Χάρτης 3 - ΜΑΡΤΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-3/biblia/prodomenoi-kai-prodotes
‘Αμος Οζ, Ιούδας, μετάφραση Μάγκυ Κοέν, Καστανιώτης 2016
Ο πρόσφατα χαμένος Ισραηλινός συγγραφέας Άμος Οζ στο τελευταίο μείζον μυθιστόρημά του Ιούδας ανατέμνει τη σχέση ιουδαϊσμού και χριστιανισμού και τις διάφορες μορφές προδοσίας μέσα από το πρόσωπο του ομώνυμου ήρωα, ενώ αναμφισβήτητα φέρνει στο μυαλό των αναγνωστών του το δράμα του λαού που έγινε συνώνυμο της προδοσίας και βρέθηκε αντιμέτωπος στην ιστορία του με έναν απηνή αντισημιτισμό έως του σημείου του Ολοκαυτώματος, αυτής της απόλυτα μελανής σελίδας της Ιστορίας.
Στην ελληνική αρχαιότητα η τιμωρία που προβλεπόταν για προδότες (και ιερόσυλους) ήταν ο δημόσιος λιθοβολισμός (Ηροδ. 9,5). Στη Θεία Κωμωδία του Δάντη η προδοσία θεωρείται το ύψιστο αμάρτημα∙ στον εσώτατο πυρήνα της κολάσεως τιμωρούνται οι προδότες par excellence της Ιστορίας, Κάσσιος, Βρούτος και Ιούδας. Ποιος είναι όμως ο Ιούδας; Και τι έχουν πει για την προδοσία οι αιώνες; Ο Κωστής Μπαστιάς (Νέον Κυριακοδρόμιον) σημειώνει για τον Ιούδα «Ούτε απαραίτητος ήτανε στο θείο δράμα και την οικονομία του, αφού ο Χριστός είχε αρκετούς εχθρούς για να τον δείξουνε στη φρουρά και να τον παραδώσουνε... Το δράμα του Ιούδα στάθηκε η αδυναμία του ν’ αγαπήσει… γίνεται ο φυσικός πρόγονος του επαναστατημένου διανοούμενου όλων των εποχών κι όλου του κόσμου»…
Ἄρχομαι τοίνυν ὅθεν τὸ πάθος ἤρξατο
(Kυρίλλου Ιεροσολύμων, Κατήχησις τρισκαιδεκάτη φωτιζομένων)
Και το πάθος ξεκινά με προδοσία. Ο Ιούδας ήταν ο προδότης∙ και παρέδωσε τον διδάσκαλο στον θάνατο για τριάντα αργύρια∙ όμως μεταμελήθηκε, πέταξε τα αργύρια στον ναό και έφυγε∙ και τι μας νοιάζει εμάς, είπαν, περίπου, οι Ιουδαίοι. Αν δεν ήταν ο Ιούδας θα ήταν κάποιος άλλος στα πλαίσια του σχεδίου της θείας οικονομίας∙ αυτό όμως δεν καθιστά πιο ελκυστική την προδοσία του ούτε τον απαλλάσσει από την ευθύνη της –ελεύθερης– επιλογής του, καθώς το σχέδιο της θείας οικονομίας απαιτεί πάντοτε την ελεύθερη συγκατάθεση του ανθρώπου. Από την άλλη, βεβαίως, η μετάνοιά του αυτή τον καθιστά πρόσωπο τραγικό∙ μια μεταμέλεια που δεν ωφέλησε, ωστόσο, κανέναν. Για τον Jaspers, η μετάνοια του Ιούδα συνιστά προοίμιο σωτηρίας. Για τον Hölderlin, ο Ιούδας διαπράττει μια «ιερή» προδοσία με σκοπό να αναγκάσει τον Χριστό να φανερώσει την ισχύ του και έτσι να αποκαταστήσει την τελευταία στη συνείδηση των ανθρώπων. Για τον Žižek, ο Ιούδας είναι ο ύστατος ήρωας της Καινής Διαθήκης, αυτός που είναι έτοιμος να χάσει την ψυχή του και να δεχτεί την αιώνια καταδίκη για να μπορέσει να εκπληρωθεί το θείο σχέδιο. Ενώ ο Agamben, συναινώντας με τον μεγάλο προτεστάντη θεολόγο Karl Barth, θεωρεί τον Ιούδα ως έναν «εκτελεστή» της Καινής Διαθήκης (executor Novi Testamenti), εκτελεστή, δηλαδή, της θείας βούλησης. Ανάλογης εμπνεύσεως, όπως οι φιλοσοφικές προαναφερθείσες, οι οποίες άλλωστε απηχούν και αρχαίες γνωστικιστικές, είναι και η θεώρηση του προσώπου του Ιούδα από τον Νίκο Καζαντζάκη. Εδώ, ο Ιούδας απευθύνεται στον Ιησού:
«Με κρατούσες αγκαλιά, θυμάσαι, και με παρακαλούσες: «Πρόδωσέ με, πρόδωσέ με, να σταυρωθώ, ν’ αναστηθώ, να σώσουμε τον κόσμο!»… Και τόσο σε αγαπούσα, τόσο σού είχα εμπιστοσύνη, που είπα το Ναι, πήγα και σε πρόδωκα…»
Ιδιαίτερη μνεία αξίζει, εδώ, νομίζω, η θρησκευτική κινηματογραφική τριλογία, όπως αναφέρεται πλέον από τους κριτικούς, του Αμερικανού καθολικού σκηνοθέτη Martin Scorsese, την οποία συναποτελούν οι ταινίες Kundun (1997), με θέμα τη ζωή του 14ου Δαλάι Λάμα μέχρι την κινεζική εισβολή στο Θιβέτ, The Last Temptation of Christ (1988), βασισμένη στον Τελευταίο πειρασμό του Νίκου Καζαντζάκη, που μας παρουσιάζει έναν ανθρώπινο Χριστό, ο οποίος μπαίνει στον τελευταίο πειρασμό ν αρνηθεί τη θεϊκή φύση του και να γλιτώσει το μαρτύριο του σταυρού και Silence (2016), βασισμένη στην ομώνυμη νουβέλα του Shusaku Endo, που διεκτραγωδεί το ζήτημα των lapsi, των αποστατών Χριστιανών στην Ιαπωνία του 17ου αιώνα και ανατέμνει το θέμα της προδοσίας μέσα από το πρόσωπο του Kichijiro, ενός άλλου «Ιούδα», που προκαλεί τη συμπάθειά μας με τις συνεχείς μεταπτώσεις και μεταμέλειές του. Αλλά και η αποστασία του ιεραποστόλου Rodrigues, ο οποίος πατά την εικόνα του Χριστού, φέρεται να παρακινείται από τον ίδιο τον Θεό τον οποίο o ιεραπόστολος ακούει να του λέει: «Ποδοπάτησέ το! Εγώ περισσότερο από τον καθένα γνωρίζω τον πόνο που νιώθεις στο πόδι σου. Ποδοπάτησέ το! Για να ποδοπατηθώ από τους ανθρώπους ήρθα στον κόσμο αυτόν. Για να μοιραστώ τον πόνο των ανθρώπων, σήκωσα το σταυρό μου». Για το πρόσωπο του Ιούδα στον Τελευταίο πειρασμό σχολιάζει ο Μιχάλης Πιτένης: «Ο Καζαντζάκης μόνο ως προδότη δεν τον παρουσιάζει, αλλά ως τον πιο στενό συνεργάτη του Ιησού, τον μαθητή απ’ τον οποίο ο Δάσκαλος ζητά να σταθεί στο πλάι του μέχρι τέλος και να τον στηρίξει για να μη λιγοψυχήσει την κρίσιμη ώρα και να εκπληρώσει τον ρόλο που επέλεξε για εκείνον ο ίδιος ο Θεός. Ο Ιούδας, βέβαια, δέχεται να το κάνει όχι γιατί οραματίζεται τη Βασιλεία των ουρανών αλλά επειδή προσδοκά την επίγεια νίκη κατά των Ρωμαίων και την απελευθέρωση της Ιουδαίας», (στο Ιδού ο άνθρωπος, Bookpress, 8.10.2017).
Οι φιλοσοφικές και λογοτεχνικές αυτές θεωρήσεις της προδοσίας, ως οργάνου μάλιστα της θείας βούλησης, εκκινούν, ωστόσο, από μία λανθασμένη προϋπόθεση: του απόλυτου προορισμού. Ο Θεός, όμως, ούτε κατευθύνει, ούτε προορίζει. Άλλωστε όχι επειδή προφητεύτηκε κάτι αυτό και γίνεται, αλλά επειδή θα γινόταν για αυτό και προφητεύτηκε. Έτσι ο άνθρωπος παραμένει πάντoτε τραγικά ελεύθερος… Ακόμη και οι lapsi όμως, οι πεπτωκότες, οι προδότες εκείνοι της πίστεως της περιόδου των διωγμών, έγιναν δεκτοί από την πρώτη εκκλησία. Και αυτό λέει πολλά. Ύψιστο αμάρτημα, ίσως, δεν είναι τελικά η προδοσία, όπως θα ήθελε ο Δάντης, αλλά μόνο η αμετανοησία…
Οι ήρωες του Άμος Οζ στον Ιούδα, προδομένοι και προδότες, κολάζονται σε μία κεκλεισμένων των θυρών κόλαση, μέσα στο μικρό δωμάτιο της οικουμένης, που ασφυκτιά γεμάτο από προσωπικές αναμνήσεις και συλλογική ιστορία… Ο έρωτας, πάντοτε ζηλωτικός και βασανιστικός, είναι παρών σε ένα πρώτο επίπεδο ανάμεσα στον μπερδεμένο φοιτητή Σμούελ Ας και την κυνική Ατάλια Αμπραβανέλ. Ο συγγραφέας όμως, σε ένα δεύτερο επίπεδο και μέσα από τη σκιαγράφηση του αμφιλεγόμενου προσώπου του Σαλτιέλ Αμπραβανέλ από τον Γκέρσομ Βαλντ, καταθέτει ίσως και την πικρία του για την δική του στόχευση ως προδότη, οφειλόμενη στη θέση του περί δύο κρατών και περί ειρηνικής συνύπαρξης Εβραίων και Αράβων, που έχουν άλλωστε έναν κοινό προπάτορα, τον Αβραάμ… Προσπαθεί όμως ακόμη, σε ένα τρίτο επίπεδο και μέσα από την οπτική ενός εκκοσμικευμένου, σύγχρονου Εβραίου, μέσα από τη συνομιλία με την διατριβή του φοιτητή ήρωά του, να συναντήσει το πρόσωπο του Χριστού και τους Χριστιανούς, με τον τρόπο, μάλλον, που με τους τελευταίους συναντήθηκαν και οι σύγχρονοι Εβραίοι φιλόσοφοι Λεβινάς και Μπούμπερ στις έννοιες της ευθύνης, της ηθικής του Άλλου, της θρησκείας ως εμπειρίας, της άμβλυνσης των δογματικών διαφορών κ.ο.κ. Άλλωστε φιλοσοφικής τάξεως δεν είναι και η κατακλείδα του έργου και αναρωτήθηκε αναφερόμενη στον Σμούελ; Ένα φιλόδοξο και ωστόσο επιτυχημένο εγχείρημα συνιστά πράγματι το μυθιστόρημα Ιούδας του Άμος Οζ, που συνδυάζει στοχαστικότητα και συγκίνηση με φόντο μια ονειρικά σκιαγραφημένη Ιερουσαλήμ. Είναι κρίμα μόνο που στη φιλοσοφική διαπόρηση, την αρετή αυτή πλοήγησης του βίου την οποία ο Οζ φαίνεται να προκρίνει, καταφεύγουμε τις περισσότερες φορές μόνον αφού η θύελλα του πάθους έχει περάσει και η τραγωδία έχει πλέον συντελεστεί.