Χάρτης 13 - ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2020
https://dev.hartismag.gr/hartis-13/dokimio/o-mpentzamin-platwn-kai-h-paraxenh-istoria-toy
«Η αλήθεια ήταν πως ο Τζέι Γκάτσμπι, ο κύριος από το Ουέστ Εγκ του Λονγκ Άιλαντ, ξεπήδησε μέσα από την πλατωνική αντίληψη που είχε ο ίδιος για τον εαυτό του. Ήταν Υιός του Θεού —μια φράση που, αν σημαίνει κάτι, σημαίνει ακριβώς αυτό— κι έπρεπε να κάνει τη δουλειά του Πατέρα Του, να υπηρετήσει μιαν αχανή, χυδαία και φανταχτερή ομορφιά. Έτσι, επινόησε έναν Τζέι Γκάσμπι ολόιδιο μ’ αυτόν που θα μπορούσε να επινοήσει ένας δεκαεφτάχρονος, κι έμεινε ώς το τέλος πιστός σ’ αυτή την επίνοιά του.»
Με αυτά τα αινιγματικά λόγια περιγράφει (σε δική μου απόπειρα μετάφρασης) τη γέννηση, ή μάλλον την αυτοεπινόηση, του Τζέι Γκάτσμπι ο Φ. Σκοτ Φιτστζέραλντ στο 6ο κεφάλαιο του γνωστότερου μυθιστορήματός του, του Μεγάλου Γκάτσμπι. Το αλλοτινό άσημο αγροτόπαιδο με το όνομα Τζέιμς Γκατζ μεταμορφώνεται σε Τζέι Γκάτσμπι μέσα από μια παρωδία πλατωνικής οντολογίας. Ο ίδιος επινοεί την πλατωνική Ιδέα που θα δώσει υπόσταση σε έναν εξωφρενικά επιδεικτικό νεόπλουτο, ένα σύγχρονο —και βαθιά τραγικό— απείκασμα του πετρωνιανού Τριμαλχίωνα (άλλωστε, ο τίτλος που αρχικά επιθυμούσε να δώσει στο μυθιστόρημά του ο Σκοτ ήταν Ο Τριμαλχίων στο Ουέστ Εγκ).
Το ενδιαφέρον του Σκοτ για το πλατωνικό έργο τεκμηριώνεται από επιστολή του της 21ης Φεβρουαρίου 1940. Εκεί, ο Σκοτ αναφέρεται σε βιβλία που του ταχυδρόμησε ο Robert Bennett (του βιβλιοπωλείου Holmes Book Co.), μεταξύ αυτών και μια έκδοση του Πλάτωνα.[1] Η επιστολή βέβαια είναι πολύ μεταγενέστερη του Μεγάλου Γκάτσμπι, έργου που εκδόθηκε το 1925, αλλά η έφεση του Σκοτ για τη μελέτη της ελληνικής αρχαιότητας (αν και όχι κατ’ ανάγκη του πλατωνικού έργου) χρονολογείται ήδη στο 1913, όταν ήταν πρωτοετής φοιτητής στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον. Όπως δείχνει το σχετικό δελτίο του πανεπιστημιακού μητρώου, η Αρχαία Ιστορία (Ancient History) ήταν το μόνο μάθημα στο οποίο ο Σκοτ κατόρθωσε να πάρει βαθμό Α. Ως γνωστόν, ο Σκοτ ήταν κατά τα άλλα πολύ κακός φοιτητής, οι βαθμοί του στο πανεπιστήμιο πήγαιναν από το κακό στο χειρότερο, και τελικά εγκατέλειψε τις σπουδές του.
Πάντως, η γνωριμία του Σκοτ με το πλατωνικό έργο θα πρέπει να ήταν αρκετά βαθύτερη και ουσιαστικότερη από ό,τι θα περίμενε κανείς από έναν τόσο αμελή φοιτητή. Φαίνεται μάλιστα ότι ένας σχετικά άγνωστος πλατωνικός μύθος αποτέλεσε το πρωτογενές υλικό για το γνωστότερο διήγημα του Σκοτ, την «Παράξενη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» (“The Curious Case of Benjamin Button”). Το διήγημα πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Collier’s (27 Μαΐου 1922) και έκτοτε γνώρισε αναρίθμητες επανεκδόσεις, ενώ το 2008 διασκευάστηκε σε κινηματογραφική ταινία από τον Ντέιβιντ Φίντσερ.
Χάρη κυρίως στην ταινία του Φίντσερ, οι γενικές γραμμές της πλοκής του διηγήματος είναι, λίγο πολύ, γνωστές. Ο νεογέννητος Μπέντζαμιν Μπάτον έχει τα χαρακτηριστικά ενός ογδοντάχρονου άνδρα, έτσι που οι γονείς του αναγκάζονται να του βάψουν μαύρα τα μαλλιά και να τον ντύσουν με παιδικά ρούχα, αν και εκείνος παραμένει πεισματικά ρυτιδωμένος και καμπουριασμένος, με τα γεροντικά του μάτια «θολά, υγρά και κουρασμένα». Ωστόσο, στην πορεία διαφαίνεται ότι ο νεογέννητος Μαθουσάλας, με το πέρασμα των χρόνων, γίνεται όλο και νεότερος: από τη γεροντική ηλικία μεταβαίνει στη μέση, κατόπιν στη νεανική και έπειτα στη βρεφική — ώσπου στο τέλος «όλα σκοτείνιασαν, και η άσπρη του κούνια και τα θαμπά πρόσωπα που κινούνταν γύρω του, και η ζεστή γλυκιά ευωδιά που ανάδινε το γάλα, σβήστηκαν πια εντελώς από το μυαλό του.»
Όπως υπαινίχθηκα πιο πάνω, το πρωτογενές υλικό για την «Παράξενη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» φαίνεται να προήλθε από έναν σχετικά άγνωστο μύθο, που τον συναντούμε σε έναν επίσης σχετικά άγνωστο πλατωνικό διάλογο με τον τίτλο Πολιτικός (δεν πρέπει να συγχέεται με την πολύ γνωστότερη Πολιτεία). Στον διάλογο αυτό, ένας μυστηριώδης συνομιλητής του πλατωνικού Σωκράτη, ο οποίος μας συστήνεται απλώς ως Ξένος, ισχυρίζεται ότι υπάρχουν περίοδοι στην ιστορία του σύμπαντος, κατά τις οποίες ο θεός περιστρέφει τον κόσμο — σαν μπάλα, θα λέγαμε, κρεμασμένη από ένα αόρατο σχοινί. Κατά τις περιόδους αυτές, συμβαίνουν πολλὰ καὶ θαυμαστὰ καὶ καινά, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και μια παράδοξη αντιστροφή της διαδικασίας της γήρανσης ( Πολιτικός 270 d-e ):
ΞΕΝΟΣ. [. . .] καὶ ἐπαύσατο πᾶν ὅσον ἦν θνητὸν ἐπὶ τὸ γεραίτερον ἰδεῖν πορευόμενον, μεταβάλλον δὲ πάλιν ἐπὶ τοὐναντίον οἷον νεώτερον καὶ ἁπαλώτερον ἐφύετο· καὶ τῶν μὲν πρεσβυτέρων αἱ λευκαὶ τρίχες ἐμελαίνοντο, τῶν δ’ αὖ γενειώντων αἱ παρειαὶ λεαινόμεναι πάλιν ἐπὶ τὴν παρελθοῦσαν ὥραν ἕκαστον καθίστασαν, τῶν δὲ ἡβώντων τὰ σώματα λεαινόμενα καὶ σμικρότερα καθ’ ἡμέραν καὶ νύκτα ἑκάστην γιγνόμενα πάλιν εἰς τὴν τοῦ νεογενοῦς παιδὸς φύσιν ἀπῄει, κατά τε τὴν ψυχὴν καὶ κατὰ τὸ σῶμα ἀφομοιούμενα· τὸ δ’ ἐντεῦθεν ἤδη μαραινόμενα κομιδῇ τὸ πάμπαν ἐξηφανίζετο.
«Καθετί θνητό έπαψε πια να πορεύεται προς τη γεροντική ηλικία· αντίθετα, ακολουθούσε την αντίστροφη πορεία και έμοιαζε να ξαναγίνεται νεότερο και απαλότερο. Των γερόντων οι άσπρες τρίχες έπαιρναν να μαυρίζουν, ενώ όσοι είχαν γένια έβλεπαν τα μάγουλά τους να γίνονται λεία και να τους επαναφέρουν έτσι πάλι στη χαμένη νιότη τους. Όσο για τα σώματα των νέων, αυτά άρχισαν να γίνονται, μέρα με τη μέρα και νύχτα με τη νύχτα, όλο και πιο λεία και πιο μικρά, ώσπου έφταναν να εξομοιωθούν στην ψυχή και στο σώμα με νεογέννητα μωρά· κι από κει και πέρα πια συρρικνώνονταν και εξαφανίζονταν πέρα για πέρα.»
Σε αυτόν τον παράξενο πλατωνικό μύθο ίσως να υποκρύπτονται παραμυθικές διηγήσεις σαν κι αυτή που βρίσκουμε στο παραδοξογραφικό έργο Θαυμάσια του Θεοπόμπου, ενός συγγραφέα ελαφρώς νεότερου από τον Πλάτωνα. Σύμφωνα με τον Θεόπομπο, στις εσχατιές μιας φανταστικής αχανούς «ηπείρου», η οποία βρίσκεται ἔξω τούτου τοῦ κόσμου, υπάρχει ένας τόπος που ονομάζεται Ἄνοστος, «Ο Τόπος Δίχως Γυρισμό». Στον τόπο αυτόν κυλούν οι ποταμοί της Ηδονής και της Λύπης, και πλάι τους φυτρώνουν δέντρα μεγάλα σαν πλατάνια. Όποιος τρώει από τους καρπούς του δέντρου που αρδεύεται από τον ποταμό της Ηδονής
γίνεται κατὰ βραχὺ νεώτερος καὶ τὰς φθανούσας ἡλικίας καὶ τὰς ἤδη διελθούσας ἀναλαμβάνει ὀπίσω. τὸ μὲν γὰρ γῆρας ἀπορρίψας ἐπὶ τὴν ἀκμὴν ὑποστρέφει, εἶτα ἐπὶ τὴν τῶν μειρακίων ἡλικίαν ἀναχωρεῖ, εἶτα παῖς γίνεται, εἶτα βρέφος, καὶ ἐπὶ τούτοις ἐξαναλώθη
«γίνεται σιγά σιγά όλο και πιο νέος και ξανακερδίζει, σταδιακά, τις περασμένες ηλικίες του μία προς μία. Ξεφορτώνεται δηλαδή τα γηρατειά και επιστρέφει στην ηλικία της ακμής του· στη συνέχεια, ξαναγίνεται παλικαράκι, κατόπιν παιδί, κατόπιν βρέφος, και στο τέλος πια εξαφανίζεται.»
( ΘΕΟΠΟΜΠΟΣ, FGrHist 115 F 75c = ΑΙΛΙΑΝΟΣ, Ποικίλη Ἱστορία 3.18 )
Φαίνεται μάλλον απίθανο να γνώριζε ο Σκοτ Φιτστζέραλντ τη μαρτυρία του Θεοπόμπου, ενός συγγραφέα που δεν είναι γνωστός παρά μόνο στους ειδικούς. Είναι όμως πιθανό να είχε διαβάσει τον πλατωνικό μύθο του Πολιτικού και να άντλησε από αυτόν τη βασική ιδέα του «Μπέντζαμιν Μπάτον». Αν η υπόθεση αυτή έχει κάποια βάση, τότε προφανώς η πλατωνική επίδραση στο έργο του Φιτστζέραλντ εκτείνεται σε μεγαλύτερο βάθος από ό,τι αφήνει να διαφανεί η περιστασιακή αναφορά του στην «πλατωνική αντίληψη» που είχε ο Γκάτσμπι για τον εαυτό του. Πιθανώς λοιπόν το υπερήλικο βρέφος Μπέντζαμιν Μπάτον είναι, στην πραγματικότητα, πολύ πιο αρχαίο από τα ογδόντα του χρόνια: διότι, καθώς φαίνεται, η ληξιαρχική πράξη της γέννησής του θα πρέπει να τοποθετηθεί γύρω στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ., τότε που ο Πλάτων έγραφε τον Πολιτικό του.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΟΥ Βάιου Λιαπή ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.