Χάρτης 30 - ΙΟΥΝΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-30/afierwma/giwrgos-xeimwnas-apokalypsis-iwannoy-oeologoy
Στις 26 Σεπτεμβρίου 1995 ο κύκλος των εορταστικών εκδηλώσεων για τη συμπλήρωση 1900 ετών από τη συγγραφή της Αποκαλύψεως
του Ευαγγελιστή Ιωάννη έκλεισε στην Πάτμο με την παράσταση «Εγκόλπιον των ύμνων και ορθοδόξων εις την Πάτμον την θεόπνευστον», δρώμενο βασισμένο σε ορθόδοξους ύμνους και θρησκευτικά τραγούδια. Σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, στο πλαίσιο εκείνης της παράστασης η, εξηνταενιάχρονη τότε, πολύ γνωστή ηθοποιός Ειρήνη Παπά απήγγειλε τον, ενταγμένο στο δρώμενο, θεατρικό μονόλογο του Γιώργου Χειμωνά, με τίτλο «Αποκάλυψη, η φωνή μιας γυναίκας». Αργότερα, το 1998, επίσης σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ο ίδιος θεατρικός μονόλογος παρουσιάστηκε από την Παπά, σε σκηνοθεσία του Ανδρέα Βουτσινά και με σκηνικά της Yoko Ono, στο αρχαίο Ρωμαϊκό Θέατρο Sagunto στη Βαλένθια της Ισπανίας. Τέλος, τον Φεβρουάριο του 2001, στη Βαλένθια της Ισπανίας, στο πλαίσιο του εορτασμού για τη συμπλήρωση των πεντακοσίων ετών από την ίδρυση του Πανεπιστημίου της πόλης, η Ειρήνη Παπά σκηνοθέτησε και ερμήνευσε ξανά την «Αποκάλυψη, η φωνή μιας γυναίκας». Αν και ο θεατρικός μονόλογος του Χειμωνά καταγραφόταν, μετά το 1995, στα «ανέκδοτα έργα» του συγγραφέα, με τον τίτλο «Η γυναίκα της Πάτμου» (Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Μάκβεθ, Μετάφραση Γιώργος Χειμωνάς, Αθήνα, Κέδρος, Νοέμβριος 1996∙ Γιώργος Χειμωνάς, Μυθιστόρημα, Έκτη έκδοση, Αθήνα, Κέδρος, Απρίλιος 1998∙ Γιώργος Χειμωνάς, Τα ταξίδια μου, Έκτη έκδοση, Αθήνα, Κέδρος, Δεκέμβριος 1999), παρέμεινε ανέκδοτος μέχρι τον θάνατό του, στις 27 Φεβρουαρίου 2000. Προφανώς επιλογή του Χειμωνά ήταν η καταγραφή της Αποκαλύψεως
στα υπό δημοσίευση έργα του και ασφαλώς δική του επιλογή ήταν, εντέλει, η μη δημοσίευσή της. Οι διαφορές των τριών μαρτυρημένων τίτλων («Αποκάλυψις», «Αποκάλυψη, η φωνή μιας γυναίκας» και «Η γυναίκα της Πάτμου») δείχνουν πιθανόν την αβεβαιότητα του Χειμωνά για τον βαθμό ολοκλήρωσης του θεατρικού μονολόγου του. Ίσως για τον ίδιο λόγο δεν έλαβε την απόφαση να τον δημοσιεύσει. Εξάλλου και άλλο λογοτεχνικό έργο του, που εμφανιζόταν ως υπό δημοσίευση, «Το ημερολόγιο ενός τυράννου», με ένδειξη χρόνου γραφής το 1994, έμεινε ανέκδοτο.
Αναφορικά με την πρώτη παρουσίαση του έργου, στις 26 Σεπτεμβρίου 1995, διαβάζουμε τα εξής σε ανυπόγραφο ρεπορτάζ με θέμα τη συνέντευξη Τύπου για τις εκδηλώσεις στην Πάτμο («“Αποκάλυψη” με την Ειρήνη Παπά. Στις εκδηλώσεις της Πάτμου», Ελευθεροτυπία, 6 Σεπτεμβρίου 1995):
Από τις 23 έως τις 27 Σεπτεμβρίου, οι επετειακές εκδηλώσεις, που είχαν ξεκινήσει στις αρχές του έτους με ομιλίες, συναυλίες βυζαντινής και σύγχρονης μουσικής, θεατρικές παραστάσεις και απαγγελίες ποιημάτων, μεταφέρονται πράγματι στο νησί που γεννήθηκε η «Αποκάλυψη». Και κορυφώνονται με την παρουσίαση, στις 26 του μηνός, ενός θεατρογενούς δρώμενου στο οποίο η Ειρήνη Παπά θα συμπράξει με τρεις από τις γνωστότερες ορθόδοξες χορωδίες στον κόσμο. Τις: «Le Mystère des Voix Bulgares», «Blagovest Sacred Music Ensemble» και «Georgian Patriarkhat Chorus Alilliuya».
Στόχος της παράστασης –με την οποία θα κλείσει και ο κύκλος των εκδηλώσεων– να τονιστούν σημαντικά αποσπάσματα της «Αποκάλυψης». Προς αυτή ακριβώς την κατεύθυνση κινήθηκε ο Γιώργος Χειμωνάς, που ανέλαβε την απόδοση του ιερού κειμένου. Τα αποσπάσματα θα απαγγείλει η Ειρήνη Παπά, «συνδιαλεγόμενη» κατά κάποιο τρόπο με τις χορωδίες που θα αποδώσουν ορθόδοξους θρησκευτικούς ύμνους. Τη σκηνοθεσία έχει αναλάβει ο Ανδρέας Βουτσινάς, τα κοστούμια και τη σκηνογραφία ο Γιάννης Μετζικώφ, ενώ το ρεπερτόριο των χορωδιών και ολόκληρο το μουσικό σκέλος επιμελείται ο μουσικολόγος Λάμπρος Λιάβας. […]
Η παράσταση […] θα επιδιώξει την ανάδυση του θρησκευτικού συναισθήματος μέσα από την καθαρά καλλιτεχνική αξία της ορθόδοξης θρησκευτικής μουσικής, αλλά και τη λογοτεχνική, θρησκευτική και επιστημονική αξία της «Αποκάλυψης».
Στη συνέχεια του ρεπορτάζ πληροφορούμαστε, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε στη συνέντευξη Τύπου η τότε υφυπουργός Περιβάλλοντος Ελισάβετ Παπαζώη, ότι στις εκδηλώσεις επρόκειτο να παραστούν «ο Οικουμενικός Πατριάρχης [Βαρθολομαίος] μετά των Αγίων Προκαθημένων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας [Κωνσταντίνος (Κωστής) Στεφανόπουλος], ο Πρωθυπουργός [Ανδρέας Παπανδρέου, συνοδευόμενος από τη σύζυγό του Δήμητρα Λιάνη], αρχηγοί κρατών κ.α.». Τέλος, η Παπαζώη έδωσε την πληροφορία ότι, προκειμένου να φιλοξενηθούν οι εκδηλώσεις στην Πάτμο, διαμορφώθηκε, μεταξύ άλλων, «ένα ανοιχτό υπαίθριο θέατρο 900 θέσεων».
Σε άλλο, επίσης ανυπόγραφο, ρεπορτάζ εφημερίδας («Το μήνυμα της Αποκάλυψης. Η Ειρήνη Παπά θα απαγγείλει εδάφια το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου», Τα Νέα, 6 Σεπτεμβρίου 1995), αναφερόμενο στη συνέντευξη Τύπου, διαβάζουμε τα εξής για το θέμα που μας ενδιαφέρει: «Η Ειρήνη Παπά, με τη βαθιά της φωνή, θα απαγγείλει εδάφια της Αποκάλυψης, σε μετάφραση του Γιώργου Χειμωνά, το βράδυ της 26ης Σεπτεμβρίου κοντά στην ιερό χώρο στην Πάτμο, κλείνοντας τις εορταστικές εκδηλώσεις για τα 1900 χρόνια από το μήνυμα του Αγίου Ιωάννη». Στα δύο δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, που εστιάζουν εύλογα, σύμφωνα με την πάγια τακτική των εφημερίδων, στο πρόσωπο της δημοφιλούς Παπά, δεν γίνεται λόγος για παρουσία του Χειμωνά στη συνέντευξη Τύπου. Συστηματικότερη αναζήτηση στις εφημερίδες της εποχής, αναζήτηση που οι περιοριστικές συνθήκες της πανδημίας δεν επέτρεψαν, προφανώς θα προσθέσει και άλλα πληροφοριακά στοιχεία για τις περιστάσεις της πρώτης παρουσίασης του θεατρικού μονολόγου του Χειμωνά. Πρόσφατα, στις 4 Φεβρουαρίου 2021, αναρτήθηκε στο διαδίκτυο («Πατριαρχικό Συλλείτουργο για τα 1900 χρόνια από τη συγγραφή της “Αποκάλυψης” (Πάτμος, 26.9.1995)», Γενική επιμέλεια κειμένου και οπτικοακουστικού υλικού: π. Παναγιώτης Καποδίστριας, http://www.nyxthimeron.com/2021/02/1900-2691995.html) φωτογραφία της Ειρήνης Παπά με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, η οποία κατά πάσα πιθανότητα τραβήχτηκε στην Πάτμο μετά την παράσταση:
Τόσο η πληροφορία του ρεπορτάζ της Ελευθεροτυπίας ότι το έργο του Χειμωνά είναι «απόδοση του ιερού κειμένου», προκειμένου να «τονιστούν σημαντικά αποσπάσματα της “Αποκάλυψης” [του Ιωάννου]», όσο και η πληροφορία του ρεπορτάζ των Νέων ότι ο Χειμωνάς έκανε «μετάφραση [εδαφίων]» της Αποκάλυψης κρίνονται ασφαλώς ανακριβείς, με βάση τη γνώση του κειμένου που δημοσιεύεται εδώ. Η Αποκάλυψις του Χειμωνά δεν είναι ενδογλωσσική μετάφραση μερών της Αποκάλυψης του Ιωάννου, αλλά «ελεύθερη απόδοση και δραματική ανασκευή», σύμφωνα εξάλλου και με τον ειδολογικό προσδιορισμό στην αρχή του κειμένου. Δεν μπορεί, πάντως, να αποκλειστεί το ενδεχόμενο αρχικά να ανατέθηκε στον Χειμωνά η «απόδοση» ή η «μετάφραση», σύμφωνα και με όσα γράφτηκαν στα δύο δημοσιογραφικά ρεπορτάζ, και εντέλει εκείνος, στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι τη συγγραφή και την παρουσίαση του θεατρικού μονολόγου, να έκανε την «ελεύθερη απόδοση και δραματική ανασκευή». Ασφαλώς, η έκταση αυτής της τελικής «ελεύθερης απόδοσης και δραματικής ανασκευής» προσδιορίστηκε από τον χρόνο που της αναλογούσε, καθώς εντάχθηκε σε μία ευρύτερη εκδήλωση, εμφανώς προσδιορισμένη από την παρουσία “υψηλών” προσώπων με επίσημες ιδιότητες. Παράλληλα, η παρουσία αυτών των αξιωματούχων και η επισημότητα της όλης εκδήλωσης δεν εμπόδισαν τον Χειμωνά να αποδώσει ελεύθερα, ουσιαστικά να διασκευάσει, το ιερό κείμενο του Ιωάννου, κατά τρόπο ώστε να το εντάξει στο υπόλοιπο δικό του λογοτεχνικό έργο. Γι’ αυτό, εξάλλου, περιελάμβανε τη «Γυναίκα της Πάτμου» στα ανέκδοτα λογοτεχνικά έργα του και όχι στις μεταφράσεις του. Για το πώς και από ποιον ανατέθηκε στον Χειμωνά η «απόδοση» ή η «μετάφραση» της Αποκάλυψης (και, εντέλει, η διασκευή του έργου) δεν διαθέτω πληροφορίες. Θεωρώ ως έναν βαθμό πιθανό η εν λόγω ανάθεση να συνδέεται με την τότε ιδιότητα του Χειμωνά ως Προέδρου του διοικητικού συμβουλίου του Εθνικού Θεάτρου, με απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού Θάνου Μικρούτσικου, θέση στην οποία ο Χειμωνάς παρέμεινε λίγο περισσότερο από έναν χρόνο, από τον Ιανουάριο 1995 μέχρι τον Μάρτιο 1996, οπότε και παραιτήθηκε, επικαλούμενος προβλήματα υγείας.
Με δεδομένο ότι ο θεατρικός μονόλογος του Χειμωνά, σύμφωνα με όσα πραγματολογικά στοιχεία εκτέθηκαν παραπάνω, εντάσσεται στα ανέκδοτα μέχρι τον θάνατο του συγγραφέα λογοτεχνικά έργα του, το κείμενο που παρουσιάζεται εδώ είναι ένα από τα πιο αξιόλογα μέρη των αρχειακών καταλοίπων του. Είναι σκόπιμο, λοιπόν, πριν παρουσιαστεί εν συντομία το κείμενο της Αποκαλύψεως, να δοθούν μερικές βασικές πληροφορίες γι’ αυτά τα αρχειακά κατάλοιπα. Τον Μάιο του 2018 ο πεζογράφος Θανάσης Χειμωνάς, γιος του Γιώργου Χειμωνά και της, επίσης σημαντικής θεατρικής συγγραφέα, Λούλας Αναγνωστάκη, παραχώρησε τα αρχειακά κατάλοιπα των γονιών του στο τότε νεοσύστατο Εργαστήριο Νεοελληνικής Φιλολογίας, που λειτουργεί ως ερευνητική και εκπαιδευτική μονάδα του Τομέα Νεοελληνικής Φιλολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών. Τα αρχειακά κατάλοιπα του Χειμωνά και της Αναγνωστάκη (ανάμεσά τους υπάρχουν και λιγοστά του αδελφού της Μανόλη Αναγνωστάκη) αθροίζουν έναν αρκετά μεγάλο όγκο ποικίλης φύσεως και μεγέθους φακέλων και ντοσιέ με χειρόγραφα, σε λυτά φύλλα ή σε τετράδια, έντυπα (βιβλία και περιοδικά), αποκόμματα από τον Τύπο (κυρίως από εφημερίδες), φωτογραφίες και προσωπικά έγγραφα. Η κατάταξη του υλικού, έτσι όπως παραλήφθηκε, ήταν στοιχειώδης και, σύμφωνα με ενδείξεις, έγινε βιαστικά από τη Λούλα Αναγνωστάκη, καθώς σε αρκετούς φακέλους ή ντοσιέ συνυπήρχε υλικό και των δύο συγγραφέων, καθώς και πληροφορίες για το υλικό. Όλα αυτά τα κατάλοιπα χωρίστηκαν σε δύο αρχεία, ταξινομήθηκαν και αρχειοθετήθηκαν. Εκκρεμεί ακόμα η καταλογογράφησή τους. Οι παραπάνω εργασίες έγιναν από τριμελή ομάδα συνεργατών αποτελούμενη από εμένα, τη συνάδελφο νεοελληνίστρια Μαρία Ρώτα και την υποψήφια διδάκτορα νεοελληνικής φιλολογίας Μάρα Ψάλτη.
Έχοντας κάνει μια γενική θεώρηση των αρχειακών καταλοίπων ειδικά του Γιώργου Χειμωνά, θα δώσω λίγες βασικές και γενικές πληροφορίες. Στο αρχείο του Χειμωνά, λοιπόν, πολλά έντυπα, κυρίως περιοδικών, και πάμπολλα αποκόμματα εφημερίδων εμπλουτίζουν σημαντικά λιγότερο την εργογραφία του, έτσι όπως δημοσιεύτηκε στον τόμο Γιώργος Χειμωνάς, Πεζογραφήματα (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Χρονολόγιο [βίου και έργου]: Ευριπίδης Γαραντούδης, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 2005, σ. 763-795), και περισσότερο τη βιβλιογραφία του. Επίσης εκατοντάδες φωτογραφίες, οργανωμένες και σχολιασμένες από την Αναγνωστάκη σε αρκετά μεγάλου σχήματος ντοσιέ, συμπληρώνουν μία εν πολλοίς άγνωστη οπτική αφήγηση για τις οικογένειες του Χειμωνά, της Λούλας και του Μανόλη Αναγνωστάκη, από την εποχή των προγόνων και των παιδικών χρόνων τους μέχρι την ωριμότητά τους. Οι εκατοντάδες επιστολές που απευθύνουν στον Χειμωνά λογοτέχνες και άλλα πρόσωπα, υπογεγραμμένες ολογράφως με ονοματεπώνυμο ή φέροντας μόνο μικρά ονόματα, φωτίζουν ιδιωτικές και δημόσιες όψεις μιας δημιουργικά και βιωματικά πολυτάραχης ζωής. Οι επιστολές λογοτεχνών και κριτικών λογοτεχνίας ξεκινούν από πρόσωπα της γενιάς του 1930 και φτάνουν μέχρι εκείνους της γενιάς του 1980 και λιγοστούς νεότερους. Ανάμεσα στις επιστολές υπάρχει μία, π.χ., του Οδυσσέα Ελύτη, τον Φεβρουάριο του 1971, όπου όχι μόνο επαινεί τα μέχρι τότε πεζογραφικά έργα του Χειμωνά αλλά και του εκφράζει ρητά τον θαυμασμό του γι’ αυτά. Μεταξύ, πάλι, των λιγοστών επιστολών του ίδιου του Χειμωνά ορισμένες εμφανίζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως εκείνη, τον Μάιο 1982, προς τον πολύ γνωστό ιάπωνα σκηνοθέτη Ναγκίσα Όσιμα, στην οποία ο Χειμωνάς προτείνει να συνεργαστούν για ένα σενάριο βασισμένο σε βιβλίο του, προκειμένου στη συνέχεια να γίνει ταινία.
Προφανώς το σημαντικότερο και ερευνητικά αξιοποιήσιμο τμήμα του αρχείου του Χειμωνά είναι τα χειρόγραφά του. Τα περισσότερα από αυτά παραδίδουν επεξεργασμένες μεταφράσεις του της αρχαίας τραγωδίας και σαιξπηρικών έργων – είναι γνωστό ότι τα χειρόγραφα των λογοτεχνικών πεζογραφημάτων του είχε τη συνήθεια να τα χαρίζει σε φιλικά του πρόσωπα. Υπάρχουν, όμως, και αρκετά άλλα χειρόγραφα που από μια πρώτη ανάγνωσή τους είναι, κατά πάσα πιθανότητα, ανέκδοτα και αρκετά συγκαταλέγονται στην κατηγορία των λογοτεχνικών έργων. Ορισμένα ανέκδοτα μάς είναι γνωστά από παλιά ως έργα υπό συγγραφή ή και ολοκληρωμένα. Π.χ. ξεχωρίζει και ως προς τον αρκετά μεγάλο όγκο του διαθέσιμου υλικού της η Φαίδρα, διασκευή του ομώνυμου θεατρικού έργου του Ρακίνα, που παραστάθηκε το 2010 από το Εθνικό Θέατρο, αλλά δεν εκδόθηκε. Μεγάλο ενδιαφέρον, επίσης, εντοπίζεται στα χειρόγραφα μικρής έκτασης, που συγκροτούν ένα φαινομενικό χάος σκόρπιων γραπτών, ολοκληρωμένων ή ανολοκλήρωτων (π.χ. ο Χειμωνάς είχε αρχίσει να γράφει μια διασκευή του Δωδεκάλογου του Γύφτου του Παλαμά!), που ορισμένα από αυτά άλλοτε λειτουργούν ως προπλάσματα κι άλλοτε ως συνέχιση ή διασκευές των γνωστών μας πεζογραφημάτων. Αν κάτι συνέχει αυτό το, εκ πρώτης όψεως, φαινομενικό χάος και συνιστά την κρυφή αρμονία του είναι η πυρετώδης και τόσο αναγνωρίσιμη ως μοναδική γραφή ενός μεγάλου συγγραφέα. Ανάμεσα, λοιπόν, στα αρχειακά κατάλοιπα σώζεται και το δεκασέλιδο δακτυλόγραφο με ιδιόχειρες διορθώσεις και προσθήκες του θεατρικού μονολόγου Αποκάλυψις, κείμενο που ξεκάθαρα αντιστοιχεί στο έργο που παρουσιάστηκε στην Πάτμο τον Σεπτέμβριο του 1995, χωρίς γι’ αυτό να υπάρχουν στο αρχείο Χειμωνά άλλοι χειρόγραφοι ή έντυποι μάρτυρες, γραμμένοι από τον ίδιο ή άλλα πρόσωπα, εκτός βέβαια από τα δύο δημοσιογραφικά ρεπορτάζ που ανέφερα παραπάνω. Οι όροι παράδοσης του συγκεκριμένου έργου έκαναν επιλέξιμη την παρουσίασή του στο πλαίσιο αυτού του αφιερώματος. Στην «Εισαγωγή» του βιβλίου Πεζογραφήματα (Εισαγωγή-Επιμέλεια-Χρονολόγιο [βίου και έργου]: Ευριπίδης Γαραντούδης, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 2005, σ. 12) είχα γράψει για την Αποκάλυψη ότι «το χειρόγραφο του έργου σώζεται». Δεκαέξι χρόνια μετά, αδυνατώντας πλέον να θυμηθώ πού ακριβώς βασίστηκε αυτή η πληροφορία, πιθανολογώ ότι επρόκειτο για πληροφορία που μου είχε δώσει τότε προφορικά η Λούλα Αναγνωστάκη. Εκ των υστέρων, κάνω την εικασία ότι η πληροφορία της Αναγνωστάκη αφορούσε, ασαφώς, το σωζόμενο στα αρχειακά κατάλοιπα δακτυλόγραφο.
Μία, επίσης σωζόμενη στο αρχείο Χειμωνά, δακτυλόγραφη επιστολή της ποιήτριας Νατάσας Χατζηδάκι, που υπογράφεται ιδιόχειρα με το μικρό όνομά της «Νατάσα», προς τη Λούλα Αναγνωστάκη, σταλμένη από το Παρίσι στις 20 Οκτωβρίου 2000, μας προσφέρει ενδιαφέρουσες πληροφορίες για την Αποκάλυψη. Η επιστολή της Χατζιδάκι, που προφανώς γνώριζε καλά τόσο τον Χειμωνά όσο και την Αναγνωστάκη, όπως μαρτυρείται και από την παλαιότερη διεξοδική συζήτηση-συνέντευξή της με τον πρώτο («Γιώργος Χειμωνάς: Ένα κείμενο δεν τελειώνει ποτέ (Συζήτηση με τη Ν. Χατζιδάκι)», Διαβάζω, τχ. 80, 2 Νοεμβρίου 1983, σ. 58-72), έχει ως θέμα της τη συγκέντρωση και αποστολή στην Αναγνωστάκη πάσης φύσεως γραπτών και άλλων χειρόγραφων καταλοίπων (όπως η τηλεφωνική ατζέντα) του Χειμωνά, ύστερα από τον θάνατό του, τον Φεβρουάριο 2000. Μεταξύ άλλων, λοιπόν, η Χατζηδάκι στην επιστολή της πληροφορεί την Αναγνωστάκη για την Αποκάλυψη: «Έχω κρατήσει σε φωτοτυπία το χειρόγραφο κείμενο της Αποκάλυψης, το οποίο μου είπες ότι δεν σε ενδιαφέρει γιατί υπάρχει κι αλλού – αν ποτέ αλλάξεις γνώμη, πες το μου». Από τις παραπάνω πληροφορίες, συμπεραίνουμε τα εξής: η Χατζιδάκι γνώριζε το κείμενο της Αποκάλυψης, αφού διέθετε φωτοτυπία του χειρογράφου του και πιθανόν και το ίδιο το χειρόγραφο· το εν λόγω χειρόγραφο ίσως ήταν προγενέστερο από το δακτυλόγραφο κείμενο και εκείνο το χειρόγραφο το οποίο δόθηκε για δακτυλογράφηση, δεν αποκλείεται όμως να ήταν και μεταγενέστερο, αν ο Χειμωνάς συνέχισε να επεξεργάζεται το έργο, όπως εξάλλου έκανε επί μακρόν με όλα τα λογοτεχνικά γραπτά του, ιδίως με όσα δεν αποφάσιζε να δημοσιεύσει∙ ο Χειμωνάς είχε πιθανόν πάρει μαζί του στο Παρίσι, στο τελευταίο ταξίδι του εκεί, το χειρόγραφο κείμενο της Αποκάλυψης, έργο που ίσως τον ενδιέφερε και το επεξεργαζόταν ακόμα στην προοπτική να το δημοσιεύσει∙ η Αναγνωστάκη δεν ενδιαφερόταν για το χειρόγραφο, στο οποίο αναφέρεται η Χατζιδάκι, είτε επειδή το γνώριζε από παλιά είτε και επειδή διέθετε το δακτυλόγραφο κείμενο που διασώθηκε στα αρχειακά κατάλοιπα του Χειμωνά∙ με βάση το αρχείο Χειμωνά, το χειρόγραφο της Αποκάλυψης δεν εστάλη στην Αναγνωστάκη, αλλά και κανένα άλλο χειρόγραφο τεκμήριο του έργου δεν σώθηκε στο αρχείο.
Η Αποκάλυψη του Ιωάννου ως πεδίο δημιουργικής τριβής του λογοτεχνικού λόγου του Χειμωνά τον απασχολούσε τουλάχιστον δέκα χρόνια πριν τη γραφή της «ελεύθερης απόδοσης και δραματικής ανασκευής», οφειλόμενης στη συγκυριακή αφορμή του εορτασμού των 1900 ετών. Αυτό φαίνεται από το κείμενό του «Αφιέρωση» (Χάρτης, τχ. 21-23, Νοέμβριος 1986, Αφιέρωμα στον Οδυσσέα Ελύτη, σ. 474-475). Το κείμενο αυτό, που αποτελείται από εισαγωγικό πεζό μέρος και το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής», αναδημοσιεύτηκε, με σημαντική επεξεργασία και των δύο μερών του, στο βιβλίο-συλλογή δοκιμιακών κατά βάση γραπτών του Χειμωνά, Ποιον φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ; Δημόσια κείμενα (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 1995, σ. 98-101), βιβλίο εκδεδομένο την ίδια χρονιά που για πρώτη φορά παρουσιάστηκε δημόσια η Αποκάλυψη. Στην επεξεργασμένη μορφή του, λοιπόν, το κείμενο φέρει στο τέλος του την πληροφορία «Άνδρος, Ιούνιος 1992», αλλά η αφιέρωση του «Ποιήματος Κασσιανής μοναχής», «Για την Ειρήνη Παπά», επιτρέπει να εικάσουμε ότι η αφιέρωση έγινε με την αφορμή της συνεργασίας του 2005. Εξάλλου, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας Έθνος («“Μυροφόρος” η Παπά», 29 Απριλίου 1986), η Ειρήνη Παπά ερμήνευσε το Τροπάριο της Κασσιανής στην απόδοση του Χειμωνά, δηλαδή το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής», στα πλαίσια της τηλεοπτικής εκπομπής «Ρεπόρτερς» της ΕΡΤ2 το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου το 1986· επομένως, η συνεργασία του Χειμωνά με την Παπά ανάγεται δέκα σχεδόν χρόνια πριν το 1995.
Στο κείμενό του «Αφιέρωμα» ο Χειμωνάς αναφέρεται στη μετάφραση της Αποκάλυψης του Ιωάννου από τον Ελύτη, και συγκεκριμένα θέτει το ερώτημα αν και με ποιους όρους “επιτρέπονται” μεταφράσεις τέτοιων κειμένων, και αφιερώνει στον Ελύτη, ως αντιχάρισμα, τη δική του μετάφραση, το «Ποίημα Κασσιανής μοναχής». Μεταφέρω εδώ τα σχετικά με την Αποκάλυψη του Ιωάννου σημεία του εισαγωγικού μέρους της «Αφιέρωσης», παραλείποντας αυτά που αναφέρονται στον Οδυσσέα Ελύτη και παραθέτοντας προηγουμένως μόνο την πληροφορία ότι η μετάφραση του Ελύτη εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1985 (Ιωάννης, Η αποκάλυψη, Μορφή στα Νέα Ελληνικά Οδυσσέας Ελύτης, Αθήνα, Ύψιλον/βιβλία 1985):
Σε μια συνομιλία μου με τον Οδυσσέα Ελύτη, όταν μου είπε ότι είχε κατά νου (ή το είχε μόλις δουλέψει, δεν θυμάμαι) να αποδώσει με την δική του φωνή την «Αποκάλυψη» – παρατήρησα (εκφράζοντας έναν δικό μου, από παλιά, γενικότερο δισταγμό) αν μας επιτρέπεται να ακουμπάμε την θαυμάσια θαμπή όψη τέτοιων κειμένων – αφού, από μόνη της αυτή η όψη, όπως μας την έχει παραδώσει ο χρόνος, από μόνη της εξακολουθεί (ναι, με όλη της την «θαμπάδα» – και ίσως ακόμη περισσότερο: εξαιτίας αυτής της θαμπάδας), εξακολουθεί να φέγγει μέσα στις κατακόμβες της ελληνικής γλώσσας.
Πριν απαντήσει ο Ελύτης, είχα ήδη αποσύρει μέσα μου αυτό το ερώτημα, καταλαβαίνοντας ξαφνικά ότι εγώ ο ίδιος έπρεπε να απαντήσω και ότι, τουλάχιστον αφηρημένα και απρόσεκτα, το είχα απευθύνει στον ποιητή τού Άξιον Εστί.
Γιατί ο Ελύτης στο Άξιον Εστί […] αποδεικνύει πως ο Μαθητής της Ιουδαίας κι ο τρομαγμένος Διδάσκαλος της Πάτμου είναι το ίδιο πρόσωπο.
Μνημονεύω απλώς το κύρος της ατεκμηρίωτης ποίησης έναντι του τεκμαρτού σκεπτικισμού, όσον αφορά την λησμονημένη σχετική αμφιβολία – που δεν γνωρίζω αν ακόμη εκκρεμεί, στην φιλολογική της βέβαια διάσταση, η οποία θα μπορούσε προπάντων να μας απασχολήσει.
Αλλά εμένα δεν είναι αυτό που με ενδιαφέρει. Εκείνο που μ’ ενδιαφέρει είναι ότι ο Ελύτης (και αυτό είναι το ποιητικό τεκμήριο – καλλίτερα: τέκμωρ, που εννοώ) κάνει Άσμα το Αξίωμα με το οποίο ο Ιωάννης έκανε κι αυτός θεογονία το Ευαγγέλιό του, με την πρώτη του φράση: «Εν αρχή ην ο Λόγος».
Κι όπως ο Ιωάννης, με μια όμοια ποιητική μετάλλαξη, κάνει ευαγγέλιο, δηλαδή ήσυχο λόγο, τον αλλόφρονα λόγο της «Αποκάλυψης» που είχε προηγηθεί. Δεν μου αρκεί το γεγονός ότι μερικοί το υπέθεσαν∙ πράγματι: εγώ, ο αυταρχικός αναγνώστης των δύο κειμένων, μόνος μου παίρνω το βίαιο ποιητικό δικαίωμα να εγγυηθώ πως αυτή είναι η αλήθεια, δεν μπορεί παρά να είναι. Γιατί τέτοιες βάρβαρες αλήθειες μονάχα ο λόγος συγχωρεί: το Ποίημα γράφεται από όλους τους ποιητές.
(Ποιον φοβάται η Βιρτζίνια Γουλφ; Δημόσια κείμενα (Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτης 1995, σσ. 98-99).
Το κείμενο ΑΠΟΚΑΛΥΨΙΣ. Ιωάννου Θεολόγου, που παρουσιάζεται εδώ, πληκτρολογήθηκε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή, γραμμένο κατ’ ανάθεση, αν κρίνουμε από τον λογότυπο «ART MEDIA» που υπάρχει στο επάνω μέρος όλων των σελίδων σχήματος Α4. Προηγείται η χωρίς αρίθμηση πρώτη σελίδα του τίτλου και οι υπόλοιπες 9 σελίδες του κειμένου αριθμούνται κάτω δεξιά με αραβικούς αριθμούς. Στην πρώτη σελίδα, κάτω από τον τίτλο, ο ειδολογικός προσδιορισμός «Ελεύθερη απόδοση και δραματική ανασκευή του Κειμένου - αποσπασματική», που ήδη σχολιάστηκε παραπάνω, χαρακτηρίζει την απόδοση-ανασκευή ως «αποσπασματική». Αυτός ο χαρακτηρισμός δεν θεωρώ ότι σχολιάζει τον θεατρικό μονόλογο του Χειμωνά ως αποσπασματικό, αλλά το ότι η «απόδοση» βασίζεται σε μερικά επιλεγμένα μέρη-αποσπάσματα της Αποκάλυψης του Ιωάννου.
Πράγματι, η συνανάγνωση-σύγκριση του θεατρικού μονολόγου του Χειμωνά και της Αποκάλυψης του Ιωάννου δείχνει ότι στο κείμενο του πρώτου: α) μικρά αποσπάσματα της Αποκάλυψης του Ιωάννου ενσωματώνονται αυτούσια είτε διακρίνονται από το υπόλοιπο κείμενο, καθώς εγγράφονται σε εισαγωγικά, π.χ. σ. 3, «καὶ ἰδοὺ θρόνος ἔκειτο ἐν τῷ οὐρανῷ» (4.2), είτε δεν διακρίνονται, καθώς δεν εγγράφονται σε εισαγωγικά∙ β) εκτενέστερα αποσπάσματα της Αποκάλυψης του Ιωάννου αποδίδονται με γλωσσικές αλλαγές, π.χ. το «καὶ ἔτεκεν υἱὸν ἄρρενα, ὃς μέλλει ποιμαίνειν πάντα τὰ ἔθνη ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ· καὶ ἡρπάσθη τὸ τέκνον αὐτῆς πρὸς τὸν Θεὸν καὶ πρὸς τὸν θρόνον αὐτοῦ. (12.5)» γίνεται «εγέννησε παιδίον άρρεν, το οποίο μέλλει να ποιμάνει πάντα τα έθνη εν ράβδω σιδηρά, και το τέκνον αυτής ηρπάσθει προς τον Θεόν και τον θρόνον αυτού» (σ. 2)∙ γ) ακόμα εκτενέστερα αποσπάσματα της Αποκάλυψης του Ιωάννου διασκευάζονται δια της συμπύκνωσης-ανασκευής τους, π.χ. το απόσπασμα «Καὶ εἶδον ἐπὶ τὴν δεξιὰν τοῦ καθημένου ἐπὶ τοῦ θρόνου βιβλίον γεγραμμένον ἔσωθεν καὶ ἔξωθεν, κατεσφραγισμένον σφραγῖσιν ἑπτά, καὶ εἶδον ἄγγελον ἰσχυρὸν κηρύσσοντα ἐν φωνῇ μεγάλῃ· τίς ἄξιός ἐστιν ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον καὶ λῦσαι τὰς σφραγῖδας αὐτοῦ; καὶ οὐδεὶς ἐδύνατο ἐν τῷ οὐρανῷ οὔτε ἐπὶ τῆς γῆς οὔτε ὑποκάτω τῆς γῆς ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον οὔτε βλέπειν αὐτό. καὶ ἐγὼ ἔκλαιον πολύ, ὅτι οὐδεὶς ἄξιος εὑρέθη ἀνοῖξαι τὸ βιβλίον οὔτε βλέπειν αὐτό. καὶ εἷς ἐκ τῶν πρεσβυτέρων λέγει μοι· μὴ κλαῖε» (5.1-5) γίνεται από τον Χειμωνά το εξής κείμενο: «Και είδον βιβλίον κατεσφραγισμένον με σφραγίδας επτά· είδον άγγελον ισχυρόν κυρήττοντα μετά φωνής μεγάλης: “τις είναι άξιος να λύσει τας σφραγίδας του βιβλίου και να ανοίξει αυτό;” Και ουδείς άξιος ευρέθη εν τω ουρανώ και επί της γης, και εγώ έκλαιον – ότι ουδείς άξιος, εν τω ουρανώ και επί της γης και υποκάτω της γης ευρέθη και όταν εκάλυψα το πρόσωπο του θρήνου μου με ++λον αναστάς». Γενικότερα ο θεατρικός μονόλογος ισορροπεί δημιουργικά ανάμεσα στην εγγύτητα και την απόσταση από το έργο-αφετηρία, ακολουθώντας σε γενικές γραμμές τη δική του αφηγηματική άρθρωση. Υπάρχουν, βεβαίως, μέρη του θεατρικού μονολόγου του Χειμωνά που αυτονομούνται εντελώς από το κείμενο της Αποκάλυψης του Ιωάννου, καθώς το προεκτείνουν δημιουργικά προς την κατεύθυνση της δραματικής ανασκευής-θεατρικού μονολόγου της αρχετυπικής μορφής, της Γυναίκας, που ο Χειμωνάς την επινοεί, αντλώντας την από την παρακαταθήκη του πεζογραφικού έργου του.
Στο κείμενο του Χειμωνά υπάρχουν 11 σκηνικές οδηγίες ή παρέμβλητα σχόλια που λειτουργούν ως οδηγίες προς την ηθοποιό που θα ερμηνεύσει τον μονόλογο, εν προκειμένω την Ειρήνη Παπά: «Η Γυναίκα (ήρεμη)», «(Χορωδία – άλλο κομμάτι)», «(Σταμάτημα)», «(γλυκαίνει:)», «(με πανικό συγκρατημένο, σαν να αντικρύζει ξαφνικά κάτι μακρυά:)», «(Σιωπή, αλλάζει, τώρα με εκκλησιαστική οξύτητα φωνής:)», «(Η συμβολοποίηση του τρόμου –του Θεού– του κόσμου)», «(Η σωματοποίηση του τρόμου)», «(Αναταράζεται)», «(Με ξαφνική κακία)», «(Σκοτάδι)». Επίσης οι αρκετές διαγώνιες γραμμές, τόσο εκείνες που υπάρχουν στο δακτυλόγραφο όσο και οι αρκετά περισσότερες που προστέθηκαν με το χέρι του Χειμωνά, φαίνεται να υποδεικνύουν παύσεις κατά την εκφορά του κειμένου ως θεατρικού μονολόγου.
Οι γραμμένες με το χέρι γραφές αναγνωρίζονται ασφαλώς ως γραφές του Χειμωνά, με βάση τη γνώση των χειρογράφων του. Αυτές οι ιδιόχειρες διορθώσεις και κυρίως οι βιαστικά γραμμένες και γι’ αυτό δυσανάγνωστες προσθήκες και διαγραφές στη συνέχεια, που άλλες έγιναν με μολύβι και άλλες με μελάνι μπλε χρώματος, μαρτυρούν ότι το κείμενο που παρουσιάζεται εδώ δεν είναι το τελικό, στην προοπτική του δρώμενου, και ότι προφανώς υπήρξε ένα μεταγενέστερο, επίσης δακτυλογραφημένο κείμενο με βάση το οποίο έγινε η παρουσίαση του θεατρικού μονολόγου.
Στη μεταγραφή του κειμένου διατηρήθηκε η ορθογραφία του δακτυλογράφου∙ διορθώθηκαν μόνο ορισμένα προφανή αβλεπτήματα κατά την πληκτρολόγηση (π.χ. «μέγος» αντί «μέγας», σ. 1). Επίσης στη μεταγραφή διατηρήθηκε το μονοτονικό σύστημα του δακτυλογράφου, παρά το ότι οι ιδιόχειρες γραφές είναι σε πολυτονικό, κατά την πάγια συνήθεια του Χειμωνά να γράφει έτσι. Το εδώ μεταγραμμένο κείμενο καταγράφει την τελική μορφή του θεατρικού μονολόγου, ύστερα από τις ιδιόχειρες διορθώσεις και προσθήκες, και όχι και τα διαγραμμένα μέρη του, καθώς μία τέτοια επιλογή ήταν ασύμβατη με τους όρους μίας ηλεκτρονικής δημοσίευσης. Πάντως, οι φωτογραφίες του δακτυλόγραφου κειμένου δίνουν τη δυνατότητα στον αναγνώστη να το ελέγξει ως προς τη μεταγραφή και να επιχειρήσει να διαβάσει και τα διαγραμμένα μέρη.