Ιδού εγώ απέναντι. Ιδού εγώ ο αντ’ αυτού. Πότε ήρθα. Γιατί. Από πού και πώς. Και αντ’ αυτού με έχρισε ποιος. Και κυρίως ποιος. Ποιος είναι αυτός. Αυτός του οποίου είμαι ο αντ’ αυτού. Κι εγώ. Ποιος είμαι εγώ που είμαι ο αντ’ αυτού. Και θέλω πράγματι να είμαι ο αντ’ αυτού. Το θέλω. Και πού. Σε τι είμαι χρήσιμος. Σε τι χρησιμεύει ένας αντ’ αυτού. Ακόμη κι ένας σκύλος ένα φίδι μια κατσαρίδα ένα κουνούπι. Ένα κουνούπι έστω ανωφελές σε τι χρησιμεύει μπορώ αν σκεφτώ κάτι να βρω να πω αλλά ένας αντ’ αυτού. Πώς να απαντήσω. Τι. Δεν ξέρω. Ίσως η άγνοια να είναι προστασία. Ίσως πάλι όχι. Και είμαι πράγματι αντ’ αυτού. Είμαι. Γιατί εγώ. Γιατί όχι ένας άλλος. Εγώ απέναντι. Απέναντι πού και από ποιον. Και τι είναι αυτό το απέναντι. Τι ιδιαίτερο έχει αυτό το απέναντι. Πώς να απαντήσω. Μια ώρα ψάχνω αυτόν. Τα λόγια που είπε αυτός. Κάπου τα έχω χαντακώσει. Πού τα έχω χαντακώσει. Λες να το έκανα επίτηδες. Για να μην έχει πια λόγια αυτός. Για να είναι όλα τα λόγια δικά μου. Αλλά χωρίς τα λόγια του δεν έχω λόγο. Ή αν έχω δεν πρέπει να είμαι εδώ απέναντι. Ίσως δεν είμαι. Κι όμως δεν μπορεί να μην είμαι. Πώς αλλιώς θα ήμουν ο αντ’ αυτού. Μόνο εδώ απέναντι είμαι ο αντ’ αυτού. Και μόνο εδώ απέναντι μπορώ να πω τα λόγια του. Ψάχνω τα λόγια. Για να έχω το δικαίωμα να είμαι. Πού τα έκρυψα. Πού τα έκρυψα πάλι. Ψάχνω και δεν τα βρίσκω. Βρίσκω είναι αλήθεια απίθανες κρυψώνες. Η εφευρετικότητά μου χρόνο με τον χρόνο αποκτά δυσθεώρητο εύρος. Όλο και πιο. Τώρα τελευταία τα κρατώ στο χέρι και τα ψάχνω. Η καλύτερη κρυψώνα. Όπως τα κλειδιά. Ή τα γυαλιά. Α νά τι έλεγα. Πάλι τα κρατώ στο χέρι. Πρέπει να τα διαβάσω. Να διαβάσω τα λόγια που πρέπει να πω. Αυτά τα λόγια θα πω. Τα λόγια του. Αλλά είναι όντως τα λόγια του. Μήπως είναι τα λόγια ενός άλλου. Μήπως κι αυτός δεν είναι αυτός. Μήπως είναι κι αυτός αντ’ αυτού. Και πάει λέγοντας. Όλο έτσι πάει. Φτάνει. Όχι άλλες αναπάντητες ερωτήσεις. Όχι άλλες κωλυσιεργίες. Διαβάζω. Ίσως κάποτε τα μάθω. Ίσως κάποτε τα πω. Αυτά τα λόγια που τώρα διαβάζω:
Ιδού εγώ κείμενος εδώ. Ιδού εγώ αυτός. Ο τον αντ’ αυτού απαιτών. Ο τον αντ’ αυτού επαιτών. Ο έχων χρείαν τον αντ’ αυτού. Άνευ αντ’ αυτού μη ων. Άνευ αντ’ αυτού ανύπαρκτος. Ή ωσεί νεκρός. Σκιά και μνήμη. Ούτε καν. Στο βάθος-βάθος. Σκιά μνήμης. Σκιά σκιάς. Ούτε καν. Στο βάθος-βάθος. Ένα φανταστικό κόσμημα. Απόκοσμο. Αδιάκριτο. Εν διηνεκεί αναμονή του αντ’ αυτού. Του σώματος. Του λαιμού. Του στόματος. Γι’ αυτό τα λόγια. Τα λόγια κείμενα εδώ. Είμαι τα λόγια κείμενα εδώ. Και δεν είμαι τίποτε άλλο. Στο βάθος-βάθος ίσως. Μόνο στο βάθος-βάθος. Μόνο εκεί ίσως κάτι. Αδιάκριτο. Γι’ αυτό εναγωνίως τον άλλον. Τον αντ’ αυτού. Τον αντ’ εμού. Τον αντ’ αυτού εμού. Για να μην είμαι μόνο λόγια. Για να γίνω κάτι. Για να έχω δικαίωμα στην ακουστικότητα. Στην ορατότητα. Γι’ αυτό εναγωνίως ένα σώμα. Ένα στόμα. Έναν άνθρωπο. Ναι έναν άνθρωπο. Χωρίς άνθρωπο πώς. Έναν άνθρωπο να πει τα λόγια. Να κάνει τα λόγια να μην είναι μόνο λόγια. Ένας οποιοσδήποτε οπωσδήποτε δεν μπορεί. Αυτό είναι το θέμα. Κι ας πά’ να λένε οι διάφοροι. Κι ας πά’ να κάνουν άλλοι τόσοι. Ένας οποιοσδήποτε δεν μπορεί. Δεν μπορεί να σταθεί εκεί απέναντι και να τα πει. Να με πει. Ένας οποιοσδήποτε οπωσδήποτε μπορεί να σταθεί οπουδήποτε και να πει οτιδήποτε. Αλλά όχι εκεί. Εκεί απέναντι. Όπου η ανάσταση οφείλει να συντελεστεί. Και ο θάνατος πάλι. Αενάως. Εκεί απέναντι μόνο εκείνος μπορεί. Ο τον νεκρόν ενδεδυμένος. Ο τον νεκρόν ψιμυθιωμένος. Ο από τον νεκρόν εμφορούμενος. Ο τολμήσας τον θάνατον. Ο ένθερμος οπαδός της ζωής. Ο ειδικώς εκγεγυμνασμένος στο διάκενο ζωής και θανάτου. Ο ενδιάμεσος ζωής και θανάτου. Ο συμφιλιωτής. Ο το τάλαντον διαθέτων για να περάσει απέναντι κι εκεί απέναντι να σταθεί. Όμοιος απέναντι σε ομοίους. Μόνο εκείνος αυτά τα λόγια εμένα μπορεί να πει. Ο αντ’ αυτού εμού. Ο εις την τέχνην του αντ’ αυτού μυημένος. Διότι περί τέχνης πρόκειται. Κάτι που ευκόλως λησμονείται. Και ο πας εις λυμαίνεται. Και ο πας εις αντ’ αυτού χρίζεται. Και ο πας εις λέει τα λόγια. Που μόνον εις δικαιούται να πει. Ο την τέχνην του αντ’ αυτού κατέχων. Ο την τέχνην υπηρετών του αντ’ αυτού. Μόνον αυτός να πει τα λόγια. Αυτά τα λόγια. Αυτά εμένα να πει:
Ιδού εγώ ο λέγων τα λόγια. Ιδού εγώ μη λέγων μόνο τα λόγια. Ιδού εγώ ο αντ’ αυτού λέγων τα λόγια και πράττων ως εάν εκείνος. Εκείνος ποιος. Ποιος είναι τα λόγια. Είναι κάποιος. Δεν είναι. Κι αν είναι μόνο λόγια. Κι αν δεν είναι ούτε καν αυτός που τα έγραψε. Γιατί κάποιος γράφει τα λόγια. Που τα διέσωσε μήπως έπρεπε να πω. Και μήπως πέρα από αυτόν ένας άλλος. Και ένας άλλος. Και ένας άλλος. Και πάει λέγοντας. Ως πού. Ως ποιον. Πώς να απαντήσω. Τι. Γιατί είπα. Και πράττων ως εάν. Πράττων πώς. Διότι πράττων βεβαίως. Καθ’ υπόθεσιν. Εκ των λόγων ενδεχομένως ορμώμενος. Ή αυθαιρέτως μήπως. Προς εννοιοδότηση των λόγων. Γι’ αυτούς εκεί απέναντι. Ή προς έτι περαιτέρω συσκότιση. Γιατί καμιά φορά και το σκοτάδι. Γι’ αυτούς εκεί απέναντι. Ή και για μένα εδώ. Καμιά φορά το σκοτάδι. Ή παίρνοντας μήπως αποστάσεις. Από πού. Από ποιον. Πώς να απαντήσω. Α πόσον απλούστερον εάν η τέχνη. Διότι περί τέχνης πρόκειται. Διότι τέχνη από τους πολλούς θεωρείται και ως τέχνη δοξάζεται. Εάν αυτή η συγκεκριμένη τέχνη δεν είχε ανάγκη τον αντ’ αυτού. Α πόσο πιο τέχνη η συγκεκριμένη τέχνη αν δεν είχε ανάγκη τον άνθρωπο. Εμένα. Ως υλικό της. Ως μέσο. Ως διάμεσο. Να λέω τα λόγια. Να πράττω ως εάν. Καθ’ υπόθεσιν. Ή παίρνοντας αποστάσεις. Γιατί τα λόγια μόνο δεν αρκούν. Τι πρέπει λοιπόν να κάνω. Ων αντ’ αυτού μήπως αυτός πρέπει να γίνω. Αλλά πώς χωρίς να ξέρω ποιος είναι αυτός να γίνω αυτός. Και πώς γίνεται κάτι τέτοιο. Γίνεται ποτέ κανείς ένας άλλος. Ή μήπως ως αντ’ αυτού και όχι αυτός ο ίδιος από αυτόν να πάρω αποστάσεις. Αλλά πώς χωρίς να ξέρω ποιος είναι αυτός από αυτόν να πάρω αποστάσεις. Κι αν είναι μόνο λόγια αυτός και δεν είναι κανείς άλλος μήπως πρέπει λόγια κι εγώ να γίνω. Γίνεται κάτι τέτοιο. Αν είμαι άνθρωπος πώς μόνο λόγια εγώ να γίνω. Κι από τα λόγια αν παρ’ ελπίδα λόγια γίνω πώς να πάρω αποστάσεις. Πώς να απαντήσω. Ή μήπως τούτου όντος αδυνάτου κάποιον άλλον να αντιγράψω. Κάποιον πραγματικό. Από την πραγματικότητα παρμένο. Και να προσπαθήσω να γίνω. Και να προσπαθήσω να πάρω αποστάσεις. Ή μήπως εμένα. Από μένα βγαλμένο. Μια που μόνο εγώ. Μια προβολή δική μου. Μια δυνατότητα δική μου. Μια εικόνα του ίδιου του εαυτού μου. Εγώ φανταζόμενος τον εαυτό μου. Μα ποιος είναι ο εαυτός μου. Ποιος είναι ο εαυτός. Υπάρχει εαυτός. Δεν υπάρχει. Πώς να απαντήσω. Σπατάλησα χρόνια και χρόνια για να μάθω την τέχνη του εαυτού. Του αντ’ αυτού θέλω να πω. Σε πόσα πατώματα κυλίστηκα. Πόσες άναρθρες κραυγές έβγαλα από τα σωθικά μου. Και πόσες φορές. Σε πόσους τοίχους δεν χτυπήθηκα. Δεν σκοτώθηκα. Δεν αναστήθηκα. Δεν έκαμα. Δεν απόκαμα. Πόσες φορές. Άλλοτε για να μπω. Άλλοτε για να βγω. Από αυτόν. Από τον εαυτό μου. Ποιον αυτόν. Ποιον εαυτό μου. Ό,τι τέλος πάντων αποκαλούμε έτσι. Ποτέ δεν κατάλαβα τι έπρεπε να κάνω τι να μην κάνω για να είμαι και να μην είμαι ο εαυτός μου. Για να είμαι και να μην είμαι αυτός. Δηλαδή ο αντ’ αυτού. Μια που είτε το ένα κάνοντας είτε το άλλο κάνοντας πάντα ήμουν και δεν ήμουν ο εαυτός μου. Πάντα ήμουν και δεν ήμουν αυτός. Μήπως αν δεν έκανα τίποτα. Τίποτα απολύτως. Αν μόνο έφευγα από εδώ. Από εδώ απέναντι. Αν εξαφανιζόμουν. Μήπως έτσι θα ήμουν καλύτερα και περισσότερο ο εαυτός μου. Μήπως έτσι θα ήμουν καλύτερα και περισσότερο αυτός. Δηλαδή εν πάση περιπτώσει ο αντ’ αυτού. Μήπως έτσι εντέλει ήμουν όντως ο αντ’ αυτού. Αυτός που τώρα λέει αυτά τα λόγια που διαβάζω και λέω εγώ:
Ιδού εγώ. Είμαι ένας άνθρωπος λειψός. Είμαι αυτός που λέει ότι είναι ένας άνθρωπος. Που ισχυρίζεται ότι είναι ένας άνθρωπος. Που θα πει. Ιστάμενος εδώ απέναντι. Απέναντι σε άλλους ανθρώπους και λέγοντας. Είμαι ένας άνθρωπος. Έχω ανάγκη τα λόγια. Ό,τι και να κάνω έχω ανάγκη τα λόγια. Για να πω. Να κάνω. Ό,τι και να κάνω δεν ξεφεύγω από τον άνθρωπο. Δεν ξεφεύγω από το ανθρώπινο. Αυτό που μέσα στον άνθρωπο επικυρώνει τον άνθρωπο. Τον ανάγει σε άνθρωπο. Αυτό που. Η τέχνη. Η τέχνη τουλάχιστον θα έπρεπε από το ανθρώπινο να είχε απαλλαγεί. Η τέχνη του αντ’ αυτού τουλάχιστον. Για να είναι τέχνη. Αλλά δεν μπορεί χωρίς αντ’ αυτού. Δεν μπορεί χωρίς ούτε μια στάλα ανθρώπινο. Δεν μπορεί χωρίς εμένα. Ποιος είμαι εγώ. Είμαι αυτός. Είμαι ο αντ’ αυτού. Είμαι τα λόγια. Ή τίποτα από όλα αυτά. Ή τίποτα εντέλει. Πώς να απαντήσω. Ποιος λέει αυτά τα λόγια που λέω τώρα εγώ. Ποιος κάνει αυτές τις πράξεις που τώρα κάνω εγώ. Πάντα το ανθρώπινο θα με κυνηγά. Πάντα το ανθρώπινο θα με ανακόπτει. Πάνω στο ανθρώπινο πάντα θα σκοντάφτω. Ό,τι και να κάνω πάνω σε μια πλευρά του εαυτού μου πάντα θα σκοντάφτω. Είμαι φτιαγμένος για την πτώση. Από την πτώση. Είμαι μια έκπτωση. Η μοναξιά μου είναι δεδομένη. Και είναι απόλυτη. Θα είμαι πάντα τα λόγια. Θα είμαι πάντα όχι μόνο τα λόγια. Και πάντα εδώ απέναντι θα είμαι. Πράττων βεβαίως. Ή από εδώ απέναντι εξαφανισμένος. Θα είμαι πάντα ο αντ’ αυτού. Πάντα ο αυτός του αντ’ αυτού. Ποτέ αυτός. Ποτέ εγώ. Αυτός εγώ. Ή μήπως τίποτα από όλα αυτά. Μήπως τίποτα εντέλει. Ή μήπως πάντα τα πάντα. Πάντα αυτός. Πάντα εγώ. Τα λόγια πάντα λέγοντας που είπε αυτός εγώ. Που είπα. Που τώρα λέω. Σιωπώντας. Ιστάμενος εδώ απέναντι. Εξαφανισμένος από εδώ απέναντι. Στο ανάμεσα ζωής και θανάτου. Όμοιος απέναντι σε ομοίους. Όμοιος ανάμεσα σε ομοίους. Και όχι μόνο τα λόγια. Όχι μόνο. Πράττων βεβαίως ως εάν. Πράττων βεβαίως. Άνθρωπος. Πάντα. Ή μήπως όχι. Μήπως τα λόγια λέγοντας αυτόν εμένα. Μήπως τα λόγια πράττοντας αυτόν εμένα. Ιδού η απορία. Αυτός εγώ. Και πάει λέγοντας. Πάντα τα λόγια. Αυτά τα λόγια:
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Δαμιανού Κωνσταντινίδη ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.