Ήταν τις μέρες των Χριστουγέννων. Πήγα να δω και να ευχηθώ στη θεία Χ. Η θεία είναι ογδονταφεύγα, σχεδόν τυφλή λόγω εκφύλισης της ωχράς κηλίδος. Ακούει πολύ ραδιόφωνο και τηλεόραση. Κατ’ ανάγκην. Θα προτιμούσε το διάβασμα. Ήταν φιλόλογος στη μέση εκπαίδευση, ποιήτρια και μεταφράστρια. Ποιήτρια είναι ακόμα. Καταχρηστικά τη λέω θεία, από παιδί. Ήταν απλώς πολύ στενή φίλη της μάνας μου.Της αρέσει να συζητάει μαζί μου. Έχει απορίες. Εύλογες. Η παλαιάς κοπής παιδεία της την έχει προικίσει με μια «λαϊκή» κοινή λογική που τη δυσχεραίνει στην κατανόηση της νέας εποχής και των ιδιολέκτων της.
«Μα γιατί, όπως λένε, έχει αυξηθεί τόσο ο σχολικός εκφοβισμός; Τι άνθρωποι είναι αυτοί που δεν ντρέπονται να χρησιμοποιούν ως φόβητρο το σχολείο; Το σχολείο δεν είναι μπαμπούλας!»
Αρχικά συμφώνησα μαζί της. Το σχολείο δεν είναι μπαμπούλας. Και μετά της εξήγησα την πλάνη της. Δεν εννοούσε να καταλάβει. Παρ’ ότι μεταφράστρια. Ήθελε τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη. Δεν καταλάβαινε γιατί να μη λέμε «μαθητικός τραμπουκισμός». Δημοτικίστρια γαρ… Δεν επέμεινα.