Χάρτης 11 - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-11/eikastika/dynamiko-ekoesiako-xekinhma-nea-afhghma
Το ετήσιο εκθεσιακό αφήγημα και η φαινομενολογία του: Η εκθεσιακή σεζόν στα εικαστικά ξεκινά τον Οκτώβριο και κρατά ως τον Μάιο. Μετά έρχεται η καλοκαιρινή που διατηρεί κάποια αυτονομία και ιδιαιτερότητα. Αυτό το χρονικό διάστημα έχει τα πάνω και τα κάτω του, τις δυνατές και τις χαμηλόφωνες στιγμές του, είναι μια περιπέτεια διαφορετική κάθε φορά για τον φιλότεχνο, ανάλογα με τους καλλιτέχνες που εκθέτουν, ανάλογα με τον μήνα και με τι είδους έργα αλλά ανάλογα, επίσης, με τον δυναμισμό των αιθουσών στο να δημιουργούν ένα γενικό κλίμα εντυπώσεων, δημοσίων σχέσεων, πωλήσεων κ.ο.κ.
Χωρίς αμφιβολία, οι πρώτες αυτές εκθέσεις του φθινοπώρου προοιωνίζονται το «αφήγημα» που θα δούμε κάθε φορά. Είναι κάπως σαν οιωνός και σαν πρώτες απαντήσεις στα βασικά ερωτήματα: Πολλές ή λιγότερες εκθέσεις; Καθιερωμένων ή νεότερων καλλιτεχνών; Ατομικές ή ομαδικές; Με ποιές αισθητικές και τεχνοτροπικές τάσεις;
Εμμέσως πλην σαφώς παίρνουμε κι άλλες πληροφορίες.
Αν έχουμε μεγάλα ονόματα ζωγράφων με νέα δουλειά, μάλλον η εικαστική αγορά έχει ανακάμψει και διεξάγεται αγώνας για την προώθησή τους στις γνωστές υψηλές τιμές που είχαν φτάσει παλαιότερα και τώρα δυσκολεύονται να διατηρήσουν.
Αν έχουμε νεότερα ή άγνωστα ονόματα, ασφαλώς θα έχουν χαμηλές τιμές και γίνεται προσπάθεια να διευκολυνθούν οι αγορές και η προσέλκυση νεότερων συλλεκτών, σε περιβάλλον κρίσης.
Νεότερες τάσεις αισθητικές και τεχνοτροπικές; Σπάνιο είδος πλέον, ούτε τις αποζητά πια κανείς, ούτε μοιάζει να προσφέρονται από καλλιτέχνες. Εδώ και καιρό ζούμε σε μια εποχή Μετά-τον-μοντερνισμό· όλα έχουν γίνει, και από την εισήγηση νέων καλλιτεχνικών γλωσσών περάσαμε στο «συντακτικό», την αναμορφωμένη σύνθεσή τους, στη θεμιτή παραλλαγή. Μανιερισμός, ναι· και γιατί όχι;
Έχουμε κι ένα άλλο θεσμικό θέμα, καινούριο αυτό, που θα αποτελέσει το κεντρικό ερώτημα που θα θέσουμε στον «Χάρτη» τον επόμενο μήνα: Ο ρόλος των μουσείων και ο αριθμός τους, που αυξήθηκε κατακόρυφα και ανεξήγητα, αφού χορηγοί δεν υπάρχουν λόγω κρίσης και αφού το κράτος χρήμα για επιχορηγήσεις δεν έχει.
Ας το πούμε προκαταβολικά από τώρα: Το Μουσείο Γουλανδρή που εγκαινιάστηκε πρόσφατα, δημιουργεί νέα στάνταρ κριτηρίων και ωθεί σε ανακατατάξεις. Στις αίθουσες ωστόσο, η φαινομενολογία όσων είδαμε αυτόν τον Οκτώβρη δεν περιείχε κάποια καινοτομία, παρόλο που περιλάμβανε καλές δουλειές, σοβαρές προσπάθειες και αρκετές νέες ιδέες. Κυρίως δείχνει μια επιδεικτική όρεξη, μια αποφασιστική δήλωση ότι η τέχνη στην Ελλάδα υπάρχει, διεκδικεί την πιστοποίηση, την εξέλιξή της, την ιστορία της.
Οι παλιότεροι στο παρόν: Παλιός δεν είναι ο Σταύρος Ιωάννου· έφυγε νωρίς από τη ζωή, αφού κέρδισε αμέσως εκτίμηση ως ηγετική μορφή τού δυναμικού εξπρεσιονισμού, με δυναμικές πινελιές και γραμμές που έχτιζαν μια νέα –για την δεκαετία του 1980– γλώσσα της αφαιρετικής τέχνης. Άγνωστα έργα, ελαιογραφίες και σχέδια, κυρίως τοπία, είδαμε στην γκαλερί «Ευριπίδης», σε μια προσεγμένη και τεκτημιωμένη έκθεση που ξανάφερε στο προσκήνιο έναν σπουδαίο μάστορα.
Η έκθεση του Σπύρου Παπαλουκά στο Μορφωτικό Ίδρυμα της Εθνικής Τράπεζας, μουσειακών διαστάσεων και προδιαγραφών, αν και με τα μικρά «έργα τού συρταριού», που δεν εντυπωσιάζουν παρά τους οφθαλμογνώστες ειδικούς. Λειτουργικά αναρτημένα σε βιτρίνες και σε τοίχους, και με την σοφή και εγκάρδια γνώση του ζωγράφου Μάρκου Καμπάνη, που επιμελήθηκε την έκθεση, είδαμε την εσωτερική σκέψη και τη φιλοσοφία του Παπαλουκά στα προσχέδια μεγάλων έργων, στην αναλογία και λειτουργία σχεδίου-χρώματος που είναι η κυρίως προβληματική του σπουδαίου αυτού καλλιτέχνη.
Για την έκθεση του Δημήτρη Αληθεινού, ιστορικής πλέον μορφής των πρωτοπόρων από την δεκαετία του 1970, υιοθετούμε τα λόγια της Κατερίνας Κοσκινά: «Έργα από τις κατακρύψεις, με έργα τέχνης που ‘θάβονται’ στο χώμα και συσχετίζονται με τη σπορά και τη γονιμότητα».
Του Αλέξη Ακριθάκη η έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη δείχνει μια ενότητα από τα γνωστά «τσίκι-τσίκι», τις ζωγραφιές δηλ. σαν τα σχέδια αμηχανίας του χεριού όταν μιλάμε ή κάνουμε κάτι άλλο, ένα είδος που ο Ακριθάκης υπηρέτησε με ταλέντο και με σημαντικά έργα. Γνησιότερη μορφή σουρεαλισμού είναι αυτή η ζωγραφική «αυτόματη γραφή», είδος αγαπημένο στους παλιούς σουρεαλιστές του Παρισιού, αρκετά συνηθισμένο στη ζωγραφική των ψυχιατρείων επίσης, αλλά και κοντά στην αντίστοιχη θρησκευτικού/εκστασιακού τύπου γραφή του Ν.Γ. Πεντζίκη.
Η Ελένη Σιδηροπούλου ανήκει ηλικιακά σ’ αυτήν την ομάδα, αλλά είναι από εκείνες τις πολύ σεμνές και χαμηλόφωνες παρουσίες που εντέλει αδικούν το έργο της. Ζωγραφική, κατασκευές και γλυπτά, αφαιρετικά και από διάφορα υλικά, σε συνθέσεις γεωμετρικής αφαίρεσης είδαμε στην γκαλερί «Αστρολάβος». Ευανάγνωστα και μεταδοτικά έργα, παρά την στοχαστική αισθητική τους, είχα τη χαρά να τα μελετήσω και να προλογίσω τον κατάλογο αυτής της έκθεσης, της πρώτης που κάνει η Σιδηροπούλου μετά απο καιρό.
Στον «Αστρολάβο» είδαμε επίσης την έκθεση της Αριάδνης Βιτάσταλη, μια εύγλωττη σύντηξη εξπρεσιονιστικής γραφής και εικόνων από τα ΜΜΕ, και διαβάσαμε στο κείμενο του Γ. Μπόλη ότι «στις συνθέσεις της η ευαισθησία και η σκληρότητα, το χιούμορ συμβιώνουν ως εμμονές και δημιουργική αφετηρία».
Στερεότυπες, διάσημες, εικόνες από την ιστορία της τέχνης έχει ως πρώτη ύλη και ο Χρήστος Αντωναρόπουλος («Εικαστικός Κύκλος») τις αναπλάθει με χρώμα και ειδικούς φωτισμούς, έτσι ώστε αποκτούν ένα νέα συμφραζόμενα. Καλοφτιαγμένα έργα, μεταμοντέρνα αισθητική, από έναν καθιερωμένο της νεότερης φουρνιάς που αξίζει να συμπεριλαμβάνεται στις πρώτες γραμμές στη γενιά του.
Εκεί όμως που αυτή η μετα-μοντέρνα αισθητική γίνεται κανόνας, είναι η ιδιότυπη «λόγια γελοιογραφία» του Δημήτρη Χαντζόπουλου, που, εκτός από την εφημερίδα Καθημερινή, τώρα – σε κομβικό σημείο της εικαστικής σεζόν – έγινε κεντρικό έκθεμα στη «Ζουμπουλάκη». Καινοτόμος ο καλλιτέχνης αυτός, και όχι μόνο επειδή χρησιμοποιεί ως βάση αναφοράς στερεότυπες εικόνες από τη ζωγραφική και τον κινηματογράφο, αλλά και διότι το σκεπτικό που αναπτύσσεται και υπονοείται σε κάθε εικόνα του είναι άκρως στοχαστικό, κάθε άλλο παρά για να γελά κανείς, σε μια συνηθισμένη βιαστική ανάγνωση εφημερίδας. Σε μια παγερή, μεταφυσική, κατάσταση ωθείται ο θεατής της «γελοιογραφίας», αφού μέσα από την κλιμάκωση της αποκωδικοποίησης, η εικόνα αποκαλύπτεται ως μια συντριπτική βεβαιότητα που ήταν κρυμμένη και ταυτόχρονα προφανής.
Στον ορίζοντα της αθωότητας κινούνται ιδεολογικά οι επόμενες δύο εκθέσεις:
Της Μαρίας Φιλιππακοπούλου (γκαλερί «Κουρντ»). Πολύ ιδιαίτερες οι εικόνες που αναδύονται από τα έργα της, σαν «αφελείς» μεταπλάσεις σκηνών από το δρόμο και τη γειτονιά που η ζωγράφος αναδεικνύει σε ιδεοκρατικά στερεότυπα, σαν ονειρικές/σουρεαλιστικές μνήμες, ήρεμες και πέραν του επίκαιρου.
Η έκθεση της Κυριακής Χαραλαμπίδου στην γκαλερί «Αργώ», εχει το ίδιο κλίμα της κοριτσίστικης αναζήτησης ταυτότητας μέσα από σύμβολα, το καταξιωμένο, ιδιαίτερο στυλ, που είχε και στις τελευταίες εκθέσεις της: μια παιδίσκη περιπλανάται στο δάσος και στους αγρούς, με αφοπλιστική αθωότητα στην όψη και τη σωματική στάση, κρατώντας έναν μίτο, ή κάποια κλειδιά, ενώ οι σκοτεινιές κρύβουν συμβολικά ενδεχόμενες απειλές.
Η ομαδική έκθεση με θέμα «Το Χαμόγελο της Τζοκόντα – Πέντε αιώνες καλλιτεχνικής ιδιοποίησης» (στο Ιταλικό Ινστιτούτο) ήταν μια ωραία εκθεσιακή ιδέα αφού όντως πρόκειται για το σούπερ στερεότυπο θέμα στην Τέχνη, ιδίως στην λαϊκή. Όμως, παρά τη συμμετοχή πολλών καλών και έμπειρων ζωγράφων (Ειρ. Κανά, Ειρ. Βαζούκου, Ν. Πουλαντζά, Ν. Κρυωνίδη κ.ά.) το τελικό αποτέλεσμα παρέμεινε αμφίρροπο και άνισο αισθητικά. Αξίζει πάντως την επίσκεψη του φιλότεχνου.