Χάρτης 36 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-36/moysikh/synanthsh-me-ton-pandoxea-albert
Ο Franz Joseph Albert αντέδρασε γελώντας:
«Καλοσύνη σας», μου είπε υποκλινόμενος ελαφρώς, «αλλά δεν είναι υποχρέωσή σας να μου υποβάλετε τα σέβη σας», είπε· «εγώ σας υποβάλω τα σέβη μου, αφού μου κάνετε την τιμή να ζητήσετε να διανυκτερεύσετε στο πανδοχείο μου. Πράγματι, πριν δύο έτη ακριβώς, ο κύριος Μότσαρτ ήταν εδώ, δυτικό δωμάτιο του πρώτου ορόφου, εσείς θα μείνετε στο ανατολικό. Λέγω λοιπόν σχετικά με τον κύριο Μότσαρτ, πως δεν μου διαφεύγει ότι είχα την ευκαιρία να τον φιλοξενήσω τον Δεκέμβριο του 1774, αφιχθέντα στην πόλη μας με τον πατέρα του, του οποίου το όνομα μού διαφεύγει αυτή την στιγμή. Επρόκειτο περί μακράς παραμονής του αγαπητού Βόλφγκανγκ, επειδή είχε να προετοιμάσει και να παρουσιάσει εδώ μιαν όπερα, της οποίας ο τίτλος μού διαφεύγει αυτή την στιγμή. Πρέπει να σας πω πως δεν χρειάστηκε να πάω στο θέατρο για να απολαύσω εκείνο το μουσικό έργο: το άκουγα να επαναλαμβάνεται εν μέρει και στο σύνολό του στο σαλόνι του πανδοχείου μας, όπου γίνονταν οι πρόβες, θα σας δείξω το φορτεπιάνο που υπάρχει στο σαλόνι, ο αγαπητός Βόλφγκανγκ έλεγε πως είναι το καλύτερο δείγμα του κατασκευαστή πληκτροφόρων Johann Andreas Stein στην πόλη μας. Εγώ του δήλωνα ότι δεν χρειάζονταν τέτοιου είδους εγκώμια, τα οποία, όταν κοινολογούνται, αποτελούν αφορμή για κάθε είδους περαστικούς να ταλαιπωρούν τέτοιας ποιότητας μουσικό όργανο.
Τότε, ο κύριος Μότσαρτ ήταν ακόμα αμούστακο παιδί. Από τότε, έχουν παρέλθει τρία χρόνια και νομίζω πως έχει ψηλώσει κάπως, κλείνει, όπως μου είπε, τα είκοσι ένα, έχει ωριμάσει. Πάντως δεν υπάρχει περίπτωση να απαρνηθεί τον παιγνιώδη χαρακτήρα του. Πριν καλά-καλά διαβεί το κατώφλι του πανδοχείου μας, τον άκουσα να μου φωνάζει “Πού είσαι, σκατόγερε;” Ζητώ την επιείκειά σας προκειμένου να σας μεταφέρω την απάντησή μου. “Καθιστός στον κώλο μου”, φώναξα με τη σειρά μου και έτρεξα να τον αγκαλιάσω, να τον καλωσορίσω, να υποκλιθώ στη μητέρα του. Και ώσπου να νυχτώσει και να σημάνει το ρολόι στην Marienplatz, ήταν μπροστά στο φορτεπιάνο, σκάρωνε μελωδίες, τις άκουγαν οι κατσαρόλες και έφτιαξαν ένα αξέχαστο δείπνο. Αν ζούσε ο συχωρεμένος πατέρας μου, θα είχε μεθύσει.
Όταν επέστρεψε από την συνάντησή μου με την Αυτού Υψηλότητα, έδειχνε σκεπτικός. “Θα είμαι υποχρεωμένος”, μου εκμυστηρεύτηκε, “να παίζω σε κρύες γωνίες μεγάρων, με κρύα δάχτυλα και παγωμένα πόδια για την κόμησα Στραβοκατούραμας, την πριγκήπισα Σκατομυριστή και τις κόρες της, τον βαρόνο φον Γουρουνοχέστη και την ανύπαντρη αδελφή του Κωλοβάραμε. Δεν αντέχεις αυτό το παιδί, το κουβαλάς στις πλάτες σου, σε ανεβάζει στους ουρανούς. Δεν αντέχει ούτε τον εαυτό του, το κορμί του τινάζεται λες και το χτυπούν αλύπητα τα επουράνια πνεύματα, δεν βρίσκει αναπαμό, τέτοια αρρώστια μεταδίδει, δεν υπάρχει γιατρικό σε τέτοια ύψη.”
[ Πηγή: Robert Spaethling, Mozart’s Letters, Mozart’s Life, Faber & Faber 2000 ]