Χάρτης 2 - ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-2/klimakes/glwsso-logika-lexiko-grafika
Στη στήλη αυτή παρουσιάζονται και αναλύονται γλωσσικά θέματα που ενδιαφέρουν το ευρύτερο κοινό. Το ενωτικό στις δύο λέξεις του υπέρτιλου δίνει έμφαση στο δεύτερο συνθετικό. Η γλώσσα, ένα αξιοθαύμαστο σύστημα «έμπλεο» λογικής, δεν ερμηνεύεται με λογικά επιχειρήματα. Αν συνειδητοποιούσαν την πραγματικότητα αυτή όσοι κρούουν τον κώδωνα της γλωσσικής παρακμής, ένα στερεότυπο που σε ορισμένους κύκλους ακόμα καλά κρατεί, δεν θα σπαταλούσαν τον χρόνο τους για ανούσιες γλωσσικές υποδείξεις, πολλές από τις οποίες μόνο θυμηδία προκαλούν. Επομένως, τα «λογικά» επιχειρήματα από μόνα τους δεν ισχύουν. Τα «λεξικο-γραφικά» δεν παραπέμπουν μόνο στα λεξικογραφικά ζητήματα που θα συζητούνται εδώ με την αυτονόητη επιστημονική σοβαρότητα, αλλά και στις «γραφικές» πλευρές, τη φαιδρότητα των επιχειρημάτων ορισμένων «γλωσσολογούντων».
Ο Στέφανος Κουμανούδης (1818-1899), καθηγητής της λατινικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, υπήρξε από τις φωτεινότερες μορφές που ανέδειξε ο 19ος αιώνας.[1]
Εκπροσωπεί τον άνθρωπο του Διαφωτισμού στην πιο αντιπροσωπευτική του μορφή. Οι πνευματικές του επιδόσεις είναι αξιοθαύμαστες. Ασχολήθηκε με γνωστικά αντικείμενα που ήταν αδιανόητα για την εποχή του, όπως τα σερβικά δημοτικά τραγούδια, αρκετά από τα οποία μετέφρασε για πρώτη φορά, και η ινδική μουσική. Εντυπωσιακά πολύγλωσσος, δεινός φιλόλογος, λαμπρός αρχαιολόγος (ως γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας άφησε εποχή), καινοτόμος λεξικογράφος, ευαίσθητος ποιητής,[2] κριτικός της λογοτεχνίας, εξαιρετικός μεταφραστής λογοτεχνικών κειμένων από διάφορες γλώσσες, ακαταπόνητος βιβλιογράφος, πραγματικός βιβλιοφάγος με ιστορικά, πολιτικά, κοινωνικά και καλλιτεχνικά ενδιαφέροντα, ξεχώρισε ως πρότυπο ηθικού και ενάρετου ανθρώπου.
Το λεξικογραφικό έργο του Κουμανούδη είναι εντυπωσιακό σε πρωτοτυπία, ποιότητα και ποσότητα. Στον πρόλογο του λεξικού Συναγωγή λέξεων αθησαυρίστων εν τοις ελληνικοίς λεξικοίς (Αθήνα 1883) περιγράφει ως ακολούθως τον τρόπο εργασίας του:[3]
«Eιρήσθω λοιπόν, ότι προς την των ούτω παρεωραμένων λέξεων διάγνωσιν είναι χρεία να εθίση τις το όμμα του, το τε σωματικόν και το διανοητικόν, να ενεργή κατά τινα ειδικόν και άμεσον τρόπον, ή, να είπω άλλως, είναι χρεία ο λεξιλόγος να οσμάται το συχνόν, το σπάνιον ή το άπαξ ειρημένον. Tαύτην δε την έξιν παρέχει μεν η πολυαναγνωσία και το ισχυρόν μνημονικόν, αλλ’ όχι άνευ ειδικής τινος ασκήσεως εφ’ ικανόν χρόνον. Tοιαύτης ασκήσεως μέρος τι εγώ προσπορισάμενος και χωρίς να αντιποιώμαι πολυαναγνωσίας και ισχυρού μνημονικού, ηδυνήθην να ποιήσω την Συναγωγήν ταύτην. Eίμαι δε σχεδόν βέβαιος, ότι και άλλοι βιβλιακώτεροι εμού εποίησαν τοιαύτας, αλλά δεν προέβησαν εις έκδοσιν, διότι, φαίνεται, ήθελον να τας παρουσιάσωσιν εις το κοινόν ευσταλεστέρας. Eγώ έχων γνώμην, ότι οι άνθρωποι ως βραχύβιοι πρέπει μετριώτερον να φιλοδοξώσιν, αν των συγχρόνων θέλωσι την ωφέλειαν, εποίησα άλλως. Ίνα μη επί πολύ ή και δια παντός αναβληθή συντέλεσις του έργου τοιαύτη, οία να ευχαριστή ολοσχερώς την φιλοτιμίαν μου, απεφάσισα την νυν έκδοσιν αυτού, όπως δήποτε κατηρτισμένου».
Παθιασμένος λεξικογράφος ο ίδιος, συνιστά στους ομοτέχνους του να ζήσουν και για τον εαυτό τους και να μην ασχολούνται αποκλειστικά με λεξιθηρικές μελέτες γιατί επηρεάζεται αρνητικά ο ψυχισμός τους, εκτός του ότι περιορίζεται η πνευματική τους οξύτητα, αφού αναζητούν επίμονα αθησαύριστες λέξεις με μηχανικό, σχεδόν αυτοματοποιημένο τρόπο, χωρίς να παρακολουθούν το νόημα του κειμένου. Στον Κουμανούδη έκανε μεγάλη εντύπωση το ρητό «Άλλοις υπηρετών αναλίσκομαι» που είχε αναγράψει ο Άνθιμος Γαζής στην προμετωπίδα της πρώτης έκδοσης του μνημειώδους τρίτομου έργου τουΛεξικόν Ελληνικόν, Βενετία 1809.
Οι λεξικογραφικές του επιδόσεις είναι εντυπωσιακές. Το Λεξικόν Λατινοελληνικόν
αποτέλεσε επί πολλές δεκαετίες το βασικότερο βιβλίο αναφοράς για χιλιάδες μαθητές και φοιτητές. Το ενδιαφέρον του για τους νεολογισμούς αποτυπώνεται στη «Συναγωγή λέξεων αθησαυρίστων», όπου παραθέτει, όπως αναφέρει ο ίδιος, 7.506 νέες λέξεις που δεν υπήρχαν στον Θησαυρό του Ερρίκου Στεφάνου ούτε, με ελάχιστες εξαιρέσεις, σε άλλα λεξικά, όπως του Sophocles.
Ολοκληρωμένη εικόνα της ικανότητάς του να εντοπίζει, να καταγράφει και ευκαιριακά να σχολιάζει αθησαύριστες λέξεις, έχουμε στο αξεπέραστο έργο του Συναγωγή Nέων Λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών από της αλώσεως μέχρι των καθ’ ημάς χρόνων,[4] το οποίο περιλαμβάνει 60.000 λέξεις και χαρακτηρίστηκε δικαίως «Αγέρωχο ιστορικό μνημείο». Για την άρση της αμφισημίας επιβάλλεται να τονιστεί η πολιτιστική σημασία του έργου, αφού γλώσσα και πολιτισμός βρίσκονται σε στενή αλληλεξάρτηση. Πρόκειται για έργο μεγάλης εθνικής σημασίας. Κύριο μέλημα του Διαφωτισμού ήταν ο εμπλουτισμός της γλώσσας για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις νέες κοινωνικές, οικονομικές και πολιτιστικές συνθήκες με απώτερο στόχο την καλλιέργεια της παιδείας του λαού. Η νεολογία, ως βασικός μηχανισμός ανανέωσης της γλώσσας, εξυπηρετεί αποτελεσματικά αυτό το στόχο. Ο Κουμανούδης με τη συστηματική συλλογή των νεολογισμών ήθελε να αποδείξει ότι η ελληνική γλώσσα διαθέτει μεγάλη ανανεωτική δύναμη και ευλυγισία που την καθιστά ικανή να προσαρμόζεται στο πνεύμα της εποχής και τις προκλήσεις των καιρών.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Γενικός Γραμματέας της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας και Γενικός Γραμματέας της Ακαδημίας Αθηνών Βασίλειος Χ. Πετράκος, στον μεστό περιεχομένου Πρόλογό του στο Χρηστικό Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας της Ακαδημίας Αθηνών (Αθήνα 2014: Εθνικό Τυπογραφείο), επισημαίνει «τον εκπληκτικό πλούτο της Νεοελληνικής» και την «πραγματικά εντυπωσιακή ευελιξία και πλαστικότητά της» και τονίζει εμφατικά: «Το μέγα πλήθος των νεολογισμών και των νέων σημασιών που περιέχονται στο Χρηστικό Λεξικό είναι το αψευδές μαρτύριο αυτού του γεγονότος, που δείχνει τη δημιουργική δύναμη των Ελλήνων στη γλώσσα και διαψεύδει όσους θρηνούν για τη φθορά της. Συνεχίζεται έως σήμερα εκείνο που είχε διακηρύξει ο πρωτοπόρος Στέφανος Αθ. Κουμανούδης: ‘αυτό και θα ειπή γλώσσα ζωντανή, να έχη εις κάθε χρόνον τα δικά της’».
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Στέφανου Κουμανούδη ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ