Χάρτης 32 - ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-32/klimakes/to-aygo-toy-amlet
Στον Ορφέα, που τον βλέπω ήδη να γελάει
Η συζήτηση είχε ανάψει για τα καλά. Ο οικοδεσπότης, στην προσπάθειά του να εντυπωσιάσει τους καλεσμένους, τόνιζε με κάθε ευκαιρία ότι είχε κι αυτός αποφοιτήσει από Ivy League Πανεπιστήμιο (όχι βέβαια με summa cum laude, όπως με πληροφόρησε ο εραστής του) κι έριχνε διαρκώς στο τραπέζι καινούργιες ερωτήσεις: «Πόσους ελέφαντες είχε ο Αννίβας στην εκστρατεία κατά των Ρωμαίων;», «Τι άρωμα φορούσε ο Κάρολος Ι όταν ανέβηκε στο ικρίωμα;» «Πως λεγόταν ο αξιωματικός που σκότωσε τον Πούσκιν σε μονομαχία;». Ο νεαρός Αμερικανός που καθόταν δίπλα μου (είχε συστηθεί στην αρχή του δείπνου ως «επιστήμονας που μελετούσε τον τρόπο επικοινωνίας των παπαγάλων στον Αμαζόνιο») φανερά ενοχλημένος από αυτή την ανούσια επίδειξη γνώσεων, γύρισε κάποια στιγμή, και μου είπε: «Σας ενδιαφέρει η φιλοσοφία;» «Ασφαλώς», είπα. «Όταν έχει κάποια πρακτική αξία και δεν εξαντλείται σε bras de fer ανάμεσα σε ραχιτικούς». «Σωστά», είπε. «Το ζήτημα είναι να μας βοηθήσει να ανακαλύψουμε το νόημα της ζωής». «Ακόμη το ψάχνουμε» είπα. «Ποια είναι η γνώμη σας για τον Σαρτρ;» είπε. «Έβλεπε μόνο με το ένα μάτι», είπα. «Τι εννοείτε;» είπε. «Μόνο το ένα ήταν engagé», είπα. «Το αλλήθωρο». «Δεν είχε όμως δίκιο ότι οι επιλογές που κάνουμε καθορίζουν ποιοι είμαστε;» είπε. «Ναι», είπα. «Όπως το να θεωρείς τα γκούλαγκ ωραία χιονοδρομικά κέντρα». «Εγώ πάντως σε αντίθεση μ’ εκείνον πιστεύω στον Θεό» είπε. «Εσείς;» «Όχι», είπα. «Δεν βλέπω τον λόγο». «Υπονοείτε ότι δεν υπάρχει;» είπε. «Ακριβώς», είπα. «Και πως το ξέρετε;» είπε. «Επειδή τη μία φορά που αποφάσισα να προσευχηθώ σ’ Αυτόν, ανακάλυψα ότι απλώς μιλούσα στον εαυτό μου», είπα. «Γιατί να ζει κανείς τότε;» είπε. «Hamlet!» είπα. «Λατρεύω τις ‘omelette’!» είπε. «Κάθε τι που έχει να κάνει με τα αυγά». «Κι εγώ ξεκινώ τη μέρα μου πάντα με Hamlet», είπα - φροντίζοντας να προφέρω τη λέξη στη δική του, φριχτή, όπως θα έλεγε και ο Ουάιλντ, γλώσσα. Το γκαρσόνι, που προφανώς είχε παρακολουθήσει τη συζήτηση, με μια επιδέξια κίνηση, ακούμπησε μπροστά μας ένα Shakshuka με λαχανικά. Καθώς ετοιμαζόμουν να δοκιμάσω αυτό το θεσπέσιο έδεσμα, διαπίστωσα με τρόμο ότι τα αυγά ποσέ πάνω στο ψιλοκομμένο κολοκυθάκι έμοιαζαν με τα μάτια του Γκόγια. Σαν να με κοιτούσαν έντονα μέσα απ’ το πιάτο, θέλοντας να με συλλυπηθούν γι’ αυτό που έπαθα. Για κάποιο ανεξήγητο λόγο είχα, όπως κι αυτός, ξαφνικά κουφαθεί. Τη στιγμή που περιεργαζόμουν με αγωνία τ’ αυτιά μου προσπαθώντας να καταλάβω τι μου συνέβη, ο οικοδεσπότης ύψωσε το ποτήρι, και πρόφερε κάτι, ανοίγοντας διάπλατα το στόμα του. Δεν άκουγα τίποτα, αλλά πρόσεξα ότι τα δόντια του ήταν σε πολύ χειρότερη κατάσταση από τα δικά μου. Η μητέρα μου, που επέμεινε να φοράω σιδεράκια ως τα είκοσι δύο μου, με κάθε ευκαιρία, έλεγε: «Γιώργο, για να τα καταφέρεις στη ζωή πρέπει να ’χεις γερό δόντι». Όταν πέθανε πάντως, διαπίστωσα ότι φορούσε μασέλα. Ίσως εκεί να βρίσκεται τελικά το νόημα της ζωής.