Χάρτης 32 - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-32/pyxides/mikrh-klimaka-maria-giagiannoy-siderhs-ntioydhs-nikos-panagiwtopoylos-xarhs-psarras-xrhstos-xrysopoylos
H στήλη αυτή προτείνει κάθε μήνα σε τρεις-τέσσερις συγγραφείς μια φράση που θα αποτελεί τον τίτλο ή θα εμπεριέχεται σε ένα αδημοσίευτο πεζό κείμενό τους (έως 250 λέξεις). Ενίοτε δίνεται και μη ρηματική ιδέα συγγραφής, μια μουσική ή μια φωτογραφία. Στόχος της στήλης είναι αφενός να δημιουργηθεί μια δεξαμενή συλλογής πρωτογενούς υλικού και αφετέρου μια εν προόδω χαρτογράφηση της ελληνικής περίπτωσης στο τοπίο της σύγχρονης ελληνικής μικρομυθοπλασίας.
———————— ≈ ————————
Στους τέσσερις συγγραφείς αυτού του τεύχους έχει δοθεί
η πρωτότυπη μουσική σύνθεση
του Χρήστου Χρυσόπουλου
με τίτλο SILTC 21.5.21
———————— ≈ ————————
Η τέχνη του ερημίτη
Όλη την υπόλοιπη ζωή του ο Που-Λι την έζησε ερημίτης, σε μια ξύλινη παράγκα στο δάσος του Τζιτ Κουν Ντο. Μεγάλο του απωθημένο ήταν ότι, παρότι Γκραν μάστερ των πολεμικών τεχνών, στην ερημιά δεν είχε κανέναν για να παλέψει. Ένα από τα μοναχικά του πρωινά, καθώς έκανε διατάσεις εισπνέοντας βαθιά, μια ανυπόφορη μυρωδιά γέμισε τα πνευμόνια του. Όταν το βλέμμα του συναντήθηκε με τα διογκωμένα της άνθη δεν μπόρεσε να συγκρατηθεί. Αγωνίστηκε μέχρι θανάτου με μια Αείλανθο την Υψηλοτάτη, το ιθαγενές Βρoμόδεντρο. Το δέντρο του έριξε βρoμόξυλο και πριν εκείνος αφήσει την τελευταία του πνοή, ψιθύρισε μειδιώντας ειρηνικά: «Δάσος, με νίκησες».
Νεκρά ρολόγια
Στις εννέα ακριβώς, ο μονότονος ήχος δύο ρολογιών τού άνοιξε τα μάτια και τον ώθησε να σηκωθεί. Χτυπούσαν παρατεταμένα και το ένα κάλυπτε το κενό του άλλου, σαν ένας συνεχής ήχος. Το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να τα σταματήσει και αφού έψησε έναν καφέ κάθισε στο τραπέζι της κουζίνας και κοίταξε τι ώρα ήταν.
Είχε γεμίσει το σπίτι του με κάθε λογής ρολόγια, σε κάθε δωμάτιο, σε κάθε μικρή γωνιά. Οι λεπτοδείκτες ήταν μια προέκταση της ύπαρξής του. Τους άκουγε και ένιωθε ασφάλεια. Αισθανόταν να εγκλωβίζει το κύλισμα του χρόνου με το να βλέπει και να ελέγχει ανά πάσα στιγμή το πέρασμά του. Και όταν δεν μπορούσε να το κάνει, ένιωθε να βαραίνει η ανάσα του, και μια εμπύρετη κατάσταση να τον κυριεύει. Έλεγχε καθημερινά την λειτουργία των δεικτών και όταν εντόπιζε πρόβλημα, προχωρούσε άμεσα στην επίλυσή του, ώστε να μην διαταραχτεί η ψυχολογική του κατάσταση.
Η σημερινή, ήταν μια μέρα υψηλού κινδύνου, αφού μετά το ξύπνημά του εντόπισε όχι ένα, αλλά δύο ρολόγια νεκρά, δίχως ίχνος ζωντάνιας. Tα απέσυρε άμεσα από τον τοίχο που βρίσκονταν, έκλεισε την επιβλητική μουσική που έπαιζε στο βάθος και έσπευσε να τα αντικαταστήσει με άλλα που είχε γι’ αυτόν τον σκοπό. Μόλις τα τοποθέτησε και διαπίστωσε ότι η μελωδία τους του γαληνεύει την ακοή, επανήλθαν οι παλμοί του και άρχισε η μέρα να επιστρέφει στην κανονικότητα της.
Προετοιμασία για έγκλημα
H Κούλα πίστευε πως είχαμε να κάνουμε με ψυχοπαθή δολοφόνο. Εγώ την καθησύχαζα. Μπορεί να γράφει μουσική για κάνα θρίλερ ο άνθρωπος, της έλεγα. Στις καλές της του έκανε σκόντο – κάνας ανώμαλος θά ’ναι.
Αυτό το ντιν-ντιν-ντιν στον ακάλυπτο κράτησε κάνα τρίμηνο – δυο φορές τη βδομάδα, καμιά φορά και μέρα παρά μέρα. Μπορεί και πάνω από τρίμηνο, αλλά εγώ είχα άλλα τότε και δεν έδινα σημασία. Ήταν η περίοδος που η Κούλα καθόταν σ’ αναμμένα κάρβουνα. Τελικά μού ζήτησε πέντε μέρες για να μαζέψει. Ήθελε, λέει, να πάρουμε λίγη απόσταση.
Της έκανα τη χάρη.
Όταν γύρισα βρήκα το σπίτι ρημαγμένο. Δεν είχα φανταστεί ότι θα τά ’παιρνε όλα. Δυο κρυστάλλινα ποτήρια άφησε πίσω – της γιαγιάς της. Όταν πρωτομείναμε μαζί ήταν έξι. Ασήκωτο μου φάνηκε. Ζήτησα λίγη άδεια ακόμα. Το αφεντικό με έστειλε.
Χώρια όλα τ’ άλλα το σπίτι έχει γεμίσει κάτι μικρά μυγάκια – είχε αφήσει τα σάπια κρεμμύδια στο καλάθι…
Προσπάθησα να της μιλήσω – δεν το σηκώνει. Έστειλα μηνύματα – δεν απαντάει. Πήρα μια φίλη της να μάθω κάνα νέο. Το νέο είναι πως δεν θέλει, λέει, να τη φωνάζουν Κούλα πια. Το έκανε Κύρα – από το Κυριακή. Ξέχασέ τη την Κούλα, μου είπε…
Κάθομαι στο σκοτάδι με τα κρυστάλλινα ποτήρια που μου άφησε αμανάτι. Παίρνω ένα πιρούνι και προσπαθώ να επαναλάβω το ντιν-ντιν του ακάλυπτου. Άλλος ανώμαλος μας βρήκε, θα λεν οι γείτονες. Στις καλές τους… Γιατί μπορεί και να πιστεύουν πως έχουν να κάνουν με ψυχοπαθή δολοφόνο.
Η αρχή του τέλους;
Είπα πως ήτανε κελάηδισμα πουλιού. Πουλί κρυμμένο στη μηλιά. Τον φώναξα και τ' άκουσε κι εκείνος. «Κελάηδισμα πουλιού, το δίχως άλλο», είπε. Αργότερα ένιωσα πως ήταν συριγμός αταίριαστου όντος. Στο μεταξύ το τέλος είχε αρχίσει. Το τέλος που δεν έχει τέλος. Ακούμε κελαηδίσματα, συριγμούς κι ήχους πολλούς, ποικιλμένους. Δεν μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον έναν απ' τον άλλον. Για την ώρα κανείς μας δεν έχει κριθεί. Κι η σάλπιγγα δεν έχει ακόμη ηχήσει.