Χάρτης 18 - ΙΟΥΝΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-18/pyxides/w-toy-oaýmatos-epitéloys
Eικοσιδύο χρόνια τώρα, κάθε καλοκαίρι, από την άνοιξη κιόλας μέχρι αργά το φθινόπωρο, κατοικοεδρεύουμε μετά μανίας, επιμονής και φανατισμού, με τις αλεξήλιες ομπρέλες μας και τα συμπαρομαρτούντα συμπράγκαλα, απλώνοντας παρατεταμμένα την αρίδα μας στα εκ Τύνιδος πεσκίρια του χαμάμ ή, για τη δική μου περίπτωση, νωχελικά αράζοντας το κατά τα λοιπά αρκούντως στιφ λόγω αγκυλωτικής σπονδυλίτιδας αγύμναστο δέμας μου στο προσωπικό μου αναδιπλούμενο καρεκλάκι, με τα χρειαζούμενα αναγνώσματα ανά χείρας και τα design πρεσβυωπικά γυαλιά ηλίου προσοφθαλμίως, με το κινητό σε επιφυλακή στην εσωτερική θήκη της τσάντας παρέα με το φενιστίλ για τα τσιμπήματα σφήκας που δεν έλλειψαν όβερ δε γίαρζ, με τον ήχο του φλοίσβου να μας θωπεύει τα ώτα ή τη σιγή της μπουνάτσας να μας ημιβυθίζει σε γλυκειά νάρκη, με το θρόισμα των πεύκων και των σκίνων να αναπέμπει υπαινικτικά το άρωμά τους που κατά περίπτωση σμίγει με το ινδοκάρυδο του Coppertone, με τις μετρημένες στα δάχτυλα φωνές των επίσης συνένοχα ξεβράκωτων γειτόνων, τραγουδιστές ιταλικές, ευθυτενείς τευτονικές, ή, δυστυχώς συχνότερα τελευταία, τραχύτερες βαλκάνιες να διατρανώνουν την ευαρέσκεια για την παραδεισιακής τάξεως επιτόπια εμπειρία, σε ελάχιστη δε απόσταση από τον πλειστοκαίνου καταγωγής εύθριπτο παραθαλάσσιο βράχο εν είδει τετραόροφου τερματικού μετώπου της εν λόγω παραλίας, κατοικοεδρεύουμε λέω, επί δύο και πλέον δεκαετίες, σε τούτη την ακτή του νησιού που προσφέρθηκε να μας φιλοξενεί με όρους, για κάποιον ανεξήγητο λόγο, απολύτως συμβατούς με τις απαιτήσεις μας, την εξής μία: να μην κατακλύζεται από τουριστικά στίφη, να μην διαθέτει μπητσμπάρ, ξαπλώστρες, χορταρένιες ομπρέλες και χύμα ντεσιμπέλ αλλά και να μην τριγυρνούνε αδέσποτοι μπάτσοι για να σε τσιμπήσουν ως αναίσχυντο φυσιολάτρη.
Και όμως. Πώς ήταν δυνατόν τόσα χρόνια, έρμαια, φευ, αναισθησίας, άγνοιας, ανοχής, ταραχής, να αιθεροβατούμε πτωχοί τω πνεύματι, πιστεύοντας πως ο τόπος, αυτός ο τόπος, είναι παράδεισος. Να μας διαφεύγει ―διερωτώμαι, μήπως εθελοτυφλώντας― η εξόφθαλμη, επαίσχυντη και εγκληματική τολμώ να ανακράξω, απουσία γκραφίτι πάνω στην, αναιδώς καθώς αποδεικνύεται, παρθένα όψη του θαλασσοδαρμένου βράχου. Πώς ήταν δυνατόν, χαζομακάριοι στην κοσμάρα μας, να μην έχουμε ψυλιαστεί καν τη θεμελιώδη έλλειψη αυτού του απαράκαμπτου και ακρογωνιαίας σημασίας στοιχείου για την αρμονία του σύγχρονου ελληνικού περιβάλλοντος αλλά και, ένοχα αδρανείς, να μην έχουμε σύσσωμοι συσστρατευτεί υπέρ της αποκατάστασης μιας ευγενούς αρμονίας, μιας ευπρεπούς ισορροπίας, μιας επικούρειας αταραξίας.
Ω του θαύματος ! Επιτέλους.
Ημέρα αποκάλυψης, επιφοίτησης, λύτρωσης. Πρώτη Δεκεμβρίου, αργά το φθινόπωρο, αρχές του χειμώνα. Περιπατητική αυτοψία στην ακτή που έχει υποστεί τις συνέπειες βιβλικής καταιγίδας, με μυριάδες γιαλόξυλα, κλαδιά ολόκληρα, πλαστικά, ελαστικά, πού ’χει ξεβράσει η μανιασμένη θάλασσα, με διάσπαρτα τα μπάζα που ’χουν κατεβάσει τα ρέματα, ακόμη και ολόκληρα κομμάτια τοίχων, τσιμεντόλιθα, σοβάδες, κεραμεικά πλακάκια, πλαστικά κουκλάκια, τσουβάλια τσουβαλένια, σανίδια ξυλένια, σιδερικά σιδερένια, με τα ίχνη των καλοκαιρινών πατημάτων στην άμμο να έχουν υποχωρήσει ή εξαφανιστεί υπό την μήνιν Αιόλου, Ποσειδώνος και Διός συνασπισμένων. Η ζώνη του γαλάζιου ουρανού στο βάθος κατάσπαρτη από ευπροσήγορα πλέον σύννεφα, ο παλιός διαμήκης βράχος της μεταπαγγαίας προϊστορίας διάσπαρτος από καταπράσινα πεύκα και απαστράπτοντα σκίνα μας προσκαλεί για μια τελευταία επίσκεψη πριν από την επανάκαμψη της άνοιξης. Σέρνουμε το βήμα στο λεπτό χαλίκι κι ο ήχος της βύθισης των ποδιών στην αμμουδιά συναντιέται στον αέρα με τον συριγμό της θάλασσας και το σποραδικό κρώξιμο κάποιου αλητεύοντος γλάρου καθώς πλησιάζουμε στο κενό διπόδων όντων καταφύγιο της ευδαίμονος θερινής μας ασυδοσίας. Οι μορφές πάνω στον βράχο παίρνουν καθαρότερο σχήμα, τα κοίλα και τα κυρτά εμφανίζουν την ιζηματογενή τους σύσταση, ρίζες ανυπότακτες διαγκωνίζονται χαοτικά μέσα στα γαιώδη φυσικά κονιάματα κι όλα αυτά μαζί κάστρο ολόκληρο που αναβλύζει από την ίδια την προαιώνια αμμουδιά. Στην άκρη, εκεί που ο αιγιαλός πάει να σμίξει με το σύνορο του χειμερίου κύματος, εκεί που ξεκινάει και η παράκτια βλάστηση, να 'τες που κάθονται μόνες τους, σφαιρικές σχεδόν, δυο μπάλες πέτρας, μικρή η μια, η άλλη μεγάλη αδερφή, θυγατέρες καθώς φαίνεται του γεννήτορα μεγάλου βράχου που τις επισκιάζει κι από όπου, σε μιαν άλλη θεομηνία, αποσπάστηκαν και κατρακύλισαν, δεν πάνε πολλά χρόνια, αλλά ήρθαν κι έδεσαν και δώσανε το μέτρο τους ανάμεσα στην άμμο, στον βράχο και στον θάμνο με τα κρίταμα που τρυγούμε κάθε Ιούνιο. Ή τουλάχιστον έτσι μας φαινόταν μέσα στην αφελή μας πλάνη. Ανίκανοι να εντοπίσουμε και να συναισθανθούμε τη δυσαρμονία ― δυστοπία θα το 'λεγαν κάποιοι πια στη γλώσσα των ημερών μας. Και, εν πάση περιπτώσει, την ανορθογραφία.
Που ευτυχώς, ω του θαύματος, βρέθηκε (εκ του αποτελέσματος εικάζουμε ή μάλλον βεβαιώνουμε) ο άγιος άνθρωπος εκείνος, διότι ούτε ζώον (καθώς γνωρίζουμε τέτοια ικανότητα δεν θα είχε), ούτε άγγελος (καθώς γνωρίζουμε άγγελοι και ξωτικά δεν υπάρχουν), θα μπορούσε να είναι ο δράστης, ο άγιος άνθρωπος λέω, που επιτέλους επενέβη αποφασιστικά, καίρια και δραστικά για να αποκαταστήσει με μια χειρουργική χειρονομία την Τάξη το έλλειμα της οποίας, δυστυχώς η Φύση από μόνη της χωρίς συνέργεια με τον Πολιτισμό, δεν θα είχε μπορέσει να αναπληρώσει.
Είναι αυτονόητο πως το ευεργέτημα του οποίου εμείς, και μάλιστα εντελώς ανέξοδα, είμαστε αποδέκτες, που πλείστα άλλα σημεία της χώρας μας (και άλλων ανεπτυγμένων χωρών βεβαίως, δυστυχώς πάντως μερικές παραμένουν ανεξέλικτες) είχαν ήδη την τύχη να απολαμβάνουν (παραδείγματα των οποίων περιττεύει να αναφέρουμε εκτός ίσως από ένα πρόσφατο όπου εθεάθησαν ―αλίμονο όχι αρκούντως εκτεταμένα― γκραφίτι πάνω στα φυλλώματα δέντρων και θάμνων σε κεντρικό πάρκο της Αθήνας), το ευεργέτημα, λέω, του οποίου επωφελούμαστε χάρη στο στοχευμένο ενέργημα του εμπνευσμένου αυτού άνθρωπου (κατά πάσα πιθανότητα νεαρού, συμπεραίνω) που έτυχε να διαθέτει το κατάλληλο σπρέυ καθώς περνούσε κοντά στην ακτή, ο οποίος εξάλλου ίσως πήρε επί τούτου το λεωφορείο ή ίσως και να έκανε ωτο-στοπ προκειμένου να φτάσει στον προορισμό του, μπορεί και με το μηχανάκι ενός φίλου του, και μάλιστα θαρραλέα χωρίς κράνος, γιατί όχι και να περπάτησε με αυταπάρνηση μόνος επί ένα διήμερο ή και τριήμερο, κανείς δεν ξέρει, και να κοιμήθηκε νηστικός και ταλαιπωρημένος ανάμεσα στα σκίνα, Νοέμβρη μήνα με το κρύο, προκειμένου να επιτελέσει το έργο του, το ευεργέτημα ξαναλέω, συνίσταται στο γεγονός πως επιτέλους, για εμάς τους ανυποψίαστους, κούνια που μας κούναγε, με τη δική του ευγενή πράξη, έρχεται επιτέλους για πρώτη φορά στον συγκεκριμένο τόπο το περιβάλλον στα γράδα του, στα σωστά του γράδα. Πλησιάζει στο όπτιμουμ, αγγίζει το τέλειο. Το αποτύπωμα του ψεκασμού πάνω στη μάζα του ογκόλιθου είναι γεγονός.
Ας επιτρέψει ωστόσο η ενθουσιώδης και παρορμητική μας ικανοποίηση να παρεισρεύσει και ένα ίχνος ελπίδας για βελτιστοποίηση. Ας ευχηθούμε ο αφανής και ανιδιοτελής μας ήρωας να βρεί μιμητές να συνεχίσουν το έργο του ή, ακόμη και ο ίδιος να τύχει να διαβάσει τούτη εδώ την ευγνώμονα αναγνώριση της προσφοράς του και να καταδεχτεί την ταπεινή μας παραίνεση να επεκτείνει, έστω ανώνυμα αφού έτσι δείχνει να προτιμάει, τη δημιουργική του παρέμβαση, και πάλι για δικό μας όφελος, στο σύνολο του βράχου που, όπως μόλις εκείνος με διακριτικότητα μας βοήθησε να αντιληφθούμε, προσφέρει πλήθος αναιδείς επιφάνειες προς συμμόρφωση και καθυπόταξη στους κανόνες μιας ανθρώπινα και πολιτισμένα εκσυγχρονισμένης Φύσης.
Αν, καθώς καταλαβαίνουμε, το σημαντικότερο όφελος υπήρξε όντως η ως άνω αποκατάσταση της οπτικής, αισθητικής, περιβαλλοντικής ισορροπίας, δεν θα ήταν άτοπο να συνειδητοποιήσουμε και ένα παράπλευρο αλλά καθόλου ευκαταφρόνητο ωφέλημα που ίσως δεν ήταν πρώτη προτεραιότητα της πρόθεσης του ευεργέτη μας. Όλοι ξέρουμε εγκυκλοπαιδικά (και όσοι δεν ξέρουν να ψάξουν να μάθουν) σε ποια θεμελιακή σκέψη και φιλοσοφία ανάγει το σύμβολο ένος «Άλφα» μέσα σε ένα κύκλο που επέλεξε να μας προσφέρει διδακτικά ο σοφός ήρωας της εν λόγω πρωτοβουλίας. «Είναι καιρός ίσως», δείχνει χαλαρά να μας υποδεικνύει, «να αντλήσετε κι εσείς ολίγη από τη δική μου σοφία». Και γι αυτήν επίσης την γενναιοδωρία του τον ευχαριστούμε.