Χάρτης 21 - ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-21/diereynhseis/lebin-vs-karenina
—————————————————————
Με
αφορμή το βιβλίο του Λέοντος Τολστόι Άννα Καρένινα, μετάφραση: Άρης Αλεξάνδρου, Άγρα 2010, σσ. 1.264
—————————————————————
Ο λόγος για ένα από τα πιο στέρεα οικοδομήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Κατασκευασμένη με τη μορφή δίπολου, και μακριά από κάθε μανιχαϊστική αντίληψη, καθώς το κάθε άκρο ανοίγει σαν βεντάλια με κεντημένες τις λεπτομέρειες μιας ολόκληρης κοινωνίας, η «Άννα Καρένινα» ανασαίνει, εμπνέει και στέκει αλώβητη επί δύο αιώνες.
Δύο έρωτες, ο ένας αμοιβαίος και σπαρακτικός, ο δεύτερος εξίσου έντονος αλλά εκφρασμένος τη λάθος στιγμή και στη συνέχεια του μυθιστορήματος δικαιωμένος, συγκρούονται παράλληλα με τις αξίες των δύο κόσμων που εκφράζουν. Από τη μία η πόλη και η αριστοκρατία, από την άλλη ο λαός και η ύπαιθρος.
Παρά τη γενναιότητα, την τάση για ανεξαρτησία και τη διάθεση για ειλικρίνεια της Καρένινα, το στίγμα της υποκριτικής κοινωνίας στην οποία ζει την έχει μειάνει. Δεν μπορεί να ξεφύγει ούτε από τη μέγγενη των ενοχών ούτε από τον βαθύ εγωκεντρισμό. Δεν θεωρεί άξιο τον εαυτό της να συγχωρεθεί και, λόγω αυτού, με μια χαρακτηριστικά αυτοκαταστροφική τεχνική, προκαλεί τον άντρα της ακόμη περισσότερο ώστε να μην τη συγχωρέσει. Όταν εκείνος, μετά την επιλόχειο κατάθλιψή της, τη συγχωρεί αλλά και όταν της προτείνει διαζύγιο, εκείνη αρνείται. Φεύγει με τον Βρόνσκι, παίρνοντας μαζί την κορούλα τους, την οποία δεν θα αγαπήσει ποτέ, καθώς δεν τη θεωρεί καρπό του έρωτά τους αλλά προϊόν μοιχείας. Εγκαταλείπει τον γιο της Σεριόζα αλλά ταυτόχρονα τον θέλει πίσω. Αποζητά να πεθάνει, αργότερα όμως επιθυμεί να πάρει διαζύγιο αλλά και να μην πάρει, να ζήσει σε πελάγη ευτυχίας, να αποστρέφεται αλλά και να θαυμάζει την καλοσύνη του συζύγου της. Τα συναισθήματα αυτά λειτουργούν διαρκώς με παλινδρομήσεις. Απ’ άκρη σ’ άκρη του μυθιστορήματος ζει ευτυχισμένες και δυστυχισμένες στιγμές με την ακαριαία εναλλαγή διαταραγμένης προσωπικότητας. Η εμμονή –και όχι ο έρωτας– με τον Βρόνσκι την ωθεί στη δημιουργία καθημερινού κλίματος αμφισβήτησης, κάτι που προκαλεί ρωγμές στη σχέση τους. Έχει την αίσθηση κανείς ότι τόσο με τον σύζυγο όσο και με τον Βρόνσκι πρυτανεύει η ενοχή, η οποία και της υπαγορεύει πώς να καταστραφεί.
Ο Λέβιν από την άλλη, είναι τρελά ερωτευμένος με την Κίττυ. Αριστοκράτης κι αυτός, όπως και το αντικείμενο του πόθου του, δεν αισθάνεται καλά στα σαλόνια και στην υποκριτική αυτή κοινωνία. Αναχωρεί κατά μεγάλα διαστήματα στα κτήματά του και δουλεύει μαζί με τους μουζίκους. Η Φύση τον γαληνεύει και όνειρό του είναι να κάνει γυναίκα του την Κίττυ. Από λάθος τάιμινγκ αυτό αρχικά δεν θα συμβεί, η αθώα, αγγελική Κίττυ παρασύρεται από ένα εφηβικό αίσθημα για τον Βρόνσκι, στη συνέχεια όμως το ζευγάρι θα ζήσει ευτυχισμένο στην εξοχή, με την Κίττυ να έχει μείνει αμόλυντη από την κοινωνία της αριστοκρατίας και να αποδεικνύει ότι είναι ακόμη πιο κοντά στη Φύση από ό,τι ο Λέβιν όταν θα φροντίσει γήινα και θαρρετά τον ετοιμοθάνατο αδερφό του.
Και οι δύο βασικοί ήρωες βρίσκονται σε σύγκρουση με τον κοινωνικό περίγυρο. Στην περίπτωση της Καρένινα η ασφυκτικά υποκριτική κοινωνία των αριστοκρατών πνίγει τόσο εκείνη όσο και τον Βρόνσκι (όπως τη Μερτέιγ των Επικίνδυνων Σχέσεων του Λακλό όταν αποκαλύπτεται το σατανικό της πρόσωπο στην όπερα). Και οι δύο όμως είναι δέσμιοι της καταγωγής τους και έπειτα από ένα διάλειμμα στο εξωτερικό και αργότερα σε ένα αγρόκτημα, θα αποζητήσουν την κοσμική ζωή. Στην περίπτωση του Λέβιν η επιλογή έχει γίνει εξαρχής. Και, περνώντας ο καιρός, ενώνεται με τη Φύση και ζει τον εναρμονισμένο μ’ αυτήν έρωτά του.
Όπως και η Καρένινα, αλλά με πιο δομημένο τρόπο, ο Λέβιν εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του, με αποτέλεσμα να έρχεται σε σύγκρουση με φίλους και γνωστούς και να τον θεωρούν αλλόκοτο. Οι σκέψεις του, που ταυτίζονται με τις αγωνίες του Τολστόι, βρίσκονται πολύ κοντά στο λαό και τον απλό άνθρωπο γενικότερα και έχουν μια φιλοσοφική διάσταση. Αντίθετα οι σκέψεις της Καρένινα είναι προσωποκεντρικές και αφορούν άλλοτε τον σύζυγο, άλλοτε τον εραστή, κυρίως όμως τον εαυτό της.
Οι δύο αυτοί χαρακτήρες –Καρένινα και Λέβιν– δρουν σε διαφορετικά κεφάλαια και συναντιούνται μία και μοναδική φορά. Τη φορά εκείνη, ο Λέβιν εντυπωσιάζεται από την ομορφιά της, όπου σ’ αυτήν συγκαταλέγονται η ειλικρίνεια αλλά και το θάρρος της γνώμης της. Από την άλλη, η μέχρι θανάτου ερωτευμένη με τον Βρόνσκι Καρένινα, φανερώνει για άλλη μια φορά μέσα στο μυθιστόρημα τη ματαιοδοξία της: ασκεί όλη τη γοητεία της για να του αρέσει. Η συνάντηση αυτή έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί συνομιλούν ξαφνικά οι δύο ‘επαναστάτες’ εκπρόσωποι του δίπολου. Η μεν Καρένινα λειτουργεί χρησιμοποιώντας άνευ λόγου τα όπλα της σαγήνης, ο δε Λέβιν από πλευράς του διακρίνει τα θετικά στοιχεία του χαρακτήρα της και γοητεύεται απ’ αυτά, αμβλύνοντας σιγά σιγά τα απόλυτα στοιχεία του δικού του χαρακτήρα.
Στο τέλος του βιβλίου, σαν να βαδίζουν σε δρόμους παράλληλους τα πεπρωμένα τους, Καρένινα και Λέβιν ακολουθούν αντίστοιχη πορεία. Εκείνη, μέσα από έναν καταιγισμό εικόνων, μέσα από ένα παραλήρημα, όπου ό,τι βλέπει εμπρός της το θεωρεί μάταιο, παραλήρημα εκφρασμένο με συγκλονιστικό ρυθμό εσωτερικού μονολόγου, πέφτει στις γραμμές του τρένου ενώ, λίγο πριν πεθάνει, σε μια ύστατη αντίφαση, αναρωτιέται το γιατί. Ο Λέβιν, παρόλο που είναι ευτυχισμένος με την Κίττυ και με τη ζωή του στην επαρχία, διακατέχεται από μια αντίστοιχη αίσθηση ματαιότητας και θέλει να τινάξει να μυαλά του στον αέρα. Η έλλειψη πίστης τον καταρρακώνει μέχρις ότου τα απλά λόγια ενός χωρικού, ένα χορταράκι απ’ το γρασίδι που θα το δέσει κόμπο χωρίς να το τσακίσει, ένα ζωύφιο που δεν θα πηδήξει στο διπλανό κλαράκι, του χαρίζουν, μέσα από λογικές αναρωτήσεις, την εσωτερική του ισορροπία.
Η βαθιά ευγενική ψυχή του Τολστόι, που σκύβει με την ίδια αγάπη πάνω από κάθε ήρωα, ακόμη κι αν ο ρόλος του στα τεκταινόμενα είναι τόσος όσο το κεφαλάκι μιας καρφίτσας, τιτλοφόρησε το βιβλίο αυτό Άννα Καρένινα. Επειδή άραγε πρόκειται για τραγικό πρόσωπο; Θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς ότι μπορεί και να πρόκειται για υπόδειγμα νευρωσικής περίπτωσης. Ή μήπως επειδή με έναν οποιονδήποτε άλλον τίτλο, που δεν θα περιείχε το όνομά της, η πλάστιγγα θα έγερνε προς τη μεριά του Λέβιν-Τολστόι, κάτι που με τίποτα εκείνος δεν θα ήθελε να αφήσει να φανεί;