Χάρτης 36 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-36/afierwma/h-apagoreymenh-poihsh
Πώς να μιλήσει κανείς για την ποίηση ενός λαού, όταν η γλώσσα και η γραφή της είναι τόσο απροσπέλαστη και «απαγορευτική», όσο η περίφημη Απαγορευμένη Πόλη του;
Το 1935 ο Νίκος Καζαντζάκης, με την οξύτατη πένα του κλείνει σε εβδομήντα μόνο σελίδες το πνεύμα όλο της Κίνας, της «χελώνας των εθνών». «Η πριγκίπισσα Νταν - Πάο -Τσάο φοράει μιαν εφαρμοστή χρουσομέταξη ρόμπα και μακριά πράσινα σκουλαρίκια. Τα μάτια της είναι μαύρα χνουδωτά, γιομάτα ίσκιους. Έζησε χρόνια στα παλάτια, και τώρα που ρήμαξαν οι αυτοκρατορικές αυλές τραβήχτηκε η πριγκίπισσα σε τούτο το απόμερο σπίτι με το δροσάτο κλεισμένο κήπο», από αυτήν ο Έλληνας συγγραφέας θα μάθει για την ιδιομορφία των κινέζικων γραφών:
« —Έχουμε δύο γλώσσες· η μία γράφεται και η άλλη μιλιέται. Η γραφόμενη γλώσσα μας δεν είναι αλφαβητική, οι λέξεις της δεν είναι συνδυασμοί όπως οι δικές [σας] γλώσσες. Έχουμε εμείς χιλιάδες ιδεογράμματα, και καθένα τους αντιπροσωπεύει μιαν ιδέα ή ένα πράγμα… Όταν θέλουμε λοιπόν να γράψουμε τη λέξη «τίγρης», γράφουμε πρώτα το γενικό ιδεόγραμμα του σαρκοβόρου, το σκύλο, και δίπλα του ένα σημαδάκι που συνδυαζόμενο παριστάνει την τίγρη… Για να εκφράσουμε την «οργή», ζωγραφίζουμε μιαν καρδιά με το σημάδι τής σκλαβιάς από πάνω της… δύο όμοια μαργαριτάρια: «φιλία». Εννοείτε λοιπόν τώρα γιατί σ' εμάς η καλλιγραφία θεωρείται εφάμιλλη με τη ζωγραφική… Κάθε μας λέξη είναι ένας μικρός γρίφος, κι οι μορφωμένοι μονάχα μπορούν να τον λύσουν. Κι όσο και πιο μορφωμένος είσαι, τόσο μπορείς να λύσεις περισσότερους γρίφους… Και να σκεφτείτε πως από 214 ιδεογράμματα που είχαμε στην αρχή, έχουμε τώρα χιλιάδες. Το περίφημό μας κλασικό λεξικό, που γράφτηκε τώρα και δυο αιώνες, περιέχει 44.449 ιδεογράμματα! Μα κανένας δεν τα ξέρει όλα. Μαθαίνουμε όσα μπορούμε· πέντ’ έξι χιλιάδες φτάνουν. — Κι η γλώσσα που μιλάτε; — Α! αυτή ’ναι πιο απλή!... Αποτελείται από τετρακόσιες πενήντα μονοσύλλαβες φωνές, που από την απόχρωση της προφοράς τους φτάνουν τις 1600. Οι κινέζικες λέξεις διαιρούνται σε κατηγορίες από ομοιόφωνους ήχους, και για να μη γίνει σύγχυση συνδυάζουμε, όταν τύχει ανάγκη, μια λέξη με άλλη συνώνυμή της ή με την αντίθετή της λέξη…».
Με απλά λόγια, στη κλασική κινεζική γραφή δεν υπάρχουν σημεία με φωνητική μορφή χωρίς σημαινόμενο («φωνήματα»), αλλά μόνον σημεία με φωνή και σημασία («μονήματα» ή «μορφήματα» για να θυμηθούμε τον γαλλικό γλωσσικό στρουκτουραλισμό), όπου το καθένα σημειώνεται με ένα ξεχωριστό εικονόγραμμα. Ένα ως τρία τέτοια εικονογράμματα συναρθρώνουν τελικά μιαν άκλιτη λέξη, που δεν διαφοροποιείται ως προς τα μέρη του λόγου, η θέση της οποίας στη σειρά και μερικά τυπικά μονήματα προσδιορίζουν περισσότερο το νόημα και την προφορά. Είναι φυσικό με την πάροδο των αιώνων να εισάγονται νέοι χαρακτήρες, κυρίως ηχητικοί νεολογισμοί για την προφορά, έτσι ώστε 1000 - 1500 να απαρτίζουν ένα βασικό λεξιλόγιο για τους αγρότες και τους εργάτες, πριν τους υπολογιστές οι γραφομηχανές να έχουν κάπου 2.000 εικονογράμματα και στην εποχή μας να θεωρείται πως ένας μορφωμένος μπορεί να γνωρίζει τη σημασία 4.000 περίπου. Ας σημειωθεί πως η τυποποίηση της καλλιγραφίας τον 11ο αιώνα κατά την περίοδο της λαμπρής δυναστείας των Σονγκ απέδωσε κάπου 53.000 εικονογράμματα (κύρια και παραλλαγές).
«Το πιο μεγαλοφάνταστο σκουλήκι της γης, ο μεταξοσκούληκας, αυτός είναι το αληθινό σύμβολο της Κίνας…» γράφει πάλι ο Καζαντζάκης για την εργατικότητα και την πλησμονή των αισθήσεων που οδηγούν κατ’ αυτόν στη μετουσίωση της ύλης· και εδώ να θυμηθούμε τον Προκόπιο (από την Καισάρεια, παραλιακή πόλη της Παλαιστίνης) και κάποιους μοναχούς: «χρόνου γαρ κατατρίψαι μήκος εν χώρα υπέρ Ινδών έθνη τα πολλά ούση, ήπερ Σηρίνδα ονομάζεται, ταύτη τε ες το ακριβές εκμεμαθηκέναι οποία ποτέ μηχανή γίνεσθαι την μέταξαν εν γη τη Ρωμαίων δυνατά είη…. έφασκον οι μοναχοί σκώληκάς τινας της μετάξης δημιουργούς είναι, της φύσεως αυτοίς διδασκάλου τε ούσης και διηνεκώς αναγκαζούσης εργάζεσθαι. Αλλά τους μεν σκώληκας ενθάδε ζώντας διακομίζειν αμήχανα είναι, τον δε αυτών γόνον εύπορόν τε και ράδιον όλως…Οι δε γενόμενοι εν Σηρίνδη αύθις τα τε ωά μετήνεγκαν ες Βυζάντιον…» (Υπέρ των πολέμων λόγοι, Λόγος Όγδοος). Ο ιστορικός του 6ου αιώνα δεν δίνει περισσότερες λεπτομέρειες για αυτούς, τον αρκετό χρόνο που έμειναν στην Κίνα, τη γλώσσα κυρίως της συνεννόησής τους, το ταξίδι τους. Το πιθανότερο να ήταν απεχθείς Νεστοριανοί, που τόλμησαν να εμφανιστούν στον αντισυμβατικό Ιουστινιανό για να του προσφέρουν πολύτιμη εκδούλευση σχετική με την παραγωγή του κινέζικου μεταξιού. Νεστοριανοί Χριστιανοί, δραστήριοι και φιλομαθείς, διωκόμενοι από τους Ορθόδοξους από τον προηγούμενο ήδη αιώνα έφτασαν πέρα από την Περσία και τα έθνη των Ινδών ώς την Σηρίνδα (Κίνα). Ο Μάρκο Πόλο τους συνάντησε σε όλη τη διαδρομή του ώς το Πεκίνο τον 13ο αιώνα και είδε ακόμη εκκλησίες τους στην πόλη Τσιν-Κιανγκ-Φου (μάλλον τη σημερινή Zhenjiang, πάνω στον ποταμό Γιανγκτσέ στην επαρχία Jiangshu της νοτιοανατολικής Κίνας).
Τρεις περίπου αιώνες αργότερα οι Ιταλοί μοναχοί Matteo Ricci και Michele Ruggieri, του απεχθούς και αυτοί τάγματος των Ιησουιτών, θα συντάξουν ένα Πορτογαλικό-Κινέζικο λεξικό και το πρώτο σχέδιο μεταγραφής των κινέζικων λέξεων με λατινικούς χαρακτήρες. Ο Matteo Ricci μεταφράζει τα Στοιχεία του Ευκλείδη στα κινέζικα και τα Κλασικά Κινέζικα κείμενα στα λατινικά και είναι ακόμη ο πρώτος Ευρωπαίος που θα μπει στην Απαγορευμένη Πόλη το 1601. Και αν χρειάστηκε μισός περίπου αιώνας (από το 1557 που οι Πορτογάλοι μπήκαν στο Μακάο) για την μεταγραφή αυτή, οι Βρετανοί θα χρειαστούν δυόμιση ως τα τέλη του 19ου αιώνα (από το 1630 που πλοία τους αρχίζουν να προσεγγίζουν λιμάνια της Καντόνα) για το σύστημα μεταγραφής των Thomas F. Wade και Herbert A. Giles· για να αντικατασταθεί και αυτή μεταπολεμικά από ένα κυβερνητικό επίσημο σύστημα παράλληλης διγραφίας, όχι χωρίς αντιδράσεις.
Τα εικονογράμματα, που σχηματίζονται από κάθετες, οριζόντιες ή λοξές γραμμές-πινελιές (από δύο ώς είκοσι, μπορεί και περισσότερες παρά τις διαδοχικές απόπειρες σχεδιαστικής απλοποίησης ώς τη σύγχρονη εποχή) απόλυτα διακριτές, κρατούν στην γραφή την αυτονομία τους, είναι τετραγωνισμένα νοητώς με αυστηρή ισότητα μεγέθους και στοίχισης και αρθρώνουν τελικά ένα κείμενο ενταγμένο σε ιδεατό παραλληλόγραμμο, που διαβάζεται από πάνω προς τα κάτω και από δεξιά προς τα αριστερά (στην κλασική γραφή, ενώ σήμερα η αρχή γίνεται από αριστερά).
Η κινέζικη γλώσσα είναι τονική και περιλαμβάνει γύρω στις δέκα ομάδες διαλέκτων, όχι κατανοητών πάντα μεταξύ τους. Τα Μανδαρινικά, μια ομάδα που εντοπίζεται στη βόρειο και νοτιοδυτική Κίνα, όπου και η βάση της σύγχρονης ομιλούμενης διαλέκτου του Πεκίνου, έχουν 4 φωνητικούς τόνους (υψηλό, ανερχόμενο, κατερχόμενο, βυθιζόμενο) και έναν ουδέτερο. Τα Καντονέζικα, η ομάδα διαλέκτων της νοτιοανατολικής Κίνας και ευρύτερα της ΝΑ Ασίας, έχουν 6 φωνητικούς τόνους και 3 ουδέτερους. Εννοείται ότι διαφοροποιούνται έτσι με την προφορά πάμπολλα ομώνυμα μονήματα και λέξεις. Μέρος της ταυτότητας αυτής της γλώσσας, απροσπέλαστης σε μεγάλο βαθμό, παραμένει σίγουρα η ιδιότυπη γραφή της, η αρχαιότερη σήμερα σε χρήση, με τα μυστηριώδη και «απαγορευτικά» χαρακτηριστικά.
«I cannot say much for the acting, or music; the former appeared stiff, the latter a perfect jargon» γράφει ο χιακής καταγωγής πλοίαρχος του πολεμικού ναυτικού των ΗΠΑ George M. Calvocoresses, παρακολουθώντας το 1841 στη Σιγκαπούρη μουσική παράσταση Κινέζων· ωστόσο σήμερα και σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα του εκπαιδευτικού ιστότοπου Preply, τα κινέζικα είναι η έκτη πιο μουσική, ελκυστική, και ερωτική αν θέλετε, γλώσσα στον κόσμο.
«Δεν υπάρχει πολιτισμός με τόση ποίηση κι ευαισθησία σαν τον κινέζικο» αποφαίνεται πάλι το 1935 ο Νίκος Καζαντζάκης, απηχώντας προφανώς σιωπηλά τον ενθουσιασμό και τη μανία του μοντερνισμού των αρχών του αιώνα του για την κινέζικη ποίηση: από τον Γάλλο Marie-Jean-Léon Lecoq, Baron d’ Hervey de Juchereau, Marquis d’Hervey de Saint-Denys, που διερευνά πρώτος τους τρόπους μετάφρασης της κινέζικης ποίησης, τον Ρουμάνο γλύπτη Costantin Brancusi, που ισχυριζόταν ότι μπορούσε να διακρίνει πίσω απο τα κλασικά κινεζικά ιδεογράμματα το ποιητικό νόημα της λέξης, ώς τον Αμερικανό μέγιστο νεωτερικό και δάσκαλο της ποίησης Ezra Pound, που το 1915 εκδίδει από τις μεταφράσεις του ρέκτη συμπατριώτη του Ernest Fenollosa τη μοναδική Cathay.
Με το μονοσυλλαβικό χαρακτήρα της γραφής και την τονική ποικιλία της η κινέζικη ποίηση συγκροτεί ένα θηριώδες σώμα τριάντα σχεδόν αιώνων, όπου η αυστηρή συμμετρία και οι παραλληλίες συμπλέκονται συχνά με την καλλιγραφία και τη ζωγραφική. Μία ως επτά συλλαβές συγκροτούν λυρικές εικόνες παρμένες από τη φύση, την προσωπική ζωή, την καθημερινότητα, με έκφραση ελλειπτική, γεμάτη αλληγορίες και συμβολισμούς που γενιές ποιητών εμβαθύνουν και πλουτίζουν διαρκώς.
Η ρυθμική επανάληψη, η έμφαση στη λεπτομέρεια, η ακραία υπαινικτικότητα, η συσσώρευση των μεταφορών, η παρατακτικότητα των εικόνων και των μετωνυμιών, η δύναμη της φαντασίας και του εσωτερικού ρυθμού, οι λεπτές αποχρώσεις των συναισθημάτων είναι σταθερά προσδιοριστικά της κινέζικης ποιητικής.
Μια νοοτροπία, που την χαρακτηρίζει η συστηματικότητα και η εμμονή στην παράδοση, επεξεργάζεται επανειλημμένα τα ίδια ποιητικά χαρακτηριστικά στις αλλεπάλληλες (που χωρίζονται σε δυναστείες) περιόδους, ώς την εποχή τουλάχιστον που αρχίζει και ο δικός της μοντερνισμός με επιρροές από το στρατευμένο και υπερρεαλιστικό λόγο των αρχών του 20ού αιώνα.
Στη μακρά κλασική της παράδοση πρόκειται για μια ποίηση εγγράμματων αυτοκρατόρων, στρατηγών, αξιωματούχων, παλλακίδων, που δεν απαγγέλλεται, αλλά διαβάζεται ή τραγουδιέται και επιδιώκει να επιβληθεί είτε με την εσωτερική συγκίνηση μιας συμμετρίας εικόνων-ιδεών και παρηχήσεων είτε με την αρμονία των διαδοχικών ρυθμικών μεταπτώσεων της τονικής προφοράς.
Καθώς ουσιαστικά μόνο από το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα η γλώσσα και γενικότερα ο «απαγορευμένος» κόσμος της Κίνας ανοίγεται εκών άκων στην προσέγγιση της Δύσης, τότε εμφανίζονται και οι πρώτες ποιητικές ανθολογίες, μεταγραφές κυρίως αρχαιότερων κινέζικων συλλογών. Από τις περισσότερο γνωστές και ίσως η πρωιμότερη είναι της εξαιρετικής Judith Gautier [με το ψευδώνυμο Walter] Le livre de jade του 1867 (αναθεωρημένη έκδοση το 1902, που μεταφράζεται στις κυριότερες ευρωπαϊκές γλώσσες και για πενήντα περίπου χρόνια αποτελεί τη βασική εισαγωγή στην κινέζικη ποίηση). Είναι ευνόητο πως στο μεσοπόλεμο πολλαπλασιάζονται οι ιστορίες και οι κάθε είδους ανθολογίες της κινέζικης λογοτεχνίας.
Ανθολογικές προσεγγίσεις στην ελληνική γλώσσα εμφανίζονται στα μεταπολεμικά χρόνια, μεταφρασμένες από αντίστοιχα γαλλικά ή αγγλικά κατά βάση έργα. Έτσι εκτός από το Ζήσιμο Λορεντζάτο που μεταφράζει την Κατάη του Έζρα Πάουντ (1950), ο Άρης Δικταίος παρουσιάζει την Ανθολογία κινεζικής ποιήσεως (1962, στη σειρά των εκδόσεων Γ. Φέξη «Πως να γνωρίσουμε καλύτερα την Κίνα» [έργα διαλεγμένα με την πρωτοβουλία και συνεργασία της «Ενώσεως Φίλων της Νέας Κίνας»]), και ο γαλλομαθής ποιητής Όμηρος Μπεκές την Ανθολογία Κινέζων ποιητών (1968, Εκδόσεις Α. Καραβία). Πιο πρόσφατα κυκλοφορούν: Περικλής Π. Καίσαρης Δημοτικά τραγούδια της Ανατολής. Ινδία - Κίνα - Ιαπωνία (1974), Aνδρέας Αγγελάκης Κινέζικη και Ιαπωνική ποίηση (1974 και 1983 β΄ έκδοση συμπληρωμένη, εκδόσεις Καστανιώτη), Μερόπη Οικονόμου Κινέζικη ποίηση(1985, Κώδικας), Σωκράτης Σκαρτσής Κινέζοι ποιητές, Τετράστιχα (1988, εκδ. Καστανιώτη), Κώστας Βάρναλης Κινέζικα Τραγούδια (1992, Λωτός, προλογικό σημείωμα Χρήστος Μπουλώτης, εικόνες Jian Leezhi), Ezra Pound Κατάη (1997, εισαγ.-μτφρ. Τάκης Μενδράκος, εκδ. Άγρα), Πέτρος Α. Δήμας Ολίγο φως και μακρινό… Ανθολογία κινεζικής ποίησης (1999, εκδ. Γαβριηλίδη), Αναστάσης Βιστωνίτης Ο δαίμονας στον καθρέφτη. 50 ποιήματα του Λι Χο (2002, εκδ. Νεφέλη), Ανθολόγιο Σύγχρονης Κινεζικής ποίησης. 50 Κινέζοι ποιητές (2010, Υπουργείο Πολιτισμού-Διεύθυνση Γραμμάτων, σε συνεργασία με την Κινεζική Γενική Αρχή Τύπου και Εκδόσεων για την 7η Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης [(μτφρ. Leonidas Liu από τα κινέζικα]), Κατερίνα Βούρκα Στο ρου των ποταμών. Ανθολογία κινεζικής ποίησης των δυναστειών Τανγκ και Σονγκ (2014, Παπασωτηρίου), Παναγιώτης Θ. Μαυρίδης 45 Ποιήματα κλασικής και σύγχρονης κινεζικής ποίησης (2014, εκδ. Οδός Πανός [σημαντική δίγλωσση έκδοση με απευθείας μεταφράσεις] και τελευταία: Γιώργος Κοροπούλης, Κύριλλος Σαρρής Σουνγκ Γυ, Ο Άνεμος (2021, εκδ. Sestina), Αναστάσης Βιστωνίτης Μπέι Ντάο. Το ρόδο του χρόνου (2021, εκδ. Καστανιώτη). Ας σημειωθεί ακόμη το μοναδικό στο είδος του: Συμεών Η τέχνη του γραψίματος. Wen Fu του Lu Chi (2003, εκδόσεις Άγρα, εισαγωγή Sam Hamill, ποιητική πραγματεία του 3ου π.Χ. αιώνα γραμμένη σε στίχους).
Ενδεικτικά μόνο αναφέρονται οι σελίδες δύο περιοδικών: Εντευκτήριο, τχ. 21, Δεκέμβριος 1992 (συνοπτική παρουσίαση της σύγχρονης κινέζικης λογοτεχνίας με κάποια ποιήματα) και πριν από αυτό: Διαγώνιος 4/1980 (όπου μικρό αν και πολύ ενδιαφέρον δοκίμιο, με μεταφράσεις ποιημάτων, του Βασίλη Καραβίτη για το λογοτεχνικό «Κίνημα των εκατό λουλουδιών» στην Κίνα του 1956-7).
Την ίδια ωστόσο εποχή δύο εκδόσεις ξεχωρίζουν για την προσπάθεια συστηματικής ανθολόγησης της κινεζικής ποίησης, ώστε να συμπεριλάβουν τα πιο χαρακτηριστικά δείγματα των πολλαπλών περιόδων της· πρόκειται για την Κινέζικη ποίηση της Αμαλίας Τσακνιά (1979, Πλέθρον β΄ έκδοση συμπληρωμένη) από γαλλικές κυρίως συλλογές και η Ανθολογία κινέζικης ποίησης. Τζου-Γουάνγκ Γουέι-Λι Πο. Οι τομές της κλασικής κινέζικης ποίησης του Γιάννη Λειβαδά (2005, εκδ. Ροές) από αγγλικές πηγές. Η πρώτη περίπτωση επιχειρεί να συνοψίσει ώς τα νεότερα χρόνια, ενώ η δεύτερη επικεντρώνεται στις σπουδαίες τροπές της κλασικής ποίησης των μεσαιωνικών χρόνων. Αν και οι δύο εκδόσεις απέχουν μεταξύ τους τέταρτο του αιώνος και μια σχεδόν εικοσαετία από τις ημέρες μας, παραμένουν κύριες εισαγωγικές για όποιον τουλάχιστον δεν μπορεί να προσεγγίσει την ξενόγλωσση βιβλιογραφία με τις καθοριστικότερες προόδους της.
Δύο ακόμη εκδόσεις, που μένουν ώς τώρα λίγο πολύ αφανείς παρά την έντιμη προσέγγιση του θέματος είναι το Κινέζικα Τραγούδια. Από τον 15ο αιώνα π.Χ. μέχρι σήμερα, μτφρ. Αμαλίας Ζαχαριάδου (1955, εκδ. Κύκλος) και το Μάνος Σμαράγδης Κινέζικη κλασική ποίηση (1985, εκδ. Ν. Μαυρομμάτης & Σία). Η πρώτη είναι μια ολιγοσέλιδη έκδοση σαράντα περίπου ποιημάτων τυπωμένη με ξεχωριστή φροντίδα, που αντλεί πολύ επιλεκτικά το υλικό της από το αγγλικό Wisdom of China and India (Random House, New York 1942 και πολλές επανεκδόσεις) του πολυγραφότατου Lin Yutang και από την ιστορική γαλλική έκδοση του Louis Laloy Poésies chinoises (1944, Egloff, Φράιμπουργκ). Πρόκειται ουσιαστικά για τον πυρήνα της εκτενέστερης συλλογής της Αμαλίας Τσακνιά ήδη, Κινέζικη ποίηση(1973 ιδιωτική και το 1979 Πλέθρον, όπου ενσωματώνει και το: Λι Τάι Πο. Επιλογή από το έργο του, 1979, Η μικρή Εγνατία). Η άλλη έκδοση, με ψευδώνυμο του Αιγυπτιώτη μηχανικού Εμμανουήλ Π. Αναγνώστου, συγκεντρώνει από διάφορες αγγλο-γαλλικές πηγές ενενήντα περίπου ποιητές, αντιπροσωπευτικούς όλων των εποχών από την αρχαιότητα ως τον 18ο αιώνα. Αντάξιο σε έκταση τουλάχιστον με την εργασία της Αμ. Τσακνιά και του Γ. Λειβαδά και με επιμελημένη απόδοση στερήθηκε της όποιας αναγνωσιμότητας εξαιτίας προφανώς της περιθωριακής έκδοσής του.
Είναι ευνόητο, ωσότου τουλάχιστον σε κατάλληλο περιβάλλον ανθίσει το είδος Greek-Sinologist ή chinois-néohelléniste, πως η κινέζικη ποίηση με τις δυσκολίες αυτής καθεαυτής της γλωσσικής της γραφής, με τη διαμεσολάβηση μιας τρίτης απόδοσης και πολύ περισσότερο με τη διαμεσολάβηση ενός τρίτου ερμηνευτικού αισθητηρίου, θα προκαλεί αμηχανία και θα παραμένει μάλλον μια ποίηση ερμητική και οιονεί «απαγορευμένη».
1.
Wang Wei
(αρχές 8ου αιώνα)
αξιωματούχος, ποιητής, μουσικός και ζωγράφος κατά τη δυναστεία των Tang, ένας από τους σπουδαιότερους ποιητές της Κίνας.
[Επίγραμμα στα «Τέσσερα τραγούδια του αποχωρισμού»]
Ψιλή βροχή στην ψιλή σκόνη / Οι ιτιές μες στην αυλή / Θα πρασινίζουν όλο και πιο πράσινες, / Μα εσείς, Κύριε, πάρτε καλύτερα κρασί μαζί σας, / Γιατί δε θά’ χετε κει κάτω φίλους / Όταν φτάσετε στις πύλες του Γκο. (Ριχάκου ή Ομακίτσου)».
(Ζ. Λορεντζάτος, 1950)
[Η ένδειξη “(Ριχάκου ή Ομακίτσου)” της ελληνικής έκδοσης δεν υπάρχει στο Ezra Pound Cathay, 1915. Ωστόσο το όνομα “Ομακίτσου” (sic) μοιάζει παραφθορά του “Wang [Wei] Mojie”, υπογραφή τού ποιητή.]
ΓOYÁNΓK ΓΟΥÉΙ, «Αποχαιρετισμός στον Γιουάν, στη δεύτερη αποστολή του στο Ανσί».
Στην πόλη του Γουέι η πρωινή βροχή κατακάθισε τη λεπτή σκόνη / Το πανδοχείο καταπράσινο με τα καινούρια φύλλα της ιτιάς / Σου λέω, πιες ακόμα ένα ποτήρι κρασί / Πέρα στα δυτικά σύνορα θα φτάσεις και φίλους δεν έχεις εκεί.
(Γ. Λειβαδάς, 2005)
ΓOYÁNΓK ΓΟΥÍ, «Αποχαιρετισμός στον Γουάν-Ερ που πήρε μετάθεση για το Ανσί».
Στο Γουιτσσένγκ η πρωινή βροχή ψιλομούσκεψε το χώμα, / στο πανδοχείο της πράσινης ιτιάς ζωήρεψε το χρώμα.
Ένα ποτήρι ακόμα σε παρακαλώ να πιεις / στα δυτικά πέρα απ’ το Γκανγκ Γκουάν γνώριμο δεν θα βρεις.
(Π. Θ. Μαυρίδης, 2014)
2.
Meng Hao-Jan
([στην απόδοση Wade-Giles] αρχές 8ου αιώνα)
περίφημος ποιητής της δυναστείας των Tang.
MENG HAO-JAN, «Ανοιξιάτικη αυγή»
Ύπνος γλυκός, εαρινός, κι έχασα την αυγή / μα τα πουλιά ξυπνήσανε και ξεφαντώνουν./ Όλη τη νύχτα βόγκαγε η βροχή κι ο άνεμος· / ποιος ξέρει πόσα λούλουδα νά ’ναι πεσμένα;
(Αμ. Τσακνιά, 1979).
ΜONΓΚ ΧÁΟ-ΖΑΝ, «Ανοιξιάτικο ξημέρωμα»
Ύπνος γλυκός με πλάνεψε να χάσω την αυγή, / και να! Τα ξένοιαστα πουλιά πετούν και ψάλλουν πέρα. / Όλη τη νύχτα στέναζε ο αγέρας κι η βροχή / Πόσα πεσμένα λούλουδα πάλι θα βρει η μέρα!!...
(Μ. Σμαράγδης, 1985).
ΜΕΝΓΚ ΧÁΟ-ΡΑΝ, «Ανοιξιάτικο ξημέρωμα»
Άνοιξη, μέσ’ στον ύπνο μου δεν νιώθω αν έχει φέξει, / από παντού ακούγονται πουλιά να κελαηδούν. / Τη νύχτα βούιζε ο αέρας κι έχει βρέξει, / ξέρεις πόσα λουλούδια πέσαν και θα πατηθούν;
(Π. Θ. Μαυρίδης, 2014).
3.
Xin Qiji
(μέσα του 12ου αιώνα)
στρατηγός, ποιητής και καλλιγράφος της δυναστείας των Song.
HSIN CH’I- CHI, «Παλικάρι, αγνοούσα τη γεύση του πόνου»
Παλικάρι, αγνοούσα τη γεύση του πόνου, / μ’ άρεζε να σκαρφαλώνω στο κιόσκι απάνου, / μ’ άρεζε να σκαρφαλώνω στο κιόσκι απάνου / και να γράφω στίχους που μιλούσαν για θλίψη.
Τώρα που κατέχω τη γεύση του πόνου / θά ’θελα να μιλήσω μα δεν τολμώ, / θά ’θελα να μιλήσω μα δεν τολμώ, / και τραγουδάω τ’ όμορφο φθινόπωρο»
(Αμ. Τσακνιά, 1979).
ΣIN TΣI ΤΖΙ, «Η θλίψη»
Σαν ήμουν νέος / πώς νιώθεται η θλίψη αγνοούσα, / μου άρεσε στη σοφίτα ν’ ανεβαίνω / μου άρεσε στη σοφίτα ν’ ανεβαίνω / γι’ αυτήν να στιχουργώ, να επιμένω· / να την εκφράσω τέλεια προσπαθούσα.
Τώρα που γνώρισα και ξέρω / θέλω πολύ για θλίψη να μιλώ / θέλω πολύ για θλίψη να μιλώ, / μα σταματώ· μόνο προφέρω: / ψυχρός καιρός, φθινόπωρο παγερό.
(Π. Θ. Μαυρίδης, 2014).
4.
Yuan Mei
(Yán Méi, 18ος αιώνας),
ζωγράφος και ποιητής της τελευταίας δυναστείας των Ch’ing.
YUAN MEI, «Έκφραση»
Αρκεί να ψάξεις για την ποίηση και θα τη βρεις. / Ασήμαντη κηλίδα η ψυχή μου, με δασκαλεύει. / Ο ήλιος του δειλινού και τα μυρωμένα χόρτα / είναι πράγματα κοινά, / μα σαν τα νιώσεις, μπορούν να γίνουν ένδοξοι στίχοι.
(Αμ. Τσακνιά, 1979)
ΓΙΟΥΑΝ ΜÉΙ, «Ποίηση»
Όσο κι αν πράγμα δύσκολο εσύ το θεωρήσεις, / λίγο να ψάξεις θα την βρεις την Ποίηση, αν θελήσεις, / (φτάνει η ψυχή σου οδηγός μοναδικός να γίνει). / Τους ήλιους και τα δειλινά μες στη ψυχή σου αν κλείσεις, / παίρνεις την Ποίηση αγκαλιά κι αυτή πιστή θα μείνει…
(Μ. Σμαράγδης, 1985).
Wen Zhengming, À l’heure où la brume descend et les ombres s’ allongent [Την ώρα που πέφτει η ομίχλη και οι σκιές μακραίνουν], 1550 περ. Ρόλος κάθετος χάρτινος και μελάνι, ύψος 133 εκ. πλάτος 61 εκ. Αυτόγραφο ποίημα του ζωγράφου με τη σφραγίδα του. Μουσείο Guimet, Παρίσι.
Το ποίημα:
Song yin fu shui ye yun hu?
Les eaux épanchées jusqu’ à l’ombre des pins est-ce un songe?
[ Το νερό που χάνεται στη σκιά των πεύκων είναι όνειρο; ]
Bai xie ji tou yi diao heng.
Comme le flux argenté qui se forme sur l’écueil et se communique, au large, en remous,
[ Καθώς το αργυρό νερό φουσκώνει στους σκόπελους και σχηματίζει, στο πλάτος, δίνες, ]
Lang xing shi cheng feng yi chao,
M’éveillant au bruit de la vague, me vient un poème à nul autre pareil
[ Ξυπνώντας με ο ήχος απ’ το κύμα, εμπνέομαι ένα ποίημα, που όμοιό του δεν υπάρχει ]
Qing jiang qian ri hun ming sheng.
En cette heure où du fleuve, miroir solaire, monte la clarté crepusculaire.
[ Αυτή την ώρα, που απ’ το ποτάμι, καθρέφτης του ήλιου, ανεβαίνει το πρωινό φως]
Zhengming