Χάρτης 11 - ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-11/pyxides/h-ellada-swzei-enan-filellhna
Οι Ελεγείες της Μπιερβίλ, του Κάρλες Ρίμπα, κατά την ομόφωνη σχεδόν άποψη της κριτικής, αποτελούν το σημαντικότερο ποιητικό έργο της καταλανικής λογοτεχνίας του εικοστού αιώνα και ένα από τα σημαντικότερα της ευρωπαϊκής. Μεταφρασμένο στα καστιλιάνικα (ισπανικά), τα γερμανικά, τα αγγλικά και τα ιταλικά, στα μέσα του περασμένου αιώνα, ξεκίνησε να το μεταφράζει και στη γλώσσα μας η Ιουλία Ιατρίδη, μεταφράστρια πολλών κλασικών της ισπανικής λογοτεχνίας, παλαιοτέρων αλλά και σύγχρονων, φίλη και αλληλογράφος του Carles Riba (Κάρλες Ρίμπα). Την παλαιά αυτή μετάφραση της εμβληματικής δεύτερης ελεγείας δημοσίευσε ο Άγις Θέρος σε μια ανθολογία του. Πολύ σύντομα θα κυκλοφορεί και η πλήρης μετάφρασή τους στα ελληνικά από τους υπογράφοντες το κείμενο, από τις εκδόσεις Ροές.
Ο Κάρλες Ρίμπα δεν είναι εν γένει γνωστός στη χώρα μας, αν και θα έπρεπε, καθώς είναι ο πρώτος μεταφραστής ποιημάτων του καβαφικού κανόνα –66 ποιημάτων συγκεκριμένα– σε επίσημη γλώσσα της Ισπανίας, την καταλανική. Ας δούμε λοιπόν ποιος είναι ο Κάρλες Ρίμπα, τι είναι οι Ελεγείες της Μπιερβίλ και ποια είναι η σχέση έργου και δημιουργού με την Ελλάδα.
Ο ποιητής
Ο Carles Riba (1893-1959) γεννήθηκε και πέθανε στη Βαρκελώνη. Κλασικός φιλόλογος κατά βάση, με σπουδές στη Γερμανία, εργάσθηκε στην έδρα των αρχαίων ελληνικών στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, ως λεξικογράφος στο Γενικό Λεξικό της Καταλανικής, ως λογοτεχνικός κριτικός, και ως μεταφραστής. Παράλληλα, διακρίθηκε ως ποιητής ήδη από το πρώτο του έργο, με τον τίτλο Estances (Στροφές, 1919) και δεν έπαψε ποτέ να γράφει ποίηση. Υπήρξε ξαιρετικός μεταφραστής στα καταλανικά από νεκρές και ζωντανές γλώσσες: αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά, λατινικά, εβραϊκά, αρχαία και νέα ελληνικά. Ως μεταφραστής «σύστησε» στους ομόγλωσσούς τους μεγάλες μορφές από τον δυτικό κανόνα: Κάφκα, Χαίλντεριν, Πόε, Ρίλκε κ.ά., πάντα συγγραφείς που θαύμαζε και αγαπούσε. Σε ό,τι αφορά τα αρχαία ελληνικά, είναι γνωστός από τις μεταφράσεις έργων του Αισχύλου, του Σοφοκλή, του Ευριπίδη, του Πλουτάρχου, του Ξενοφώντα και, κυρίως, από την εμβληματική μετάφρασή του της ομηρικής Οδύσσειας, σε μια ποιητικότατη αλλά και πολύ πιστή απόδοση, άθλο που θα επαναλάμβανε αργότερα μεταφράζοντας Καβάφη.
Σημαίνων και προβεβλημένος καταλανιστής —σε πολιτιστικά θέματα κυρίως, αλλά όχι αποκλειστικά— συντάχθηκε ανοιχτά με τη Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία και, μετά την ήττα της στον Ισπανικό Εμφύλιο, αναγκάσθηκε να αυτοεξοριστεί στην Γαλλία τα πρώτα και αμείλικτα χρόνια (1939-1943) του συγκεντρωτικού, μονολιθικού κράτους της φρανκικής δικτατορίας της «Μίας και Μεγάλης Ισπανίας», το οποίο δεν εννοούσε να αφήσει χώρο στο «άλλο», το καταλανικό εν προκειμένω.
Το 1927 ο Κάρλες Ρίμπα, με τη σύζυγό του Κλεμεντίνα Αρδερίου, επίσης ποιήτρια, είχε πραγματοποιήσει ένα όνειρο ζωής: δυο μήνες ταξίδι στην Ελλάδα. Χάρη στην αλληλογραφία του, γνωρίζουμε πως το ζεύγος επισκέφθηκε πολλά μέρη: Αθήνα, Ελευσίνα, Σούνιο, Δελφούς, Μυκήνες, Ναύπλιο, Σπάρτη, Πύργο, Ολυμπία, Σαντορίνη, Ιθάκη κλπ. Νέος ακόμη, και αθεράπευτα αρχαιόπληκτος, δεν ενδιαφέρθηκε καθόλου για τη σύγχρονη Ελλάδα και τον πολιτισμό της· ακόμη και το τοπίο το έβλεπε κάπως ως θεατρικό σκηνικό για τα όσα είχε διαβάσει και θαυμάσει στους Έλληνες κλασικούς. Τους κατοίκους της χώρας, στη μία και μοναδική φορά που τους μνημονεύει στην αλληλογραφία του, τους περιγράφει ως «ελληνάκους, εξαθλιωμένους, να τρέχουν από δω κι από κει, αδαείς, γελοία εθνικιστές».
Οι Ελεγείες της Μπιερβίλ
Έχει ο καιρός γυρίσματα. Εξόριστος στη Γαλλία, με διαψευσμένες ελπίδες και κλονισμένες βεβαιότητες, βρέθηκε κοντά στα όρια της απόγνωσης. Άνθρωπος αγνός και ίσως κάπως μονοκόμματος, είχε μέχρι τότε την τύχη να κινείται στο ανοιχτό και λαμπερό πνευματικό κλίμα των κύκλων της καταλανικής διανόησης, σε καθεστώς αστικών ελευθεριών. Τώρα ήταν μακριά από αυτόν τον «κόσμο του», ο οποίος επιβίωνε λαθρόβιος στο ημίφως, ασφυκτιώντας στην παρανομία, καθότι το καθεστώς είχε απαγορεύσει αρχικά ακόμη και τη δημόσια χρήση της καταλανικής. Κάποιοι ομοϊδεάτες και φίλοι τον είχαν διαψεύσει και είχαν γίνει μέχρι και υψηλά ιστάμενοι του φρανκικού καθεστώτος. Η Καθολική Εκκλησία είχε συνταχθεί ανοιχτά με το καθεστώς. Συντηρητικός καθολικός λόγω ανατροφής, αν και ποτέ ακραίος εξ ιδιοσυγκρασίας, ο ποιητής μάλλον δεν είχε βιώσει μέχρι τότε επαρκώς την εσωτερική αναζήτηση. Ένιωθε πως ακόμα και ο Θεός τον είχε λησμονήσει. Σανίδα σωτηρίας του στάθηκαν η μεγάλη του αγάπη: η κλασική παιδεία που λάτρευε και γνώριζε εις βάθος, συνυφαινόμενη με αναμνήσεις από εκείνο το ταξίδι του στην Ελλάδα. Λειτούργησαν από κοινού ως «φώτιση», βοηθώντας τον να βγει από τη «σκοτεινή νύχτα της ψυχής».
Η Αρχαία Ελλάδα στην Καταλωνία της νιότης του είχε ιδιαίτερη βαρύτητα και ήταν… του συρμού! Η παλιγγενεσία του καταλανικού πολιτισμού τον δέκατο ένατο αιώνα, μέσα από το ρομαντικό κίνημα της «Renaixença» [Αναγέννηση] αρχικά, και το σχετικά μοντερνιστικό «Noucentisme» στο γύρισμα του αιώνα, αναζητούσε την καταλανική ταυτότητα και τον καταγωγικό μύθο της Καταλωνίας στη φωτεινή και επιτρεπτική Μεσόγειο, μακριά από το σκοτεινό, συντηρητικό βησιγοτθικό Τολέδο της Καστίλλης. Σε αυτό συνέβαλλε και η εντυπωσιακή ανακάλυψη/ανασκαφή, στις αρχές του εικοστού αιώνα, της ακμάζουσας ελληνικής αποικίας του Εμπορίου, που είχαν ιδρύσει Φωκαείς από τη Μασσαλία, τον 6ο π.Χ, αιώνα, στη σημερινή πόλη Εμπούριες, στις ακτές της Β. Καταλωνίας. Τα διαβάσματα, οι μεταφράσεις και η ενασχόληση μιας ζωής με την Αρχαία Ελλάδα έφερναν τον εξόριστο ποιητή, νοερά και ιδανικά, στην απαγορευμένη γι’ αυτόν πατρίδα. Στο βασανιστικό αυτό εσωτερικό ταξίδι αυτογνωσίας, η αγαπητική του γνώση για τον αρχαιοελληνικό κόσμο σε όλες του τις εκδηλώσεις (ιστορία, φιλοσοφία, καλές τέχνες, λογοτεχνία) συνταιριάστηκε, αρμονικά όσο και γοητευτικά απροσδόκητα, με παλαιά βιώματα από το νεανικό ταξίδι του σε τόπους ελληνικούς, με την αγαπημένη του Κλεμεντίνα. Έτσι προέκυψαν οι Ελεγείες της Μπιερβίλ στα χρόνια της εξορίας, συνδυάζοντας το λυρισμό κάποιων ολοζώντανων εικόνων του ταξιδιού στην Ελλάδα, μεταμορφωμένων δημιουργικά από τη φαντασία που χαρίζει η απόσταση στο χώρο και το χρόνο, με το βαθύ στοχασμό και τα πυκνά νοήματα. Ως παράπλευρο αποτέλεσμα –πολύ εντυπωσιακό για όποιον διαβάσει προσεχτικά τις Ελεγείες– οι ιδέες του συγγραφέα άλλαξαν σταδιακά όσο και ριζικά: o άκαμπτος και ψυχρός καθολικισμός της επίσημης εκκλησίας άρχισε να μεταμορφώνεται σε έναν χριστιανισμό πιο εσωτερικό και πιο βαθύ – ακόμη και υπαρξιστικό. Με μια πίστη πιο απλή και «λαϊκή», πιο απτή, πιο συγκινητική, μέχρι και αφελή, πολύ πιο κοντά στα ανθρώπινα. Μπολιασμένο εμφανέστατα με πολλά στοιχεία ορφισμού. Ο έρωτας, σαρκικός και πνευματικός, άρχισε να λαμβάνει για τον ποιητή άλλες διαστάσεις. Και ο θάνατος επίσης. Ο λόγιος του σπουδαστηρίου και των κύκλων διανοουμένων έδινε σιγά-σιγά τη θέση του στο συνειδητοποιημένο και πιο ενεργό δημοκρατικό πολίτη, κατά τα αθηναϊκά ιδεώδη. Μέχρι, επιτέλους, να μπορέσει να γράψει ο συγγραφέας στον ακροτελεύτιο στίχο της ενδέκατης ελεγείας: «άνθρωπος εν μέσω των ανθρώπων εγώ, θεός ενάντια της θεούς ο Θεός μου!». Ο Ρίμπα είχε γίνει, εκ των πραγμάτων, πιο ταπεινός, αναζητώντας πλέον δύναμη εσωτερικά και σε μια προσωπική σχέση με το θείο. Βέβαια, όλα τα ακραιφνώς ελληνικά στοιχεία, ορφικά ή μη, τα οποία χαρακτηρίζουν αυτές της ελεγείες, εμπνευσμένες –ακόμη και από τεχνική άποψη– από της αρχαίες ελληνικές και λατινικές, μπολιάζονται με τη γερμανική ποίηση του Ρίλκε (Ελεγείες του Ντουίνο) και του Χαίλντερλιν – η άλλη μεγάλη αγάπη του ποιητή ήταν οι Γερμανοί ρομαντικοί! Έτσι, οι ελεγείες του Καταλανού ποιητή κερδίζουν μια τιμητική θέση στη λογοτεχνία της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας.
Η Ελλάδα, αρχαία και νέα, είχε «σώσει» τον άνθρωπο και είχε αναδείξει τον ποιητή. Έναν φιλέλληνα του εικοστού αιώνα πλέον.
Ο συγγραφέας επέστρεψε το 1943 στη Βαρκελώνη πιο έτοιμος να αγωνιστεί για της ελευθερίες που είχε καταλύσει το τυραννικό καθεστώς. Τον περίμενε η –παράνομη– έκδοση των Ελεγειών από της φίλους, τις οποίες τους έστελνε από την εξορία. Γλυκός καρπός της αναγνώρισης της οδύνης και της αγάπης που αποπνέουν, του τολμηρού συνδυασμού περίτεχνης ομορφιάς και λεπταίσθητου στοχασμού που τις χαρακτηρίζουν, της παραμυθητικής διεξόδου που προσφέρουν. Μετά από κάποιες εκδόσεις του έργου στην Λ. Αμερική, οι Ελεγείες της Μπιερβίλ εκδόθηκαν νόμιμα στη Βαρκελώνη το 1951 και προκάλεσαν αμέσως μεγάλη αίσθηση. Ήταν ένα από τα πρωιμότερα μείζονα έργα της ισπανικής λογοτεχνίας με ανεξίτηλη τη σφραγίδα που χάραξε στις συνειδήσεις η ήττα της Δημοκρατίας από τον Φασισμό του Φράνκο.
ΕΛΕΓΕΙΑ ΙΙ
Σούνιο! Θα σε αναπολώ σε τόπους μακρινούς με μια
κραυγή χαράς,
εσένα και τον ήλιο τον πιστό σου, βασιλιά της θάλασσας
και του ανέμου:
ένεκα της θύμησής σου, που με κρατάει όρθιο, ευτυχισμένο
από την έξαρση της άρμης,
με το μάρμαρό σου το απόλυτο, ευγενής και παλαιός
και εγώ ωσάν κι αυτό.
Ακρωτηριασμένε ναέ, που κοιτάς αφ’ υψηλού τους άλλους
κίονες,
που στου βάραθρού σου τα βάθη, κάτω απ’ το γέλιο των
κυμάτων,
αιώνια κοιμούνται! Εσύ ξαγρυπνάς, λευκός εκεί στα ύψη,
για το ναύτη, που χάρη σε σένα βλέπει πως είναι η πορεία
του σωστή·
για τον μεθυσμένο απ’ το όνομά σου, που μέσα από τον
γυμνό χερσότοπο
έρχεται να σε βρει, μέσα στη βεβαιότητά του ακραίος
όμοια με της θεούς·
για τον εξόριστο, που μέσα από σκοτεινά σύδεντρα διακρίνει
αναπάντεχα εσένα, χειροπιαστό, χιμαιρικό! Και γνωρίζει
χάρη στη δύναμή σου τη δύναμη εκείνη που απ’ τα χτυπήματα
της μοίρας τον γλιτώνει,
πλούσιος χάρη σε όσα έχει δώσει, και τόσο αγνός μες στα
χαλάσματά του.
[Μετάφραση από τα καταλανικά Ε.Α. και Ν.Π.]
Το δώρο θέλει αντίδωρο
Η τύχη το θέλησε να γνωριστούν ο ελληνιστής Κάρλες Ρίμπα με την Ελληνίδα ισπανίστρια Ιουλία Ιατρίδη, στα μέσα της δεκαετίας του ’50. Η Ιουλία Ιατρίδη άρχισε να τον συμβουλεύεται για τις μεταφράσεις της από τα ισπανικά. Εξ αποστάσεως, δι’ αλληλογραφίας. Ο Κάρλες Ρίμπα, κάποια στιγμή, της ζητά να του προτείνει σημαντικούς νεοέλληνες συγγραφείς για να διαβάσει και, γιατί όχι, με τη βοήθειά της, να μεταφράσει.[1]
Ο «μεταμορφωμένος» Ρίμπα ενδιαφερόταν πλέον για τη νεότερη Ελλάδα που είχε καταφρονήσει στα νιάτα του. Η Ιατρίδη του πρότεινε Καβάφη, Καζαντζάκη, Σεφέρη και δημοτική ποίηση. Ο Κάρλες Ρίμπα ενθουσιάζεται αμέσως με τον Καβάφη, τον μεγάλο «Άλλο» γι’ αυτόν, ρίχνεται στη μετάφραση και, αργότερα, γράφει σε επιστολή του, της 24/2/1958 στην Ιατρίδη: «με ενδιαφέρει η περίπτωση.
Όχι μόνον οι στίχοι, αλλά και ο δημιουργός, στη ζωή του και στο περιβάλλον απ’ το οποίο άνθησε η σπάνια, ηρωική του αδιαλλαξία». Το 1959 ξαναπηγαίνει στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, για πρώτη φορά μετά την επάνοδό του στην Καταλωνία. Είχε ρίξει μαύρη πέτρα το 1939. Πάει διστακτικά για να διαβάσει μερικά ποιήματα του Καβάφη και να δει την απήχησή τους. Οι φοιτητές στην ασφυκτικά γεμάτη αίθουσα ενθουσιάστηκαν, η δημόσια ανάγνωση της καβαφικής ποίησης βιώθηκε απροκάλυπτα σα μια ανάσα ζωής και ελευθερίας –σχεδόν μια πράξη αντίστασης– μέσα στην τυραννία. Ο ενθουσιασμός του Κάρλες Ρίμπα ήταν ανάλογος: η ποίηση είχε κάνει το θαύμα της.
Το 1962, τρία χρόνια μετά το θάνατο του ποιητή, έχουμε την πρώτη έκδοση σε επίσημη γλώσσα της Ισπανίας, τα καταλανικά, 66 κανονικών ποιημάτων του Αλεξανδρινού[2] στις εκδόσεις Teide, με πρόλογο του διάσημου λογοτεχνικoύ κριτικού Joan Triadú. Ο Κάρλες Ρίμπα είχε ανοίξει το δρόμο για την πρόσληψη της καβαφικής ποίησης σε μια χώρα όπου μέχρι σήμερα το ενδιαφέρον για τον Καβάφη δεν παύει να αυξάνεται, ενώ οι μεταφράσεις του σε όλες τις επίσημες γλώσσες της χώρας (καστιλιάνικα, καταλανικά, βασκικά, γαλικιανά), καθώς και η φιλολογική έρευνα για τον Καβάφη, πολλαπλασιάζονται γοργά.
Ο Καταλανός ποιητής είχε ξεπληρώσει το χρέος του στην Ελλάδα.
Έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον το γεγονός ότι η πρόσληψη του Καβάφη στην Καταλονία (αλλά και στην Ισπανία εν γένει) έχει ανεξίτηλα σημαδευτεί από ένα υπόρρητα πολιτικό, με την ευρεία έννοια, στοιχείο σε ό,τι αφορά το ιστορικό υπόβαθρό της, την τολμηρή, για τότε, θεματολογία της και τις ερμηνείες της. Ξεκινώντας από τον ενθουσιασμό του Κάρλες Ρίμπα αλλά και από την πρώτη αυτή δημόσια ανάγνωση των μεταφρασμένων ποιημάτων, την οποία αναφέραμε. Έπαιξε ρόλο και η ιστορική συγκυρία, ο φρανκισμός. Μάλιστα, μια πολύ ελεύθερη διασκευή της μετάφρασης της Ιθάκης από τον Ρίμπα μελοποιήθηκε, το 1975, με τον τίτλο Ταξίδι στην Ιθάκη, από τον διάσημο τραγουδοποιό Lluis Llach, και έγινε πλατιά γνωστό και δημοφιλές ως αντιστασιακό τραγούδι-ύμνος της «ισπανικής μεταπολίτευσης», ως μια αλληγορία του ταξιδιού προς την ελευθερία, τη δημοκρατία και ό,τι άλλο βάνει ο νους του καταπιεσμένου που εξεγείρεται.
[ Προδημοσίευση από την έκδοση στα ελληνικά των Ελεγειών της Μπιερβίλ του Κάρλες Ρίμπα, σε μετάφραση Εουζέμπι Αγιένσα και Νίκου Πρατσίνη, από τις εκδόσεις Ροές 2019. Το βιβλίο θα παρουσιάσουν ο καθηγητής του ΑΠΘ Κωνσταντίνος Παλαιολόγος και οι μεταφραστές του έργου στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, στις 4/12/2019, στις 19.30 ]