ο ρυθμός εντός μας,* μεταβάλλοντας, έστω κατά τι, τον ρυθμό τού κόσμου ή, τουλάχιστον, τον ρυθμό του κόσμου μας.

 * […] μετεβλήθη εντός μου / και ο ρυθμός τού κόσμου. Γεώργιος Βιζυηνός, «Στίχοι του Φρενοκομείου».


ΑΛΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ
 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: