Χάρτης 28 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-28/klimakes/oeodwros-kolokotrwnhs-h-polystrwmatikh-glwssa-twn-apomnhmoneymatwn-toy
Τα Απομνημονεύματα του Αρχιστράτηγου της Επανάστασης του 1821, όπως τα υπαγόρευσε ο ίδιος στον Γεώργιο Τερτσέτη το καλοκαίρι του 1836, αποτελούν μνημείο προφορικού λόγου με έντονη ιδιωματική χροιά και εμφανείς επιρροές από τη λόγια, κυρίως τη γραφειοκρατική γλώσσα.[1]
Οι παρεμβάσεις των απομνημονευματογράφων ολιγογράμματων αγωνιστών, ιδίως όταν δεν υπάρχουν αυθεντικά χειρόγραφα, δεν επιτρέπουν την ακριβή μελέτη της γλώσσας τους. Αναγκαστικά, επομένως, θα περιορίσω τις παρατηρήσεις μου στο λεξιλόγιο και το ύφος ενδεικτικών αποσπασμάτων από τα οποία διαφαίνεται η προσωπικότητα του Γέρου του Μοριά. Ο Γεώργιος Τερτσέτης νιώθει την ανάγκη να εκμυστηρευτεί στους αναγνώστες του έργου: «Σας λέγω με τα δάκρυα εις τα μάτια ότι ο γέρο Κολοκοτρώνης δεν ήξευρε να διαβάζει, δεν ήξευρε να γράφει, ή να εξηγηθώ ορθότερα, μόλις ήξευρε να διαβάζει και το κονδύλι δεν πήγαινε μακρύτερα από όσα ψηφία ζωγραφίζουν το όνομά του».[2]
Τον Ιανουάριο του 1977 συνάντησα τυχαία την Έλλη Αλεξίου έξω από την Αρχαιολογική Εταιρεία, Πανεπιστημίου 22. Μου είπε ότι μόλις είχε ολοκληρώσει την επιμέλεια των Απάντων του Κολοκοτρώνη και έφυγε ένα μεγάλο βάρος από πάνω της. Μου τόνισε σε παράφραση αυτά που γράφει ως κατάθεση ψυχής στην τελευταία σελίδα της εξαίρετης εισαγωγή της (σσ. 13-19): «Ο Κολοκοτρώνης ήτανε το μυαλό, η καρδιά και το όπλο του αγώνα. Ανήκε σε κείνο το είδος των ανθρώπων, που θέτοντας ένα υψηλό σκοπό στη ζωή τους, τον υπηρετούν με αφοσίωση και πείσμα. [...] Και ήταν ένα παιδί αγράμματο, που μήτε την υπογραφή του δεν ήξερε να βάλει. Ωστόσο, η ευστροφία του μυαλού του στην τέχνη του πολέμου ξεπερνούσε σε αξιότητα τον πιο σπουδασμένο στρατιωτικό».[3]
Τα Προλεγόμενα του Τερτσέτη
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ομιλία που εκφώνησε ο Τερτσέτης στο Αναγνωστήριο της Βιβλιοθήκης της Βουλής την 25η Μαρτίου 1851 (τριακοστή πανήγυρις). Τυπώθηκε με λίγες προσθαφαιρέσεις στα Απομνημονεύματα του Στρατηγού (σσ. α΄-λζ΄). Αξιοπρόσεκτη είναι η ακόλουθη παράγραφος: «Αφού εννόησε τον κόσμο, σεβαστοί ακροαταί, δύο πρόσωπα ανδρών έμειναν διά παντός εικονισμένα εις την ενθύμησίν μου, ο στρατηγός Τζούρτζ [Sir Richard Church (Ριχάρδος/Ρίτσαρντ Τσουρτς/Τσουρτζ/Τσωρτς (1784-1873)] και ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, δοξασμένοι από την τότε γνώμην των ανθρώπων, ο ένας διά τον φιλελληνισμόν του, ο άλλος διά τον ελληνισμόν του, αύξανε χάριν εις τον ένα η εύμορφη φυσιογνωμία, η επιμέλεια του ενδύματος, – σε άρπαζε η αγριάδα του άλλου και το μίλημα, η κεφαλή και των δύο, τα ξανθά μαλλιά του ενός, τα μαύρα του άλλου, εστολίζοντο από την Ελληνική περικεφαλαία των αρχαίων». Η σύγκριση του Κολοκοτρώνη με τον Όμηρο και τον Ηρόδοτο, που επιχειρεί στη συνέχεια, εντάσσεται στον πανηγυρικό τόνο των εορταστικών εκδηλώσεων.
Ο Τερτσέτης δεν αναφέρεται στη γλώσσα του Κολοκοτρώνη, αλλά στη «φωνή» του, προβάλλοντας την προφορικότητα του κειμένου.[4]
Αν μελετήσει κανείς προσεκτικά τη γλώσσα της Εισαγωγής του Τερτσέτη θα διαπιστώσει ότι εν πολλοίς ταυτίζεται με τη γλώσσα του Κολοκοτρώνη, πράγμα που σημαίνει ότι οι παρεμβάσεις του καταγραφέα υπήρξαν καθοριστικές στην τελική μορφή του κειμένου. Στο φωνολογικό επίπεδο εμφανίζεται συχνά το προθε(μα)τικό α-: αλησμονά (σ. λα΄), αχείλι (β΄). Ο φθόγγος –τσ– αποδίδεται ως –τζ– κατά τη συνήθεια της εποχής: έτζι (λστ), τζεκούρι
(ιθ΄). Βλ. και τη γραφηματική απόδοση της προφοράς των λέξεων: Εμπρώτοις (β΄), παρηγοργιά (κστ΄), ψεύματα
(ιβ΄). Οι ορθογραφικές συνήθειες της περιόδου εκείνης ξενίζουν σήμερα.[5]
Σε ό,τι αφορά το λεξιλόγιο, καταγράφονται σπάνια ουσιαστικά: αποκαρομάρα (κστ), απολυτισμός (ια΄), ασημασία
(ια΄), γεννητάτα (γ΄), σιταροκάραβα (κθ΄), συσχολίτης (λγ΄), επίθετα: αξιοΰμνητος
(θ΄) και ρήματα: Αν δεν σας κακοευχαρίστησα
(ια΄), μυριοεπαινούνται (ε΄), είχα προοιμιάσει, Κύριοι, προλέγοντάς σας, ότι ... (ια΄). Η λαϊκή διατύπωση κλωστή της ομιλίας (ια΄) αντιστοιχεί στο λόγιο νήμα της ομιλίας. Η σύνταξη: τον είπα (λε΄), αντί της γενικής, είναι καθαρά ιδιωματική.
Ιδιαιτερότητες της γλώσσας του Κολοκοτρώνη
Ο Νικόλαος Παντελίδης ασχολήθηκε συστηματικά με το ιδιωματικό στοιχείο στα Απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη, ιδίως ως προς τον βαθμό που διαμόρφωσαν τη γλώσσα του έργου.[6]
Είναι προφανείς οι γλωσσικές επεμβάσεις του Τερτσέτη, όπως ακριβώς και του Βλαχογιάννη στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη. Το αν και κατά πόσο ο Τερτσέτης παρενέβαλε στοιχεία από το μητρικό του ιδίωμα, το ζακυνθινό, δεν είναι εύκολο να διαπιστωθεί γιατί αρκετά από αυτά ήταν διαδεδομένα και στην Πελοπόννησο. Την περίοδο αυτή δεν μπορεί να γίνει λόγος για μια κοινή προφορική γλώσσα. Ο λόγος του Κολοκοτρώνη, σε ορισμένα σημεία έντονα ιδιωματικός, απεικονίζει το γλωσσικό μωσαϊκό που κυριαρχούσε τότε.
Από φωνολογική άποψη το ενδιαφέρον εστιάζεται στις ακόλουθες ενδεικτικές περιπτώσεις: Προθετικά φωνήεντα: ακαρτερούσαμεν
(68), αλησμόνησα (321), τα απερασμένα χρόνια (241), εβγάλουν (6), εδικά μας (92). Προφορά του τσ
ως τζ: Βενετζάνων (4), έτζι (4), εκάτζαμεν (9, 187), καπρίτζια (191), Τριπολιτζά (244), αλλά και Τριπολιτσά
(246). Το δίψηφο μπ αντικαταστάθηκε από τους καθαρευουσιάνους από το β (βανάνα είναι η «εξευγενισμένη» μορφή της μπανάνας), τάση που βλέπουμε και στον Κολοκοτρώνη: τους έμβασα μέσα (91), Βοτζαραίους ... Μάρκο Βότζαρη (48), Ιβραήμης
(209), Ιμπραΐμης σε άλλες εκδόσεις. Βλ. και Βαγκέλης (248).
Οι ορθογραφικές συμβάσεις με τα σημερινά δεδομένα είναι συχνά μη αποδεκτές, και σε ορισμένες περιπτώσεις εσφαλμένες.[7]
Στο μορφολογικό επίπεδο υπάρχουν αρκετές διπλοτυπίες που επιβεβαιώνουν τη ρευστότητα της γλώσσας: Ήλθαν ... ήρθε (36), αυτούνο το ζήτημα (135), αλλά και αυτό, είμεθα (10), αλλά και είμαστε. Η μετοχή μανθάνοντας χρησιμοποιείται στο ίδιο ποσοστό με τον τύπο μαθαίνοντας. Η απόλυτη σύνταξη ξενίζει σήμερα: έρχοντας η αρμάδα (6), περάσοντας (43) [περάσωντας] δύο τρεις ημέρες [ημέραις], ο γκενεράλες [Γκενεράλης] με έκραξε και με ερώτησε, πηγαινάμενος (90, 133, 212) εκεί, μεινεμένοι (53). Λόγια επίδραση δείχνουν οι τύποι σπαθία (7), οι φονείς (8), αποθνήσκει (39), υπεστήριζον
(10), εσκοτώθη, εφάνη, εστάθη κ.ά. Βλ. όμως: εκαβαλλίκαμε τὰ κανόνια (45). Ο Τερτσέτης γράφει: τα καρπόφορα δέντρα (207), νεότεροι εκδότες διορθώνουν σε καρποφόρα, ο Σολωμός όμως χρησιμοποιεί αυτόν τον τύπο στους Ελεύθερους Πολιορκημένους, Β΄σχεδίασμα, VIII: «Κάμποι, βουνά καρπόφορα, και λίμνη ωραία και πλούσια». Τέλος, αξίζει να επισημανθεί η παρατήρηση του Παντελίδη ότι «απουσιάζουν ορισμένα σημαντικά χαρακτηριστικά της Πελοποννησιακής, και ειδικότερα της περιοχής καταγωγής του Κολοκοτρώνη», όπως η κατάληξη β΄ πληθ. -ουτε/-ούτε
(έχουτε, να κατεβούτε), τύποι, όπως μπορείγαμε (μαρτυρείται το αντίστοιχο ημπορούσαμεν), ερχόσανε («έρχονταν»). Είναι, νομίζω, προφανής η παρέμβαση του Τερτσέτη για «εξομάλυνση» ορισμένων ιδιόρρυθμων στοιχείων της ιδιωματικής γλώσσας του Κολοκοτρώνη.
Στο λεξιλογικό επίπεδο αξιοσημείωτη είναι η περιορισμένη χρήση τουρκικών λέξεων. Με εξαίρεση τη λέξη μπουγιουρτί (5), η οποία ερμηνεύεται σε παρένθεση ως «προσκυνοχάρτι», η οποία ως μπουγιουρντί έχει σήμερα αποκτήσει άλλες σημασίες, και το καρσί (78) με το ερμήνευμα «αντίκρυ», οι υπόλοιπες δεν είναι πλέον σε χρήση. Ορισμένα παραδείγματα: ζαερέ (19) και ζαϊρέ «τρόφιμα, εφόδια», μουτουλάκ (132) < τουρκ. mutlak «απαραιτήτως), μουχλέτι (13) «διορία», μουρτάτης «βρομερός, αποστάτης», στο σύνθετο σκυλομουρτάτης (63), ταγκαλάκι (5), < τουρκ. dangalak «απερίσκεπτος, ανισόρροπος» (σε εκκλησιαστικά κείμενα δηλώνει τον «διάβολο», ενώ ο Κολοκοτρώνης χρησιμοποιεί τη λέξη για να δηλώσει τους τούρκους στρατιώτες, οι οποίο
συνήθως προέρχονταν από τα βάθη της Ανατολής), τεσκερέ
(56) και ντεσκερές (57), τζοπχανέ (151). Ιταλικές λέξεις: αϊουντάντε (78), αγιουτάντε «βοηθός», μπινίσια (5) «μπέρτα», πριζονιέρηδες (37) με το ερμήνευμα σε παρένθεση «αιχμαλώτους, προκλαματζιόνες (53) proclamazione «διακήρυξη», ριτιράδα (152) και ρετιράδα «οπισθοχώρηση». Τεσβάρκο (37) είναι η «απόβαση».
Πλήθος λέξεων είχε διαφορετική σημασία από τη σημερινή: εναντιότητα (106) είναι η «αντίσταση» (Οι Τούρκοι μη ευρίσκοντας εναντιότητα εξαπλώνονται), διαμαρτύρηση
είναι η «διαμαρτυρία», διευθύνομαι
(33) σημαίνει «κατευθύνομαι» (διευθύνθηκα διὰ τὸ Μοναστηράκι), καταδρομή
είναι τόσο η αιφνιδιαστική στρατιωτική επίθεση (192) όσο και η «άδικη επίθεση», κοινωνία (68) η «επικοινωνία», μεσίτης (12, 120) ο «μεσολαβητής», ορκώνω (13) «ορκίζω». Ο λαϊκός λόγος αποτυπώνεται ευδιάκριτα στην πρόταση: Τους είπα: «Να πάτε πίσω να τους ειπήτε στοματικώς και το κάμνω καὶ διαγράφου (200). Το επίρρημα διαγράφου είναι ήδη μεσαιωνικό και προήλθε από συνεκφορά: διά (ε)γράφου. Βλ. και τις προτάσεις: Εγώ και ο Αλή Φαρμάκης εβάλαμεν υποψίαν διά τους Άγγλους, ως φίλους του Αλή πασά (42). Οι Τούρκοι είχαν βάλει υποψία (51). Η έκφραση βάζω υποψία, σε αντίθεση με τη σημερινή βάζω σε υποψία, αποτελούσε στοιχείο λαϊκού λόγου. Η συνύπαρξη των τύπων υποψίαν και υποψία
δείχνει την προσπάθεια του Κολοκοτρώνη να χρησιμοποιήσει λόγιους σχηματισμούς και αρχαϊστικές λέξεις (π.χ. ενταυτώ, 42) για να προσδώσει επισημότητα στο ύφος του. Το λόγιο εις τοιαύτας περιστάσεις γίνεται εις τέτοιας περιστάσεις (239), το οποίο σήμερα λέγεται σε τέτοιες περιστάσεις. Η παράλληλη χρήση λόγιων και κοινών ή λαϊκών λέξεων: ποιμένες
(40), αλλά και βοσκοί, επιβεβαιώνει τη γλωσσική πραγματικότητα.
Από τις πολλές άγνωστες λέξεις για τον σημερινό αναγνώστη αναφέρω ενδεικτικά μερικές: αποστασίλα,[8]
γράνα (78) «οριοθετικό αυλάκι», εμπροστινέλα (92) ή μπροστέλα (151) «εμπροσθοφυλακή», πισινέλα
(205) «οπισθοφυλακή».
Η λέξη γνώμη εμφανίζεται 49 φορές στα Απομνημονεύματα με τις σημασίες «άποψη», θέληση», «θέση», «εντολή», «πληροφορία», όπως στην πρόταση του έδωκα μίαν γνώμην (31). Η στερεότυπη έκφραση κατά την γνώμη μου (49) ανήκει σήμερα στον πυρήνα της κοινής Νεοελληνικής. Αντίθετα, γίνονται εύκολα κατανοητές, αλλά ξενίζουν, οι εκφράσεις: δεν ήτον με την γνώμην τους «δεν συμφωνούσε μαζί τους» και εκυρίευσεν η γνώμη «επικράτησε η άποψη».
Στο συντακτικό επίπεδο υπάρχουν αρκετές αποκλίσεις από τη σημερινή γλώσσα με χαρακτηριστικότερη περίπτωση τη χρήση απόλυτων μετοχών: εβασίλευσε το φεγγάρι εις την μέσην νύκτα, και βασιλεύοντας το φεγγάρι εβγήκαν (8), Χαράζοντας την αυγήν, βλέπω τους Τούρκους
(15). Η σύνταξη ρημάτων με αιτιατική, αντί με γενική, χαρακτηρίζει τον ιδιωματικό λόγο: Με έδωσεν είδησιν, με γράφουν ψεύματα (14). Με απεκρίθηκαν όλοι με ένα στόμα (18).
Οι υπερδιορθώσεις αποτελούν γνώρισμα λαϊκών ολιγογράμματων ανθρώπων: του αγίου Ανδρέος (120), έφυγαν από ’μπροσθά μου (147), με τα χαράγματα (147).
Μετά την ολοκλήρωση της διήγησης ο Τερτσέτης σημειώνει (σ. 260: «Ειδοποίησις»): «... ο μακαρίτης Θ. Κολοκοτρώνης δεν γράφει, αλλά διηγείται, και συχνά διηγούμενος, μικρά χειρονομία του ή άλλο νεύμα του, συνεπλήρωνε το νόημα. [...] ... το τελικόν ν η απλή γλώσσα δεν το μεταχειρίζεται εις πολλάς περιστάσεις, εις τας οποίας απαντάει εις την παρούσαν διήγησιν, και επομένως αναμφιβόλως δεν είναι του διηγουμένου, και πρέπει να αφαιρούνται εις την ανάγνωσιν διά να διαφυλάττεται η αρμονία της γλώσσης». Οι νέοι επιστημονικοί κλάδοι της κοινωνιογλωσσολογίας και της κειμενογλωσσολογίας έδειξαν ότι η ερμηνεία αυτή δεν ισχύει. Στο πλαίσιο της κοινωνικής κινητικότητας λαϊκοί άνθρωποι προσπαθούν να μιμηθούν τη λόγια γλώσσα και προσθέτουν το τελικό ν ακόμα και εκεί που δεν χρειάζεται, λ.χ. εγών, αντί εγώ. Το ίδιο κάνει πολύ συχνά και ο Κολοκοτρώνης.
Προφορικότητα
Το ανακόλουθο σχήμα, το οποίο συναντάμε συχνά και στον Μακρυγιάννη, αποτελεί γνώρισμα του αυθόρμητου προφορικού λόγου: Ο Παναγιώτης Μούρτζινος και ο Χριστέας, φίλοι πατρικοί, τους γράφω ένα γράμμα (12). Η κυβέρνησις της εκακοφάνη πολύ (101).
Η επαναφορά αποτελεί στοιχείο ανεπιτήδευτου λόγου: Εκεί που επήγα να πιω νερό, δεν εύρα και ήτον σκάπετα μία βρυσούλα, και επήγα να πιω νερό. (152). Το ίδιο ισχύει και για την επανάληψη του πολύσημου και: Και ήφερε μαστόρους και έφτιασε τα λέτα, και τα έβαλε απάνω στο κάστρο. Και τότε δυναμώνοντας το Κάστρο ... (193). Στις επόμενες τρεις γραμμές υπάρχουν πέντε ακόμα και.
Χαρακτηριστική είναι η αδυναμία κλίσης ουσιαστικών. Υποθέτω ότι ο Τερτσέτης άφησε στο γραπτό κείμενο μερικά μόνο παραδείγματα, όπως τον Αγαμέμνον
(210), Όλοι το υπέγραψαν έξω από εγώ
(90). Στην πρόταση Ο Κολιόπουλος ετράβηξε κατά το μοναστήρι τον Άγιο Νικόλα (152) θα περίμενε κανείς τη γενική Αγίου Νικολάου. Πιθανότερο όμως είναι να υπήρξε κατά τη διήγηση μικρή παύση μετά την εκφώνηση της λέξης μοναστήρι, οπότε στη γραπτή απόδοση έπρεπε να τεθεί κόμμα. Η ονομασία του μοναστηριού λειτουργεί στην περίπτωση αυτή επεξηγηματικά.
Ενδεικτικά αποσπάσματα
Στα Απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη συγκινεί η γλώσσα, κυρίως όμως το περιεχόμενο και ακόμα πιο πολύ το ύφος των λεγομένων το οποίο αντικατοπτρίζει το ήθος ενός ευαίσθητου φιλοσοφημένου Ανθρώπου που έζησε μια ηρωική ζωή δίπλα στον θάνατο, χωρίς να πτοηθεί ούτε το ελάχιστο. Τα αποσπάσματα που ακολουθούν επιβεβαιώνουν του λόγου το αληθές.
Τελικά, τα Απομνημονεύματα του Κολοκοτρώνη δεν προσφέρουν αναλυτική καταγραφή των ιστορικών γεγονότων στα οποία ο ίδιος πρωτοστάτησε. Το σχετικό κειμενικό σώμα απαρτίζεται από 65.000 περίπου λέξεις που αναλογούν σε ένα πολύ μικρό βιβλίο. Εξάλλου, η γλώσσα του έργου, ως εκ των πραγμάτων, κάθε άλλο παρά υπόδειγμα κοινής γλώσσας θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Αυτό όμως που κάνει μοναδικά και ανεπανάληπτα τα Απομνημονεύματα του κορυφαίου Ήρωα της Επανάστασης του 1821 είναι η κατάθεση ψυχής ενός γνήσιου Έλληνα στο πρόσωπο του οποίου αντανακλούσε το προγονικό κλέος και το ακατάβλητο πάθος για τη λευτεριά της πατρίδας του. Με υπερφυσικές δυνάμεις στα μάτια του απλού λαού, ακατάβλητος και ακατανίκητος, είδε το χάρο μπροστά του απειράριθμες φορές και δεν δείλιασε. Τον Κολοκοτρώνη καθαγίασαν όχι τα λόγια, αλλά οι ηρωικές πράξεις, η ευστροφία του πνεύματος, οι σωματικές και ψυχικές του αντοχές.
Κάθε φορά που περνώ μπροστά από τον επιβλητικό έφιππο ανδριάντα του έξω από την παλιά Βουλή, επί της οδού Σταδίου, έργο του παραγνωρισμένου Λάζαρου Σώχου, σταματώ ευλαβικά και κοιτάζω για λίγη ώρα την αγιασμένη μορφή του, αυτόν τον αγέρωχο γνήσιο Έλληνα με τα αδρά χαρακτηριστικά, αναπολώντας τους υπεράνθρωπους αγώνες για τη λευτεριά του Αρχιστράτηγου και όλων των αγωνιστών που μας απάλλαξαν από τη σκλαβιά τεσσάρων αιώνων.
Το βασανιστικό ερώτημα που τίθεται είναι πως θα διαχειριστεί η Ελλάδα τις πολλαπλές προκλήσεις του τρίτου αιώνα από την απελευθέρωσή της.