Χάρτης 25 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2021
https://dev.hartismag.gr/hartis-25/afierwma/mimhsh-kai-plhgh
————————————
1. Πριν από τα πράγματα: η γλώσσα.
2. Η γλώσσα μιμείται: τα πράγματα.
3. Η γλώσσα μιμείται: τη σκέψη των πραγμάτων.
4. Η συκιά είναι εκεί. Την κοιτά πολύ προσεκτικά: κάθε λεπτομέρεια διαγράφεται με το υπαρξιακό της βάθος. Τη νιώθει βαθιά.
5. Πώς γίνεται να μιλήσεις για αυτά που δε μιλούν; Πώς γίνεται να μιλήσεις λόγου χάρη για τα φυτά; Η γνώση και η παρατήρηση του φυτικού κόσμου προσπαθεί να ερμηνεύσει με το ανθρώπινο μάτι, που πάντα κάπου ανήκει, με την εξουσία και τον τρόπο αυτού στον οποίο ανήκει, την ερμητική για αυτό ύπαρξη, την άφωνη ύπαρξη.
6. Η φυτική ύπαρξη όπως και αυτή των ζώων όπως και αυτή των πουλιών εκφράζεται όμως γλαφυρά στην έκπτυξη τού βίου τους. Η Βακαλό μεταφέρει αυτήν την έκφραση στη γλώσσα σε μία διττή διαδικασία.
7. Ένα φυτό εκφράζει την ύπαρξή του στη γλώσσα. Ο Σκλόβσκυ πολύ θα χαιρόταν.
Η Βακαλό παίζει στα δάχτυλα την διαδικασία της αποξένωσης, της ανοικείωσης, όπως την επικαλείται ο φορμαλισμός.
8. Ας κοιτάξουμε τον κόσμο με άλλα μάτια.
(Η Βακαλό είναι γυναίκα)
9. Η διττή διαδικασία περιλαμβάνει την διαδικασία της αποξένωσης και ύστερα σε απρόσμενη εναλλαγή, εκείνη της συγκινησιακής φόρτισης και στιγμιαίας εκκένωσης.
10. Είναι λαβυρινθώδης αυτή η ποίηση. Η Βακαλό στοιχηματίζει με την ύπαρξη και τη γλώσσα.
11. Παίζει η ποιήτρια με την αναγνώστρια παιδί όπως παίζει και η ίδια ως παιδί. Παίζει με τους κύβους της συγκίνησης, τής ταυτότητας και τής γλώσσας που χτίζονται και γκρεμίζονται χωρίς κολλητικές συνδέσεις.
12. Η Βακαλό σιγοτραγουδά την ώρα που μάς υποδέχεται στο παιχνίδι της.
13. Η συγκινησιακή κυβιστική γλωσσική ταυτότητα είναι φορτισμένη μνημονικά και λειτουργεί ως μίμηση: άλλοτε μεταφέροντας μία αίσθηση τού τόπου που λέγεται αιγαιακός, άλλοτε μεταφέροντας μία λαλιά, μία λέξη τών άλλων, μία αίσθηση, μία ελάχιστη σκηνή βιωμένη ριζωμένη στον τόπο, που εγείρει αισθήματα νοσταλγίας.
14. Αντιμετωπίζω την ποίηση της Ελένης Βακαλό ως ένα ζωντανό πολυμορφικό σώμα που εξελίσσεται μεταμορφωνόμενο μέσα στα χρόνια. Η Βακαλό, όπως οι εικαστικοί καλλιτέχνες, βάζει μπροστά της σε κάθε έργο ένα ερώτημα, και οργανώνει ένα πρότζεκτ πάνω στο οποίο θα συνθέσει γλωσσικά, με τον ίδιον της τρόπο.
15. Η γραφή είναι γίγνεσθαι. Το έργο της μίμησης είναι γίγνεσθαι του εαυτού και της συνείδησης.
16. Η γραφή της Βακαλό είναι έντονα κριτική προς την επιβολή τού θανάτου, την επιβολή τού ανθρώπου πάνω στο μή ανθρώπινο τού κόσμου, δηλαδή πάνω στην όποια μορφή και εκδοχή της ίδιας της ζωής. Εξ ου και σήμερα είναι απόλυτα σύγχρονη.
17. Η γραφή της Βακαλό είναι κριτική και είναι μαζί ανοιχτή αποδοχή τού κόσμου και του ανθρώπινου ως βίωμα και ως συναίσθημα.
18. Το γίγνεσθαι της Βακαλό είναι ανοιχτή αποδοχή τού ανθρώπινου μέσα στο μη ανθρώπινο τού κόσμου – ως πληγή.
20. «Ο αδερφός μου λέει τα μάτια πως είναι πληγές.
Εγώ λέω τού αδελφού μου, οι πληγές είναι μάτια κι αυτές.»
(Η Βακαλό είναι γυναίκα).
Υποσημειώνω:
1. Λατρεύω την Φυτική Αγωγή, τη Γενεαλογία, του Κόσμου, τον Τρόπο μας να Κινδυνεύουμε.
2. Χρωστάω πολλά, όσον αφορά την κατανόηση του έργου της Βακαλό, στα βιβλία των Μαρία Κακαβούλια (Μορφές και λέξεις στο έργο της Ελένης Βακαλό, Νεφέλη 2004) και Άντειας Φραντζή (΄Εμενε ποίημα. Μία περιδιάβαση στο ποιητικό “Δάσος” της Ελένης Βακαλό, Νεφέλη 2005.)
ΣΕ ΑΝΤΙΛΑΛΟ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΒΑΚΑΛΟ
Ι.
Η λέξη ΚΗΠΟΣ
ΙΙ.
Κάποτε οι άνθρωποι
κι αυτό το βλέπω στις φωτογραφίες
βύθιζαν
τα σώματά τους στα λιβάδια.
Ήταν τότε και πάλι
άνοιξη
και τα κεφάλια ξεπρόβαλαν στεφανωμένα
με χλόη του αγρού
κι αγριολούλουδα.
ΙΙΙ.
Κάποτε οι άνθρωποι
κι αυτό το βλέπω στις φωτογραφίες
μπούκωναν τα κεφάλια τους με
λουλούδια.
Ήταν ριγμένοι ολόκληροι στα χόρτα
με αφέλεια και χάρη.
Ήτανε ξαπλωμένοι.
Απορροφημένοι σε κάτι μέσα τους
που ήταν η στιγμή.
Η χλόη φύτρωνε στο έδαφος
επικλινές ήταν το χώμα.
Κάποτε έκρυβαν με τα χέρια
το στόμα.
Αλλά τα μάτια μαρτυρούσαν το χαμόγελο.
Ήταν ανάσκελα ή στο πλάι
με το χέρι να στηρίζει το κεφάλι.
Ήταν και μπρούμυτα:
σπανίως
αλλά συνέβαινε κι αυτό.
Με την κοιλιά στη γη.
IV.
Κι ανασηκώνανε την κάρα τους
δάγκωναν ένα μίσχο
ενώ κρατούσανε από τον ώμο
ή τη μέση
την αγάπη τους.
Με μάτια μισόκλειστα και λαμπερά
ατένιζαν μαζί
το μέλλον στον φακό.
Δεν ήξεραν ακόμα ποιά θάταν η τροχιά
των αστεριών τους.
V.
Κάποτε οι άνθρωποι
ερωτεύονταν τρελά
και για πάντα
ο ένας τον άλλον.
Δε φοβούνταν.
Τολμούσαν.
Δεν πισωπατούσαν.
Μπορούσες να ρίξεις πίσω
τα κατάμαυρα μαλλιά
και να μεθύσεις
από την αίσθηση
ότι ο άλλος σε κοιτά.
Τους είδα στα δρομάκια ενός νησιού
–τόσο νέοι– σχεδόν παιδιά και τόσο παλιοί
ψηλά στον βράχο πάνω από
τη θάλασσα.
Είσαι όλος δικός μου
τού έλεγαν τα μάτια της
κι εκείνος –παλικάρι– σχεδόν παιδί
τόσο νέος
την κουβαλούσε στον αέρα
κι όμως πετούσε
βάρος κανένα στην αγκαλιά.
VI.
Kάποτε υπήρχαν πεύκα.
Εκείνα τα πεύκα ήταν διαφορετικά.
Κανείς δεν τα κοιτούσε σαν απόδειξη
καταστροφής.
Ήταν πεύκα για να έχουν κάτω χαλίκι
πευκοβελόνες για να πλέκεις περιδέραια
ελαφριά όπως ο άνεμος που τα έλυνε
περιδέραια εύθραυστα όπως ο αυχένας
που θα τα φορούσε
για λίγα μόνο λεπτά.
Ήταν πεύκα
για να κάνουν το δάσος
για να βγάζουν ρετσίνι
για τις ξύλινες βάρκες
ρετσίνι που κολλούσε στα δάχτυλα
ενώ το έπλαθες
ευωδίαζε τρυπούσε τα ρουθούνι
όπως τα σχίνα.
VII
Σχίνα αδέρφια τών πεύκων
αττικές σπηλιές
του καλοκαιριού.
Τις ανακαλύπταμε στον λαβύρινθο τού δάσους
θάμνους τεράστιους
παιδικά σπίτια
με άλλους κατοίκους
τζιτζίκια και μυρμήγκια
και μύγες.
Καμιά φορά τις βρίσκαμε χεσμένες
ήταν κι αυτό μέρος του παιχνιδιού.
Κάτι ξέρουν οι εθνικές οδοί.
Ολημέρα μέσα τους
ενώ το σύμπαν μύριζε δυνατά.
Φτερά της αθωότητας
ξερριζωθήκατε από το σώμα μου!
VII
πάλι με ζάλισαν τα χελιδόνια τα ζουρλά
μαζί με άλλα άγνωστα πουλιά
πόσο γεμάτο το βουνό
τι βέλη πτήσεων και φωνών.
Και μία μύγα
η πιο κοντινή συγκάτοικος.
VIII
κι ένα κοράκι.
IX
η λέξη
ΕΡΩΣ
Χ
η λέξη
ΠΤΕΡΩΣ
Μάιος 2020 Άγιος Λαυρέντιος- Οκτώβριος 2020 Αθήνα