Χάρτης 1 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-1/moysikh/o-mpoylgkakof-toy-nampatof
Από τη λογοτεχνία στη μουσική. Πώς μετατρέπεται ένα μυθιστόρημα σε μουσικό έργο; Μπορεί να γίνει πιστή μεταγραφή; Είναι δυνατόν να γίνει αντιληπτό το ύφος και το πνεύμα του συγγραφέα, ή να γίνουν αντιληπτοί οι χαρακτήρες στις μουσικές δομές, στις μελωδίες, στα θέματα, στις ενορχηστρώσεις; Περίεργα ερωτήματα και πολύ δύσκολες οι όποιες απαντήσεις.
Από τη λογοτεχνία στον κινηματογράφο. Εδώ είναι οπωσδήποτε πιο συγκεκριμένα τα ζητήματα και έχουμε και πολλές περιπτώσεις μεταφοράς λογοτεχνικών έργων στην οθόνη, οπότε μιλάμε (και συνήθως διαφωνούμε) για την πιστή ή την ελεύθερη απόδοση, τον λόγο, την ατμό-σφαιρα, τις προθέσεις, το ύφος και άλλα πολλά. Όπως και να το δούμε, ο κινηματογράφος προ-τείνει την εικονογραφημένη αφήγηση μιας ιστορίας.
Το συμπέρασμα που βγαίνει από τις αναλύσεις και σκέψεις πολλών κριτικών συγγραφέων και σκηνοθετών είναι ότι μπορεί ο κινηματογράφος να δανείστηκε στην αρχή στοιχεία από το θέατρο, το μυθιστόρημα ή το διήγημα, αλλά «οι γλωσσολογικοί κανόνες που ισχύουν για τη φιλολογία και τη λογοτεχνία δεν είναι δυνατόν να εφαρμόζονται με ακρίβεια στους κώδικες των κινούμενων εικόνων». Σχέσεις, αναλογίες, αλληλοεπιδράσεις υπάρχουν και εντοπίζονται, κάτι που, φυσικά, ισχύει και σε άλλους συνδυασμούς καλλιτεχνικών μορφών.
Αν στον κινηματογράφο έχουμε πράγματι αρκετές καλλιτεχνικές ταινίες που βασίζονται σε μυθιστορήματα, σκηνοθετών όπως ο Βισκόντι, ο Χίτσκοκ, ο Χιούστον, ο Παζολίνι, ο Γουέλς, ο Ταρκόφσκι κ.ά., στη μουσική δεν θα συναντήσουμε ανάλογα κορυφαία ονόματα. Απάντηση υπάρχει. Η μουσική λειτουργεί με άλλους κώδικες και «αφηγείται» με τελείως διαφορετικό τρόπο. Αν δεν κάνει μάλιστα χρήση του λόγου, δηλαδή απαγγελία ή τραγούδι, τότε δύσκολα βρίσκει κανείς κάποια σημεία που να σχετίζονται με το λογοτεχνικό έργο.
Ερχόμαστε τώρα σε μια σημαντική περίπτωση παράλληλης δράσης ή ενός φανταστικού διαλόγου λογοτεχνίας και μουσικής. Πρωταγωνιστής είναι ο πιανίστας και συνθέτης Simon Nabatov. Το άλμπουμ των δύο CD, με τον τίτλο The Master and Margarita, ηχογραφήθηκε στην Κολωνία το 1999. Πρόκειται για ανάθεση της Ραδιοφωνίας του Αμβούργου το έτος 1997 και έκδοση της Leo Records, LR 322/323, 2001. Oι μουσικοί του κουιντέτου: Mark Feldman βιολί, Herb Robertson τρομπέτα, Mark Helias κοντραμπάσο, Tom Rainey ντραμς και Simon Nabatov πιάνο.
Ο Ρώσος πιανίστας και συνθέτης Simon Nabatov είναι σήμερα από τους πιο σημαντικούς δημιουργούς της σύγχρονης σκηνής. Γεννήθηκε το 1956, άρχισε να παίζει πιάνο τριών χρονών (αν είναι δυνατόν!) και έξι χρονών συνέθεσε το πρώτο του κομμάτι. Από το 1976 έως το 1979 σπούδασε στο Ωδείο της Μόσχας. Το 1979 η οικογένειά του μεταναστεύει στη Νέα Υόρκη και ο Simon Nabatov συνεχίζει τις σπουδές του στη σχολή Juilliard. Σήμερα ζει περισσότερο στην Ευρώπη, στην Κολωνία, και ταξιδεύει συχνά στις ΗΠΑ. Ο Nabatov επέλεξε έναν αιρετικό του σοβιετικού καθεστώτος, τον Μιχαήλ Μπουλγκάκοφ και το αριστούργημά του Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα. Ελληνικά έχει μεταφραστεί από την Τίνα Καραγεώργη και τον Γιούρι Γιαννακόπουλο στις εκδόσεις Θεμέλιο. Ένα από τα κλασικά πλέον μυθιστορήματα του εικοστού αιώνα, το οποίο έχει επιβάλει τον καθαρά δικό του κόσμο και αποτελεί το ίδιο ένα είδος χωρίς ανάλογο προηγούμενο. Συγκρίσεις γίνονται από τους κριτικούς με τον Οδυσσέα του Τζόις.
Ο Μιχαήλ Αφανάσιεβιτς Μπουλγκάκοφ γεννήθηκε στο Κίεβο το 1891 και πέθανε το 1940. Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 τα θεατρικά του έργα γνωρίζουν μεγάλη επιτυχία στη Μόσχα, στα τέλη όμως της ίδιας δεκαετίας δέχεται τη δογματική κριτική της εποχής, με αποτέλεσμα να μην κυκλοφορούν τα βιβλία του και να απαγορεύονται οι παραστάσεις των θεατρικών του έργων. Πέθανε τυφλός, χωρίς να προλάβει την έκδοση του μυθιστορήματός του. Ο μαιτρ και η Μαργαρίτα ήταν έργο ζωής και το οποίο δούλευε διαρκώς από το 1929 έως τον θάνατό του το 1940. Μόλις το 1966-1967 κυκλοφόρησε στη Σοβιετική Ένωση και ακολούθως μεταφράστηκε σε πολλές γλώσσες.
Ο Αναστάσης Βιστωνίτης γράφει για το μυθιστόρημα του Μπουλγκάκοφ: Παντομίμα, παρωδία και εξοντωτική σάτιρα, παραβολικός καθρέπτης της σοβιετικής κοινωνίας και άσπλαχνη διακωμώδηση της ιντελιγκέντσιας της εποχής…
Σκοτεινό, τρελό και σπινθηροβόλο το μυθιστόρημα… Ο μεγαλοϊδεατισμός, η ανοησία, ο πνευματισμός, η υπερβολή, το γκροτέσκο –αλλά δοσμένο στα όρια του ρεαλισμού, που το κάνει να μοιάζει πιο αληθινό και από την αλήθεια– συνθέτουν το κλίμα σε τούτη τη σκοτεινή όπερα μπούφα που είναι ταυτοχρόνως και μια πινακοθήκη ματαιόδοξων, επηρμένων και ηλιθίων.
Στην ηχογράφηση της μουσικής του Simon Nabatov δεν μπορούμε, φυσικά, να παρακολουθήσουμε όλες αυτές τις αναλύσεις και τα σχόλια της λογοτεχνικής κριτικής. Ούτε, βέβαια, μπορούμε να συλλάβουμε την υπόθεση από τον συνδυασμό των ήχων, αν δεν έχουμε διαβάσει προηγουμένως το βιβλίο. Αλλά αυτά συμβαίνουν με τη μουσική έκφραση.
Ο Simon Nabatov είναι ένα από τα τρομερά παιδιά της νέας τζαζ και της σύγχρονης αυτοσχεδιαζόμενης μουσικής. Έχει φοβερή άνεση στο πιάνο. Περνάει από την κλασική στην τζαζ, από την μία περίοδο στην άλλη, από το παλιό στο σημερινό, από το ένα ιδίωμα στο άλλο και αυτοσχεδιάζει με διαφορετικό τρόπο, αναλόγως του ύφους και του έργου. Στη συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό Improjazz (τχ. 96, Ιούνιος 2003), ο Nabatov λέει ότι εμπνεύστηκε τις συνθέσεις του από το βιβλίο του Μπουλγκάκοφ, ένα από τα θαρραλέα ρωσικά πνεύματα που τόλμησαν να δημιουργήσουν κατά την σταλινική περίοδο. Οι ιδέες του και η ζωή του, συνεχίζει ο πιανίστας, είναι ένα μάθημα για τους νεότερους, ένα μάθημα ιερό.
Στα δέκα μέρη του δίσκου, ο συνθέτης δίνει τίτλους που ακολουθούν την παράδοξη αφήγηση με τη σειρά των κεφαλαίων. Η ίδια η γραφή και το μυθιστόρημα λειτουργούν σε πολλά επίπεδα: το ιστορικό που αναφέρεται στην μορφή του Πόντιου Πιλάτου, το σατιρικό που κάνει με τα κρεμμυδάκια τον παρακαλλιτεχνικό κύκλο της σταλινικής Μόσχας και το λυρικό με το ερωτικό πάθος. Ο Nabatov κινήθηκε πάνω στο δίπτυχο ειρωνεία και λυρισμός, δομή και αυτοσχεδιασμός, σταθερό και χαοτικό. Στο πρώτο κομμάτι, το οποίο μάλιστα έχει τον τίτλο του πρώτου κεφαλαίου, το βιολί αρχίζει με ένα διαπεραστικό μελωδικό θέμα, ακολουθεί η αντίθεση, ο αιχμηρός ήχος της τρομπέτας, ενώ το πιάνο κάθε φορά θυμίζει κάτι διαφορετικό. Πάντως υπάρχουν δύο μέρη με σαφείς αναφορές: το ένα στον Thelonious Monk με τον χαρακτηριστικό τίτλο One of Four και το άλλο στον Charles Mingus.
Ένα εξαιρετικό διπλό άλμπουμ δύο ωρών με πλούσιες εναλλαγές. Φαντασία και εκπλήξεις, πρωτότυπα θέματα και πολυφωνική ανάπτυξη, ομαδικός ήχος και ταιριαστά σόλο, λυρικά ιντερλούδια και οργανωμένη χαοτική ατμόσφαιρα. Πέντε μουσικοί που αλλάζουν διαρκώς ρόλους, τη μία ερμηνεύοντας προσεκτικά τις παρτιτούρες και την άλλη πετώντας ελεύθερα. Ο Simon Nabatov ομολογεί στη συνέντευξή του ότι δύο στοιχεία τού είναι απαραίτητα: ένα είδος σουίνγκ, ή όπως αλλιώς το ονομάζουμε, και η δημιουργική διαδικασία για το πνεύμα, άλλως body and soul.