Χάρτης 36 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-36/metafrash/alhoeia-ta-oneira-moy-ta-erga-moy-prepei-na-perimenoyn-na-teleiwsei-h-kolash
Η Γκουέντολιν Μπρουκς (Gwendolyn Brooks, 1917-2000) ήταν Αμερικανίδα ποιήτρια. Η ζωή στις φτωχογειτονιές των μαύρων στο Σικάγο, αλλά και το κίνημα για τα πολιτικά δικαιώματά τους αποτέλεσαν κάποια από τα κυρίαρχα θέματα στην ποίησή της. Η Μπρουκς δεν περιόριζε ποτέ τον στίχο, αλλά ούτε και τις θεματικές της. Μετέβαινε με ευκολία από τον ελεύθερο στίχο στα σονέτα, διατηρώντας τη «λαϊκή αφήγηση», όπως έλεγε η ίδια. Ήταν η πρώτη Αφρο-Αμερικανίδα ποιήτρια που κέρδισε βραβείο Pulitzer για την ποιητική συλλογή της Annie Allen τον Μάιο του 1950. Τα δύο ποιήματα προέρχονται από τις ποιητικές συλλογές A Street in Bronzeville (1945) και Blacks (1987).
——— ≈ ———
Αλήθεια
Και αν βγει ο ήλιος
Πώς θα τον χαιρετήσουμε;
Δεν θα τον τρέμουμε,
Δεν θα τον φοβηθούμε
Μετά από τόση
συνύπαρξη με τη σκιά;
Παρόλο που κλαίγαμε για εκείνον,
Παρόλο που προσευχόμασταν,
Όλα αυτά τα σκοτεινά χρόνια—
Αν ξυπνήσουμε ένα λαμπρό πρωί
Και ακούσουμε το άγριο χτύπημα
Των σκληρών του αρθρώσεων
Στην πόρτα;
Δεν θα ριγήσουμε; —
Δεν θα τραπούμε σε φυγή
Προς το καταφύγιο, το αγαπημένο αποπνιχτικό καταφύγιο
Της γνώριμης
κι αγαπημένης καταχνιάς;
Γλυκό που είναι, γλυκό που είναι
Να κοιμάσαι στη δροσιά
Της βολικής άγνοιας.
Το σκοτάδι απλώνεται βαρύ
Πάνω από τα μάτια.
Τα όνειρα μου, τα έργα μου, πρέπει να περιμένουν να τελειώσει η κόλαση
Κρατώ το μέλι μου και φυλάσσω το ψωμί μου
Σε μικρά βάζα και ντουλάπια που επιθυμώ.
Τοποθετώ ξεκάθαρες ετικέτες, και κάθε καπάκι και μάνταλο
Προστάζω, Κράτα γερά ώσπου να επιστρέψω από την κόλαση.
Πεινάω πάρα πολύ. Είμαι ημιτελής.
Και κανείς δεν ξέρει πότε θα δειπνήσω ξανά.
Κανείς δεν μπορεί να μου πει μια κουβέντα παρά μόνο Περίμενε,
Το ημίφως. Εστιάζω τα μάτια προς τα μέσα
Ελπίζοντας ότι όταν οι διαβολεμένες μέρες του καημού μου
Φτάσουν να βρουν το κατακάθι κι επανέλθω
Σε όποια πόδια μού έμειναν, με τόση καρδιά
Όση αντέξω, θα θυμηθώ να πάω στο σπίτι μου,
Πώς το στόμα μου δεν θα μείνει ασυγκίνητο
στο μέλι και στο ψωμί που ήξερε ν’ αγαπά η πρώτη αγνότητα.