Χάρτης 12 - ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-12/xwros/sas-aresei-o-xoros-lindy
Περπατώντας κάθε μέρα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης το μάτι μου πέφτει στις αφίσες που καταλαμβάνουν όλο και περισσότερα σημεία, όπως προσόψεις εγκαταλειμμένων κτηρίων και βιτρίνες κλειστών καταστημάτων. Σε μια αφίσα διαβάζω ότι παραδίδονται δωρεάν μαθήματα χορού και πιο αναλυτικά αναφέρονται οι χοροί tango, salsa και lindy. Αυτό το τελευταίο προκάλεσε την περιέργειά μου γιατί, από όσο θυμάμαι, ο χορός lindy είναι πολύ παλιός, μάλλον ένα ακόμη φαινόμενο του Μεσοπολέμου. Ο Marshall Stearns μάλιστα είχε γράψει ότι το lindy είναι «η χορογραφία της μουσικής swing». Και τώρα επανέρχεται μαζί με το υπόλοιπο κλίμα του Μεσοπολέμου που ζούμε. Είναι αυτός ο λόγος ή κατά κάποιο τρόπο έγινε μόδα; Γιατί και το swing επανήλθε και κυκλοφορεί στα μπαράκια, στο ρεπερτόριο νεανικών σχημάτων αλλά, μερικές φορές, και στον δρόμο, από χορευτικές ομάδες.
Ας ικανοποιήσουμε τουλάχιστον την περιέργειά μας: τι εστί lindy. Ανοίγουμε λοιπόν το λεξικό με τον τίτλο The Guinness Jazz A-Z και υπότιτλο Jazz Terms, Jazz People, Jazz Events, Jazz Places, Jazz Nicknames. Υπεύθυνοι δύο γνωστοί βρετανοί συγγραφείς και παραγωγοί ραδιοφωνικών εκπομπών, ο Peter Clayton και ο Peter Gammond. Πρώτη έκδοση το 1986 στη σειρά Guinness Books. Γράφουν τα εξής:
«Το lindy ή lindy hop είναι ένας χορός των μαύρων Αμερικανών που διαμορφώθηκε κατά τη διάρκεια της Jazz age, δηλαδή τη δεκαετία του ’20. Αργότερα έγινε γνωστός ως jitterbug ή jive και το 1948, για ένα μικρό διάστημα, δημιουργήθηκε κάποια σύγχυση γιατί συνέδεσαν τον χορό με το bebop. Πάντως το σημαντικό είναι ότι το lindy ήταν ένας χορός ανοιχτός στους αυτοσχεδιασμούς, στους νέους βηματισμούς, στις νέες κινήσεις που επινοούσαν οι χορευτές και οι χορεύτριες. Κι αυτά συνέβαιναν στους διαγωνισμούς στις μεγάλες πίστες. Οι δύο συγγραφείς υποστηρίζουν ότι το lindy είναι ακόμα πιο παλιό και ότι πρωτοπαρουσιάστηκε το 1913 από την Ethel Williams και τον Johnny Peters στις παραστάσεις «Darktown Follies». Με την έρευνα έφτασαν βαθύτερα. Λέγεται ότι το lindy βασίζεται σε έναν ακόμη πιο παλιό χορό των μαύρων, γνωστό ως Texas Tommy, και ίσως η ονομασία lindy προέρχεται από το όνομα μιας μαύρης, της Lindy Lou. Κι από εκεί φτάνει σε άλλο αιώνα, στις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα και στα minstrel. Στα τέλη της δεκαετίας του ’20 τοποθετείται χρονικά ο πρώτος «Μαραθώνιος Lindy» στο Manhattan Casino. Από τότε λοιπόν τα ζευγάρια που χορεύουν στους διαγωνισμούς ενσωματώνουν επιπρόσθετες φιγούρες, παίρνουν ιδέες από το charleston και ο χορός γίνεται περισσότερο αυτοσχεδιαστικός και ακροβατικός.
Οι δύο Peter συνεχίζουν λέγοντας ότι δεν έχει αναγνωριστεί όσο θα έπρεπε η επίδραση που είχε ο χορός lindy με τις παραλλαγές του στην εξέλιξη της τζαζ. Σε αίθουσες όπως το Savoy Ballroom στο Χάρλεμ, οι μουσικοί και οι μπάντες ωθούσαν τους χορευτές να τελειοποιηθούν, να φτάσουν σε πιο υψηλό επίπεδο. Και, από την άλλη μεριά, οι χορευτές υπήρξαν αφορμή για να επινοήσουν οι μουσικοί νέα ρυθμικά σχήματα, κοψίματα, ριφ και αυτοσχεδιασμούς. Τελικά, ο χορός lindy αποτέλεσε μία από τις κινητήριες δυνάμεις στην ανάπτυξη του ύφους swing. Επίσης, παρέμεινε στους κύκλους των μαύρων Αμερικανών μέχρι το 1936 περίπου. Τότε, όταν το swing έπιανε κορυφή, οι λευκοί άρχισαν να προβληματίζονται από αυτόν τον δυναμικό νέο χορό με τα ζευγάρια να ενώνονται και να χωρίζουν κάνοντας δυνατές κινήσεις. Πολλοί λευκοί πήγαιναν στο Savoy Ballroom μόνο και μόνο για να παρακολουθούν τα ζευγάρια και τις χορευτικές φιγούρες.
Εκείνη την εποχή, πριν τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, άρχισε να γίνεται γνωστός ο χορός ως jitterbug και να επικρατεί νέα τρέλα και μόδα. Έπαιξαν μεγάλο ρόλο οι εμφανίσεις της ορχήστρας του Benny Goodman στο Paramount Theatre. Όλοι τώρα μιλούν για το jitterbug ενώ, όπως σημειώνουν οι δύο συγγραφείς, το lindy αναπτύσσεται ήδη πριν σαράντα χρόνια.
Κατόπιν εορτής (1)
Κάτι ακόμη για τον Peter Gammond. Είναι ο συγγραφέας του εξαιρετικού
πονήματος το οποίο εντάσσεται στη σειρά «Εγκόλπιον του καλού
μπλοφαδόρου», εκδ. Δίαυλος 1992, μτφρ. Αλέξη Κωστάλα. Ο μπλοφαδόρος
κύριος Gammond, σύμφωνα με το βιογραφικό του σημείωμα, χαιρετίστηκε ως
παιδί - θαύμα γιατί «έπαιζε γραμμόφωνο όταν ήταν μόνο τριών ετών,
αποκαλύπτοντας έτσι ένα φυσικό πολύστροφο ταλέντο που κέρδιζε τον
θαυμασμό όλων». Στην πραγματικότητα ο Peter Gammond είναι ένας πολύ
γνωστός και πολυγραφότατος συγγραφέας, παραγωγός ραδιοφωνικών εκπομπών
και συντάκτης μουσικών περιοδικών. Γράφει λοιπόν ότι υπάρχουν δύο είδη
τζαζ: 1. Παραδοσιακή, όπου όλοι παίζουν μαζί και όπου ο ένας προσπαθεί
να ξεπεράσει τον άλλον και 2. Μοντέρνα, όπου ο κάθε μουσικός παίζει λες
και αγνοεί την ύπαρξη των άλλων. Κάπου αλλού για τον Μπετόβεν ότι
«θεωρείται νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου όπου ένας αριθμός ανθρώπων
είναι μέτοχοι, και καλό είναι να γνωρίζετε πόσες ακριβώς μετοχές
διαθέτει ο καθένας. Έτσι μπορείτε να μιλήσετε για τον Μπετόβεν του
Κλέμπερερ, τον Μπετόβεν του Κάραγιαν, τον Μπετόβεν του Σόλτι…». Στο
τέλος του επίτομου εγκολπίου, ο Gammond κατασκευάζει ένα γλωσσάρι, όχι
τόσο με την ακριβή σημασία των όρων, όπως επεξηγεί, όσο αυτών που κυρίως
συνεπάγονται. Ας δούμε μερικά λήμματα:
Κόντα: Αυτό το έξτρα κάτι στο τέλος μιας σύνθεσης. Όσο κρατάει, ο
κόσμος έχει όλον τον απαιτούμενο χρόνο να βρει το παλτό του και να
φορέσει τα παπούτσια του.
Μοτίβο: Ένας τοσοδούλης και εκνευριστικός σκοπός που χρησιμοποιείται μέχρις αηδίας.
Και, κλείνοντας, να μην ξεχάσουμε τον αυτοσχεδιασμό.
Αυτοσχεδιασμός: Κάτι το φυσιολογικό για τους μουσικούς της τζαζ,
σήμερα όμως στο χώρο της κλασικής μουσικής εφαρμόζεται μόνον όταν οι
πάρτες πέσουν από τα αναλόγια.
Κατόπιν εορτής (2)
Στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση, από το 1945, το swing επιβάλλεται
ως «η μουσική και ο χορός της νίκης». Και δεν είναι λίγα τα ελληνικά
τραγούδια (της δεκαετίας του ’40 και του ’50 κυρίως) στο ύφος και τον
ρυθμό του swing. Το ίδιο και η μουσική στις κινηματογραφικές ταινίες.
Τώρα
πώς ξαναγύρισε το swing τα τελευταία χρόνια και μάλιστα με την τάση να
«σουινγκάρονται» τα παλιά τραγούδια γενικώς, είτε ήταν πράγματι στο ύφος
του swing, είτε όχι; Ίσως μετράει και ο χορός, μία προέκταση του
ροκ’ν’ρολ, με βήματα και φιγούρες που θυμίζουν δεκαετία του ’50, με
τρελίτσες και τη χαρά της συμμετοχής.
Τελικά αυτό το κλίμα ή και η
μόδα έχουν κοινωνικό ή πολιτικό χαρακτήρα; Μπορεί κανείς να υποστηρίξει
ότι αποτελεί προϊόν της οικονομικής κρίσης; Να το ρίξουμε έξω όπως στον
Μεσοπόλεμο; Πρόκειται για τα δικά μας Swing Kids; Υπάρχει το παρελθόν
των Swing Kids με την αντίστασή τους στο ναζιστικό καθεστώς. Η
κινηματογραφική ταινία «Swing Kids» αναβιώνει αυτήν την σύγκρουση στην
χιτλερική Γερμανία. Η νεολαία την πλήρωσε ακριβά. Μήπως αποτελεί κάποιας
μορφής αντίδραση στη σημερινή εγχώρια τοπική σκηνή της βραδινής πίστας
και των τηλεοπτικών διαγωνισμών και θεαμάτων; Ευχής έργον. Καμιά φορά
όμως μοιάζει περισσότερο με συμπλήρωμα παρά με αντίπαλο.