Χάρτης 17 - ΜΑΪΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-17/biblia/h-kalosynh-twn-skylwn
«Όσα σκυλιά γνωρίζω έχουν ωραία ψυχή. ΄Εχουν την ψυχή του χρόνου. Η ψυχή που νιώθει, που θέλει να νιώθει τον κόσμο».
Οι επτά σκύλοι πρωταγωνιστές στους πρωτοπρόσωπους στοχαστικούς μονολόγους του Βασίλη Παπαγεωργίου έχουν δύο βασικά κοινά χαρακτηριστικά: είναι όλοι τους αδέσποτοι και κυκλοφορούν στην ίδια πόλη, περιφέρονται στην ανατολική πλευρά της, στην πόλη της Θεσσαλονίκης, γενέτειρα του συγγραφέα. Επτά σκυλιά με τη φωνή του συγγραφέα «στοχάζονται», ονειρεύονται, ρεμβάζουν, ατενίζουν. Τα μεγαλόσωμα αυτά σκυλιά της πόλης δείχνουν να ενσωματώνονται απόλυτα στο αστικό τοπίο, όπου και τα παρακολουθεί ο συγγραφέας ως πλάνητας – παρατηρητής.
Τα αδέσποτα σκυλιά της πόλης γίνονται το ευρηματικό όχημα της ποιητικής μεταφοράς και αλληγορίας με το οποίο ο περιπλανώμενος κινείται αενάως στον αστικό ιστό, «φωτογραφίζοντας» την αστική ζωή, αναπολώντας, αναζητώντας και επαναπροσδιορίζοντας τελικά το ίδιο το νόημα της ύπαρξης της δικής του.
«Η σχέση με ένα σκύλο είναι μια σχέση αναπόλησης ενός χαμένου παραδείσου, που δεν γνωρίζει ποταπά συναισθήματα, όπως αυτά τη μοχθηρότητας, της κακίας, του φθόνου» είχε αποφανθεί κάποτε σοφά ο συγγραφέας Μίλαν Κούντερα. Η ενσυναίσθηση του σκύλου είναι ένα από τα πολυτιμότερα πράγματα με το οποίο τον έχει προικίσει η φύση. Η οξεία όσφρηση και ακοή συνδέονται με την ακονισμένη ιδιότητα να μπαίνει στη θέση του ανθρώπου και να συναισθάνεται, να συμπάσχει, να συμπονά. Είναι ένα στοιχείο που συνήθως αναζητούμε ανάμεσα στις ανθρώπινες σχέσεις, όπου όμως συχνά απουσιάζει, διότι στον μαγικό κόσμο των ανθρώπων, μόνον η απέραντη μειοψηφία φέρει αυτό το χάρισμα. Σ’ έναν σκύλο αναγνωρίζει κανείς ό,τι ματαίως γύρω του χρόνια τώρα αναζητούσε, τη μαγική δύναμη που φέρει μια πρωταρχική όσο και πρωτόγονη ανωτερότητα που ειπωμένη με απλά λόγια δεν είναι άλλη από την περίφημη καλοσύνη.
«Ίσως πρόκειται για προνόμιο των ελεύθερων σκυλιών να ερμηνεύουν τον κόσμο όπως αυτά θέλουν, να τον εναρμονίζουν όπως αυτά θέλουν [...] Τα ελεύθερα σκυλιά είναι εξασκημένα στην οξυδέρκεια.[…] Αυθεντικοί πλάνητες και ονειροπόλοι.[…] Είναι μια απλωμένη ανθρωπιά τα αδέσποτα, τα ελεύθερα της πόλης».
Τα αδέσποτα σκυλιά από τις ιστορίες που περιλαμβάνονται στο κομψό τομίδιο από τις εκδόσεις Σαιξπηρικόν, αφηγούνται με τα μάτια, βλέπουν με την καρδιά. Η ύπαρξή τους μας υπενθυμίζει το μεγαλείο που φέρει η ομορφιά της ελευθερίας, πέρα από τους συνήθεις καταναγκασμούς, την πειθαρχία, τα άγονα πρέπει. Τα σκυλιά είναι τα αιώνια παιδιά, χαρακτηρίζονται από τον ίδιο παρορμητισμό και την έλλειψη φόβου.
Μέσα από την λεπταίσθητη κι ευαίσθητη προσέγγιση του θέματός του ο Βασίλης Παπαγεωργίου είναι προφανές ότι συντάσσεται με την ευάλωτη πλευρά του κόσμου, την ασθενική πλευρά των πραγμάτων, τα σωστά και ακριβή νοήματα που περιγράφουν το κυρίαρχο συναίσθημα και την ακολουθία της ουσίας της σκέψης.
Η γνωριμία του συγγραφέα με κάθε αδέσποτο είναι μια φιλοσοφική στάση για εμβάθυνση πέρα από τον ανθρώπινο χρόνο. Είναι ο θαυμασμός και το δέος για μια καθαρή, ωραία και άδολη ψυχή που συγκινεί διότι όλο και πιο δύσκολα συναντάται ανάμεσα στους ανθρώπους, καθώς αλλοιώνονται από τις συνήθεις στρεβλώσεις, έτσι όπως καθώς μεγαλώνουν εγκαταλείπουν σταδιακά και για πάντα και τα τελευταία ψήγματα της αθωότητας της παιδικής ηλικίας. Η επιχείρηση κατάδυσης σε μια ωραία σκυλίσια ψυχή, που ζει πέρα από την αποκτήνωση του κόσμου, συντονίζει ταυτόχρονα την παρατήρηση πολύτιμων κρυμμένων ορυκτών που λάμπουν σαν μέσα σε ορυχεία, σφηνωμένα στα τοιχώματα μέσα σε ωραίες ανθρώπινες ψυχές, σε μια απέλπιδα προσπάθεια εξόρυξης, δηλαδή επαναφοράς τους από παλιές εποχές, καιρούς και ήθη.
Όμως αυτό που χαρακτηρίζει στο βάθος της αυτήν την αστική περιπλάνηση δεν είναι άλλο από την επιμονή και την ελπίδα για την προβολή και διάσωση της Ανθρώπινης Ομορφιάς, με το στοιχείο της Ανθρωπιάς που ίσως σταδιακά μοιάζει να χάνεται, αλλά όχι ακόμη.
Μέσω μιας ενδιαφέρουσας εσωτερικής αναζήτησης, με κυρίαρχη την υπαρξιακή ανησυχία, ο Βασίλης Παπαγεωργίου, δεδηλωμένος λάτρης της περιπλάνησης, ξεδιπλώνει την αγάπη του για τη φύση και τα ζώα, το δέος του για τα μυστήρια της ζωής και την προσπάθεια κατανόησής τους.
Η αρτιότητα των εκφραστικών αφηγηματικών μέσων που χρησιμοποιεί φανερώνει έναν τρόπο επιδραστικής χαράς που θα μπορούσε να αφορμάται από τον σπινοζικό Θεό που αποκαλύπτει τον εαυτό του στην σοφή αρμονία του κόσμου. Ένας αρμονικός κόσμος που θα προκύψει από τη συναρμογή θραυσμάτων πέρα από την σκληρότητα, στα χρώματα της πνευματικής χαράς και ευεξίας που σπάει την ρουτίνα στον αντιληπτικό χώρο και τον νοητό χρόνο. Σε αυτό το σημείο θα μπορούσε κάλλιστα να μοιραστεί το μότο της σπουδαίας Ιταλίδας ποιήτριας Alda Merini που είχε πει: «Δεν ξέρω αν αξίζει τον κόπο να μιλάμε για λογοτεχνία, πιστεύω ότι αξίζει τον κόπο να μιλάμε για ζωή».
Ο συγγραφέας παρατηρητής σε μια προσωπική αναμέτρηση με τις μνήμες και τις σκέψεις του πέρα από τον κόσμο και τον χρόνο, επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του σε μια προσπάθεια ανακωχής με την κοινωνία, σε μια συμφωνία που δεν θα τον αφήσει να απελπιστεί πέρα από την απελπισία, ακόμα και σε μια εποχή που έχει καταλάβει ο παραλογισμός, η υπερ-πεζότητα και ο κυνισμός της τεχνοκρατίας, το πρόσφατο αξιόλογο λογοτεχνικό πόνημα του Βασίλη Παπαγεωργίου, που ομολογεί περιπαικτικά τη μη «κυνικότητά του», μαρτυρεί την ύπαρξη ανθρώπων που αντιστέκονται σθεναρά στην απανθρωπιά, στην αποφορά των γεγονότων, στην πολιτισμική αποσύνθεση, στη λήθη και στην παρακμή.