Χάρτης 18 - ΙΟΥΝΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-18/klimakes/o-ti-mas-kapnisei-kai-pali
Ματιές στο σημασιολογικό πεδίο του καπνίσματος και ο μοιραίος διπλωμάτης και λεξικογράφος Jean Nicot ή Γιάννης Νικολάκης
————————————————
Σχόλια στα Σχόλια του Στέφανου Κουμανούδη (16)
—————————————————
Μέρος Β΄
Από το κάπνισμα στο άτμισμα
Όλα τα παλαιότερα λεξικά λημματογραφούν το κάπνισμα με εντελώς ρηχό τρόπο και απελπιστική συντομία.[1] Το λεξικό Μπαμπινιώτη, ακόμα και στην πρόσφατη 5η έκδοσή του (2019), περιέχει ξεπερασμένες πληροφορίες, όπως ότι το κάπνισμα απαγορεύεται στα νοσοκομεία:[2]
κάπνισμα (το) {καπνίσματος | χωρ. πληθ.] 1. η εισπνοή και η εκπνοή του καπνού από τσιγάρο, πίπα, πούρο ή άλλη επεξεργασμένη μορφή φύλλων καπνού: απαγορεύεται το ~ στα νοσοκομεία || το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία 2. το να βγαίνει καπνός από κάπου 3. η επεξεργασία αλατισμένου κρέατος ή ψαριού με την έκθεσή σου στον καπνό. [ΕΤΥΜ. < μτγν. αρχική σημ. «θυμίαμα», < αρχ. καπνίζω (βλ. λ.)]
Το Χρηστικό Λεξικό
παρακολουθεί και καταγράφει τις σύγχρονες εξελίξεις. Το σχετικό αναθεωρημένο λήμμα έχει την ακόλουθη μορφή:
κάπνισμα κά-πνι-σμα ουσ. (ουδ.) {καπνίσμ-ατος} 1. η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του καπνίζω: ~ πίπας/πούρου/τσιγάρου. Καθημερινό/περιστασιακό/συμβατικό ~ (βλ. άτμισμα). ~ και καρδιοπάθειες/καρκίνος (του λάρυγγα/πνεύμονα/φάρυγγα)/υγιεινή του στόματος. Η συνήθεια του ~ατος. Νέοι και πρόληψη του ~ατος. Βιβλίο αναφοράς/ιατρείο διακοπής ~ατος. Εκστρατεία/φάρμακα/χάπι κατά του ~ατος (βλ. τσιρότο). Παγκόσμια Ημέρα κατά του ~ατος (: 31η Μαΐου). Απαλλαγή/εξάρτηση από το ~. Το ~ βλάπτει τη γονιμότητα/το δέρμα/σοβαρά την υγεία. Απαγορεύεται το ~ σε δημόσιους χώρους. Αρχίζω/κόβω/σταματώ το ~ (: το τσιγάρο). Πβ. φούμα, φουμάρισμα. Βλ. νικοτίνη.|| (κατ' επέκτ., για ναρκωτικά:) ~ μαριχουάνας. 2. (σπανιότ.) εκπομπή καπναερίων: ~ της τσιμινιέρας. 3. ειδική επεξεργασία τροφίμων για να γίνουν καπνιστά· γενικότ. έκθεση σε καπνό: (ΤΕΧΝΟΛ. ΤΡΟΦ.) θερμό/υγρό/ψυχρό ~ κρεάτων/ψαριών. Αρωματικά ξύλα/(ηλεκτρικός) φούρνος ~ατος. Βλ. πάστωμα.|| (στη μελισσοκομία) ~ της κυψέλης/των μελισσών (: για να ζαλιστούν οι μέλισσες και να γίνουν ακίνδυνες για την επιθεώρησή τους ή για τη συγκομιδή του μελιού).
● ΣΥΜΠΛ.: ενεργητικό κάπνισμα: το κάπνισμα ως εκούσια δραστηριότητα., παθητικό κάπνισμα: έκθεση ενός μη καπνιστή στον καπνό τσιγάρων και ακούσια εισπνοή του. [< αγγλ. passive smoking, 1971], τριτογενές κάπνισμα: το αόρατο τοξικό μίγμα που προσκολλάται στα μαλλιά και τα ρούχα των καπνιστών, αλλά και των παρευρισκομένων, καθώς και στα αντικείμενα του χώρου καπνίσματος και το οποίο δεν απομακρύνεται με τον αερισμό. [< μτγν. κάπνισμα 'θυμιάτισμα', γαλλ. fumage]
Στο Χρηστικό Λεξικό
προβάλλονται με κατάλληλα παραδείγματα οι βλαπτικές επιπτώσεις του καπνίσματος, θα μπορούσαν όμως να τονιστούν εμφατικότερα, όχι απλώς οι αρνητικές, αλλά οι τραγικές συνέπειές του.[3] Ο καθηγητής Παναγιώτης Μπεχράκης, αποφαίνεται: «Το κάπνισμα είναι η μεγαλύτερη επιδημία όλων των εποχών».[4] Το πόσο επιπόλαια μπορούν να φερθούν ορισμένοι λεξικογράφοι, οι οποίοι μάλιστα απευθύνονται και στο μαθητικό και γενικότερα το νεανικό κοινό, φαίνεται από τα ατυχή επεξηγηματικά παραδείγματα που επιλέγουν. Στο Μείζον ελληνικό λεξικό
Τεγόπουλου-Φυτράκη, λήμμα καπνιστής, αντέγραψαν από το σχετικό λήμμα του λεξικού Δημητράκου τους στίχους του Κωστή Παλαμά·(ποίημα «Ανατολή», από τη συλλογή Οι καημοί της λιμνοθάλασσας):
και καπνιστής με τον καπνό να πλέκω/δαχτυλιδάκια γαλανά.
Το ποίημα αυτό αρχίζει με τους συγκλονιστικούς στίχους που αγάπησαν τόσες γενιές:
Γιαννιώτικα, σμυρνιώτικα, πολίτικα,
μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα,
λυπητερά,
πώς η ψυχή μου σέρνεται μαζί σας!
Eίναι χυμένη από τη μουσική σας
και πάει με τα δικά σας τα φτερά.
Εξίσου συγκλονιστική είναι η απαγγελία του ποιήματος από τον ίδιο τον εθνικό μας βάρδο.[5] Εδώ ο ποιητής με την εικόνα του αρειμάνιου καπνιστή εκφράζει με ανεπανάληπτο τρόπο τον καημό της ρωμιοσύνης. Αποκομμένος ο στίχος από το γλωσσικό του περιβάλλον, χάνει πλήρως τη γεμάτη πόνο και πικρία σημασιολογική του απόχρωση, ενώ δεν απεικονίζει την ουδέτερη έννοια του καπνιστή, όπως πρέπει να καταγράφεται σε ένα λεξικό.
Αυτά τα «γαλανά δαχτυλιδάκια», αξιοθαύμαστα ως πηγή έμπνευσης τόσων ποιητών για την περιγραφή του ψυχικού κόσμου του καπνιστή,[6] δεν παύουν να είναι καρκινογόνα.
Τα λεγόμενα «προϊόντα καπνού μειωμένου κινδύνου», όπως τα αθησαύριστα πιπάκια τσιγάρου/στριφτού, και ιδίως το ηλεκτρονικό και το θερμαινόμενο τσιγάρο, συγκαλύπτουν το πρόβλημα.
Το άτμισμα, η χρήση ηλεκτρονικού τσιγάρου (αγγλ. electronic cigarette, e-cigarette, νεολογισμός του 2003), υποτίθεται ότι είναι λιγότερο επιβλαβές από το συμβατικό κάπνισμα. Βλ. και τους νεολογισμούς ατμίζω, ατμιστής. Τα νέα προϊόντα καπνού μειωμένου κινδύνου δεν είναι καθόλου αθώα.[7]
Καπνιστήριο: Η ιστορία μιας αρχαίας λέξης που βρίσκει τρόπους να επιβιώνει
Μια από τις παλαιότερες μνείες της λέξης καπνιστήριον με τη σημασία «ατμόλουτρο» (πυριατήριον «αίθουσα εφίδρωσης», στον Ιπποκράτη) σώζεται σε επιγραφή του 1ου π.Χ. αι. από την πόλη-κράτος Πριήνη, στις ακτές της Μικράς Ασίας απέναντι από τη Σάμο. Στον Κωνσταντίνο Ζ΄ τον πορφυρογέννητο (10ος αι.) η λέξη σήμαινε «θυμιατήρι». Από τη σημασία αυτή η διεύρυνσή της σε «μικρόν μηχάνημα εκ λευκοσιδήρου, δι ού οι μελισσουργοί καπνίζουσι τας μελίσσας» (Δημητράκος) ήταν εύκολη. Το ανάλογο «μηχάνημα» που χρησιμοποιούσαν οι κυνηγοί για να καπνίσουν τα κρυπτόμενα ζώα έχει προ πολλού εκλείψει.
Ο Κουμανούδης παραθέτει δύο γαλλικές λέξεις (estaminet, fumoir) που αντιστοιχούν στο καπνιστήριον για το οποίο καταγράφει χρονολογία πρώτης εμφάνισης το 1889. To estaminet μεταφράζεται σήμερα «καφενεδάκι», ενώ ο Ηπίτης παραθέτει το ερμήνευμα: «Οινοπωλείον, καφενείον οινοποτών και καπνιζόντων (εν Γαλλία)». Για το fumoire «καπνιστήριον» καταγράφει δύο σημασίες: 1. «ταριχευτήριον κρεάτων και ιχθύων». 2. «δωμάτιον ιδιαίτερον των καπνιζόντων». Η σημασία «συσκευή για το κάπνισμα τροφίμων» ανάγεται στο 1821 και η «αίθουσα καπνιστών» στο 1859. Το αντίστοιχο αγγλικό smoking room, εμφανίζεται 170 χρόνια νωρίτερα, το 1689. To Petit Robert παραθέτει το παράδειγμα «Τα μπαρ και τα κλαμπ διαθέτουν πρόχειρα καπνιστήρια σχεδόν παράνομα (Le Figaro, 2010)» καταδικάζοντας εμμέσως πλην σαφώς τη μη συμμόρφωση στον αντικαπνιστικό νόμο.
Η ζωή των λέξεων, όπως και των ανθρώπων, παρουσιάζει συχνά απρόβλεπτες εξελίξεις. Σε Υγειονομικό Νόμο του Ελληνικού Κράτους διαβάζουμε: «Τα χρέη του καπνιστού είναι· να δέχεται τα υπό κάθαρσιν γράμματα και έγγραφα με την αναγκαίαν προφύλαξιν εις το καπνιστήριον· να τα ανοίγει και διατρυπά με μακρά εργαλεία, και να τα υποκαπνίζει, υπό ιδιαιτέραν ευθύνην».[8] Καπνιστής εδώ είναι ο επιφορτισμένος με τον υποκαπνισμό, τη διαδικασία απολύμανσης σε περιπτώσεις επιδημίας ή πανδημίας.
Σήμερα διαφαίνεται η τάση περιθωριοποίησης του «καπνιστηρίου» που αναφέρεται στους καπνιστές. Ως επιγραφή σε χώρους όπου επιτρέπεται το κάπνισμα είναι από πολύ σπάνια έως ανύπαρκτη. Αντικαθίσταται σταδιακά από τη λεξική σύναψη χώρος καπνιστών και σπανιότερα χώρος για καπνιστές, αγγλ. smoking area. Το μεταφραστικό ισοδύναμο περιοχή καπνιστών έχει ασήμαντη στατιστική συχνότητα. Η σημασιολογική διαφοροποίηση επήλθε μέσω του μορφολογικού μετασχηματισμού: στην καθαρεύουσα καπνιστήριον και για τις δύο σημασίες, στη δημοτική καπνιστήριο (ο χώρος) – καπνιστήρι (η συσκευή).
Ακόμα και το 1981 υπήρχε πρόβλεψη για καπνιστήρια με τη σφραγίδα του ελληνικού κράτους.[9] Η εποχή κατά την οποία τα καπνιστήρια και τα τασάκια ήταν κάτι το αυτονόητο έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί. Στο γνωστό καφεστιατόριο Le fumoir στο Παρίσι, με θέα το μουσείο του Λούβρου, δεν επιτρέπεται πλέον το κάπνισμα, ούτε καν το άτμισμα. Μόνο η επιγραφή θυμίζει τις παλιές καλές εποχές που οι άνθρωποι απολάμβαναν πανευτυχείς το κάπνισμα καθώς δεν είχαν συνειδητοποιήσει τις ολέθριες συνέπειές του για την υγεία.
Η έκφραση Καπνιστήριο(ν) Η Ωραία Ελλάς ή Η ωραία Βουλή, χρησιμοποιείται ειρωνικά για την τάση που υπάρχει να παραβιάζουν τον αντικαπνιστικό νόμο οι πολίτες, χωρίς να εξαιρούνται ούτε οι βουλευτές. Η ευρηματικότητα των Ελλήνων είναι απαράμιλλη. Υπάρχουν ακόμα και λυόμενα καπνιστήρια, πρόχειρες κατασκευές για τους θεριακλήδες του καπνού. Ορισμένοι επικρίνουν τα καπνιστήρια με διάφανους τοίχους, τα «γυάλινα κλουβιά των αεροδρομίων, μέσα στα οποία κλείνουν σαν κατάδικους τους καπνιστές».
Το καπνιστήρι του μελισσοκόμου είναι γνωστό από τα πανάρχαια χρόνια. Πήλινα καπνιστήρια της νεοανακτορικής περιόδου (1700-1450 π.Χ.) βρέθηκαν στο μινωικό παλάτι της Ζάκρου και εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Υπάρχουν και ηλεκτρικά καπνιστήρια.
Το καπνιστήρι του μάγειρα
αποτελεί νεότερη εφεύρεση. Στο εμπόριο κυκλοφορούν διάφορα είδη, γνωστά ως καπνιστήρια χειρός (smoke infuser) για έγχυση σε φαγητά καπνού που παράγεται από μικρά ξύλα με άρωμα μήλου, ροδάκινου, κέδρου κ. ά.
Αντικαπνιστική εκστρατεία
Πρώτο το Χρηστικό Λεξικό
λημματοποίησε το επίθετο αντικαπνιστικός. Στο Λεξικό Μπαμπινιώτη λημματογραφήθηκε μόλις στην 5η έκδ. (2019). Ενώ καταγράφεται σ’ αυτό ως έτος πρώτης εμφάνισης το 1890 (Κουμανούδης), στο ετυμολογικό μέρος δίνεται η πληροφορία ότι πρόκειται για μεταφραστικό δάνειo από το γαλλικό antitabac. Αν όμως ο συντάκτης του άρθρου είχε μπροστά του το Le Petit Robert θα έβλεπε ότι το επίθετο αυτό έχει τη χρονολογική ένδειξη «περ. 1960» και ενδεικτικό παράδειγμα Campagnes antitabac.[10] Πολύ αργότερα εμφανίζονται τα ιταλικά συνώνυμα antifumo 1985 και antitabacco, 1986. Σε ειδική μελέτη μου ερμηνεύω την αντίφαση αυτή με σύγχρονη επιχειρηματολογία.[11] Τη νομιμοποίηση διπλών ετυμολογήσεων[12] τεκμηριώνω με τη θεωρία της ετυμολογικής πολυγένεσης. Το επίθετο αντικαπνιστικός
επανήλθε στο προσκήνιο από τη δεκαετία του 1960 σε νέα γλωσσικά περιβάλλοντα. Από το άλλο μέρος, με δεδομένο το γεγονός ότι το επίθετο καπνιστικός
είναι γνωστό από τον 1ο π. Χ. αι., ήταν πολύ εύκολο να δημιουργηθεί το νεολογικό αντικαπνιστικός, ανεξάρτητα από ανάλογους σχηματισμούς σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Η «απαγόρευση του καπνίζειν»,[13] όπως φαίνεται από το παρατιθέμενο Βασιλικό Διάταγμα του 1856, δεν ταυτίζεται με την καπνοαπαγόρευση, λέξη που βρήκε πρώτη φορά τη θέση της στο Χρηστικό Λεξικό.[14]
Ο πρώτος αντικαπνιστικός νόμος
(1856) έχει την αθωότητα της άγνοιας καθώς αποσκοπούσε μόνο στην αποσόβηση του κινδύνου πυρκαγιάς σε δημόσια γραφεία και καταστήματα.
Οι σύγχρονοι αντικαπνιστικοί νόμοι παρουσιάζουν κενά και αδυναμίες.[15] Δυστυχώς, σπάνια εφαρμόζονται με συνέπεια. Οι πολίτες, καπνιστές και μη καπνιστές,[16] οφείλουν να αναλάβουν τις ευθύνες τους.[17]
Αντικαπνιστές έχουν καταγραφεί από το 1894 (αντικαπνισταί, Κουμανούδης). Σήμερα όμως είναι πλήρως συνειδητοποιημένοι, όπως και οι αντικαπνίστριες. Οι αντικαπνιστικές διαφημίσεις πολλαπλασιάζονται, ενώ ορισμένες είναι πολύ σκληρές. Το αντικάπνισμα εμφανίζει ασήμαντη στατιστική συχνότητα.
Ως μαθητής της πρώτης Γυμνασίου το 1960 ενοικίαζα ένα μικρό δωμάτιο στην Ιεράπετρα. Η σπιτονοικοκυρά μου, το ίδιο έκανε για τους υπόλοιπους νεαρούς ενοίκους, μας υποχρέωνε να μαθουμε απέξω και να έχουμε αναρτημένο πίσω από την πόρτα (για να το βλέπουμε κάθε φορά που φεύγαμε από το σπίτι) το ποίημα (του Σουρή): «Ο έτη τεσσαράκοντα μηδέποτε καπνίσας, το δε μη δαπανώμενον [εκδαπανώμενον] ποσόν κατ’ έτος εκτοκίσας, εκ τούτων οίκον αποκτά και άλλα δέκα έτη εις τον βίον του προσθέτει».[18] Το 1986 συνειδητοποίησα ακόμα μια φορά πόσο δίκιο είχε αυτή η απλή γυναίκα, καθώς τη χρονιά εκείνη ο συνομήλικός μου πρώην ηθοποιός και ακτιβιστής κατά του καπνίσματος Patrick Reynolds, εγγονός του R. J. Reynolds,
ιδρυτή της μεγάλης ομώνυμης αμερικανικής καπνοβιομηχανίας, σε υποεπιτροπή του Κογκρέσου για την υγεία και το περιβάλλον, προς μεγάλη απογοήτευση της οικογένειάς του, χαρακτήρισε τη νικοτίνη δολοφόνο. Στο ερώτημα που έθεσε στον εαυτό του «Δαγκώνω το χέρι που με ταΐζει;» απάντησε: «Αν το χέρι που με ταΐζει είναι η καπνοβιομηχανία μας, τότε το ίδιο χέρι έχει σκοτώσει εκατομμύρια ανθρώπους και θα σκοτώσει ακόμα περισσότερους».
Το κάπνισμα στη λογοτεχνία, τη ζωγραφική, τη μουσική, το θέατρο και τον κινηματογράφο είναι πολλαπλώς ενδιαφέρον θέμα. Η ωραιοποιημένη αισθητικά και αισθησιακά εκδοχή του καπνίσματος αποτελούσε εν μέρει προϊόν άγνοιας, κυρίως όμως μεγάλων οικονομικών συμφερόντων. Εμβληματικό είναι το βιβλίο Santé. 15 συγγραφείς και ένα μυθικό τσιγάρο, Αθήνα 1998: Ύψιλον. Εντυπωσιάζει το κείμενο του Δημήτρη Καλοκύρη.[19] Ο Γιάννης Πατίλης δίνει άλλη διάσταση στο κάπνισμα.[20] Η Αγγελική Πεχλιβάνη αποκαλύπτει ορισμένες σημασιολογικές πτυχές και τις ερωτικές συνυποδηλώσεις του καπνίσματος στην ποίηση του Μίμη Σουλιώτη.[21] Αφού υμνήσει τα βαθιοφύσηχτα τσιγάρα,/κυλινδρισμένα τυλιχτάρια του καπνού,
βρίσκει την ευκαιρία να κατακεραυνώσει την «αντικαπνιστική ορθοέπεια», όπως συμβαίνει και με άλλους λογοτέχνες.
———————————————
Φωτ. στα περιεχόμενα: Πορτραίτο του Henri Groulx με κόκορα (Παρίσι 1920)