Χάρτης 29 - ΜΑΪΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-29/klimakes/metamorfwseis-toy-gkregkor-samsa
Systema naturae.Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα –η πλάτη του ήταν σκληρή σαν πλάκα– και ανασηκώνοντας λίγο το κεφάλι του, μπόρεσε να δει τη στρογγυλή καφετιά του κοιλιά. Μπροστά στα μάτια του ανάδευαν αβοήθητα ένα σωρό μικρά ποδαράκια, στο μυαλό του όμως δεν υπήρχαν παρά τα δρομολόγια των τρένων, η μορφή του προϊσταμένου του και του επιστάτη, τα δείγματα των υφασμάτων που δεν είχαν ακόμα τακτοποιηθεί μες στη βαλίτσα και ο πατέρας. «Για να σε δω τώρα, αγαπητέ μου Λιναίε (και Αριστοτέλη, Λαμάρκ, Κιβιέ…), πώς θα το ταξινομήσεις αυτό!».
Η Αλίκη ετοιμάζει το πρωινό. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Με μεγάλο κόπο μετακίνησε το ογκώδες σώμα του ως την άκρη του κρεβατιού και αφέθηκε να πέσει με πάταγο στο πάτωμα. Αισθάνθηκε αφόρητο πόνο στην πλάτη του, μα σύρθηκε μέχρι την πόρτα και παρουσιάστηκε μπροστά στην αδελφή του που ετοίμαζε εκείνη την ώρα το πρωινό. «Δεν θα το πιστέψεις αυτό!», της είπε με μια βραχνή φωνή που δεν τη γνώρισε για δική του. Εκείνη του έριξε μια γρήγορη ματιά. «Έχω κάνει πολλή εξάσκηση», του απάντησε συνεχίζοντας τη δουλειά της. «Μερικές φορές έχω καταφέρει να πιστέψω μέχρι και έξι απίθανα πράγματα πριν απ’ το πρόγευμα». Ο Γκρέγκορ έκανε στροφή και γύρισε στο δωμάτιό του απογοητευμένος.
Ovidius poeta accepit epistulas. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Η πρώτη φράση που, με δυσκολία, κατάφερε ν’ αρθρώσει ήταν: «Beat that, Οβίδιε!».
Δόξα τω Θεώ. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Καταβάλλοντας υπεράνθρωπη προσπάθεια κατόρθωσε να κατέβει απ’ το κρεβάτι και να συρθεί μέχρι την πόρτα. Έχωσε τη μουσούδα του στο μικρό άνοιγμα και κοίταξε προς το καθιστικό. Είδε τον πατέρα, τη μητέρα και την αδελφή του να τρώνε όλοι μαζί το πρωινό τους: το έπιαναν με τα λεπτά ποδαράκια τους και το έφερναν στο μυτερό μαύρο μουσούδι τους· μαύρα σάλια κυλούσαν από το στόμα τους. «Δόξα τω Θεώ, είμαι φυσιολογικός», ανάσανε ανακουφισμένος ο Γκρέγκορ.
Κρατς! Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Σηκώθηκε, έκανε δυο γύρους πάνω στο ταβάνι για να ξεπιαστεί, έφαγε λίγο μουχλιασμένο τυρί για πρωινό και ξεκίνησε για τη δουλειά. «Αχ, Θεέ μου», σκέφτηκε, «τι εξοντωτικό επάγγελμα είναι αυτό που διάλεξα! Μέρα μπαίνει, μέρα βγαίνει κι εγώ όλο στον δρόμο είμαι: να τρομάζω τις γυναίκες τρέχοντας γύρω-γύρω μες στα δωμάτια, να πετάγομαι ξαφνικά κάτω από το ψυγείο και από τα σκοτεινά ντουλάπια, να κάνω αυτό το φρικτό κρατς! καθώς με πατάνε με το παπούτσι τους. Να επιζώ, μόνος εγώ, απ’ όλους τους πολέμους και τις πυρηνικές καταστροφές. Αχ, καημένε Γκρέγκορ!».
Radio days. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, η πλάτη του ήταν σκληρή σαν πλάκα. Μπροστά στα μάτια του ανάδευαν αβοήθητα ένα σωρό μικρά ποδαράκια, θλιβερά λεπτεπίλεπτα. Προσπάθησε μ’ ένα απ’ αυτά να φτάσει το κομοδίνο δίπλα του. Με λίγη μουσική απ’ το ραδιοφωνάκι του όλα θα ήταν καλύτερα. Δεν έφτανε όμως.
«Όχι εμένα, όχι εμένα!» Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο, πετάχτηκα από το κρεβάτι και σπρώχνοντας αθόρυβα την πόρτα του μπάνιου άναψα το δυνατό φως για να μπω μέσα. Τουλάχιστον δέκα κατσαρίδες βολτάριζαν ή στέκονταν σε ομάδες των δύο ή των τριών μέσα στη λευκή επιφάνεια της μπανιέρας. Μόλις με αντιλήφθηκαν, με την παντόφλα μου ήδη στο χέρι, άρχισαν να φωνάζουν με λυγμούς και μαύρα πηχτά δάκρυα στα μάτια: «Μη σκοτώσεις εμένα! Είμαι ο Γκρέγκορ Σάμσα. Τις άλλες να σκοτώσεις!» ή «Όχι! Όχι! Εγώ είμαι ο αληθινός Γκρέγκορ Σάμσα. Λυπήσου με! Ψέματα λένε όλες τους!». Τις κοίταξα προσεκτικά, μα δεν μπορούσα να βγάλω άκρη. Βγήκα απ’ το μπάνιο, έσβησα το φως πίσω μου και γύρισα στο κρεβάτι να συνεχίσω τον ταραγμένο μου ύπνο.
«Λοιπόν σήμερα.» Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα, η πλάτη του ήταν σκληρή σαν πλάκα. Μπροστά στα μάτια του ανάδευαν αβοήθητα ένα σωρό μικρά ποδαράκια, θλιβερά λεπτεπίλεπτα και άχρηστα. Σωριασμένη σε μια καρέκλα στο βάθος του δωματίου η μητέρα με τα μαλλιά λυμένα και ανακατωμένα ανέπνεε βαριά. Όρθια δίπλα στο κρεβάτι του στεκόταν η αδελφή του κλαίγοντας με λυγμούς. Ο επιστάτης με τα μαλλιά του ορθωμένα από τη φρίκη είχε αρπαχτεί με δύναμη από το κάγκελο της σκάλας. Από την πόρτα ο πατέρας κοιτούσε με βλέμμα απειλητικό προς το μέρος του Σάμσα. Εκείνος με μεγάλη δυσκολία κατόρθωσε να προφέρει μια φράση: «Λοιπόν σήμερα, δεν ξέρω αν το προσέξατε, αλλά είμαστε μια ωραία ατμόσφαιρα, είμαστε…».
Χίλιες τετρακόσιες θερμίδες τη μέρα. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, ένιωσε ένα τράβηγμα που εξελίχθηκε σε πόνο βαθιά μες στο στομάχι του. Κατάλαβε ότι πεινούσε· μα δεν σηκώθηκε απ’ το κρεβάτι. Σε είκοσι μέρες ξεκινούσε η θερινή του άδεια. Αλίμονο αν έτρωγε κάθε φορά που πεινούσε!
Πρωινό χουζούρι. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ’ ένα τεράστιο έντομο. Δεν προσπάθησε να κατέβει απ’ το κρεβάτι. Έστριψε το σώμα του και σκαρφάλωσε με ευκολία στον τοίχο πίσω του· κι από κει, τσουπ, στο ταβάνι. «Τι ωραία που είναι εδώ πάνω!», σκέφτηκε. «Τι χουζούρι!».
Η πρώτη ανάγνωση. «Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ' ένα τεράστιο έντομο. Ήταν ξαπλωμένος ανάσκελα –η πλάτη του ήταν σκληρή σαν πλάκα– και ανασηκώνοντας λίγο το κεφάλι του, μπόρεσε να δει τη στρογγυλή καφετιά κοιλιά του που χωριζόταν σε τμήματα από κάτι τοξοειδείς ζώνες, ενώ τα σκεπάσματα μετά βίας τον κάλυπταν ολόκληρο κι ήταν έτοιμα να γλιστρήσουν από πάνω του. Μπροστά στα μάτια του ανάδευαν αβοήθητα ένα σωρό μικρά ποδαράκια, θλιβερά λεπτεπίλεπτα, μπουχαχαχαχα! Χαχαχαχα!»
«Χαχαχαχα! Μπουαχαχαχα!»
Το μέγεθος μετράει. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σ’ ένα τεράστιο έντομο. «Άντε πάλι τα ίδια!», μουρμούρισε βαριεστημένος. Με κόπο έστρεψε το σκληρό σαν πλάκα κορμί του προς το ένα πλάι, για να κυλήσει κάτω από το κρεβάτι, όπως και τις προηγούμενες φορές. Μα η πτώση του, αυτή τη φορά, ήταν ραγδαία! Βρέθηκε στο πάτωμα και το κρεβάτι από πάνω του φάνταζε πελώριο, η ντουλάπα χανόταν πιο ψηλά από όσο έφτανε η ματιά του, οι καρέκλες είχαν δεκάδες φορές το δικό του ύψος. Είχε μεταμορφωθεί σε κανονικό έντομο! Το χοντρό παπούτσι της αδελφής του, που μόλις είχε μπει στο δωμάτιο, τον πλησίαζε απειλητικά.
Ιστορία των μεταμορφώσεων. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του ανάσκελα ξαπλωμένος, γυμνός, τυλιγμένος μες σε σφιχτά σεντόνια. Τα χέρια του πονούσαν φρικτά, τα πόδια του το ίδιο· στο στόμα του όξος και χολή· ξεραμένο αίμα στο μέτωπο και στην πλάτη του. Από απόσταση όμως μια απαλή μυρωδιά λουλουδιών, βιολέτες κι άνθη πορτοκαλιάς, μαλάκωνε τις οδύνες του και τον βύθιζε σ’ έναν τρυφερό λήθαργο. Τα χείλη του σαν να ξεσφίξανε μια στιγμή. Μια καινούρια μεταμόρφωση ζυμωνόταν μέσα του, αδοκίμαστη ακόμα.
Σαράντα πέντε χρονών. Ξυπνώντας κάποιο πρωί από ταραγμένο ύπνο ο Γκρέγκορ Σάμσα, βρέθηκε στο κρεβάτι του μεταμορφωμένος σε ένα τεράστιο έντομο. Ανασηκώνοντας με κόπο το κεφάλι του προσπάθησε να δει το ρολόι στο κομοδίνο του, μα οι αριθμοί εμφανίζονταν θολοί στα μάτια του. «Όχι ΚΑΙ πρεσβυωπία!» αναφώνησε με απόγνωση.