Χάρτης 28 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-28/klimakes/ai-giwrghs-kai-don-kixwths
Στην Νίκη Τσιρώνη
Διαβάζοντας ξανά μετά από χρόνια τον Δον Κιχώτη, το μυθιστόρημα του Μιγκέλ ντε Θερβάντες την ιδιαίτερη προσοχή μου τράβηξε ένα κεφάλαιο στο οποίο δεν είχα δώσει την πρέπουσα βαρύτητα στην πρότερη ανάγνωσή μου. Πρόκειται για το πεντηκοστό όγδοο κεφάλαιο του δεύτερου μέρους του έργου όπου ο δον Κιχώτης ελεύθερος και απαλλαγμένος από τις ερωτοτροπίες της Αλτσιδόρα φεύγει και βρίσκεται μαζί με τον υπηρέτη του Σάντσο στον κάμπο εξηγώντας του τα καλά της ελευθερίας.
Παραθέτω παρακάτω τα σχετικά αποσπάσματα από το βιβλίο που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις “ Εστία”, σε μετάφραση της Μελίνας Παναγιωτίδου:
«... είδαν ίσαμε μια ντουζίνα άντρες με ρούχα χωρικών να τρώνε καθισμένοι στο χορτάρι ενός μικρού καταπράσινου λιβαδιού, πάνω στους απλωμένους τους μανδύες. Παραδίπλα τους κάτι πανιά σαν λευκά σεντόνια σκέπαζαν κάποια ευμεγέθη αντικείμενα διάσπαρτα στο έδαφος, άλλα στηριγμένα όρθια και άλλα ξαπλωτά. Πλησίασε τους άντρες ο δον Κιχότε και, αφού πρώτα τους χαιρέτησε ευγενικά, ρώτησε τι κάλυπταν εκείνα τα λινόπανα. Ένας απ' αυτούς απάντησε:
“Κάτω από τούτα τα κανναβωτά, άρχοντα είναι κάτι ανάγλυφα εικονίσματα, σκαλισμένα σε καλό, γερό ξύλο, για ένα τρίπτυχο που κάνουμε στο χωριό μας' τα κουβαλάμε σκεπασμένα για να μη χάσουνε το λούστρο τους, και στους ώμους για να μη σπάσουνε”.
“ Αν έχετε την καλοσύνη” απάντησε ο δον Κιχότε “ πολύ θα με ευχαριστούσε να τα δω, αφού εικόνες που μεταφέρονται με τόση προφύλαξη δίχως άλλο θα είναι καλές”.“Αν είναι λέει!” αναφώνησε ένας άλλος. “ Το μαρτυράει εξ αλλου και η τιμή τους γιατί, μα το σταυρό, ούτε μια τους δεν κόστισε πάνω από πενήντα δουκάτα' και, για να βεβαιωθείτε ότι λέω την αλήθεια, σταθείτε λίγο και θα δείτε με τα ίδια σας τα μάτια”.
Και παρατώντας το φαί του, σηκώθηκε πάνω και πήγε να ξεσκεπάσει την πρώτη εικόνα, του άι-Γιώργη καβαλάρη, όπως αποδείχτηκε, με το κοντάρι του βαθιά μπηγμένο στο στόμα ενός δράκοντα κουλουριαστού στα πόδια του αλόγου του, και την συνήθη αγριότητα με την οποία παριστάνεται. Η όλη εικόνα έμοιαζε φεγγοβολιά από χοχλακιστό χρυσάφι, όπως λέει ο λόγος. Σαν την αντίκρυσε ο δον Κιχότε είπε:
“Τούτος ο ιππότης υπήρξε ένας από τους καλύτερους πλάνητες που είχε ποτέ η θεία στρατιά' ονομάστηκε δον άγιος Γεώργιος και επιπλέον ήταν και προστάτης δεσποινών. Για να δούμε αυτήν εδώ”.
[...]
Και αφού είδε και τις άλλες εικόνες που ήταν πάλι έφιπποι άγιοι δηλαδή:
τον άγιο Μαρτίνο έφιππο να μοιράζεται τον μανδύα του με τον επαίτη, τον άγιο Ιάκωβο τον Μαυριτανοκτόνο προστάτη πασών των Ισπανιών καβάλα στ' άλογο και τον άγιο Παύλο κατά την πτώση του από το άλογο, είπε:
“Εκλαμβάνω ως καλό οιωνό, αδελφοί μου, το ότι είδα ό,τι είδα, επειδή τούτοι οι άγιοι κι ιππότες υπηρέτησαν το ίδιο επάγγελμα μ' εμένα την άσκηση των όπλων, αν και η διαφορά μεταξύ εμού και αυτών είναι ότι εκείνοι ήταν άγιοι και πολέμησαν θείω τω τρόπω, ενώ εγώ είμαι αμαρτωλός και πολεμάω με τον ανθρώπινο.
Εκείνοι κατέκτησαν τον ουρανό με τη βία των χειρών, επειδή οι ουρανοί υφίστανται βία, ενώ εγώ μέχρι τώρα δεν ξέρω τι ακριβώς κατακτώ με τη βία των βασάνων που υφίσταμαι' εάν όμως η Ντουλθινέα μου ντελ Τομπόσο απαλλασσόταν από τα δικά της βάσανα, κι εφόσον βελτιωθεί η τύχη μου και λαγαρίσει η κρίση μου, δεν αποκλείεται να κατευθύνω τα βήματά μου σ' ένα δρόμο καλύτερον από αυτόν που ακολουθώ τώρα”.
Το κεφάλαιο συνεχίζεται με τις σκέψεις του δον Κιχώτη για τους δεισιδαίμονες της εποχής του και την συμπεριφορά τους, με τις ερωτήσεις απορίες του Σάντσο για τον προστάτη άγιο της Ισπανίας, για τις πληγές που επιφέρουν τα βέλη του έρωτα, και τελειώνει με την εμπλοκή τους σε μια νέα περιπέτεια, ένα δρώμενο αναπαράσταση-παρωδία της βουκολικής Αρκαδίας από χωρικούς.
Από όλο αυτό το κεφάλαιο που σας ανέφερα θα σταθώ στο επεισόδιο των εικόνων και θα προσπαθήσω να διατάξω τις σκέψεις που μου γεννήθηκαν σχετικά με τον άγιο Γεώργιο και τον δον Κιχώτη. Πριν όμως θα αναφέρω μερικά ακόμη στοιχεία σχετικά με τον βίο και την απεικόνιση του Αγίου Γεωργίου.
Ο Άγιος Γεώργιος έφιππος σκοτώνει τον δράκοντα. Σύμφωνα με τον Συναξαριστή το θαύμα του αγίου συντελείται στην περιοχή της Αττάλειας στην ανατολή και συγκεκριμένα στην πόλη Αλαγία όπου βασιλεύει ο Σέλβιος. Εκεί πλησίον της πόλης ήταν μια λίμνη που το νερό της το φύλαγε ένας φοβερός δράκος. Κανένας παρά τις πάμπολλες προσπάθειες δεν κατάφερνε να τον σκοτώσει. Έτσι λοιπόν οι κάτοικοι του προσφέρουν ως αντάλλαγμα για το νερό κάθε φορά ένα παιδί. Κάποια ημέρα, αφού τα παιδιά καταβροχθίζονταν το ένα μετά το άλλο, έφτασε και η σειρά του βασιλιά να προσφέρει και αυτός τη μονάκριβη κόρη του βορά στον δράκο. Εκεί τη συναντά ο Άγιος που έχει σταματήσει στη λίμνη για να ποτίσει το άλογό του και να αναυπαυθεί ερχόμενος από κάποια εκστρατεία, μιας και υπηρετούσε ως κόμης (συνταγματάρχης) στον στρατό του Ρωμαίου αυτοκράτορα Διοκλητιανού. Μετά την στιχομυθία με την βασιλοπούλα προσευχήθηκε στο Θεό και όταν το φοβερό θηρίο βγήκε από τη σπηλιά του, Ο Άγιος με το σημείο του σταυρού και με την επίκληση του Θεού ημέρεψε το θηρίο, το οποίο έπεσε στα πόδια του αλόγου, το έδεσε με τη ζώνη της η βασιλοπούλα και το έσυρε στην πόλη για να δουν όλοι το θαύμα και εκεί με το δόρυ του το σκότωσε ο Άγιος.
Αυτή είναι η ιστορία του θαύματος και αυτό εικονίζεται στις περισσότερες εικόνες του Αγίου. Αυτός ο εικονογραφικός τύπος εμφανίστηκε κατά τον ΙΑ΄ αιώνα μχ. και επεκράτησε κατά τον ΙΒ΄, αλλά άρχισε να παρουσιάζει μεγάλη διάδοση μετά το 1204 περίπου. Λόγω της διάδοσης της ιπποσύνης και των κανόνων της ιπποτικής συμπεριφοράς τον 10ο αιώνα ήταν ο δημοφιλέστερος άγιος στην Ευρώπη. Θεωρούνταν προστάτης μεταξύ άλλων και των σταυροφόρων. Υπήρχαν όμως τοιχογραφίες σε μοναστήρια της Αιγύπτου από τον Ε΄και τον ΣΤ΄αιώνα, όπου έφιπποι Άγιοι φονεύουν δράκοντα ή βάρβαρο συμβολίζοντας τη νίκη επί του κακού ακολουθώντας την επίδραση του ήρωα ιππέα, ή του νικητή αυτοκράτορα επί των αλλοφύλων. Ο δράκος αναπαριστά τη φυλακή της ψυχής και τους περιορισμούς που δυσκολεύουν την πνευματική ανέλιξη. Ως κοσμική δύναμη συνδυάζει την ουράνιαφύση της φωτιάς με το νερό και τα γήινα στοιχεία του ερπετού, εξυπηρετώντας μια σημαντική δημιουργική και ζωοδότρα λειτουργία. Η μεταφυσική γυναικεία αρχή, η ψυχή, κρατάει τη σκοτεινή ανεξέλεκτη ορμή του υποσυνείδητου με λουρί. Η πριγκίπησα έχει ερμηνευτει ως μαι εικόνα της εκκλησίας η οποία κυριαρχεί επί των δαιμονικών δυνάμεων. Ψυχαναλυτικά το λουρί αναφέρεται στην κυριαρχία επί των υποσυνείδητων ορμών στην θυλική ύπαρξη. Ο Άι Γιωργης συνβολίζει τη λογική η οποία θριαμβεύει επί του υποσυνείδητου. Ο δράκος είναι μια αλληγορική απεικόνιση της φυλακής της ψυχής και των αλυσίδων που αποτρέπουν την πνευματική φωτιση. Ας θυμηθούμε εδώ τον ρόλο των δράκων όπως και του βασιλίσκου κατά τις μαγικές τελετές.
Σε αυτό το θαύμα ανιχνεύουμε τη συμβολική αναβίωση του πανάρχαιου εθίμου προσφοράς θυσιών στους δαίμονες των πηγών και των υδάτων, μιας και οι δράκοι θεωρούνταν φύλακες των υπόγειων πηγών ενέργειας. Αλλά και στη λαϊκή παράδοση υπάρχει η αντίληψη του νερού δαιμονοποιημένου ως φίδι, δράκου, ταύρου, ή αλόγου. Υπάρχει επίσης ως ανάλογος ο μύθος του Περσέα ο οποίος καβάλα στον Πήγασο διέσωσε την Ανδρομέδα, κόρη του βασιλιά της Αιθιοπίας Κηφέα, από τη Μέδουσα. Όπως και αυτός της απελευθερώσεως της Ησιόνης από τον Ηρακλή και πολλοί άλλοι παρόμοιοι.
Αυτές τις δύο ιστορίες ιδωμένες εν παραλλήλω θα σχολιάσω παρακάτω εστιάζοντας στα κοινά τους σημεία. Το εν λόγω μυθιστόρημα είναι ο σχολιασμός της κοινωνίας και της ιπποτικής ιδεολογίας του μεσαίωνα. Αλλά και η εικόνα όπως και το βιβλίο συναποτελούνται και περιέχουν το υλικό στοιχείο μαζί με το πνευματικό, έτσι ώστε και των δύο η επίδραση να είναι επιδραστική στον αναγνώστη ή στον θεατή. Υπάρχει πάντα η γη που γεννά ακόμη και τέρατα, αλλά και η δύναμη που τα νικά.Υπάρχει πάντα ο ιδεαλισμός κοιταγμένος από την όψη αλλά και από την ανάποδη πλευρά του.
Ο δον Κιχώτης, όπως κάθε ιππότης δίνει όνομα στο άλογό του, “ αποφάσισε με τα πολλά να το βγάλει “Ροθινάντε”, όνομα, όπως θαρρούσε, υψηλό, ηχηρό και εύγλωττο για το τι ψοφάλογο ήταν πρωτύτερα, πριν γίνει ό,τι ηταν τώρα, μπροστάρης και πρώτο απ' όλα τα ψοφάλογα του κόσμου” , έτσι μας τον περιγράφει στο πρώτο κεφάλαιο του πρώτου μέρους, και με αυτό το ψoφάλογο αποφασίζει να πολεμήσει τους εχθρούς-ανεμόμυλους... Ο Ροθινάντε μοιράζεται τη μοίρα του με τον καβαλλάρη του. Δίχως τον Ροθινάντε ο δον Κιχώτης δεν θα μπορούσε να ζήσει τις περιπέτειές του. Το άλογο γίνεται ένα με τον ήρωα. Το όνειρο του δον Κιχώτη να είναι ιππότης δεν θα πραγματωνόταν δίχως τον Ροθινάντε, ούτε δίχως αυτό το άλογο να έχει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Τα εξωτερικά στοιχεία της ιπποσύνης, πανοπλία, άλογο, παρωδούνται πέραν των άλλων και μέσω της φυσικής κατάστασης του αλόγου, όπου η μεγαλωπρεπής θωριά ιππότη – αλόγου αποκτά την κωμική εκδοχή της. Η δύναμη και η εμφάνιση του αλόγου κατέχουν τον πρωταρχικό ρόλο μιας και συμπληρώνουν την ικανότητα και τον μύθο του ιππότη.
Εν αντιθέσει το άλογο του Άι Γιώργη είναι πλήρως ταυτισμένο νοηματικά και ως εικόνα με τον ιππότη Άγιο. Εναρμονισμένο πλήρως με τα εικονιστικά πρότυπα, λευκό, στολισμένο και δυνατό, μας προϊδεάζει για τη σίγουρη νίκη του κυρίου του επί του κακού, καθώς και για το επερχόμενο θαύμα.
Στο έργο του Θερβάντες συναντάμε ανεμόμυλους, πύργους, κοπάδια προβάτων κλπ. που συναποτελούν το κακό που πολεμά ο ήρωας, ως παρωδία του πραγματικού κακού που ελλοχεύει και εδώ νικάται μέσω της μετάπτωσης και του εξορκισμού του σε παρωδία, η οποία αντανακλά όμως την πραγματική του όψη δηλαδή την πραγματικότητα της ζωής. Το σώμα και στον Θερβάντες είναι πάσχον μέσω του σκοπού στον οποίο είναι ταγμένο, αυτό το τάξιμο γεννά το μαρτύριο.
Ο Θερβάντες με την γραφή του δημιουργεί εικόνες, οι οποίες για τους υποψιασμένους αναγνώστες ειδικά, είναι συνδεμένες με την παρωδία της καθημερινότητας και των αντιλήψεων της εποχής του. Το γέλιο που προξενεί η ατομική περιπέτεια του ήρωα αλλά και το δράμα έχει για τον λαό ιδιάζουσα σημασία κατά τον 17ο αιώνα. Αυτήν την εποχή η ανάδυση της ατομικότητας και οι προκαταλήψεις του μεσαίωνα πολεμώνται από μία ομάδα Ισπανών διανοουμένων , αλλά και στα ανώτερα κοινωνικά στρώματα έχουν αρχίσει να εξασθενούν από την αρχή της αναγέννησης. Όλα είναι μια παρεξήγηση, εξαπάτηση του ήρωα, ώστε να υποφέρει, αλλά όμως τα δρώμενα συμβαίνουν με τέτοιον εύθυμο τρόπο, κάνοντάς τον ταυτόχρονα συμπαθή και αποδιοπομπαίο.
Ας θυμηθούμε εδώ την αντίληψη της εποχής για τον τρελό ή για τον ιδιόρρυθμο άνθρωπο που πολλές φορές η κοινωνία του απέδιδε υπερφυσικές δυνατότητες και τον ταύτιζε με τον άγιο δίνοντάς του το προσωνύμιο του κατά κόσμον σαλού. Η τρέλα ή και η ανοησία του ατόμου πολλές φορές γεννά την ηρωική πράξη. Δρα εκτός των ορίων και των ανθρώπινων δεδομένων αλλά πάντα ο ήρωας έχει ένα κρυφό μυστικό από όπου αντλεί τη δύναμή του. Ο ρεαλισμός της κατάστασης γεννά την υπέρβαση μέσω της πράξης. Τη μάχη σε παρωδιακό επίπεδο τη συναντάμε σε πολλούς ακόμα συγγραφείς της εποχής του Θερβάντες αλλά κυρίως στο μυθιστόρημα Γαργαντούας και Πανταγκρυέλ του Ραμπελαί όπου έχουμε το επεισόδιο του πολέμου των Λουκάνικων με τον γίγαντα Ανεμομυλίδη.
Tα ιπποτικά μυθιστορήματα του μεσαίωνα βρίθουν γιγάντων με υπερφυσικές δυνάμεις που νικώνται και υποτάσσονται στον νικητή τους. Ο δράκος είναι και αυτός ένας χθόνιος γίγαντας, η απεικόνιση του κακού, όπου στο τέλος νικάται από τον άγιο ή τον ήρωα που εκπροσωπεί τη δύναμη του καλού. Ας θυμηθούμε αντίστοιχα εδώ τον ομηρικό Κύκλωπα που νικάται από την πανουργία του Οδυσσέα. Η φωτιά σημαίνει την απειλή του θανάτου. Την αντίληψη αυτή τη συναντάμε αποτυπωμένη στην εικονογράφηση της εισόδου του Άδη, αλλά και κατά την απεικόνισή του ως πύρινου φιδίσιου ποταμού. Πάντοτε εικονιζόταν σαν το στόμα ενός δράκου που βγάζει φωτιές και εισέρχονται σε αυτό όλοι οι αμαρτωλοί, επίσης κατά τις απεικονίσεις της Δευτέρας Παρουσίας, της Δίκαιης Κρίσης, αλλά και ως συνθετικό στοιχείο άλλων πινάκων. Το συναντάμε στις καρναβαλικές εκδηλώσεις κατά τον μεσαίωνα, όπου αναπαρίστατο κατασκευαστικά ο Άδης ως τεράστιο στόμα δράκου, το οποίο έκαιγαν στο τέλος της γιορτής πανηγυρίζοντας τη νίκη τους επί αυτού.
Επιχειρώντας μια ταξινόμηση θα διακρίναμε αντιθετικά ζεύγη που συνιστούν εικόνες με ιδιαίτερο νοηματικό περιεχόμενο τόσο στον δον Κιχώτη, όσο και στον Άγιο Γεώργιο. Θα στεκόμαστε στην αντίθεση της φαντασίας -πραγματικότητας, καλού-κακού, φυσικού-υπερφυσικού, ζωής- θανάτου, καθώς και μιας εικόνας του χρόνου που εκφράζεται από τα συμφραζόμενα και τους διαλόγους δον Κιχώτη και Σάντσο κατά την ροή των περιπετειών των, αλλά και στην εικονογράφηση του θαύματος. Πέραν του διαχωρισμού από την πράξη της δρακοκτονίας σε πριν και μετά, όπου εννοείται η συνέχεια των δρώμενων, εικονογραφικά υπάρχει όλο το σκηνικό της υπόμνησης βίου-πράξεων τονιζόμενο επιπροσθέτως από το ότι ο άγιος σε μερικές εικόνες παρίσταται με την υπενθύμιση πρότερων θαυμάτων του, δηλαδή του νεαρού με το ποτήρι που βλέπουμε πίσω του στη σέλα του αλόγου. Αυτές οι αντιθετικές δυνάμεις παρέχουν την ισορροπία και την αληθοφάνεια.
Ο Άι Γιώργης και ο δράκος είναι σε επαλληλία. Το άλογο υπερήφανο ζώο επί γης δυνατό και αγέρωχο στέκεται παράλληλα με τον δράκο σύμβολο χθόνιας δύναμης του κακού. Το δόρυ σημαδεύει το στόμα και όχι την καρδιά του θηρίου διότι από εκεί βγαίνει η καταστροφική φωτιά. Έχουμε τα ζεύγη των αντιθέσεων σκοτάδι-φως, ουρανός -γη. Τα φτερά του δράκου παρότι θα τον ανήγαγαν σε ουράνιο ον, λόγω του μεγέθους των τον υποβιβάζουν σε γήινο. Το χρώμα του αλόγου βρίσκεται σε αντίθεση με αυτό του δράκου. Το δόρυ του Αγίου είναι το συνδετικό στοιχείο των δύο όντων, είναι ο κεραυνός που σκοτώνει και συνδέει τον ουρανό με τη γη. Ο Βελλεροφόντης σκοτώνει την Χίμαιρα καβάλα στον Πήγασο στην Λυκία της Μικράς Ασίας. Αλλά και το όνομα παραπέμπει στην γη. Γεώργιος - γη - στρατιώτης Άγιος, ταγμένος να πολεμά το κακό. Η πίστη του κατ' αναγωγή είναι η θεϊκή πανοπλία του, ο θώρακας όμοιος με τις φολίδες του δράκου.
Ιππότης Άι -Γιώργης – ιππότης Δον Κιχώτης ως αντιστροφή του αγίου. Νικά το κακό ο Άγιος, αλλά ο δον Κιχώτης νικά ένα πλασματικό κακό, έναν φαντασιακό δράκο γίγαντα που αλλάζει μορφή στην φαντασία του και παραμένει κατά βάθος αήττητος. Το κακό στην πραγματικότητα δεν ηττάται οριστικά, μόνο πρόσκαιρα, ελλοχεύει παντού και αλλάζει διαρκώς μορφή. Ο Άι-Γιώργης πάντα νικά και σκοτώνει τον δράκο με τον ίδιο τρόπο ώστε να μην διαταράσσεται η κανονικότητα. Αποτελεί ένα στιγμιότυπο στη ροή του χρόνου. Το τέλος της πράξης επιφέρει και την κάθαρση. Κατόπιν επανέρχεται η τάξη των πραγμάτων. Ο δον Κιχώτης μέσω παρεκβολών σκέψεων και τυχαιότητας εμπλουτίζει με νέες εκδοχές περιπέτειες και εμπειρίες τον βίο και το νου του, παραδεχόμενος κάθε φορά την προσωρινή νίκη του επί του κακού. Σε ένα δεύτερο επίπεδο ο δον Κιχώτης παλεύει με τον εαυτό του, με τα οράματα και τις εμμονές του. Οι σκέψεις του μόνο τον κατατροπώνουν στα μάτια μας. Ο Άγιος Γεώργιος εξοντώνει τον δράκο – το κακό, ενώ ο δον Κιχώτης του δίνει μορφή ως αντίπαλον δέος των ιδανικών του. Θα μπορούσε να ειδωθεί το ένα ως η άλλη όψη του άλλου, ως αντιστροφή της επικυριαρχίας του κακού στη φύση. Το κακό είναι πολυμορφικό χρειάζεται να διαθέτεις την ικανότητα να το αναγνωρίζεις. Γι αυτό ο Άγιος θα σκοτώνει πάντα με τον ίδιο τρόπο τον δράκο, ενώ ο δον Κιχώτης θα του δίνει όνομα κάθε φορά πολεμώντας το. Ο Άγιος έχει σίγουρο καταφύγιο στην ουράνια αγκάλη και ο δον Κιχώτης στην εξιδανικευμένη αγκαλιά της αγαπημένης του. Το κακό ο δράκος ως στοιχείο χθόνιο της φύσης κυριαρχεί σε ένα ζωτικό για τον άνθρωπο στοιχείο το νερό, είναι το στοιχειό του και αυτό ισοδυναμεί με το ακριβό τίμημα της ζωής των.
Ο Άγιος σώζει και απελευθερώνει, με την πίστη του καθιστώντας την το υπερόπλο έναντι του εχθρού, ο οποίος διαθέτει ως οπλισμό μόνο φωτιά και φολίδες. Η αρμονία αλόγου αναβάτη δημιούργησε εικονογραφικά πρότυπα και ως σύνολο έδωσε μιαν εικόνα της αντιπαράθεσης και της υπερίσχυσης του καλού έναντι του χθόνιου κακού, την οποία μπορεί να φέρνει στη μνήμη ή να ανατρέχει σε αυτήν κάθε πιστός.
Τον Άγιο δεν τον νικά το βλέμμα του δράκοντα με τις μαγικές υπνωτικές του δυνάμεις. Ο καθένας διαμορφώνει και έχει μια διαφορετική εικόνα για τον εχθρό ή για το κακό, αυτήν που πλάθει η φαντασία του και είναι σε αντιστοιχία με το σκοπό της ύπαρξής του. Ο δον Κιχώτης δεν θα ήταν αυτός που είναι, αν δεν είχε ενστερνιστεί φαντασιακά τα ιδανικά της ιπποσύνης για τα οποία πολεμά ακαταπαύστως. Κυρίως υπηρετεί πρωτίστως την εσωτερική του ανάγκη, βλέποντας κάθε φορά εμπρός του πριν από κάθε επίθεση τις μαγικές δυνάμεις που στοιχειοθετούν το κακό, και ειδικά αυτός βλέπει μιαν αντιστροφή αυτού του κοινά παραδεκτού ειδώλου. Δηλαδή αντιμετωπίζει την παραδοξότητα του κακού με παραλογισμό, εντάσσοντας αυτόν τον παραλογισμό στη καθημερινότητά του βιώνοντάς τον ως πράξη και πρακτική.
Ο Άγιος ζει την πραγματικότητα μέσω μέσω μιας υπέρβασης και μιας παραδοχής που οδηγεί σε κατάφαση της πίστης του. Ζει την πραγματικότητα γήινα και υπερβατικά, επί γης υπάρχει η ουράνιος σωτηρία. Το σώμα υπηρετεί τη φαντασία και την δόξα του, η τελική πράξη είναι η σωτηρία της ψυχής μέσω του μαρτυρίου του. Στον δον Κιχώτη η φαντασία υπηρετεί το σώμα, δημιουργώντας ανάγκες μέσω πολλαπλών παραδοχών και υπερβάσεων. Το κακό είχε πάντα τραγική αφήγηση ως περιγραφή η οποία οδηγούσε σε ένα άλλο επίπεδο κάθαρσης και ενδιαμέσως χωρούσε πολλές διαβαθμίσεις. Ως αναγνωρίσιμο αποκτούσε μορφή επικεντρωμένο σε κάτι συγκεκριμένο, αλλά και ως γενικό και απρόσωπο, έπαιρνε τη μορφή του καθολικού, και μη προσδιορίσιμου. Αυτό το τραγικό στην αντιστροφή του πραγματώνει ο δον Κιχώτης ως μια κωμικοτραγική κατάσταση, ως παρωδία, ως άλλη όψη της κανονικότητας και του γενικώς παραδεκτού. Η φαντασία του δίνει τη δυνατότητα να δει τον εχθρό στο πραγματικό του μέγεθος αρχικά και κατόπιν με την πάροδο των περιπετειών του στην πραγματική εσωτερική του διάσταση.
Στον δον Κιχώτη η πραγματική πάλη είναι εσωτερική, η εξωτερική της έκφραση είναι γκροτέσκα παρωδία λόγω κωμικής διόγκωσης των πραγματικών χαρακτηριστικών της, αναγκαία όμως για να υπερβαίνει κάθε φορά τις δυσκολίες της αντιμετώπισής τους. Αυτή η εξωτερική διόγκωση τον οδηγεί κάθε φορά οπλίζοντας με δύναμη το χέρι του και θάρρος την ψυχή του. Είναι η ύψιστη στιγμή παραδοχής, το μεταίχμιο όπου το κοινότοπο μετατρέπεται σε ηρωική πράξη μέσω της αναγνώρισής της. Το ένα ορίζει το άλλο και ως αντίθετό του. Αν δεν γνωρίζεις το καλό δεν μπορείς να ορίσεις το κακό, όπως αυτονόητα συνεπάγεται αν δεν πιστεύεις στη ζωή δεν μπορείς να ορίσεις τους κανόνες διαβίωσής σου. Οι φανταστικές δυνάμεις με τις οποίες αναμετράται ο δον Κιχώτης είναι δυνάμεις ανάγκης εσωτερικής που νοηματοδοτούν και την αναγκαιότητα της ύπαρξής του. Αντιστοίχως και για τον Άι-Γιώργη είναι ανάγκη να σκοτώνει τον δράκο και να κάνει πάντα το καλό ευθυγραμμισμένος με αυτό σύμφωνα με την πίστη του. Θα μπορούσαμε να τα δούμε και τα δύο ως αντιστροφή και μεταφορά του ερωτήματος γύρω από την ανάγκη της ύπαρξης.
Στην ορθόδοξη εικονογραφία ο δράκος εικονίζεται μια στιγμή πριν το τελειωτικό χτύπημα του Αγίου. Ο δράκος έχει παραδοθεί έχει εξουδετερωθεί πρώτα από το βλέμμα του Αγίου και κατόπιν από το δόρυ του, το φοβερό βλέμμα του δράκου νικημένο είναι σε αντιστοιχία με το βλέμμα του αλόγου που τον κοιτά και αυτό με τον οίκτο που δείχνει ο νικητής. Στον δον Κιχώτη η δύναμη του βλέμματος ισοδυναμεί με την εσωτερική όραση του ήρωα που του υπαγορεύει να δει όχι την πραγματικότητα που βλέπουν όλοι οι άλλοι ακόμα και ο Σάντσο, αλλά το προϊόν της φαντασίας του. Μια ανάλογη περίπτωση της δύναμης του βλέμματος έχουμε στο μυθολογικό αντίστοιχο του βλέμματος της Μέδουσας που πέτρωνε με την δύναμή του όποιον την κοίταζε.
Το σώμα του Αγίου είναι κάθετο στο σώμα του αλόγου με ελαφριά κλίση προς τα πίσω, ώστε να υπάρχει η αναγκαία δύναμη για την κίνηση του ακοντίου. Αυτήν την εικόνα του έφιππου νέου με δόρυ τη συναντάμε και στα αετώματα του Παρθενώνα όπου διακρίνουμε στην ομάδα ιππέων, έφιππο νέο με δόρυ και χιτώνα με αναλογίες αντίστοιχες αυτών της κατόπιν εικονογράφησης των έφιππων αγίων. Όπως και στην ομοιότητα της στήλης του Δεξίλεω με αυτήν της εικόνας του Αγίου Γεωργίου, όπου όμως σε αυτήν φονεύεται εχθρός, σκηνή που απετέλεσε και άλλον εικονογραφικό του τύπο.
Στην δυτική τέχνη πέραν των εικόνων του Αγίου Γεωργίου έχουμε την απεικόνιση της Δρακοφονίας από τον Ουτσέλλο και μάλιστα κατά τη στιγμή της επίθεσης, όπου ο Άγιος επιτίθεται και ο δράκος με το σώμα σε στάση άμυνας βγάζει φωτιές από το στόμα. Ο Άγιος εδώ φοράει πανοπλία ιππότη και το άλογό του είναι και αυτό στολισμένο. Επίσης ο δράκος στέκεται ορθιος στα ευμεγέθη μπροστινά του πόδια αμυνόμενος τη στιγμή που του καρφώνει την λόγχη στο μάτι. Κατά μιαν άλλη αφήγηση του θαύματος όταν ο Άγιος ετοιμάστηκε για να χτυπήσει το θηρίο τον πλεύρισαν δυο τεράστια άψυχα φωτεινά μάτια. Όπου και αν γύριζε εκείνος το κεφάλι του έβλεπε μάτια να βγάζουν φλόγες να τον περικυκλώνουν και να τον ζαλίζουν. Στην ζάλη του σήκωσε τη λόγχη και με όση δύναμη είχε την κάρφωσε ανάμεσα στα πιό φωτεινά, κόκκινα και τρομακτικά από αυτά. Μια τρομερή κραυγή διαπέρασε τον αέρα και τα μάτια ως δια μαγείας εξαφανίστηκαν. Στο πληγωμένο σώμα του δράκου είδε πως επάνω στα φτερά του βρίσκονταν πολύχρωμα σχέδια που έμοιαζαν με μάτια και πως ήταν αυτά που θόλωναν την όρασή του. Τα βλέπουμε παριστάμενα από τον ζωγράφο ως κύκλους επάνω στα φτερά του. Θα μπορούσε με τα επί μέρους στοιχεία του κεντρίζοντας τη φαντασία των σημερινών εικονογράφων να είναι μια εικόνα βγαλμένη από κόμιξ. Μακρύ κοντάρι, μακρύς λαιμός του Δράκου μια γκιόστρα μεταξύ των δύο για την βασιλοπούλα, εδώ εικονίζει πρωτίστως αλληγορικά την ιδέα του νικητή ιππότη έναντι κάθε αντιπάλου. Στο στιγμιότυπο αυτής της αναμέτρησης όπως το εικονίζει ο Ουτσέλλο η μάχη δεν έχει κριθεί το αποτέλεσμα το εικάζουμε. Ο Ουτσέλλο χρησιμοποιεί τα ίδια εικονογραφικά στοιχεία όσον αφορά την απεικόνιση αλόγου, οπλισμού, πανοπλίας ιππότη πολεμιστή όπως και στο έργο του “Η μάχη του Σαν Ρομάνο”.
Στην ορθόδοξη εικονογραφία του Αγίου Γεωργίου η μάχη έχει κριθεί βρισκόμαστε δευτερόλεπτα πριν το τέλος, μάλιστα σε μερικές εικόνες ο Άγιος έχει κατέβει από το άλογο ατενίζοντας εμάς και τον άψυχο δράκο.
Εάν ο δράκος είναι ένα χθόνιο υπερφυσικό ον, μόνο από κάποιον που κατέχει υπερφυσική δύναμη νικάται. Και ο Άγιος έχει αυτήν την υπερφυσική δύναμη ως χάρισμα από τον θεό, με τη βοήθεια του οποίου υπερβαίνει την ανθρώπινη φύση του. Εκκινά για τη μάχη με την πεποίθηση πάντοτε του νικητή έναντι των φυσικών δυνάμεων, για να ηττηθεί στο τέλος ως αντιστάθμισμα του θριάμβου του επί γης μέσω του μαρτυρίου για την πίστη του και η φθαρτή ανθρώπινη φύση του να αποκτήσει ουράνιο προορισμό. Ο Άγιος υποδεικνύει τον τρόπο του καλού, το ενσαρκώνει και καθίσταται αρωγός του. Ο δον Κιχώτης το αναζητά το αναπλάθει και το περιγράφει υφιστάμενος ταπεινώσεις, λοιδορίες και ξυλοδαρμούς. Υφίσταται τα καθημερινά μαρτύρια ενός πλάνητα, εξόριστου από την καθιερωμένη κανονικότητα του κοινωνικού βίου ζώντας εντός της παρωδίας του. Ο Άγιος κινείται με την δύναμη της σωτηρίας. Ο δον Κιχώτης με τη σωτήρια δύναμη της παρωδίας.
Στα ιπποτικά μυθιστορήματα συναντάμε την δακρύβρεχτη επικράτηση του καλού μέχρις σημείου αφελείας. Το κακό όταν παίρνει μεταφυσικές διαστάσεις κάνει τον ιππότη άγιο, λόγω της αγνότητας και της αυταπάρνησης που αυτός επιδεικνύει. Ο ιππότης εδώ πληροί όλα τα χριστιανικά κριτήρια και στερεότυπα της εποχής του. Στον δον Κιχώτη το καλό και το κακό βρίσκει τις ακραίες κωμικοτραγικές εκφάνσεις του υπερβαίνοντας την πραγματικότητα.
Ο σκηνικός χώρος όπου διαδραματίζονται οι ηρωικές πράξεις του δον Κιχώτη είναι η ύπαιθρος χώρα περιγραφόμενη με όλα τα χαρακτηριστικά της στοιχεία, δίνοντάς μας τις περισσότερες φορές την ειδυλλιακή της όψη, ώστε να καταδειχτεί η αντίθεση φύσης- κωμικού. Η εικόνα του Άγιου Γεωργίου ιστορεί το θαύμα που επισυμβαίνει στην ύπαιθρο περιγράφοντας με αδρές γραμμές τον χώρο, μάλιστα υποφωτίζοντάς τον, ώστε να προβληθεί η λάμψη του Αγίου και του συντελούμενου θαύματος.
Οι ηρωικές πράξεις (η εποχή, οι επικρατούσες συνθήκες, κλπ.) στην απεικόνιση είναι άχρονες. Διαφεύγουν των χρονικών διαστάσεων του γεγονότος και μεταπίπτουν στον άχρονο χώρο του μύθου. Το ιστορικό γεγονός απεικονίζεται ως σκηνή στιγμιαίας συμπύκνωσης της ολότητάς του, διαχεόμενη αργά στα μάτια του θεατή απαλύνοντας έτσι την ωμότητα του πραγματικού γεγονότος. Πριν ορίσουμε όμως κάτι, πχ το τι είναι καλό θα πρέπει να ορίσουμε ταυτόχρονα και το τι είναι κακό, να ανιχνεύσουμε αντιστοιχίες και αντιθέσεις όπου καθορίζουν το ένα το άλλο, ώστε σε κάποιο σημείο τους να είναι εντελώς αδιαχώριστα. Έτσι και για να ορίσουμε πχ τη σωτηρία το ίδιο θα πρέπει να ορίσουμε και την απώλεια, να σταθμίσουμε ισομερώς τις δύο έννοιες για να μπορέσουμε να έχουμε μια κρίσιμη μάζα αλήθειας και για τις δύο, με την παραδοχή πάντοτε ότι και εμείς, όπως και ο καθένας αποτελεί μέρος αυτής της κρίσης, και το πως σε αυτήν την κρίση πάντα υπεισέρχεται η αδυναμία και η τραγικότητα του κάθε ανθρώπου. Σχηματικά λέμε οι δυνάμεις του καλού ή του κακού, όμως πάντα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι η δύναμη είναι μια και ατομική η οποία ελάχιστες φορές συνδυάζεται με την δύναμη των άλλων ώστε να αποκτήσει καθολική ισχύ και οντότητα. Στη μεταφυσική της εκδοχή η δύναμη είναι απεριόριστη εκατέρωθεν και προσωρινά ηττάται η μια ή η άλλη πλευρά για να επανέλθει ακμαία. Ποτέ δε μπορεί η μια δύναμη να εξαφανίσει την αντίθετή της, μόνο την εξισορροπεί, γι’ αυτό και ζητάμε πάντα από τους φορείς της δύναμης να επέμβουν και να συνδράμουν, “ ο Θεός να βάλει το χέρι του”. Το δίπολο καλού-κακού είναι η εικόνα της καθημερινότητας και τη συνθέτουμε με αυτόν τον τρόπο, ώστε να μπορούμε να την αναγνωρίζουμε και να την αποτιμούμε. Όμως απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ύπαρξη πίστης και αυτοπεποίθησης για την ύπαρξη αυτών των δυνάμεων.
Στο Καθολικό Πανεπιστήμιο της πόλης Lviv της Ουκρανίας, όπως με πληροφόρησε η φίλη Ελληνίστρια και Θερβαντίστρια Alicia Villar Lecumberri, υπάρχει σε μια αίθουσα ένας πίνακας του σύγχρονου ζωγράφου Oleh Denisenko, με τον τίτλο «Solaris». Σε αυτόν τον πίνακα παρατηρούμε έναν συγκερασμό της εικόνας του Άι Γιώργη και του δον Κιχώτη. Εικονίζεται έφιππος Άγιος με φωτοστέφανο έχων την καθιερωμένη μορφή του προσώπου που αποδίδεται στον δον Κιχώτη. Αλλά και σε ομόθεμη παραλλαγή του πίνακα αλλά με τον ίδιο τίτλο παρατηρούμε να έχει φτερά παραπέμποντας σε Άγγελο. Επίσης παρατηρούμε τη μορφή της Μέδουσας τόσο στην πανοπλία του ιππότη στοιχείο αποτροπαϊκό κατά την συνήθεια, αλλά και στην βάση του βάθρου επάνω στο οποίο πατά το άλογο. Ο δον Κιχώτης “ο χαζός ήρωας του χριστιανισμού” σύμφωνα με τον Ντοστογιέφσκι όπως αναφέρει ο Jorge Latorre στο blog του όπου μιλά για τον πίνακα αυτόν. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι δύο έννοιες γίνονται μία. Η τραγικότητα των δυο ηρώων είναι κοινή. Και οι δύο κινούνται στην ουτοπική χώρα που συνιστά ο ηρωισμός και η πίστη τους στον άνθρωπο. Αλλά και ο τίτλος Solaris παραπέμπει στο μυθιστόρημα του Στάνισλαβ Λέμ, το οποίο μετέφερε στον κινηματογράφο ο Αντρέι Ταρκόφσκι, όπου ο ουτοπικός χώρος-χώρα κατ' επέκτασιν εγκαθιδρύεται μεταξύ πραγματικότητας-ονείρου, ανάλογα με την επιθυμία, αλλά και την αδυναμία του κάθε ανθρώπινου χαρακτήρα. Σε αυτό το ρευστό διάχυτο πλαίσιο κινούνται και οι δύο ήρωες σιωπηλά μέσω της εσωτερικής τους έντασης και κραυγαλέα μέσω των πράξεών τους. Η ιερότητα και η ειρωνεία συνυπάρχουν και αυτό καθιστά τη δράση τους πιστευτή σε γήινο επίπεδο. Το να αίρονται και οι δύο σε ένα μεταφυσικό επίπεδο συντελείται από την υπέρβαση των ανθρώπινων ορίων σε πρακτικό, αλλά και σε νοητικό επίπεδο σκεπτομενοι και θεώμενοι αλλοτρόπως τα ανθρώπινα. Την εικόνα της δύναμης που εκπροσωπεί ο Άγιος δεν πρέπει να την δούμε αποκομμένη από όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που συνιστούν την αγιότητα του εικονιζόμενου, θέτοντας και ορίζοντας εμείς όλες εκείνες τις ιδιότητες που υπηρετούν και προσιδιάζουν στον άνθρωπο. Διότι απογυμνωμένη από αυτές καθίσταται μια εικόνα της δύναμης εξιδανικευμένη προς ίδιον όφελος του καθενός. Αυτή η δύναμη ακυρώνεται από τον δον Κιχώτη στην εφαρμοσμένη εκδοχή της που την καθιστά ταυτόχρονα ειρωνική και τραγική. Διερευνώντας και υπερβαίνοντας τα όριά της γίνεται αποδεκτή και συμπαθής από τους πολλούς, δηλαδή εφικτή και εφαρμόσιμη ως συμπεριφορά. Πολεμώντας λοιπόν με ανθρώπινο τρόπο ο δον Κιχώτης υπηρετεί το καλό, αλλά επειδή όπως είδαμε πριν το κακό είναι η αντιστροφή του καλού και ο κόσμος του έχει τις δικές του ιδιαίτερες αξίες, οι μάχες που δίνει καθημερινά είναι η αντιστροφή του πολέμου και καταλήγουν να υπηρετούν το απόλυτα καλό, απομνωμένο από τους σκοπούς, το ιδεολόγημα, ή κάθε έννοια που θα μπορούσαν να του αποδώσουν όσοι θα ήθελαν να εκμεταλλευτούν κατά βάθος αυτές τις μάχες. Αυτό το απόλυτα καλό της πράξης μέσω της ειρωνικής και παρωδιακής αντιστροφής του αποκτά λογοτεχνική αξία, ανάγοντας σε άγιο τον ήρωα.
Ο Άι Γιώργης πάντα θα σκοτώνει τον Δράκο και θα νικάει το κακό. Θα επαναλαμβάνεται σε όλες τις εικόνες, είτε έφιππος, είτε αφιππεύων, αφού πλέον τον έχει καρφώσει με το κοντάρι του και το αίμα του θηρίου τρέχει έχοντας ποτίσει το χώμα από όπου θα ξεφυτρώσουν από το σκότος του νέοι δράκοι.
Αλλά και ο δον Κιχώτης πάντα θα ρίχνεται με ορμή ενάντια στους ανεμόμυλους πολεμώντας και κατατροπώνοντας φανταστικούς εχθρούς.
Η απαρχή των κακών είναι πάντα κάτι μεταξύ θεού και ανθρώπου. Κάτι υπερφυσικό που τελικά ηττάται από την ανθρώπινη σκέψη. Κατόπιν η συμφορά αποκτά την ανθρώπινη διάστασή της ή μεταπίπτει σε κάτι επαναλαμβανόμενα ανθρώπινο ώστε να υπάρχει η δυνατότητα της κάθαρσης. Γνωρίζουμε λίγα για το τέρας ενώ τα πάντα για αυτόν που το νικά. Σε συμβολικό επίπεδο προηγείται πάντα η μάχη του ήρωα με τον εαυτό του ώστε να καθαρθεί από τις αδυναμίες και τα πάθη του για να υπερισχύσουν οι αρετές. Κατόπιν δίνει τη μάχη με το τέρας ή τον εχθρό, προς σωτηρίαν όλων, έτσι ώστε όλα τα ανθρώπινα να ανάγονται στο θείον. Ο ήρωας παλεύει σε γήινο αλλά και σε υπερβατικό επίπεδο η μάχη δίνεται και στους ουρανούς, υπερτερώντας στα στοιχεία της πίστης και της αγνότητας, εξασφαλίζοντας πάντα ένα σωτηριολογικό υπόβαθρο.
Ακούς τον καλπασμό του αλόγου από μακριά. Ο ρυθμός του καλπασμού, ρυθμός του Θείου, το ρολόι του Θεού να μετρά με τον καλπασμό λεπτά δευτερόλεπτα πριν και μετά το θαύμα. Ο καλπασμός της επερχόμενης σωτηρίας. Η σωτηρία καθώς την ακούς να πλησιάζει πριν την δεις, την νιώσεις, πριν σε φωτίσει. Έτσι ας ακινητοποιήσουμε το χρόνο τη στιγμή που ακούμε τον επερχόμενο καλπασμό του έφιππου σωτήρα και ας κατασκευάσουμε το ρολόι της επερχόμενης σωτηρίας με τα δευτερόλεπτα και τα κλάσματα του δευτερολέπτου. Με τον τρόπο αυτό ο χρόνος αμβλύνεται και συντροφεύεται με την αγωνιώδη προσμονή της σωτηρίας. Καλπασμός, ρυθμός, μουσική της σωτηρίας, μουσικός ρυθμός.
Αν ο καβαλάρης Άι- Γιώργης σώζει με την πίστη του τη βασιλοπούλα, ο καβαλάρης στο άλογό του δον Κιχώτης ονειρεύεται να σώσει τον κόσμο, την αγαπημένη του μέσω της φαντασίας που γίνεται ο δικός του κόσμος, αποκτώντας υλική υπόσταση. Έτσι αν υποθέταμε ότι ο άγιος και ο λογοτεχνικός ήρωας καθρεφτίζονταν στο κυρτό κάτοπτρο της πίστης και της λογοτεχνίας βλέπουμε τις μορφές τους να βαθαίνουν και να αλληλοεισχωρούν εντός του χώρου όπου ο καθένας μας αναζητά τη σωτηρία της ύπαρξής του. Στο κάτοπτρο της θρησκείας και της πίστης ο Άι- Γιώργης θριαμβευτής γενναίος σώζει την κόρη από το δράκοντα του κακού και εμάς από τους δράκοντες της ζωής μας. Ο δον Κιχώτης ειδωμένος στο κάτοπτρο της φαντασίας δηλαδή της λογοτεχνίας βαθαίνει δίνοντάς μας τον τρόπο για την προσωπική μας σωτηρία μέσω της ποιητικής αφήγησης και της λογοτεχνικής μυθοπλασίας, δηλαδή να εισχωρούμε σε έναν κόσμο στον οποίο ενώ δεν μπορούμε ακόμα να είμαστε σε πραγματικό επίπεδο, με το όπλο της γλώσσας και της δημιουργικής φαντασίας μπορούμε να ζούμε και να σώζουμε τον εαυτό μας από την καθημερινή συνήθεια που μας απομυζά, ξεπερνώντας την δυσκολία της ζωής. Το γέρικο άλογο του δον Κιχώτη κουβαλά αυτόν και την ανάγκη του ανθρώπου στο διάβα του χρόνου να αφηγείται. Το δυνατό άλογο του ΄Αι -Γιώργη φέρνει στο νου την απόλυτη δύναμη της πίστης καλπάζοντας δίχως να σου αφήνει κανένα περιθώριο αμφιβολίας. Σε κατατροπώνει σώζοντάς σε, εφόσον το επιθυμείς.
Ο πίνακας του Ουτσέλο θυρεός της ζωής λάβαρο πίστης, ελπίδας και αγάπης. Οι χθόνιες δυνάμεις του κακού σε χωμάτινο φόντο. Ο άγιος αναδύεται σε γαλαζοπράσινο φως με την αχλύ του μωβ μανδύα του στο χρώμα του δειλινού προοιωνίζοντας το δειλινό του κακού, όταν το σκότος θα χαθεί στο σκότος. Πράσινο απαλό της ελπίδας να ικετεύει η κόρη, και το άλογο πάλλευκο, φωτεινό, σύνορο μεταξύ του φωτός και της νύχτας, μεταξύ της αρμονίας και του χάους, μεταξύ ζωής και θανάτου, μεταξύ της ελπίδας και της απόγνωσης. Με τη λόγχη της ελπίδας και της αγάπης κομματιάζει, σφαγιάζει το κακό.