Το Ημερολόγιο Ιππικών Αγώνων του έτους 1821 (The Racing Calendar for the Year 1821) ήταν η πεντηκοστή πρώτη έκδοση του προγράμματος των ετήσιων ιπποδρομιών στην Μεγάλη Βρετανία και Ιρλανδία, τόμος 584 σελίδων (15 x 21 εκ.) με πίνακες και εικονογραφήσεις. Τα περιεχόμενα του "Ημερολογίου" έδιναν ακριβείς και λεπτομερείς πληροφορίες για τους σταυλίτες, τους ίππους και τους αναβάτες, τα φαβορί, τα στοιχήματα, τους επώνυμους που θα ίππευαν ή θα έκαναν την εμφάνισή τους στις κερκίδες. Συγγραφέας και εκδότης ο Έντουαρντ Γουεδερμπάι (Edward Weatherby), ψηλός και ξερακιανός, εφόσον υποθέσουμε ότι έμοιαζε του γιού του Edward Junior, η προσωπογραφία του οποίου κοσμεί την Εθνική Πινακοθήκη Προσωπογραφιών της Σκωτίας.
Αντίτυπο του "Ημερολογίου" βρισκόταν στην κατοχή του λόρδου Πέρσυ Κλίντον Σμάιθ Στάνγκφορντ (Percy Clinton Smythe Stangford), o οποίος, καθ' οδόν για την Κωνσταντινούπολη επί της φρεγάτας Cabrian, για να αναλάβει την πρεσβεία της Αυτής Μεγαλειότητας στην Μεγάλη Πύλη, είχε σταθμεύσει στον Πειραιά το Σάββατο 14 Aπριλίου 1821 και είχε ανέβει την επομένη στην Αθήνα με την ακολουθία του προς ανάπαυση. Τον υποδέχτηκαν Άγγλοι περιηγητές και αρχιτέκτονες που μετρούσαν και σχεδίαζαν με σχολαστική ακρίβεια τα αρχαία μνημεία, ο υποπρόξενος της Αγγλίας Λογοθέτης, κεφαλές των μεγάλων οικογενειών της πόλης. Οργανώθηκε αμέσως βεγγέρα προς τιμή του, την οποία εκείνος εμπλούτισε με μια ομάδα Ινδών ταχυδακτυλουργών, μελών του υπηρετικού προσωπικού του, οι οποίοι κατέπληξαν τους καλεσμένους με τα κατορθώματά τους, μετά από πλούσιο δείπνο με νηστήσιμα φαγητά λόγω της Σαρακοστής, χαρτοπαιξία ("τριανταμία"), ελληνικούς χορούς και βαλς, όπου έλαμψαν οι ομορφιές ντόπιων και ξένων κυριών και δεσποινίδων.
Τέτοιου είδους εκδηλώσεις συνεχίστηκαν σε τακτά διαστήματα στο όνομα της ελληνικής φιλοξενίας και, μεταξύ τυρού και αχλαδιού, μεταξύ του ενός ναργιλέ και του επόμενου, μεταξύ οίνων και ποτών, μεταξύ ενός καρσιλαμά και ενός βαλς, ο λόρδος Στάνγκφορντ διαβεβαίωνε πως είχε στοιχηματίσει στους ιππικούς αγώνες των επομένων μηνών με σοβαρές πιθανότητες μεγάλων κερδών υπέρ του αουτσάιντερ «Black Diamond» και πως με τον ίδιο τρόπο θα στοιχημάτιζε πως οι φήμες ότι ένας Υψηλάντης είχε διαβεί τον Προύθο ποταμό στην Βλαχία και ένας Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης είχε κρεμαστεί από τους Τούρκους στην εξώθυρα του Πατριαρχείου του στις 22 Απριλίου, Κυριακή του Πάσχα των Ορθοδόξων, ήταν ανυπόστατες: τέτοια αουτσάιντερ είναι κουτσάλογα, δεν πρόκειται ποτέ να φτάσουν στο τέρμα, ούτε ένα φαρδίνι δεν στοιχηματίζεις πάνω τους. Είχε εμπιστοσύνη στους Έλληνες, αναγνωρίζοντας την λαϊκή σοφία

όπου καλά καθούμενα και πέλαγα γυρεύει,
ο διάολος στον κώλο του κουκιά του μαγειρεύει
.

Όσο για κάποιους παπάδες, που ακουγόταν μετ' επιτάσεως ότι είχαν σηκώσει λάβαρα εξέγερσης και αναμπουμπούλας εδώ και εκεί, η λαϊκή σοφία συμπλήρωνε πως

όταν τα θέλει κώλος σου, μην κλαις ότι πονάει.

Για να διασκεδάσει επιτέλους τις ανησυχίες των Αθηναίων φίλων του, που έκλειναν τα παράθυρα των οικιών τους για να μην ακούν τους ψιθύρους του όχλου, ο οποίος ποδοβολούσε ανάμεσα στα σοκάκια της πόλης για να σκορπίζονται καλύτερα και να αυγατίζουν οι φωνές του «Έρχονται οι ελευθερωτές», «Πότε θα φτάσουν τα παλληκάρια;», κάλεσε τους Ινδούς ταχυδακτυλουργούς του την παραμονή της αναχώρησής του, Σάββατο 5 Μαϊου, να παίξουν την τυφλόμυγα και να βγάλουν από τα μανίκια της κελεμπίας τους περιστέρια, σύμβολα ειρήνης, μετά το τέλος του δείπνου, μετά τους ναργιλέδες και τα ροσόλια.
Είχε φτάσει στην Κωνσταντινούπολη όταν πληροφορήθηκε πως στις 7 Μαϊου τα ξημερώματα, η Αθήνα είχε ξυπνήσει από μακρινούς σκόρπιους πυροβολισμούς και άγριες κραυγές, που όλο και ζύγωναν ώσπου ένας αλαλαγμός και μια βουή από ατέλειωτες ομοβροντίες έδειξαν ότι ένα πλήθος με άγρια θωριά, αρματωμένο με κάθε λογής όπλα, κάλπαζε προς την Ακρόπολη, όπου είχαν βρει καταφύγιο οι Τούρκοι, εκστομίζοντας ύβρεις του είδους «Ελευθερία ή Θάνατος». Επρόκειτο για γελοία κατάσταση! Η σπουδαία είδηση στις αγγλικές εφημερίδες ήταν ότι ο «Black Diamond» με αναβάτη τον λόρδο Κουινσμπερυ είχε κερδίσει την τρίτη ιπποδρομία στο Μάντσεστερ και διακόσιες γκινέες κάλπαζαν για να πέσουν στην τσέπη του λόρδου Στάνγκφορντ.


ΠHΓH
: Κυριάκος Σιμόπουλος, Ξένοι Ταξιδιώτες στην Ελλάδα, 1810-1821, τόμος Γ'2, Αθήνα 1975, σσ. 592-594.