Χάρτης 33 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-33/tehnasmata/apo-tis-istories-toy-plokamoy-o-gotoikos-metatropeas
ΜΙΑ ΤΡΟΠΟΝ ΤΙΝΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΗ, ΚΩΜΙΚΗ ΝΟΥΒΕΛΑ ΜΕ ΓΕΝΙΚΟ ΘΕΜΑ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΚΑΙ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗ ΤΟΝ ΜΙΜΟ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ
ΣΤΟ ΠΑΡΟΝ ΤΕΥΧΟΣ ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ:
ΜΕΡΟΣ Γ΄ ΜΕ ΤΙΤΛΟ «GothicGenerator»
[ ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΞΕΚΙΝΑΕΙ ΠΕΡΙΠΟΥ ΑΠ’ ΤΟ ΣΗΜΕΙΟ ΟΠΟΥ ΕΛΗΓΕ ΤΟ ΜΕΡΟΣ Α΄ (ΠΕΡΙΜΑΖΕΜΑ ΤΟΥ ΜΙΜΟΥ ΣΤΟ ΣΠΙΤΙ ΜΑΣ ΜΕΤΑ ΤΗ ΣΥΜΦΟΡΑ ΠΟΥ ΤΟΝ ΧΤΥΠΗΣΕ ΣΤΟ ΦΟΥΑΓΙΕ),
ΚΑΘΟΤΙ ΤΟ ΑΜΕΣΩΣ ΠΡΟΗΓΗΘΕΝ ΜΕΡΟΣ Β΄ ΗΤΑΝ ΑΠΛΑ ΕΝΑΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΟΣ ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΟΥΔΕΜΙΑ ΠΡΟΟΔΟ ΣΤΗΝ ΠΛΟΚΗ ΠΕΡΙΕΙΧΕ ]
————— ≈ —————
Έστελνα στον Μίμο του Θανάτου μέρα παρά μέρα, στο Messenger, να δω τι γίνεται. Από πλευράς Σήμανσης (ανάλυση ευρημάτων / εντοπισμός υπόπτων), ουδέν νεότερο. Αυτός είχε απελπιστεί. Του είπα να του κάναμε εμείς δώρο ένα ολοκαινούργιο δρεπάνι, σαν αυτό που είχε χάσει, κι ότι θα ήταν χαρά μας. Τον ρώτησα πόσο επιτέλους κοστίζει αυτό το πράγμα.
«Ω σ’ ευχαριτώ, μα Αδύνατον» μου απάντησε. «Το δρεοάνι εείνα custom δικό μου. Έχει μέσα μια πλακέτα ηλεκρτονική που την έφτιαξα ο ίδιος, Κατ΄΄α τ’άλλα τουσωρού είναι, από κατ/μα παιχνιδιών (+φάτσα θλίψης)».
Ένα πρωί, ωστόσο, μου έστειλε το εξής:
«ΔΕς αυτό» έγραφε (ήταν ένα λινκ σε εφημερίδα σοβαρή). «Α ν μλορείς να βρειύμε για ένακ καφέ το συντοότερο πες μου. Θα σου εξηγ’ησω από κοντα.».
Στα κλάσματα δευτερολέπτου μέχρι να ανοίξει το λινκ, σ’ ένα πρώτο επίπεδο της νόησής μου, εκεί όπου ακόμη ο Λόγος δεν έχει ξεκαθαρίσει καλά-καλά απ’ το Θυμικό, κάθε πιθανό επιχείρημα κατά της γενικευμένης χρήσης του autocorrect καιγότανε, για μιαν ακόμη φορά ηλεκτρονικής συνομιλίας με τον αγαπητό Μίμο του Θανάτου, ωσάν σωρός από σκισμένα βιβλία, μεσημέρι της 20 —χονδρικά— Ιουνίου (ημέρας λήξης της σχολικής χρονιάς), στο προαύλιο του Γυμνασίου όπου φοίτησα.
————— ≈ —————
Τις τελευταίες ημέρες, στην ευρύτερη περιοχή των Κάτω Πατησίων, άγνωστοι μετέτρεψαν την πρόσοψη πολυκατοικίας σε γοτθικό κτίριο με γκαργκόυλ και λοιπούς δαίμονες, τον καμπυλωτό τρούλο εκκλησίας σε μυτερή κορυφή, τα πολύχρωμα, μηχανικά αλογάκια περιπτέρου σε μαύρα, μηχανικά, ακέφαλα άλογα κανονικού ύψους, το σκάμμα τσουλήθρας παιδικής χαράς σε χαοτική τάφρο. Πραγματογνώμονες βεβαιώνουν ότι, όσον αφορά τις παραπάνω κτιριακές μετατροπές, πρόκειται για άρτιες μετατροπές με υλικά σπάνια - αν όχι ανύπαρκτα - στο εμπόριο και για καθεμία εκ των οποίων κανονικά θα απαιτούνταν μήνες καθημερινών, πολύωρων εργασιών. Διατάχθηκε ήδη κατεπείγουσα εισαγγελική έρευνα.
————— ≈ —————
«ΟΚ» του απάντησα, «τα λέμε σε μία ώρα στο γωνιακό καφέ του πάρκου.»
Πήγαμε όλοι μαζί. Εκεί ο Μίμος είπε ότι πίσω από τα παραπάνω φαινόμενα είναι, μετά βεβαιότητας, το απολεσθέν δρεπάνι, που ευθύς αμέσως θα μας εξηγούσε τι είναι.
Είναι δική του πατέντα είπε, καρπός πολυετών πειραμάτων. Ονομάζεται Γοτθικός Μετατροπέας και λειτουργεί ως εξής: Αν στρέψεις τη λεπίδα προς κάποιο αντικείμενο και πατήσεις παρατεταμένα το κουμπί στη λαβή του δρεπανιού για 3΄΄ (κουμπί που υπήρχε άλλωστε εξαρχής όταν το αγόρασε — προτού δηλαδή να το τροποποιήσει ο ίδιος με τον μηχανισμό-πατέντα— και το οποίο κάνει κι έναν αστείο ηλεκτρονικό ήχο) ο μετατροπέας ενεργοποιείται και το αντικείμενο μετατρέπεται σε μακάβριο/γοτθικό. Παίρνει περίπου 5΄ για να γίνει ορατή η μετατροπή, καθότι αυτή ξεκινάει να επέρχεται από την εσωτερική δομή του αντικειμένου. Η μετατροπή είναι πλήρης, ωστόσο αν πάλι στρέψεις τη λεπίδα στο ίδιο αντικείμενο και πατήσεις το κουμπί παρατεταμένα για 5΄΄, αυτό επανέρχεται εντός πενταλέπτου στην πρότερη ακριβώς μορφή του. Μας είπε ακόμα ότι προορίζεται αποκλειστικά για προσωπική χρήση και ότι ο ίδιος το χρησιμοποιούσε όταν ήταν εντελώς μόνος του, εκτός από μία φορά σε ένα πάρτυ (το μόνο εκτός της ντίσκο Rebound,[1] στο οποίο είχε παρευρεθεί τα τελευταία χρόνια), όπου του ήρθε να κάνει μια πλάκα: Όταν ο DJ έβαλε το True faith των New Order και από κάτω το κοινό χοροπηδούσε, αυτός πάτησε το κουμπί (στοχεύοντας το ηχοσύστημα), μετατρέποντας το χαρωπό αυτό και ωραιότατο τραγούδι στον ψυχοβγαλτικό ζόφο του Decades
των Joy Division, με άπαντες τους υπόλοιπους να ξενερώνουν και τον ίδιο να το διασκεδάζει πολύ.
https://www.youtube.com/watch?v=mfI1S0PKJR8
https://www.youtube.com/watch?v=5-SZraSMiEc
Μας ζήτησε να τον βοηθήσουμε. Είπε ότι όλα τα κρούσματα έγιναν, ευτυχώς, σε μικρή ακτίνα και άρα είναι μάλλον εντοπισμένα. Ενόψει και της επικινδυνότητας της κατάστασης, είναι, είπε, επιβεβλημένη η καθημερινή περιπολία, με βάρδιες, ούτως ώστε να βρούμε το δρεπάνι και τον κάτοχό του το συντομότερο. Του είπαμε ότι συμφωνούμε καταρχήν, ωστόσο διαπιστώσαμε πως υπάρχουν πρακτικές δυσκολίες, αφού αυτός, εγώ και η Μαρία εργαζόμαστε ως το απόγευμα και ο Επιτραπέζιος έπρεπε να προσέχει στο σπίτι τον Παλλόμενο Αστέρα και τον Φελίτσε.[2] Άρα δεν υπήρχε τρόπος να γίνουν περιπολίες πριν από το απόγευμα.
«Εκτός …» είπε ο Επιτραπέζιος Ποιητής. «Εκτός αν —λέω εγώ τώρα— το αναθέταμε στον Κουρδιστό Φιλόσοφο.»
«Ποιος είναι αυτός;» είπε ο Μίμος του Θανάτου.
«Α, δεν είναι κακή η ιδέα του Επιτραπέζιου», είπε η Μαρία. «Πρόκειται για χαρακτήρα που έφτιαξε ο Διονύσης πέρσι τον Απρίλιο, για τις ανάγκες μιας ιστορίας[3] επίκαιρης και σατιρικής σχετικά με το παγκόσμιο, προσωρινό lockdown προς αποφυγή περαιτέρω ξεκληρίσματος των ευπαθών από covid-19, και τον οποίο ανέσυρε κατά λάθος τις προάλλες από τη ντουλάπα των χαρακτήρων ο Παλλόμενος Αστήρ, με τρόπο αρκετά επεισοδιακό.»
————— ≈ —————
Ένα πρωί, που η Μαρία κι εγώ δουλεύαμε και ο Επιτραπέζιος έπλενε έξω τον γάιδαρο Φελίτσε με το λάστιχο, ο Παλλόμενος Αστήρ είχε τον χρόνο για μια πολλοστή έρευνα στα ντουλάπια και τα συρτάρια του σπιτιού. Του αρέσει πολύ όταν ανακαλύπτει ξεχασμένα πράγματα – παλιά κέρματα, φωτογραφίες, σημειώματα πρόχειρα κ.λπ. Χωμένος, λοιπόν, μέσα σε μια ντουλάπα δική μου γεμάτη σακούλες και χαρτοκούτια, την οποία φώτιζε με το φως του, είδε ότι στην πλάτη της ντουλάπας υπήρχε μια πόρτα με το κλειδί επάνω στην κλειδαριά. Ο Παλλόμενος άνοιξε την πόρτα και μπήκε. Μέσα εκεί κρέμονταν σε ειδικές κρεμάστρες κάτι θήκες σαν θήκες κοστουμιών. Ο Παλλόμενος άνοιξε μια κατεβάζοντας το φερμουάρ. Μέσα ήταν η φιγούρα-ανδρείκελο ενός άνδρα που στην πλάτη της είχε μια μεγάλη μανιβέλα. Ενθουσιασμένος, όπως ήταν, τράβηξε τη φιγούρα έξω και άρχισε να την κουρδίζει.
Ο ανασυρθείς Κουρδιστός Φιλόσοφος σηκώθηκε όρθιος, φαινόταν δε ολοσχερώς χαμένος και σε πανικό. Υπάρχει στο youtube ένα βίντεο κλιπ της Francoise Hardy για το τραγούδι Je changerai d’ avis [(live officiel) | Archive INA], στο οποίο εκείνη τριγυρίζει με φούρια γύρω γύρω σ’ ένα στούντιο, αλλάζοντας απότομα πορείες με την κάμερα να την παίρνει ανφάς.
https://www.youtube.com/watch?v=dg_MIPqJmmI
Έτσι κάπως και κείνος πήρε να βαδίζει μέσα στο κλειστό δωμάτιο χωρίς να φρενάρει πουθενά, και μόνο όταν έπεφτε σε τοίχο άλλαζε την πορεία του μέχρι τον επόμενο τοίχο. Εν τω μεταξύ τα είχε διαλύσει όλα: γκρέμιζε καρέκλες, κουτούλαγε σε ράφια ρίχνοντας κάτω πράγματα, πήρε σβάρνα το καλώδιο του τηλεφώνου - μαζί με τη συσκευή – το οποίο ξήλωσε κ.ο.κ.
Ο Παλλόμενος Αστήρ ήταν κι αυτός σε πανικό. Για να γλυτώσει περαιτέρω ζημιές πήγε κι άνοιξε την πόρτα του δωματίου. Ο Κουρδιστός Φιλόσοφος βγήκε έξω και επανέλαβε τα ίδια, κατ’ αναλογία, στο σαλόνι. Ο Επιτραπέζιος Ποιητής, που δεν είχε καταλάβει τίποτα, ξέπλενε τον Φελίτσε απ’ τις σαπουνάδες και του τραγούδαγε το αγαπημένο του τραγουδάκι μπάνιου:
Γάι – δου – ράκι
υπο -μο – νή
να έχεις – συ
γαϊ – δου – ρι – νή
σαν σε βρέ – χω
σαν σε λού – ζω
σε στεγνώ – νω
σε χτε – νί – ζω
Ο Παλλόμενος Αστήρ άνοιξε την πόρτα του σπιτιού. Ο Κουρδιστός βγήκε έξω. Κατέβηκε φουριόζος τις σκάλες και ευτυχώς που η είσοδος του κτιρίου ήταν ανοιχτή, μαγκωμένη με σφήνα (μια κυρία έβαζε μέσα τα ψώνια της), διότι θα είχε αυτός περάσει μέσα απ’ τη τζαμαρία. Διέσχισε μερικά τετράγωνα. Ήταν ακόμα σε πλήρη αφασία. Σε κάποιο σημείο είδε μπροστά του επί του πεζοδρομίου ένα ζευγάρι μαύρες παντόφλες[4]. Δίπλα εκεί ένας ηλικιωμένος είχε πέσει και μια κυρία από παρακείμενο φαρμακείο προσπαθούσε, ματαίως, να βρει τον σφυγμό του. Πολύ βολικές και ελαστικές φαίνονται αυτές οι παντόφλες σκέφτηκε ο Κουρδιστός Φιλόσοφος, ο οποίος είχε βγει ξυπόλητος και τα πόδια του είχαν αρχίσει να πονάνε. Φόρεσε τις παντόφλες και συνέχισε την πορεία του.
Στο μεταξύ, ο Παλλόμενος Αστήρ αποφάσισε να αποκαλύψει τι είχε συμβεί στον Επιτραπέζιο, ο οποίος με πήρε αμέσως τηλέφωνο. Αφού τους μάλωσα αμφότερους, ρώτησα τον Αστέρα αν τον είχε κουρδίσει πολύ.
«Δεν θυμάμαι μπαμπά, μπορεί.» είπε ο Αστήρ.
Ωχ σκέφτηκα. «Έρχομαι αμέσως», είπα.
Έφτασα μετά από λίγο και έκανα κύκλους στην περιοχή με το αυτοκίνητο. Γρήγορα τον βρήκα να κάθεται σε τραπεζάκι ενός καφέ, να πίνει τον καφέ του και να γράφει σε ένα σημειωματάριο με μεγάλη συγκέντρωση. Πάρκαρα όπως όπως και βγήκα.
«Είσαι καλά Κουρδιστέ;» τον ρώτησα.
«Ωπ, γεια σου Διονύσιε. Είμαι τέλεια.» είπε. «Δεν μπορώ με τίποτα να εντοπίσω πού οφείλεται τούτο, αλλά πάντως τέτοια ευρωστία φιλοσοφικής σκέψης ουδέποτε ξανάνιωσα.»
————— ≈ —————
Αρχικά είχα αμφιβολίες για την καταλληλότητα του Κουρδιστού Φιλοσόφου να αναλάβει τη συγκεκριμένη επιχείρηση αναζήτησης. Ωστόσο αποδείχθηκε ότι έκανα λάθος στη σκέψη μου αυτή, η οποία τον αδικούσε.
Με την έξτρα αναβάθμιση που του έκανε ο Μίμος του Θανάτου στα μηχανικά μέρη, κατέστη εφικτό η περιπολία να ανατεθεί εξ ολοκλήρου στον Κουρδιστό Φιλόσοφο. Αρκούσε ένα καλό κούρδισμα και ο Κουρδιστός χτένιζε την περιοχή που του υποδείξαμε ασταμάτητα για ένα δωδεκάωρο κάθε μέρα (09.00 – 21.00). Εξάλλου, στον χρόνο αυτόν, εκείνος —που οι περίπατοι ανέκαθεν τον ενέπνεαν— επεξεργαζόταν ασταμάτητα, και με τη νεοαποκτηθείσα ένεκα παντοφλών υπερδιαύγειά του, το φιλοσοφικό του σύστημα. Ήταν πολύ ικανοποιημένος, οι δε παντόφλες αποδείχθηκαν και καταπληκτικής αντοχής στο βάδισμα σε εξωτερικούς χώρους.
Αλλάζοντας συνέχεια την πορεία του — παίρνοντας ολοένα άλλους δρόμους και δρομάκια— μετά από μια εβδομάδα είχε μάθει πού βρισκόταν το καθετί, τα πρόσωπα και τις συνήθειες των κατοίκων, τα αυτοκίνητα και τα μπαλκόνια τους, τα αδέσποτα της περιοχής. Στο αφηρημένο πεδίο της νόησης του Κουρδιστού Φιλοσόφου ο τόπος είχε μικρύνει σε κλίμακα σαν χάρτης κι εκείνος τον σάρωνε με τη μακροσκοπική δεινότητα του έφιππου Αγίου, στον πίνακαΤο όραμα του Αγίου Ευσταθίου (1438-1442) του Pisanello.
Εξάλλου, ο ίδιος κατέγραφε τα νέα περιστατικά, ακόμα και πριν εμφανιστούν αυτά στα ΜΜΕ:
— Στην πλατεία του Αγίου Μάρκου του Ευγενικού, επί του κυβόσχημου, μαρμάρινου γλυπτού που βρίσκεται πλησίον της παρακείμενης οδού Χορτάτζη (το οποίο έτσι κι αλλιώς έμοιαζε ανέκαθεν με βωμό –το ξέρω γιατί εκεί πέρα μεγάλωσα, κι άλλωστε ετούτη εδώ η Ιστορία του Πλοκάμου είναι, μεταξύ άλλων, και μια κεκαλυμμένη ωδή στην παιδική μου γειτονιά, απ’ την οποία εδώ και χρόνια έχω φύγει, γεγονός που παραφούσκωσε την ανάμνησή της με τη μελαγχολία των μετοίκων–) βρέθηκε ένα ζωντανό ελάφι με μεγάλα κέρατα και δεμένα πόδια μαζί με μια ακουμπισμένη κοφτερή μαχαίρα-αντίκα (το ελάφι απελευθερώθηκε στην Πάρνηθα, αν και η ράτσα του ήταν παμπάλαιη και μάλλον ανύπαρκτη σήμερα).
— Στην πλατεία του Αγίου Ανδρέα, από την πλευρά της οδού Γιάνναρη, στη θέση κολώνας φωτισμού εμφανίστηκε λάμπα αερίου.
— Στην επιγραφή καθαριστηρίου κοντά στα ΚΤΕΛ Λιοσίων η γραμματοσειρά βρέθηκε αλλαγμένη σε Old English Text MT.
— Σε περίπτερο επί της οδού Στρατηγού Καλλάρη και ενόσω αυτό λειτουργούσε, τη θέση του ψυγείου με τα παγωτά πήρε ένα βικτωριανό, ξύλινο παγοκούτι, πολύ ξεφτισμένο.
— Σούπερ μάρκετ επί της οδού Λιοσίων εξαφανίστηκε και τη θέση του πήρε ένας περιφραγμένος χώρος, που από μέσα εξέχουν κυπαρίσσια.
[Το τελευταίο έπαιξε και στα δελτία ειδήσεων, με πελάτη του σούπερ μάρκετ να αναφέρει στο ρεπορτάζ τα ακόλουθα:
«Έσκυψα λίγο στο ψυγείο με τα κατεψυγμένα για να βρω το προϊόν που έψαχνα. Σηκώνω το κεφάλι και το μέρος έχει αλλάξει τελείως. Βρίσκομαι ξαφνικά σε Νεκρόπολη κάποιας μυθικής —θα λέγαμε— αρχαιότητας. Από μπροστά μου περνάει μια γυμνή κόρη με τη μαυροφόρα μάνα της. Οι μορφές τους είναι τανυσμένες. Ψηλότερες από το κανονικό. Τους ρώτησα τι είναι το μέρος αυτό και πού πήγαιναν. Μου είπαν ότι πρόκειται φυσικά για νεκροταφείο και ότι πήγαιναν ν’ αφήσουν λίγα λουλούδια στον εδώ και χίλια —έτσι ακριβώς όπως σας τα λέω— έτη νεκρό πατέρα/σύζυγό τους αντιστοίχως.» ]
————— ≈ —————
Ένα απόγευμα, γύρω στις οκτώ παρά είδα κλήση από τον Κουρδιστό και τον πήρα αμέσως πίσω.
«Είμαι στην Πλατεία Πεσόντων Πυροσβεστών, ελάτε γρήγορα» είπε.
Πήραμε το αυτοκίνητο και σε 25΄ ήμασταν εκεί. Ο Κουρδιστός Φιλόσοφος μας περίμενε στη γωνία. «Νομίζω πως βρήκα τον κλέφτη» είπε και έδειξε με το δάχτυλο. Κοντά στις κούνιες, ένα μαυροφορεμένο παιδί που κρατούσε ένα δρεπάνι έπαιζε μαζί με άλλα παιδάκια.
«Αυτό είναι το δρεπάνι μου!» είπε ο Μίμος και έτρεξε προς τα κει.
«Αγοράκι, με συγχωρείς μπορώ να δω κάτι;» είπε και του πήρε το δρεπάνι απ’ τα χέρια.
Το παιδί άρχισε να κλαίει.
Ο Μίμος περιεργάστηκε το δρεπάνι και μας επιβεβαίωσε ότι πράγματι αυτό ήταν το δικό του που εκλάπη.
Ο πατέρας του παιδιού που άκουσε τα κλάματα τινάχτηκε όρθιος απ’ το παγκάκι όπου καθόταν και σημείωνε κάτι στο τετράδιο που κρατούσε.
«Τι κάνεις εκεί ρε φίλε, πας καλά;» είπε στον Μίμο.
Ο Μίμος θυμήθηκε ότι αυτός και το παιδί του ήταν οι ίδιοι που κάθονταν δίπλα του στο μπαρ του φουαγιέ στη θεατρική βραδιά της Ακαδημίας των Αθανάτων τις προάλλες.
«Κύριε» του είπε «Ηρεμήστε. Θα σας εξηγήσω αμέσως. Ήσασταν τις προάλλες στη θεατρική βραδιά της Ακαδημίας των Αθανάτων ή κάνω λάθος;»
«Ήμασταν πράγματι» απάντησε ο πατέρας «Τι σχέση όμως έχει αυτό;»
«Κύριε, το δρεπάνι που κρατάει ο γιος σας είναι δικό μου και εκλάπη την ίδια εκείνη βραδιά. Μου οφείλετε λοιπόν κάποια εξήγηση για το πώς βρέθηκε στα χέρια του.»
«Τι είναι αυτά που λέτε κύριε;» είπε ο πατέρας «Το δρεπάνι αυτό είναι του γιου μου, εγώ ο ίδιος του το πήρα πριν από μερικούς μήνες από τα αποκριάτικα.»
Ο Μίμος του Θανάτου άνοιξε το καπάκι, εκεί που μπαίνουν οι μπαταρίες, και έδειξε στον πατέρα του μικρού ένα αυτοκόλλητο ταμπελάκι που έγραφε με κούτσικα γράμματα:
———— ≈ ————
Για να διαβάζετε τώρα την παρούσα σημείωση, σημαίνει πως η διαθήκη μου έχει ήδη ανοιχτεί. Το δρεπάνι αυτό είναι το πρωτότυπο του μοντέλου GothicGenerator, το οποίο έφτιαξα εν έτει 2020 εγώ ο Μίμος του Θανάτου, κατά κόσμον ...
...Καλή διασκέδαση! Ακολουθούν οι οδηγίες χρήσης: (…)
———— ≈ ————
Του έδειξε ακόμα την ταυτότητά του, από την οποία προέκυπτε η ταυτοπροσωπία.
Ο πατέρας ρώτησε το παιδάκι πού βρήκε το δρεπάνι. Αυτό —που είχε λίγο ηρεμήσει— άρχισε πάλι να κλαίει. Κατόπιν, είπε ότι τη βραδιά εκείνη είδε ότι ο Μίμος άφησε το δρεπάνι πίσω απ’ το μπαρ και επειδή είχε πρόσφατα χάσει κάπου το δικό του, ζήλεψε. Όταν ο πατέρας του πήγε για λίγο στην τουαλέτα, εκείνο πήρε το δρεπάνι, το έκλεισε (είναι πτυσσόμενο) και το έβαλε στη τσάντα πλάτης του. Ζήτησε συγνώμη από τον Μίμο και είπε ότι δεν είναι κλέφτης, αλλά νόμιζε ότι τέτοιο παιχνίδι είναι για μικρά παιδιά και ότι θα ήτανε άχρηστο σε έναν μεγάλο.
Ο Μίμος του Θανάτου χάιδεψε το κεφάλι του μικρού, του είπε ότι δεν πειράζει, όμως άλλη φορά να μην παίρνει πράγμα αλλουνού ό,τι κι αν είναι αυτό. Το παιδί είπε ότι ποτέ δεν θα το ξαναέκανε και έτρεξε να αγκαλιάσει τον πατέρα του ξανακλαίγοντας και ζητώντας συγνώμη. Ο πατέρας του το καθησύχασε και πρότεινε όλοι μαζί να κάτσουμε να μας κεράσει κάτι στο καφενείο της πλατείας. Συμφωνήσαμε, καθίσαμε και του εξηγήσαμε – εμπιστευτικά – ότι τα παράξενα φαινόμενα που συνέβησαν τελευταία στην περιοχή τα προκάλεσε εν αγνοία του ο μικρός με το δρεπάνι. Εκείνος σοκαρίστηκε και δεσμεύτηκε, σε λίγο που θα πλήρωνε και θα σηκωνόμασταν από το μαγαζί, να μας συνοδεύσουν να επανορθώσουμε μία-μία τις περιπτώσεις.
Στο μεταξύ, ο Επιτραπέζιος Ποιητής περιεργαζόταν το δρεπάνι.
Είχε βραδιάσει και απέναντί μας, επάνω στην πλατεία είχε μαζευτεί μια παρέα νεαρών. Είχαν παρκάρει εκεί μια παλιά BMW με ανοιχτά παράθυρα και άκουγαν ελληνικό trap.
Ο Παλλόμενος Αστήρ, που από ώρα κρατιόταν, δεν βάσταξε άλλο: εκτοξεύτηκε και πάτησε για τα καλά το κουμπί του δρεπανιού. Το κουμπί αναβόσβηνε κόκκινο και ακουγόταν ένα αστείο, συνεχόμενο μπλιπ μπλιπ. Ο Παλλόμενος Αστήρ άρχισε να αναβοσβήνει κι αυτός σαν τρελός στο λευκό–χρώμα-χαράς. Μέχρι να καταφέρουμε να τον ξεκολλήσουμε από το κουμπί ήτανε ήδη αργά.
Η μουσική απ’ το αυτοκίνητο σταμάτησε απότομα. Οι νεαροί έψαχναν τι να έπαθε το ηχοσύστημα. Σε ένα πεντάλεπτο η BMW είχε μετατραπεί σε κάρο-νεκροφόρα με άλογο (μια φοράδα). Από ένα γραμμόφωνο πλάι στη θέση του οδηγού ακουγόταν στο τέρμα εκκλησιαστικό όργανο.
Οι νεαροί ξαφνιάστηκαν. Ο Φελίτσε ξαφνιάστηκε ακόμα περισσότερο και πήρε να βαδίζει προς τη φοράδα. Άρχισε να τρίβει τη μούρη του επάνω της κι αυτή τον σκούνταγε. Ύστερα αυτός πήρε να ξανατρίβεται πάνω της με επιμονή, ώσπου και κείνη ηρέμησε, ενώ για τη συνέχεια της μεταξύ τους επαφής υπάρχει —για λόγους που δεν τυγχάνει να γνωρίζω, πολλώ δε μάλλον να κατανοώ— περίσσευμα από βίντεο στο youtube.