Χάρτης 16 - ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-16/eikastika/xristina-spartalh-mia-prigkipissa-anamesa-se-pagwnia
Η Χριστίνα Σπάρταλη, αργότερα κόμισσα Εδουάρδου Ιωσήφ Καέν ντ’ Ανβέρς (Count Eduard Joseph Cahen d’ Anvers), ίσως είναι η λιγότερη γνωστή από τις ελληνίδες (βρετανοελληνίδες για την ακρίβεια) Χάριτες που το όνομά τους έχει συνδεθεί με το κίνημα των προραφαηλιτών ζωγράφων είτε σαν μοντέλα τους ή και σαν αυτοδύναμες καλλιτέχνιδες οι ίδιες. Αλλά η Χριστίνα Σπάρταλη είναι το μοντέλο του διασημότερου έργου του ζωγράφου Τζέιμς Γουίστλερ (James Whistler) «Η πριγκίπισσα της χώρας της πορσελάνης». ο πίνακας είναι πιο πολύ γνωστός με τον γαλλικό τίτλο «La Princesse du pays de la porcelain» και σήμερα βρίσκεται στο Μουσείο Σμιθσόνιαν, Γκαλερί Φρηρ (Smithsonian Museum, Freer Gallery) στην Ουάσιγκτον. Είναι το κεντρικό έργο τέχνης κρεμασμένο πάνω από το τζάκι στο «Δωμάτιο των παγωνιών» (Peacock Room).
Η Χριστίνα γεννήθηκε το 1845 ή το 1846 και ήταν η δεύτερη κόρη του Μιχάλη Σπάρταλη, Έλληνα εγκατεστημένου στην Αγγλία, μεγαλεμπόρου βαμβακιού και από το 1866 γενικού προξένου της Ελλάδας στο Λονδίνο, και της Ευφροσύνης Βαρσίνη. Η πρώτη της αδελφή είναι η Μαρία Σπάρταλη-Stillman, μια από τις διασημότερες ελληνίδες ζωγράφους και περιζήτητο μοντέλο των προραφαηλιτών. Άλλα της αδέλφια είναι ο Δημήτρης (1851-1894), ο Ευστάθιος (1854-1933) και η Ευφροσύνη alias Έφη (1880-1935). Γνωρίστηκε με τον ζωγράφο Γουίστλερ μέσω μια άλλης Ελληνίδας, κουνιάδας του Γουίστλερ, της Νέλλης Ιωνίδη-Γουίστλερ και στενής φιλενάδας της, που και αυτή ανήκει στον κύκλο των Χαρίτων. Η Χριστίνα συγκέντρωνε όλα τα προαπαιτούμενα για να είναι μοντέλο του Γουίστλερ: ομορφιά, πλούσια κόμη –στη δική της περίπτωση ήταν πυκνά μαύρα μαλλιά– και μακρύ λεπτό λαιμό, επιπλέον είχε και καλλιέργεια και μόρφωση, όπως εξάλλου και οι άλλες προραφαηλίτισσες Ελληνίδες, σπάνια για την εποχή της και μάλιστα σε γυναικείο πληθυσμό. Όταν άρχισε να τη ζωγραφίζει ο Γουίστλερ δεν ήταν τόσο διάσημος και γνωστός. Άρχισε να ποζάρει το 1864 και ο πίνακας τελείωσε το 1865, υποτίθεται ότι θα ήταν το πορτρέτο της και θα το αγόραζαν οι γονείς της. Εκείνη την εποχή ο Γουίστλερ βρισκόταν κάτω από την επιρροή της ιαπωνικής τέχνης, γι’ αυτό και την έντυσε με ένα κιμονό και στο χαλί βλέπουμε ιαπωνικά μοτίβα. είχε γοητευτεί από τις μπλε κινέζικες πορσελάνες ενώ είχε ανακαλύψει και τις πτυχώσεις των ενδυμάτων από τις Ταναγραίες.
Σε αυτόν τον πίνακα προσπάθησε να ενσωματώσει όλες τις παραπάνω επιρροές. Η Χριστίνα, όπως μαρτυρεί και η αδελφή της Μαρία, πόζαρε κάπου 70 φορές και πριν τελειώσει ο πίνακας αρρώστησε, ο Γουίστλερ χρησιμοποίησε άλλο μοντέλο, αλλά με την ανάρρωσή της ξανάρχισε να ποζάρει. Αν θέλουμε να πιστέψουμε ελληνικές πηγές, οι γονείς της έφερναν ελληνικές λιχουδιές για να κεράσουν τον ζωγράφο, αν θέλουμε να πιστέψουμε αγγλικές, η μητέρα του ζωγράφου Άννα έφερνε ντομάτες και άλλες λιχουδιές για να κεράσει τους επισκέπτες. Οι υπερπροστατευτικοί Έλληνες γονείς παραβρίσκονταν πάντα όταν η Χριστίνα πόζαρε στο ατελιέ του καλλιτέχνη για να ολοκληρωθεί το έργο. Όταν το έργο τελείωσε, η οικογένεια Σπάρταλη αρνήθηκε να αγοράσει τον πίνακα που είχε παραγγείλει, γιατί πού ακούστηκε μια ελληνοπούλα να είναι ντυμένη με κιμονό σαν Γιαπωνέζα. Η Χριστίνα τον ήθελε, αλλά δεν της έπεφτε λόγος. Ο Γουίστλερ τον παρουσίασε σε κάποιες εκθέσεις τα κατοπινά χρόνια με τον τίτλο «Portrait of Miss-», όλοι όμως ήξεραν ποια ήταν το μοντέλο. Στο τέλος τον πούλησε στον πλούσιο εφοπλιστή και μαικήνα Λέυλαντ (F.R. Leyland), που ήθελε να διακοσμήσει ένα δωμάτιο στο σπίτι του για να τοποθετήσει την συλλογή του από μπλε κινέζικες πορσελάνες. Ο Γουίστλερ για αυτό το δωμάτιο ζωγράφισε δυο επιπλέον πίνακες με παγώνια. Παρ’ όλο το φαντασμαγορικό, υπέρλαμπρο τελικό αποτέλεσμα, έγινε μεγάλος καυγάς για την αμοιβή του καλλιτέχνη, στον οποίο απαγορεύτηκε οριστικά να ξαναμπεί στο σπίτι του Λέυλαντ για να επιθεωρήσει ή να συμπληρώσει το έργο του. Σε ένα γράμμα του Γουίστλερ στην αγαπημένη του κουνιάδα Νέλλη Ιωνίδη-Γουίστλερ, από την Βενετία την άνοιξη του 1880, της έγραψε ότι παρακολούθησε μια λειτουργία στη βασιλική του Αγίου Μάρκου, αλλά ένιωσε ότι η εντύπωση που αφήνει το «Δωμάτιο με τα Παγώνια» είναι πιο όμορφη και μεγαλοπρεπής από την αίσθηση που αφήνει η διακόσμηση της εκκλησίας. Μετά τον θάνατο του Λέυλαντ το 1892 και την πώληση του σπιτιού και από διάφορες περιπέτειες όλο το δωμάτιο αποσυναρμολογήθηκε και μεταφέρθηκε στην Αμερική, στο Ντιτρόιτ. Ο μεγιστάνας Φρηρ (C.L. Freer), που το αγόρασε, άφησε όρο στη διαθήκη του να δοθεί μετά τον θάνατό του στο Μουσείο Σμισθόνιαν στην Ουάσιγκτον μαζί με άλλα έργα τέχνης που είχε στην κατοχή του. Στο Μουσείο αυτό εκτίθεται από το 1947.
Η Χριστίνα Σπάρταλη, πόζαρε και για τη διάσημη φωτογράφο Τζούλια Κάμερον (Julia Margaret Cameron, 1815-1879). Η Κάμερον ήταν γειτόνισσα της οικογένειας Σπάρταλη στην Isle of Wight, εκεί είχαν το εξοχικό τους σπίτι. Μόνο μια φωτογραφία της έχει σωθεί, ενώ η αδελφή της Μαρία ήταν από τα αγαπημένα μοντέλα της φωτογράφου και πολλές της φωτογραφίες έχουν σωθεί. Αν οι γονείς τους είχαν φέρει μεγάλη αντίρρηση στον γάμο της Μαρίας με τον αμερικάνο δημοσιογράφο Γουίλιαμ Στίλλμαν (William Stillman), η απόφαση της Χριστίνας να παντρευτεί τον τραπεζίτη Ντ’ Ανβέρς σήκωσε θύελλα, γιατί όχι μόνο δεν ήταν ελληνικής καταγωγής, αλλά και Εβραίος στο θρήσκευμα. Συνήθως οι γάμοι σε αυτή την κοινωνική ομάδα γίνονταν μεταξύ τους: Ιωνίδηδες πανδρευόντουσαν Ράλληδες, Ράλληδες Βλαστούς, Καβάφηδες Ιωνίδηδες, Μελάδες Βλαστούς κ.ο.κ., για να δημιουργούνται και δυνατοί εμπορικοί δεσμοί μέσω συγγενειών. Αλλά η Χριστίνα επέμενε σε αυτόν τον γάμο, κλέφτηκε το 1868 και πήγε και έζησε στο Παρίσι με τον άντρα της. Άλλη μια Ελληνίδα έκανε παρόμοια επανάσταση, η Μαρία Κασσαβέτη, η οποία παντρεύτηκε τον γιατρό Ζαμπάκο και έζησε στο Παρίσι, αλλά η Μαρία Κασσαβέτη τόλμησε να χωρίσει τον άντρα της και να επιστρέψει στην Αγγλία. Η Χριστίνα δεν τόλμησε το διαζύγιο και φαίνεται έζησε δυστυχισμένη κοντά στον κόμη τραπεζίτη της. Το 1871 γεννήθηκε ο γιος της Ρουντόλφο (Rudolfo), γεγονός που έφερε κάποια συμφιλίωση με την οικογένειά της. Η καλή της φίλη Αγλαΐα Κορωνιού έγραψε ωστόσο στον ποιητή και ζωγράφο Ντάντε Γκάμπριελ Ροσέτι (Dante Gabriel Rossetti) ότι η Χριστίνα σκέφτεται να χωρίσει αυτόν «τον απαίσιο Εβραίο» (that horrible little Jew) και ο Ροσέτι της απάντησε, «επιτέλους είναι καιρός».
Ο Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής, επιστρέφοντας στην Ελλάδα το 1868 από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου υπηρέτησε σαν πρώτος πρεσβευτής μας, επισκέφτηκε το σπίτι των Σπάρταλη στο Λονδίνο, μια και ο Μιχάλης ήταν πρόξενος της Ελλάδας, και συνέφαγε μαζί τους. Εκεί γνωρίστηκε με «ένα κ. Cahen d’Anvers» και το βράδυ όλοι μαζί πήγαν στην όπερα και από το θεωρείο των Σπάρταλη παρακολούθησαν «το μελόδραμα του Γουνώ, Ρωμαίος και Ιουλιέττα». Ο Ντ’ Ανβέρς σχολίαζε άλλους θεατές. Αργότερα στα Απομνημονεύματά του ο Ραγκαβής, σαν άλλος καλός κουτσομπόλης, σχολιάζει για τον Cahen d’ Anversότι «ενυμφεύθη την δευτερότοκον θυγατέρα του κ. Σπάρταλη, παρά την θέλησιν και προς δυσαρέσκειαν του πατρός, όστις όμως μέχρι τέλους εσυγχώρεσε και συνεβιβάσθη». Ο Ραγκαβής συμπληρώνει «Περί του κυρίου τούτου ήκουσα εν Παρισίοις διηγούμενον το ανέκδοτον ότι, Ιουδαίος ων, απλώς κ. Cahen (Κάιν) καλούμενος, προσέθηκεν έπειτα το d’Anvers εις το όνομά του, διότι ήτο εξ Αμβέρσης […] Το δε C. ότι ο κ. d’Anvers βαθμηδόν εξέτεινε και συνεπλήρωσεν εις Comte d’Anvers». Δεν έχει σημασία αν η Χριστίνα ήταν ή δεν ήταν κόμισσα, ευτυχισμένη δεν ήταν και για διαφόρους λόγους, υγείας ή από πλήξη, κατέφυγε στο ναρκωτικό χλωράλη που της το προμήθευε ο κουνιάδος της Στίλλμαν και πέθανε από υπερβολική δόση ή, όπως διαδόθηκε, για να αποφευχθεί το σκάνδαλο κατά την γέννηση ενός παιδιού της. Πάντως από το 1884 είναι ενταφιασμένη στον οικογενειακό τάφο, στο ορθόδοξο τμήμα του νεκροταφείου West Northwood στο Λονδίνο.
Ναι, δεν έχει μεγάλη σημασία αν ήταν ή δεν ήταν κόμισσα. Για πάντα είναι η πριγκίπισσα της χώρας της πορσελάνης και η ομορφιά της μας παρηγορεί και μας ατενίζει από την αίθουσα ενός μουσείου.