Χάρτης 6 - ΙΟΥΝΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-6/dokimio/to-mellon-toy-biblioy-to-biblio-toy-mellontos
Κάθε συζήτηση για το μέλλον του βιβλίου ασφαλώς συνιστά συζήτηση για το βιβλίο του μέλλοντος. Όπως άλλωστε γνωρίζουν οι αναγνώστες της ποίησης και κάθε είδους δημιουργίας, ακόμη και όταν αυτό δεν το συνειδητοποιούν οι ίδιοι οι δημιουργοί, όλα υπάρχουν για να καταλήξουν σε ένα βιβλίο, σύμφωνα με την επιγραμματική διατύπωση του Μαλλαρμέ. Τα πάντα καταλήγουν, θα έλεγα, στο ίδιο κεφάλι του κάθε αναγνώστη, καθώς συγκροτεί το δικό του ιδανικό βιβλίο. Αποτυπώνοντας με τον εκάστοτε εφικτό τρόπο σημεία της γραφής, τη διαδικασία αυτή στηρίζει το υλικό βιβλίο, το οποίο αποτελεί μια αρχαία τεχνολογία που επιχειρεί να απελευθερώσει το μέλλον αιχμαλωτίζοντας εντός του πλαισίου του το παρελθόν, έστω και αν συχνά συμβαίνει το αντίστροφο, αιχμαλωτίζοντας το μέλλον στο παρελθόν.
Πρόκειται για μια προοπτική που φυσικά προκαλεί ανησυχίες και προσδοκίες, με τις οποίες διαρκώς συνδέεται το μέλλον. Ανησυχώντας για το χειρότερο και προσδοκώντας το καλύτερο, όπως όλα τα μελλοντοστραφή όντα, οι άνθρωποι επιχειρούν μία επί του παρόντος σύζευξη όσων συγκρατούν από το παρελθόν με όσα υποθέτουν ότι μπορεί να συμβούν στο μέλλον. Καθώς οι συζεύξεις αυτές μεταλλάσσονται λόγω εξωγενών και εσωγενών παραγόντων, κάτι εκ πρώτης όψεως παράδοξο φαίνεται να συμβαίνει. Επιδιώκοντας να επιδράσουν στα μέλλοντα, οι άνθρωποι καταλήγουν να αλλάζουν το παρελθόν. Αυτό ισχύει για τα βιβλία, που αποθησαυρίζουν όσα διαπιστώσαμε ή φανταστήκαμε παλαιότερα και τώρα έρχονται, σε διαφορετικές συνθήκες, να φωτίσουν και να σκιάσουν το τι ενδέχεται να ακολουθήσει, το οποίο παραμένοντας άδηλο οδηγεί σε αναδιατυπώσεις του τι προηγήθηκε. Με άλλα λόγια, αλλάζουμε το παρελθόν επιδιώκοντας να αλλάξουμε το μέλλον. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται πολιτισμός. Ονομάζεται ιστορία.
Ηλεκτρονικό & έντυπο βιβλίο
Στην εν προκειμένω συγκυρία, ο προβληματισμός επικεντρώνεται στη σχέση μεταξύ ηλεκτρονικού και έντυπου βιβλίου. Γεγονός είναι ότι, ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, βιώνουμε μια ψηφιακή ή ηλεκτρονική επανάσταση, με ανυπολόγιστες ακόμη συνέπειες, όπου συνδυάζονται νέες τεχνολογίες παραγωγής, κυκλοφορίας και κατανάλωσης σε πολλά εμπλεκόμενα πεδία, από τους προσωπικούς υπολογιστές και την ψηφιοποίηση αρχείων έως την τεχνητή νοημοσύνη και την καθιέρωση του διαδικτύου ως παγκόσμιου ιστού επικοινωνίας, που επί της κοινωνίας συνδέει, διεισδύει και μετασχηματίζει παλαιές συνήθειες σε μετα-νεωτερικές πρακτικές – αυτονόητες για νεότερους και ανόητες για αρχαιότερους, που εκφράζουν έτσι τις δυσκολίες προσαρμογής που αντιμετωπίζουν.
Προφανώς δεν πρόκειται για αντιστρέψιμη διαδικασία. Οι επαναστάσεις δεν αντιστρέφονται, αλλά κωλύονται και αποτυγχάνουν σε σχέση με απώτερες επιδιώξεις τους, που αποκαθηλώνονται ως εσχατολογικές προσδοκίες, δημιουργώντας εντούτοις προϋποθέσεις για μια επόμενη φάση ή μια μεταγενέστερη επανάσταση, καθώς μέσα από ρήξεις και ασυνέχειες συνεχίζεται η ιστορία των ατόμων, των ανθρώπινων ομάδων και του κόσμου.
Αν αυτό ήταν όλο, θα έπρεπε να συναινέσουμε με όσους θριαμβολογούν ή μοιρολογούν – εν παραλλήλω στάσεις που ωστόσο συγκλίνουν, όπως οι παράλληλοι σε μετευκλείδειες γεωμετρίες – για την εν τέλει, αν όχι ήδη, επικράτηση του ηλεκτρονικού βιβλίου, χωρίς όμως να λαμβάνουν επαρκώς υπόψη τους τις συνθήκες στις οποίες προχωρεί και σκαλώνει η περιώνυμη εξέγερση των ηλεκτρονίων. Αντιθέτως, μεταξύ όσων χρειάζεται να υπενθυμιστούν συγκαταλέγονται προγενέστερες επαναστάσεις που διαμόρφωσαν προϋποθέσεις για την ανάδειξη του βιβλίου στη μορφή που γνωρίζουμε, η οποία συνεχίζει να επικρατεί, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά διεθνώς, δηλαδή σε έντυπη μορφή.
«Τρίγωνο της ανάγνωσης», επαναστάσεις της γραφής & της τυπογραφίας
Για να υπάρχουν βιβλία χρειάζονται συγγραφείς. Για να υπάρχουν βιβλία χρειάζονται συντελεστές δημιουργίας, παραγωγής και κυκλοφορίας τους, όπως ιδίως παράγοντες άμεσης παραγωγής και εκδότες, μεταφραστές, εικονογράφοι και επιμελητές, βιβλιοπώλες, βιβλιοθηκονόμοι. Για να υπάρχουν βιβλία χρειάζονται αναγνώστες. Το νεωτερικό αυτό «τρίγωνο της ανάγνωσης», όπως το ονομάζω, σύμφωνα με το οποίο το βιβλίο είναι η συνάντηση του αναγνώστη με τον συγγραφέα και τους άλλους συντελεστές του, προϋποθέτει την επανάσταση της γραφής και την επανάσταση της τυπογραφίας.
Η επινόηση της γραφής συνιστά μια αρχή της ιστορίας του ανθρώπου, καθώς διακρίνεται από την προϊστορία του, στον βαθμό που οι ιστορικές πηγές ταυτίζονται με γραπτές πηγές. Αποτελεί επίσης, θα έλεγα, ένα σημείο μηδέν της ιστορίας της εξατομίκευσης, δηλαδή της ιστορικότητας κάθε ατόμου, στο οποίο έχει επιτραπεί και επιβληθεί η επίκτητη δεξιότητα τού να γράφει, με τρόπο που να θεωρεί την επιτηδειότητα αυτή απολύτως φυσική.
Η μετεξέλιξη και καθιέρωση στην Ευρώπη της κινεζικής έμπνευσης τεχνολογίας της τυπογραφίας με τη σειρά της προκαλεί και προϋποθέτει την εξάλειψη του αναλφαβητισμού και την πρακτική αναγωγή σε ατομική υπόθεση, βάσανο και απόλαυση ενός θεωρητικά συλλογικού αγαθού όπως η ανάγνωση. Γραφή και ανάγνωση έρχονται να συναντηθούν στο βιβλίο, στο τρίγωνο αυτό της αρετής και της αμαρτίας, με την προχριστιανική, αλλά και μετα-αρχαιοελληνική σημασία της λέξης.
Η έκδοση βιβλίων, φυλλαδίων, περιοδικών εκδόσεων και εφημερίδων διαρκώς συνδέεται με την απαγόρευσή τους. Σε μαζική κυκλοφορία, ο γραπτός λόγος αμφισβητεί αυθεντία και εξουσία, τις οποίες ταυτόχρονα σε άλλες εκδοχές του υπηρετεί. Πρόκειται για τροπή και ανατροπή. Κατά τρόπο οξύμωρο, τα (εκ φύσεως συντηρητικά, εφόσον προοικονομούν συντήρηση για τη δημιουργία και ύπαρξή τους) βιβλία επίσης συντηρούν σπίθες κάθε είδους αναστατικής ανάφλεξης, την ένταση της οποίας τροφοδοτούν ενώ ρίχνονται στην πυρά της λογοκρισίας, του καθωσπρεπισμού και της αδιαφορίας. Το βιβλίο καθίσταται ταλισμανικό έμβλημα σύγκρουσης συνεχώς αναβιώνοντας τη μαγεία της ανάγνωσης και της γραφής.
Όλα αυτά μπορούμε να τα διαβάσουμε σε βιβλία: σε χειρόγραφους κλασικούς κυλίνδρους και σε κώδικες σε κατεργασμένο πάπυρο, σε πολλές και διαφορετικές επιφάνειες καταγραφής πριν καθιερωθεί το χαρτί, σε αλφαβητικές και μη αλφαβητικές γλώσσες, σε συλλογές τους στην Αθήνα, όταν ήταν αρχαία πρωτεύουσα του βιβλίου, σε βιβλιοθήκες της αρχαιότητας και αργότερα στα δώματα του Πατριάρχη Φωτίου και άλλων.
Μπορεί να εκλείψει το έντυπο βιβλίο όπως εξέλιπε το χειρόγραφο;
Θυμίζοντας κρίσιμες μεταβάσεις – από τον προφορικό στον γραπτό λόγο, από διάσπαρτες επιφάνειες καταγραφής στη συγκέντρωση υλικού σε ένα βιβλίο, από τον πάπυρο στο χαρτί, από το χειρόγραφο στο έντυπο, από παραδοσιακές σε σύγχρονες μορφές τυπογραφίας, από το σκληρόδετο στο χαρτόδετο βιβλίο τσέπης – είναι επίσης ένας τρόπος να αναρωτηθούμε αν κάποιες από αυτές υπήρξαν εξίσου ή και πιο σημαντικές από τη μετάβαση από το έντυπο στο ηλεκτρονικό βιβλίο, αποκαθιστώντας έτσι την απαραίτητη συγκριτική και διαχρονική προοπτική που απουσιάζει από πολλές συζητήσεις. Μπορεί άραγε να εκλείψει το τυπωμένο βιβλίο με τον ίδιο τρόπο που εξέλιπε το χειρόγραφο, στον βαθμό που εξέλιπε;
Χρήσιμο και ευχάριστο θα ήταν επίσης να συγκρατηθεί ο διαρκώς χαριτωμένος χαρακτήρας του βιβλίου, ενός ελληνικού υποκοριστικού της Βύβλου, με ύψιλον και εν συνεχεία με ιώτα και εν συνεχεία ενός ιερού βιβλίου και σε άλλες γλώσσες της σύγχρονης Βαβέλ, τις οποίες, αν γνωρίζεις, κατά κάποιον τρόπο γνωρίζεις και ελληνικά, ακόμη και αν δεν ισχύει το αντίστροφο. Εξαρχής αναδεικνύεται η ιερότητα και κατά συνέπεια βλασφημία της γραφής. Λες και αυτοσαρκάζεται το βιβλίο, με τον αυτοσαρκασμό που επιβάλλεται για όσους δεν επιθυμούν από τη σοβαρότητα να εκπέσουν στη σοβαροφάνεια.
Δεν πειράζει αν ανησυχούμε για το μέλλον του βιβλίου, εφόσον η ανησυχία αυτή αυξάνει την αναγνωσιμότητα ή έστω τις πωλήσεις και τον δανεισμό βιβλίων, με τρόπο αντίστοιχο του πώς εξωλογοτεχνικά κίνητρα οδηγούν νέους αναγνώστες στη λογοτεχνία. Πειράζει όμως αν παρόμοια ανησυχία για το μέλλον του βιβλίου προκαλεί τύφλωση σε σχέση με το ποιο ενδέχεται να είναι το βιβλίο του μέλλοντος. Ας ανησυχούμε με τον ίδιο τρόπο που δεν πειράζει αν ανησυχούμε για τα ελληνικά, ερεθίζοντας έτσι το ενδιαφέρον για τη γλώσσα, ενώ παράλληλα αναγνωρίζοντας ότι τα ελληνικά καλά κρατούν για όσους έχουν ή θα έχουν την τύχη να τα μιλούν, να τα διαβάζουν και να τα γράφουν.
Για να καθιερωθεί και να επικρατήσει το έντυπο βιβλίο στις μορφές που γνωρίζουμε προηγήθηκαν θεμελιώδεις αλλαγές και επαναστάσεις και μακρά περίοδος πριν εμπεδωθούν τα αποτελέσματά τους, που δεν πρόκειται να ανατραπούν χωρίς αντιστάσεις στη διάρκεια της δικής μας ζωής. Επιπλέον, το βιβλίο ως αντικείμενο και εμπόρευμα επιτρέπει μια φετιχιστική σχέση μαζί του. Όσοι πράγματι διαβάζουν θα μπορούσαν για ώρες να περιγράφουν την κινητοποίηση της αφής που προκαλούν τα τυπωμένα βιβλία, τη μυρωδιά των σελίδων τους ή και τη γεύση τους ακόμη, το τι σου ψιθυρίζουν καθώς ξεφυλλίζονται, πληρώνοντας το οπτικό πεδίο. Σε διαφορετική κλίμακα, αυτό ισχύει και με άλλες τεχνολογίες, όπως στην περίπτωση της αναβίωσης του βινυλίου.
Συνέχεια στην οθόνη: πνευματικά δικαιώματα & συνθήκες εχθραναγνωσίας
Ευκολότερο για το ηλεκτρονικό βιβλίο είναι να κυριαρχήσει στον χώρο των επιστημονικών, εκπαιδευτικών και ενημερωτικών εκδόσεων, των βιβλίων που διαβάζονται εν κινήσει, σε ταξίδια ή επί τροχάδην, των βιβλίων γνώσεων και εγκυκλοπαιδειών, σε συνάρτηση πάντοτε με αυξανόμενες δυνατότητες ηλεκτρονικής αναζήτησης, διαδικτυακών παραπομπών και ακουστικής πρόσληψης. Οι εξελίξεις αυτές συνδέονται επίσης με την έκβαση μιας μάχης επικράτησης ανάμεσα στις τρεις σήμερα κυρίαρχες ηλεκτρονικές πλατφόρμες πρόσβασης, δηλαδή την οθόνη του κινητού τηλεφώνου, την οθόνη του ηλεκτρονικού υπολογιστή και την οθόνη της τηλεόρασης.
Σε εποχή που επιθέσεις στον κυβερνοχώρο πολλαπλασιάζονται, ηλεκτρολόγοι και άλλοι διαφωτιστές και υπερασπιστές της ελευθερίας της έκφρασης ας γρηγορούν. Γεγονός παραμένει ότι η ελευθερία του λόγου δεν μπορεί να ταυτίζεται με μια ηλεκτρονική ζούγκλα, καθώς η νομολογία και μια ηλεκτρονική ηθική καταφανώς υστερούν. Σε περιβάλλον υστέρησης των πνευματικών δικαιωμάτων, θεσμικοί φορείς οφείλουν να χαιρετίζουν εξελίξεις όπως η Ευρωπαϊκή Οδηγία για τα πνευματικά δικαιώματα στο διαδίκτυο, η διαβούλευση για τη δημιουργία Οργανισμού για το βιβλίο στην Ελλάδα, η επαναφορά της ενιαίας τιμής βιβλίου, ρυθμίσεις για το Δικαίωμα Δημόσιου Δανεισμού που αναμένονται και ενισχυτικές για βιβλιοθήκες ενέργειες. Μήπως ήρθε η ώρα να υιοθετηθεί καθεστώς φορολογικών και άλλων κινήτρων για δημιουργούς – Έλληνες και ξένους που θα ήθελαν να μπορούν να δημιουργούν διαμένοντας στην Ελλάδα;
Στις σημερινές συνθήκες εχθραναγνωσίας, όπως έχω αναγκαστεί να τις αποκαλέσω, απαραίτητο είναι επίσης να αναδεικνύεται το γεγονός ότι οι Έλληνες υπήρξαν άνθρωποι του βιβλίου. Στο φως του Ομήρου έγιναν άνθρωποι. Έγιναν Έλληνες. Έστω εξόριστο από την πολιτεία του Πλάτωνα, τον Όμηρο κουβαλούσε μαζί του εκείνος ο μαθητής του Αριστοτέλη, που θεμελίωσε την Αλεξάνδρεια, πνευματικό φάρο με το Μουσείο και τη Βιβλιοθήκη και εμβληματικό γεγονός την καταστροφή των βιβλίων της.
«Συγγραφέας του Φαρενάιτ 451», θερμοκρασία στην οποία καίγεται το χαρτί και τίτλος του βιβλίου του για μια κοινωνία που διώκει τα βιβλία, γράφει η επιτάφια πλάκα του Ρέι Μπράντμπερι. Βιβλία που έχουν χαθεί, βιβλία που ίσως δεν άξιζαν να σωθούν, βιβλία επικίνδυνα για εκείνους που τα κατέστρεψαν, βιβλία που χάθηκαν ως παράπλευρες απώλειες σε άλλες καταστροφές, βιβλία που δεν πρόλαβαν να έχουν γραφεί: Τι χώρο θα απαιτούσαν στη βιβλιοθήκη του Μπόρχες; Μόνον ένα τέταρτο διασώζονται από περίπου 15 χιλιάδες τόμους, περιλήψεις των οποίων υπάρχουν στο δύο χιλιάδων σελίδων χειρόγραφο «Βιβλίο των επιτομών», που είχε αναθέσει να συντάξουν στις αρχές του 16ου αιώνα ο νόθος γιος του Χριστόφορου Κολόμβου Hernando Colón, φιλοδοξία του οποίου ήταν να δημιουργήσει τη μεγαλύτερη βιβλιοθήκη της εποχής του. Τριακόσια πενήντα χρόνια μετά την τελευταία φορά που αναφέρθηκε στην Ισπανία, το χειρόγραφο βρέθηκε στα αρχεία Ισλανδού συγγραφέα, τα οποία είχε δωρίσει το 1730 στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης.
Δύο χρόνια πριν συμπληρωθούν διακόσια από το 1821, ας υπενθυμιστεί ότι ντελικάτος εραστής των βιβλίων και χαρτογράφος του μέλλοντός μας υπήρξε και ο Ρήγας Φεραίος, πριν τη δράση του ανακόψουν άρχοντες της Βιέννης, πόλης όπου τυπώθηκαν σπουδαία ελληνικά βιβλία και πατρίδας του πατέρα της ψυχανάλυσης που αναβίωσε την ελληνική μυθολογία.
Νοσταλγία της ανάγνωσης & οικαλγία της γραφής
Το μέλλον του βιβλίου και το βιβλίο του μέλλοντος είναι δύο όψεις του ιδίου νομίσματος, νομίζω. Από τα βιβλία γνωρίζουμε ότι το μέλλον είναι άδηλο, αλλά αυτό, ακόμη και αν είναι το μόνο που γνωρίζουμε, εμπεριέχεται στα βιβλία. Χρειάζεται βέβαια να τα διαβάζουμε. Και είναι δύσκολο βιβλίο να διαβάσουμε το μέλλον. Η επανάσταση της γραφής και της ανάγνωσης συνιστούν μια διαρκή επανάσταση, μια υπόσχεση ελευθερίας. Η νοσταλγία για το μέλλον και η οικαλγία, ο πόνος που προκαλεί το σπίτι και ο τόπος σου που παρέρχονται, συνιστούν μια διασταύρωση όπου κρίνεται το παρόν.
Το βιβλίο αποτελεί κορυφαίο τεχνολογικό επίτευγμα του ανθρώπου. Χρειάστηκε καιρός για να επικρατήσει και δεν πρόκειται να χαθεί. Ίσως οι πιο σημαντικοί από τους εχθρούς του στις Δυτικές κοινωνίες σήμερα είναι η άγνοια και η αδιαφορία. Όλοι βέβαια λένε ότι μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις. Εγώ επιμένω να θυμίζω ότι μια λέξη ισοδυναμεί με χίλιες εικόνες.
Σημειώσεις για μια «ανοιχτή συζήτηση για το μέλλον του βιβλίου», που διοργανώθηκε από τις εκδόσεις Gutenberg στο Μέγαρο Μουσικής (16.4.19), υπό την αιγίδα και παρόντος του Προέδρου της Δημοκρατίας, στην οποία συμμετείχαν: Μανόλης Κορρές (Πρόεδρος της Τάξης των Γραμμάτων και Καλών Τεχνών της Ακαδημίας Αθηνών), Γιώργος Χουλιάρας (Πρόεδρος Εταιρείας Συγγραφέων), Αντώνης Καρατζάς (Πρόεδρος ΟΣΔΕΛ, εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη), Γεώργιος Γιαννακόπουλος (Πρόεδρος Τμήματος Αρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας και Συστημάτων Πληροφορικής Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής), Άννα Καρακατσούλη (Αναπλ. Καθηγήτρια Τμήματος Θεατρικών Σπουδών ΕΚΠΑ), Αργύρης Καστανιώτης (εκδότης), Σταύρος Πετσόπουλος (εκδότης) και Γιώργος Ε. Δαρδανός (εκδότης). Διάβασε η ηθοποιός Αμαλία Αρσένη. Συντόνισε ο δημοσιογράφος Παύλος Τσίμας. Η συζήτηση προέκυψε σε σχέση με μια εξαιρετική έκδοση συλλογής κειμένων, που επιμελήθηκε ο Γιώργος Ε. Δαρδανός, με τίτλο «Σελίδες στην οθόνη ή σε χαρτί; (Το μέλλον της ανάγνωσης)», Β΄ συμπληρωμένη έκδοση (εκδόσεις Gutenberg, 2019).