Χάρτης 4 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-4/moysikh/kolaz-kai-pisines-meta-moysikhs
Το όνομα του Michel Redolfi το διάβασα πρώτη φορά σε ένα δίσκο του φίλου μου Andre Jaume. Τίτλος: Hardscore Cote d’ Azur 02, 1980. Τρεις συνθέσεις του Andre Jaume στην πρώτη πλευρά και δύο του Michel Redolfi στη δεύτερη. Ο Redolfi ήταν επίσης υπεύθυνος των ηχογραφήσεων και μίξεων και ο ίδιος σχεδίασε το εξώφυλλο και χειρίστηκε το Synclavier. (Λέω «χειρίστηκε» γιατί δεν μου έρχεται το «έπαιξε», όπως λέμε χωρίς δεύτερη σκέψη για τα κανονικά μουσικά όργανα – είναι απλώς θέμα χρόνου και συνήθειας;) Ο Andre Jaume κρατά και φυσά το τενόρο σαξόφωνο και το μπάσο κλαρινέτο, ενώ ο Frank Royon Le Mee βγάζει φωνούλες όπου βρει κενό.
Τα δύο κομμάτια του Redolfi έχουν τους εξής τίτλους: «Γέννηση και αγωνία της λάμπας που έχω στο προσκέφαλό μου» και «Hardscore».Το πρώτο, απόηχος του γαλλικού σουρεαλισμού. Το δεύτερο, με το σίγμα στο κέντρο, από hardcore γίνεται hardScore και ανάμεσα στα άλλα σημαίνει «δύσκολη παρτιτούρα» ή «σκληρή κινηματογραφική μουσική». Βασικό χαρακτηριστικό, και στα δύο κομμάτια, το ηλεκτρονικό κολάζ. Είναι αλήθεια ότι στη ζωγραφική το κολάζ το αντιμετωπίζουμε μια κι έξω. Βλέπουμε απέναντί μας ολόκληρο τον πίνακα και αναγνωρίζουμε χαρτόνια, εφημερίδες, τενεκέδες και άλλα ετερόκλητα αντικείμενα τα οποία συνυπάρχουν μέσα σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο χάρη στις επιλογές του καλλιτέχνη. Στη μουσική το κολάζ αρχικά συνδέθηκε με ανάλογες κατασκευές όπου κυριαρχούσε η απρόοπτη αλλαγή ύφους με την παρεμβολή αποσπασμάτων από άλλες μουσικές. Με την εφεύρεση του μαγνητοφώνου έγινε το δεύτερο βήμα και τώρα με την ηλεκτρονική επεξεργασία το κολάζ πλέον απλοποιήθηκε. Κόβεις όπως θέλεις και τοποθετεί όπου θέλεις Αλλοιώνεις, πετάς, παραμορφώνεις, επαναεπεμβαίνεις κτλ. Βέβαια, στη μουσική το κολάζ δεν μπορούμε να το δούμε ή έστω να το αντιληφθούμε μία και έξω, όπως σε ένα εικαστικό περίγραμμα. Γιατί το μουσικό κολάζ διαμορφώνεται στη ροή του χρόνου και επομένως τα αποσπάσματα μας δίνονται λίγο λίγο, με το δευτερόλεπτο. Ίσως στο τέλος αφού ακούσουμε το κομμάτι, να έχουμε την αίσθηση του έργου ως ενότητα (αν υπάρχει ενότητα, εννοείται) που ξετυλίγεται στο χρόνο και όχι στον τοίχο μιας πινακοθήκης.
Ηλεκτρονικά κολάζ του Redolfi, σύντομα με τη μορφή ερωτήσεων – απαντήσεων και με ανάλαφρη και σαφώς ειρωνική διάθεση. Αντιπαραθέσεις χωρίς βαριές ή υπερβολικά πυκνές ηχητικά καταστάσεις. O Redolfi δεν κάνει χρήση του καθιερωμένου πληκτρολογίου με οκτάβες που θεωρήθηκε κάποτε ως το νέο «υπερπιάνο». Καλύτερα. Στο Hardscore ο Andre Jaume παίζει με το μπάσο κλαρινέτο το γνωστό σουίνγκ In The Mood, της εποχής του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, ενώ ο Redolfi το κόβει απότομα και προσθέτει ηλεκτρονικές πλακίτσες. Εδώ αξίζει να θυμηθούμε ότι η ίδια μελωδία έμεινε και στη δική μας ιστορία με στίχους παρωδίας όπως:
το βρακί του Σκόμπι είναι όλο κόμποι…
Ο Michel Redolfi δεν ήταν φρόνιμο παιδάκι. Ήταν από τα άλλα, τα ανήσυχα και τα αεικίνητα. Το 1973 σε ηλικία 22 χρονών, επισκέπτεται τον John Appleton, καθηγητή μουσικής και υπεύθυνο του νέου ηλεκτρονικού στούντιο στο κολλέγιο Dartmouth των ΗΠΑ. Εργάζεται με τους υπολογιστές και ανάμεσα στις πολλές πρωτότυπες ιδέες του, εντύπωση προκαλεί το Body-speaker, ένα περίεργο σακάκι με δυνατότητες δημιουργίας επιτόπου ηλεκτρονικής μουσικής – φυσικά από αυτόν ή αυτήν που το φοράει. Ο John Appleton δεν διστάζει να δηλώσει ότι ο Redolfi είναι ο μόνος συνθέτης ο οποίος κατάφερε να συμφιλιώσει στα έργα του το γαλλικό και το αμερικανικό ύφος της ηλεκτρονικής μουσικής. O Redolfi συνεχίζει τις αναζητήσεις του και συνεργάζεται ταυτοχρόνως με τρία κέντρα μουσικών υπολογιστών στην Αμερική και στη Γαλλία. Ασχολείται μανιωδώς με τους ήχους του νερού και της θάλασσας και με την επεξεργασία μουσικής η οποία εκπέμπεται μέσα στο νερό. Κάνει επί χρόνια υποβρύχιες ηχογραφήσεις με ειδικά μικρόφωνα συγκεντρώνοντας υλικό και μαθαίνοντας τις αντιδράσεις του ήχου υποθαλασσίως. Ένα μέρος από τις ηχοκατασκευές του πήρε τη μορφή ενός διπλού άλμπουμ με τον τίτλο Sonic Waters, Underwater Music, Hat Art 2002, 1984.
Ο πρώτος έχει στις δύο όψεις του τους τίτλους: «Μουσική για φρέσκο νερό» και «Μουσική για θαλασσινό νερό». Από το δίσκο ακούγονται οι ήχοι μέσω των μεγαφώνων και εμείς καθόμαστε στο σπίτι μας. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο στη συναυλία. Σε μια συναυλία του Redolfi ο κόσμος θα καθόταν γύρω από την πισίνα ή θα επέπλεε ή θα βουτούσε στο νερό γιατί ο ήχος θα έβγαινε προς τα έξω αφού θα περνούσε πρώτα από το υδάτινο περιβάλλον. Τα μεγάφωνα θα εξέπεμπαν τη μουσική στη μάζα του ύδατος. Ο Redolfi διαλέγει καθαρά ηχοχρώματα (από φλάουτο, άρπα και συνθεσάιζερ) για να φτιάξει μια διαφανή και στιλπνή μουσική που θα μπορέσει να διαπεράσει και τα δύο περιβάλλοντα, δηλαδή το υδάτινο και το αεροδυναμικό. Στόχος του να συντονίσει τη μουσική με τις δονήσεις της φύσης. Επίσης ο ίδιος ξεκαθαρίζει τις θέσεις του: η συναυλία έχει σκοπό να προσφέρει δυνατότητες για νέες εμπειρίες και όχι μερικά ακόμη έργα πειραματικής μουσικής. Ο ακροατής παρακολουθεί τις μεταμορφώσεις της επιφάνειας, βυθίζεται στην ένταση, στη θερμοκρασία του νερού και των δονήσεων. Με δύο λόγια κολυμπάει κυριολεκτικά στους ήχους. Και ζει με την χαρά του ομαδικού ξαφνιάσματος με τους άλλους συμμετέχοντες. Είναι η πρώτη φορά που η επαφή του ανθρώπου με το νερό δεν γίνεται για να κολυμπήσει ή να πλυθεί, αλλά για να ακούσει και να αισθανθεί μουσική.
Στο δεύτερο δίσκο του άλμπουμ Sonic Waters περιλαμβάνονται υποβρύχιες ηχογραφήσεις του Redolfi στον Ειρηνικό ωκεανό. Τρία υδρομικρόφωνα κατέγραψαν το υλικό σε διάφορες φάσεις. Αυτήν την πρώτη ύλη ο Redolfi την επεξεργάστηκε για να της δώσει την τελική μορφή με την προσθήκη μουσικών ήχων και να την ανασχηματίσει σε μια οριστική μαγνητοταινία η οποία έγινε δίσκος. Επίσης καταγράφονται ηχογραφήσεις που χρησιμοποιήθηκαν στις συναυλίες σε πισίνες, λίμνες ή θάλασσες. Το υγρό στοιχείο υλοποιεί τους ήχους. Ο ακροατής έρχεται σε άμεση επαφή μαζί τους, μπορεί να τους πιάσει, να τους αισθανθεί να τον διαπερνούν μέσα στο νερό. Να ακούει τη μουσική με ολόκληρο το σώμα – μια τελείως διαφορετική ηχητική εμπειρία. «Η ακρόαση γίνεται μέσω της διάταξης του ανθρώπινου σκελετού. Τα ηχητικά κύματα διαπερνούν το δέρμα και το σώμα το οποίο αποτελείται από νερό κατά 80%. Το κρανίο και το κορμί δονούνται από τον ήχο. Κι έτσι η μουσική έρχεται από μέσα», μας λέει ο Michel Redolfi.
Κατόπιν εορτής (α)
Tώρα που ξανακούω τον δεύτερο δίσκο αισθάνομαι ότι η αρχική έκπληξη αποδυναμώθηκε. Η ίδια η μουσική δεν μου φαίνεται και τόσο ενδιαφέρουσα. Σαν να βγαίνει από χέρια τεχνικών. Οι ανθρώπινες διαστάσεις δεν είναι φανερές. Στην αρχή άκουγα και φανταζόμουνα όλη αυτή την διαφορετική ατμόσφαιρα της «συναυλίας». Χωρίς αίθουσα και καλλιτεχνικά σκοτάδια, χωρίς καθίσματα και σταθερή σκηνή, χωρίς μουσικά όργανα και μαέστρους. Και οι ακροατές χωρίς επίσημα ή καθημερινά ενδύματα, μόνο με τα μαγιό, ενθουσιασμένοι σαν παιδιά που ελευθερώνονται και παίζουν. Βουλιάζοντας στα «ηχητικά ύδατα» σαν την πρώτη εμπειρία του αγέννητου στην πρώτη και αιώνια φωλιά. Με ήχους να σε τρυπούν σαν φακίρη και να περνούν στην άλλη μεριά. Αλλά και πάλι προσγειώνομαι στην πολυθρόνα και έχω απέναντί μου το πικάπ και τα ηχεία, φορώ παντελόνι και πουλόβερ και ακούω μόνο με τα αυτιά. Τότε κρίνω αλλιώς τη μουσική και κάποια στιγμή δεν ερεθίζει πια τη φαντασία μου και σταματώ.
Κατόπιν εορτής (β)
Ο Michel Redolfi επανέρχεται με το CD Sonic Waters No 2 – Underwater Music 1983 – 1989, Ηat Art 6026. Δηλώνει ευχαριστημένος γιατί με την ψηφιακή τεχνική καταγραφής και επεξεργασίας η σιωπή αποκτά οντότητα. Δηλαδή πώς; Μας τείνει χείρα βοηθείας: Η μείξη ελευθερώνεται από περιττούς θορύβους. Πάντως ο John Cage επιμένει ότι δεν υπάρχει απόλυτη σιωπή. Σε τέλεια ρυθμισμένες συνθήκες άηχου δωματίου ακούμε την καρδιά και το νευρικό μας σύστημα. Ο δε Bruce Nauman λέει: «Δεν υπάρχει σιωπή. Το μυαλό σου παράγει θόρυβο». (Στο τεύχος 1/2009 της έκδοσης Αlloglotta – Σιωπή και θόρυβος).
Φυσικά έχει και ο φουτουρισμός το μερίδιό του, όχι όμως με τις «συμφωνίες των θορύβων». Ο Redolfi απωθεί αυτήν την επιθετική φουτουριστική πλευρά και στοχεύει στην ειρηνική και ονειρική ατμόσφαιρα, ίσως πιο κοντά στο new age της εποχής. Τελικά το CD δεν προσθέτει κάτι καινούργιο. Πρόκειται για το ίδιο υλικό ψηφιακά διατυπωμένο. Η έκπληξη της πρώτης εκδοχής δεν επαναλαμβάνεται.
Κατόπιν εορτής (γ)
Στο βιβλίο του Walter F. Otto Διόνυσος, μύθος και λατρεία (εισαγωγή -μετάφραση Θ. Λουπασάκη, Εκδόσεις του 21ου), διαβάζουμε ότι «μέσα στο υγρό συντελείται η παραγωγή. Από αυτό προέρχεται και η γέννηση. Το νερό γινόταν πάντοτε αισθητό ως το στοιχείο του θηλυκού». Λίγες σελίδες παρακάτω ο συγγραφέας, σ’ αυτό το βιβλίο που πρωτοεκδόθηκε το 1933, υποστηρίζει ότι έχει εντοπίσει την καταγωγή των γυναικών του Διονύσου στο υγρό στοιχείο «από όπου αναδύονται τα πνεύματα της θηλυκότητας μαζί με την μαγεία της ομορφιάς, της μητρότητας, της μουσικής, της προφητείας και του θανάτου». Φυσικά δεν μπορούμε να δούμε τον Michel Redolfi σαν μια σύγχρονη… «αναδυομένη Αφροδίτη»! Και σίγουρα όλη η μουσική δεν πηγάζει από το υγρό στοιχείο. Ας μην το παρακάνουμε. Θα γίνει όμως κατανοητό αν πούμε ότι η μουσική είναι αέρας; Το ξέρω ότι ακούγεται παράξενο στην αρχή, ιδίως σε εκείνους που έμαθαν ή τους έμαθαν ή γενικώς τους συμφέρει να ταυτίζουν τη μουσική με στερεά αντικείμενα και αντιπαροχές: παρτιτούρες, οργανολογίες, αναλόγια, μισθοί και ένσημα, δελτία τύπου, φράκα και πόντιουμ, μέγαρα διαφόρων διαστάσεων, επιτροπές, εργολαβίες… Κι όμως με όποιο τρόπο και αν παίζεται ή αναπαράγεται η μουσική είναι απλώς αέρας ή έστω δονήσεις του αέρα. Ας θυμηθούμε άλλη μια φορά τον Eric Dolphy (αιωνία του η μνήμη και η μουσική): «Όταν ακούς μουσική, αφού τελειώσει, σκορπίζεται στον αέρα, δεν μπορείς ποτέ να την ξαναπιάσεις».
Το υδάτινο στοιχείο και ο αέρας… αόριστες καταστάσεις. Ευτυχώς όμως η πρώτη ύλη της μουσικής πατάει επιτέλους σε κάτι συμπαγές: στο σώμα μας, αλλά και στη φωνή. Αυτά ήταν τα πρώτα «όργανα» που διέθετε ο άνθρωπος για να φτιάξει όλων των ειδών τους ήχους, από τότε που μετρούμε την παρουσία του στη γη. Και το ωραίο είναι ότι τα «όργανα» αυτά δεν εξαντλήθηκαν και εξακολουθούν να αποτελούν τον «κύριο φορέα για τη δημιουργία μαγείας», όπως γράφει ο Harry Partch. Από εδώ ξανοιγόμαστε προς άλλες κατευθύνσεις και καλό είναι να κάνουμε διάλειμμα.