Χάρτης 23 - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-23/metafrash/poihmata
———————
Για τον Νικολάς Γκιγιέν βλ. και Χάρτης#12
Ο Παππούς
Αυτή η γυναίκα με τα βόρεια μάτια τ’ αγγελικά,
που ζει στο ρυθμό του ευρωπαϊκού αίματός της,
δεν ξέρει πως στα βάθια ετούτου του παλμού χτυπά
ένας νέγρος το σκληρό δέρμα στα τύμπανά του τα βραχνά.
Κάτω από την αχνή γραμμή μιας μύτης σουβλερής,
το στόμα της, μικρή χαρακιά από λεπτό κοντύλι,
δίχως κοράκι να λεκιάζει τη χιονάτη γεωγραφία εκεινής
με το γυμνό κορμί, που φέγγει σαν τρεμάμενο φυτίλι.
Αχ, κυρά μου! Για κοίτα τις φλέβες σου τις μυστηριώδεις·
πλεύσε στο ζωντανό νερό που μέσα σου κυλά,
κι εκεί, ρόδα, κρίνους, λωτούς και νούφαρα να καμαρώσεις·
τότε, ανήσυχη, θα δεις κοντά στη δροσερή την όχθη,
τη σκούρα, γλυκιά σκιά του παππού σου να περνά,
εκείνου που για πάντα κατσάρωσε την ξανθή σου κόμη.
(Από τη συλλογή Sóngoro cosongo, 1931)
Νανούρισμα για να ξυπνήσει ένα νεγράκι
Κοιμήσου, νεγράκι μου
νεγράκι μου όμορφο…
Ε. Μπαγιάγας (1908-1954)
Ένα περιστέρι
τραγουδώντας περνά:
– Όπα, νεγράκι,
ο ήλιος ζεματά!
Κανείς δεν κοιμάται,
τα σπίτια αδειανά,
ούτε οι κροκόδειλοι
ούτε τα πτηνά,
ούτε τα φίδια
ή τ’ άλλα ζωντανά…
Καρύδα, κακάο,
και ζάχαρη γλυκιά,
όπα, νεγράκι,
ο ήλιος ζεματά!
Έλα νεγράκο,
κι η νεγρούλα σου κοντά.
Άνεμος κι αγέρι
ο ήλιος ζεματά!
Κοίτα τα πλήθη,
φωνάζουν δυνατά·
πλήθη στο δρόμο,
και στη δημοσιά·
κανείς μες στο σπίτι
δεν κάθεται πια.
Καρύδα, κακάο,
και ζάχαρη γλυκιά,
όπα, νεγράκι,
ο ήλιος ζεματά!
Μικρό μαυροπούλι
και σταφίδα δαμασκηνιά,
ξύπνα, βγες έξω,
ο ήλιος ζεματά,
και μόλις ξυπνήσεις
να βρεις τη μιλιά…
Να πεθάνει ο αφέντης,
να καεί στην πυρά!
Κανείς δεν κοιμάται,
τα σπίτια αδειανά·
Καρύδα, κακάο,
και ζάχαρη γλυκιά,
όπα, νεγράκι,
ο ήλιος ζεματά!
(Από τη συλλογή La paloma de vuelo popular, 1958)
—————————————— ≈ ——————————————
Σονέτα και σον, η διπλή κληρονομιά της Κούβας: «Ο Παππούς» και το «Νανούρισμα για να ξυπνήσει ένα νεγράκι»
Ο Γκιγιέν συνηθίζει να «παίζει» με ένα συνδυασμό μουσικών οργάνων. Το αποτέλεσμα είναι μια πολυφυλετική μουσική ποίηση που αναδεικνύει τη συμβίωση των δύο κουλτουρών στο νησί της Κούβας: της αφρικανικής και της ευρωπαϊκής, της μαύρης και της λευκής. Για παράδειγμα, ο Γκιγιέν χρησιμοποιεί συχνά το κουβανέζικο σον (son), το οποίο αναπαράγει τους αφροκουβανικούς ρυθμούς και τις ισπανικές φόρμες, όπως το ισπανικό ρομάνθε (ρομάντσες) του 15ου και 16ου αιώνα.
Το «Νανούρισμα για να ξυπνήσει ένα νεγράκι» είναι ένα κάλεσμα για εξέγερση, όπου ο Γκιγιέν χρησιμοποιεί την αμεσότητα και τη ρυθμικότητα του σον για να μας ξεσηκώσει, καθώς σχεδόν νιώθουμε να αντηχούν στους στίχους του τα τύμπανα και οι μαράκες.
Επίσης, στο ποίημα «Ο παππούς», σε αντιδιαστολή με το αφροκουβανέζικο θέμα του, χρησιμοποιεί εσκεμμένα το ιταλικό σονέτο του Πετράρχη (δύο τετράστιχες και δύο τρίστιχες στροφές) και αναγεννησιακό λεξιλόγιο. Με αυτόν τον τρόπο θέλει να δείξει όχι μόνο το μπόλιασμα της Καραϊβικής με τους ευρωπαϊκούς και αφρικάνικους τρόπους, αλλά πώς κάτι το τόσο «ευρωπαϊκό» διανθίζεται στις Αντίλλες μέσα από τη διαδικασία του επιπολιτισμού. Κυρίως όμως επισημαίνει τα φυλετικά προβλήματα και την κοινωνική ανισότητα στο νησί της Κούβας. Ο Γκιγιέν με μαεστρία ξεκινά την περιγραφή της γυναίκας από το κεφάλι, από πάνω προς τα κάτω, από Βορρά προς Νότο, και κλείνει κυκλικά με το κεφάλι του παππού, ένα ταξίδι στο σώμα της γυναίκας, με αφετηρία την Ευρώπη και κατάληξη στην προγονική Αφρική.
—————————————— ≈ ——————————————
Στα νερά της μνήμης
Πότε ήταν;
Δεν ξέρω.
Στα νερά της μνήμης
θέλω να πλεύσω.
Πέρασε κάποτε μια μουλάτα χρυσή
κι εγώ στο πέρασμά της γύρισα να δω:
μεταξένια κορδέλα πίσω στο λαιμό,
φουστάνι από γυαλί,
φρέσκια πλάτη κοριτσιού,
τακούνι με βάδισμα ανθηρό.
Ζαχαροκάλαμο
(σκέφτηκα όλος πυρετό),
ζαχαροκάλαμο
που λικνίζεσαι πάνω απ’ τον γκρεμό,
ποιος θα σε σπρώξει;
Ποιος θεριστής με το δρεπάνι
θα σε κόψει;
Ποιος μύλος με τις πέτρες του
θα σε ζυμώσει;
Ο καιρός έπειτα πέρασε,
πέρασε χωρίς σταματημό,
εγώ από δω κι από κει,
εγώ από κει κι από δω,
από δω, από κει,
από κει, από δω…
Τίποτα δεν ξέρω, κανείς δεν ξέρει,
ούτε θα μάθω ποτέ,
τίποτα δε ‘γράψαν οι εφημερίδες,
τίποτα δεν μπόρεσα να βρω
από εκείνη τη μουλάτα τη χρυσή
που κάποτε γύρισα να δω,
μεταξένια κορδέλα πίσω στο λαιμό,
φουστάνι από γυαλί,
φρέσκια πλάτη κοριτσιού,
τακούνι με βάδισμα ανθηρό.
(Από τη συλλογή El son entero, 1947)
Μαδριγάλι Ι
Στάζουν απ’ τα χέρια σου
τα νύχια, μια χούφτα από δέκα μαβιά σταφύλια.
Δέρμα,
σάρκα ηλιοκαμμένου στέρνου,
που σαν ναυαγεί μες στον καθρέφτη, πυρακτώνει
του βυθού τα ντροπαλά τα φύκια.
Μαρδιγάλι ΙΙ
Η κοιλιά σου πιο σοφή απ΄ το κεφάλι,
το ίδιο κι οι μηροί σου.
Αυτή
είναι η ισχυρή μαύρη χάρη
του γυμνού κορμιού σου.
Σημάδι της ζούγκλας το δικό σου,
με τα λαιμοστόλιδά σου από κρεμέζι,
τα βραχιόλια σου από χρυσάφι χτυπητό,
κι αυτόν τον σκούρο καϊμάν
που κολυμπά στων ματιών σου τον Ζαμβέζη.
(Από τη συλλογή Sóngoro cosongo, 1931)