Η πληρότητα του κενού

Χριστίνα Καραντώνη, «Παρακειμένων εκείνων», Εκδόσεις του Φοίνικα 2019

————————————————————

Το Μηδέν, μια μυστηριακή φιγούρα που κινείται μέσα σε άβυσσο, ενυπάρχει στην απύθμενη μεταμόρφωση όλων των πραγμάτων, ενώ το Κενό, χωρίς διαισθητική πληρότητα σύμφωνα με τον Χούσερλ, είναι μια αφηρημένη έννοια. Συγγενεύει προφανώς με το άδειο και προσδιορίζει το χώρο. Παρά ταύτα, αν όντως υπάρχει μια μεταφυσική πραγματικότητα και αν ο θάνατος έχει υπαρξιακή σημασία, όπως διορθώνει ο Χάιντεγκερ, η προσέγγιση του τυχαίου, όταν αυτή προκύπτει από τη χρήση των αισθήσεων, και μάλιστα με την αρωγή της ενόρασης, μας οδηγεί στην κατάκτηση της αρχικής ουσίας μέσω των φαινομένων. Και αυτό είναι το αντίδωρο της Τέχνης στην Ανθρωπότητα, που την έχει δημιουργήσει.
Διαβάζοντας τη σμιλευμένη ποίηση της Χριστίνας Καραντώνη, νιώθουμε να μας αγκαλιάζει απαλά μια αύρα που συγγενεύει με το παράδοξο, ίσως και με το παράλογο. Ένα ερωτηματικό αιωρείται πάνω από τη σελίδα, όταν ο προσεχτικός αναγνώστης ψάχνει να βρει το νήμα που θα τον οδηγήσει μέσα στο λαβύρινθο της ποιητικής γραφής. Σύντομα ωστόσο αντιλαμβάνεται ότι πρόκειται για την έντονη παρουσία της απουσίας, όσο και αν η λογική δεν του επιτρέπει να αποδεχθεί μια τέτοια συνύπαρξη. Μοιάζει σαν να συναντά τον εαυτό του σε ένα μακρινό παρελθόν ή μέλλον.
Και όντως η θεματική της απώλειας εμφανίζεται από την πρώτη στιγμή, από τον τίτλο της νέας συλλογής της Καραντώνη, Παρακειμένων Εκείνων, ενώ η απουσία κινείται κρυμμένη σε κενά των σελίδων, σε σύνταξη που απώλεσε τη δομή της, σε λέξεις αόρατες με ανεπίδοτες συλλαβές (σ. 78). Οι συλλαβές αυτές, μολονότι απρόσιτες στην απλή ανάγνωση, στην ανάγνωση του ορατού, εξακολουθούν να σημαίνουν ακατάπαυστα. Το κενό και παράγωγα ή συνώνυμά του θριαμβεύουν. Το βιβλίο κλείνει με τη λέξη «Αυλαία», εν είδει σκηνικής οδηγίας, ενώ ακολουθεί το σχόλιο της ποιήτριας για την επόμενη σελίδα, «(Σελίδα λευκή)», σε παρένθεση, κλειστή, αφού έχει ήδη πέσει η αυλαία, σελίδα-σκηνή, με θεατρικές και λογοτεχνικές αποχρώσεις, καθώς το επίθετο κουβαλά όλα τα σημαινόμενα του κενού, αλλά και όλη τη δημιουργική φόρτιση της λευκής σελίδας του Mallarmé. Η ζωή ξαναρχίζει, αλλά χωρίς καμιά νότα που ξέφυγε από τη μελωδία του μέλλοντος, χωρίς κανένα γράμμα που έπεσε από το αλφάβητο του ουρανού, χωρίς κανένα νέο ηθοποιό να επωμισθεί το βάρος της παράστασης:

Μπερδεύονταν οι λέξεις
έπεφταν
Πέπλα αφόρετα
κάποιες πυρακτωμένες κάλυπταν
βογκητών συλλαβές
(σ. 43)

Στο πρώτο ποίημα της συλλογής, «Απώλειες», ο «επιθετικός προσδιορισμός», φράση του κειμένου, χάνει ευθύς εξαρχής την πρόθεσή του και επιτίθεται τη στιγμή που προσδιορίζει τις απώλειες. Παράπλευρες οι απώλειες, όπως ακριβώς παρακείμενοι Εκείνοι. Ίσως να μην το έχουν προσέξει οι ποιητές, αλλά ο θάνατος δεν καραδοκεί απλώς, έχει εισχωρήσει στη ζωή μας, μένει πλάι μας, μας συντροφεύει, κι ο ποιητής αποδέχεται το πεπρωμένο του ως πρόβατον επί σφαγήν:

Χρέος αίματος
φόρος τιμής
τετελεσμένων βίων και
παρακείμενης διαυγούς ζωής
(σ. 64)

Παρακείμενη του κενού η ζωή μας, λοιπόν. Η έννοια του Κενού που δημιουργεί η απώλεια ή η διαρκώς επικείμενη τελευτή του βίου εμπνέουν μια ελλειπτική ποίηση. Κάποιοι σε υποχρεώνουν να σταματήσεις, έστω και ηττημένος –αν και η ποιήτρια τονίζει: «ηττημένους είπα // όχι ηττοπαθείς» (σ. 42)– και η ελλειπτική σύνταξη συμπλέκεται με την ύπαρξή μας, καθρεφτίζει την απομονωμένη ζωή μας. Τα κενά αφηγούνται την ιστορία μας, προκαλούν τον αναγνώστη να τα ξαναδιαβάσει, να διαβάσει το αόρατο αυτή τη φορά, τόσο που ακούγεται έντονα ο νοητικός διάλογος ανάμεσα στο ποιητικό εγώ και τον αναγνώστη. Το ομιλούν υποκείμενο μένει πιστό στην κυρίαρχη ιδέα της ποίησης που είναι να μην επιτρέπει καμιά περίσσια λέξη:

Άναυδο, μουγγό το ποίημα
Ούτε ένα δεν βγαίνει, δε βγάζει
επιτύμβιο ουρλιαχτό
(σ. 58)

Διάλογος μέσα στο κείμενο/παρακείμενο σε πολλά επίπεδα, όπως στο ποίημα «Ενδεχομένως», το «δεν» που αιωρείται στο τέλος του στίχου και παραπέμπει, ως συλλαβή, στον τίτλο, για να μας θυμίζει πως τίποτε δεν είναι δεδομένο, ούτε η ανάπαυση που ακολουθεί το θάνατο:

Σημείο προσαράξεως
Ενδεχομένως διά παντός

Ο ουρανός αμετακίνητα ωραίος
Ο τόπος βραχώδης
Μάλλον ποτέ δεν

θα μπορέσει χλοερός
(σ. 26)

Στο ποίημα «Ο μαρασμός των εικόνων» οι νεκροί ζουν στο πλάι του ποιητικού κειμένου, ζωή και τέχνη ανάγονται σε παρακείμενα, στα περιθώρια της σελίδας, αυτής που θα μεταμορφωθεί σε λευκή, κενή, στο τελευταίο ποίημα, δυνάμει καθάρεια ποίηση (σ. 113):

Η μπορντούρα στην κορνίζα
μαράθηκε δες ολόγυρα

φυλλορροεί

Μα κι από το τζάμι πίσω
το γυαλί

σφάζοντας στο βλέμμα στάζει
μελάνι εκτύπωσης

                    επί χάρτου

                                υαλώδη αφή
(σ. 20)

Μέσα στην ποίηση της Χριστίνας Καραντώνη ανακαλύπτουμε μια νέα σημασία, ένα άλλο ένδυμα, της απουσίας. «Στ’ άδεια δωμάτια / διαρκώς σκόνη» (σ. 45), το κενό-άδειο της ποίησης συνδέεται με τη σκόνη-χουν της Δημιουργίας και του θανάτου. Και είναι τότε που αντιλαμβανόμαστε ότι η πληρότητα του κενού δεν είναι κάτι διαφορετικό από τη ζωή μας, όσο πολύτροπη και πολυτάραχη και αν είναι.

ΒΡΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.
«Παρακειμένων εκείνων» ΤΗΣ Χριστίνας Καραντώνη

 

αυτόν το μήνα οι εκδότες προτείνουν: