Χάρτης 10 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-10/afierwma/xroniko-twn-kladiwn
Εισαγωγή της Αντιγόνης Βλαβιανού
Το καλοκαίρι του 1997, ο Δημήτρης Τ. Άναλις –γαλλόφωνος ποιητής, συγγραφέας, δοκιμιογράφος, μεταφραστής και διπλωμάτης– θα καταπιαστεί να αποδώσει στα ελληνικά την ποιητική συλλογή Chronique
des branches του Σύρου ποιητή και αγαπημένου φίλου του Άδωνι, βασιζόμενος στη γαλλική έκδοσή της.
Τον χειμώνα της ίδιας χρονιάς, θα εμπιστευθεί τα χειρόγραφα της μετάφρασής του στις εκδόσεις Ίνδικτος, μαζί με μιαν εκτενή εισαγωγή με τίτλο «Άδωνις: Χρόνος, Τόποι, Δοξαστικά». Η εν λόγω μετάφραση – με την παρενθετική υπόδειξη: «[μετάφραση] με τη συνεργασία του ποιητή», δηλαδή του Άδωνι– θα εκδοθεί τον Ιούλιο του 1998 με τον τίτλο της εισαγωγής του μεταφραστή ως γενικό τίτλο (Χρόνος, Τόποι, Δοξαστικά) και ένα σχέδιο του Αλέκου Φασιανού –επιστήθιου φίλου τού Δ. Τ. Άναλι– εν είδει προμετωπίδας.
Αγνοώ τους ακριβείς λόγους που οδήγησαν τον Δ. Τ. Άναλι να μετανοήσει, μερικά χρόνια μετά, για την επιλογή του ως προς τον εκδοτικό οίκο – υπήρξε ανέκαθεν, άλλωστε, λίαν φειδωλός και διακριτικός στα σχόλιά του για ό,τι τον στεναχωρούσε ή τον επαναστατούσε στη στάση τρίτων.
Εν έτει 2006, με τη σύμφωνη γνώμη του Άδωνι, ο Δ. Τ. Α. θα επεξεργαστεί εκ νέου τη μετάφραση της ίδιας συλλογής, που θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Λιβάνη,[1] με φιλολογική επιμέλεια της υπογράφουσας. Στην εν λόγω έκδοση, με γενικό τίτλο Χρονικό των κλαδιών, θα επανενταχθούν το σχέδιο-προμετωπίδα του Α. Φασιανού και ένα εργοβιογραφικό σημείωμα του Άδωνι από τον Δ.Τ.Α. εν είδει επίμετρου, ενώ ο γενικός τίτλος της έκδοσης του 1998 θα προταχθεί στην εισαγωγή του μεταφραστή.
Αξίζει να σταθούμε λίγο στην εν λόγω εισαγωγή, όπου ο Δ. Τ. Α. στηλιτεύει με παρρησία τον εγκλωβισμό της θεοκρατούμενης αραβικής ποίησης στη δύναμη ενός Θεού που «σταματάει τον Χρόνο». Σχολιάζει, βεβαίως, την πνοή ελευθερίας που διαπνέει τη σύγχρονη αραβική ποίηση, κυρίως μετά τον Α΄ Παγκόσμιο πόλεμο, προτού εστιάσει στην ποίηση του Άδωνι, η οποία «αρθρώνει τον αληθινό λόγο της αραβικής γλώσσας, […] ανοίγοντάς της όλους τους δυνατούς δρόμους ενός στοιχήματος που είναι, πρώτα απ’ όλα, μια πρόκληση στον ίδιο τον εαυτό της» (σσ. 10, 11). Κατά τον Δ. Τ. Α., ο Άδωνις είναι «ο πρώτος μοντέρνος δημιουργός» της αραβικής ποίησης, στην οποία εισάγει τον λόγο των μεγάλων μυστικ[ιστ]ών του Ισλάμ, προκρίνοντας συγχρόνως τον λόγο της αλήθειας ως μόνη δυνατότητα αναγέννησης του ποιητικού λόγου, μετά από μια «μακρόχρον[η] σιωπ[ή]», κατά την οποία «η Ιστορία πρόδωσε τους Άραβες, αφού πρώτα τους είχαν εγκαταλείψει οι αρχαίοι τους μύθοι» (σ. 12). Ως «σημείο εκκίνησης» του ποιητικού λόγου του Άδωνι ορίζεται, λοιπόν, η «αναγνώριση της παρουσίας του ανθρώπου», ο οποίος ατενίζει τον εαυτό του «δίχως όρια μέσα στη μοναξιά του και στη συμφυή μοναδικότητά του», αρνούμενος την επάνοδο στο παρελθόν και, συγχρόνως, «κάθε μεσιτεία [του Θεού ή της απεικόνισής του] μεταξύ των ανθρώπων και του σύμπαντος», που μειώνει τον άνθρωπο (σσ. 12, 16).
Μέσα απ’ αυτήν την «τεράστια ρωγμή» που ανοίγει η ποίηση του Άδωνι στην παράδοση, κατά τον Δ. Τ. Α., ο λόγος του ποιητή μαρτυρεί το «θαύμα» που συντελείται «με τον άνθρωπο μέσα στο ιερό[,] αλλά μακράν του θεϊκού», μετατρέποντας κάθε λέξη του ποιητή, απαλλαγμένη από συμβολισμούς, σε «κραυγή που ακτινοβολεί» (σσ. 16, 13).
Δυστυχώς, ούτε η δεύτερη έκδοση της μετάφρασης του ποιητικής συλλογής του Άδωνι από τον Δ. Τ. Α. ευτύχησε να μακροημερεύσει, καθώς, λίγους μήνες μετά τον θάνατο του δεύτερου, τον Φεβρουάριο του 2012, τα αντίτυπα της έκδοσης πολτοποιήθηκαν, φευ, σβήνοντας τα ίχνη της μεταφραστικής του προσπάθειας «στην άμμο του χρόνου».
Η μελαγχολική σου λύρα, Ορφέα,
Αδυνατεί ν’ αλλάξει το σπόρο μας.
Αδυνατεί να στήσει για την αγαπημένη σκλάβα
Κρεβάτι έκλυτου έρωτα
Μες στο κλουβί των νεκρών,
Ούτε μπράτσα ούτε πλεξούδες.
Ορφέα, αυτός που πρέπει να πεθάνει πεθαίνει,
Ο χρόνος που κυλάει μες στα μάτια σου
Σκοντάφτει, και στα δάχτυλά σου
Σπάει η λύρα.
Σε βλέπω τώρα, κεφάλι που γλιστρά
Ανάμεσα στις όχθες.
Κάθε ανθός και ύμνος
Και το νερό φωνή.
Σ’ ακούω τώρα, σε διακρίνω,
Σκιά απελευθερωμένη απ’ την τροχιά της
Που ξεκινά την περιπλάνηση.
Ο δρόμος είναι μια γυναίκα
Που έβαλε το χέρι του ταξιδιώτη
Στο χέρι του εραστή,
Και γέμισε την παλάμη του εραστή
Με νοσταλγία και κοχύλια.
Μια γυναίκα,
Ένα όνειρο που μια γυναίκα
Μεταμόρφωσε
Σε βάρκα στενή σα φτερούγα
Ντυμένη το ρόδο των ανέμων
Που το λιμάνι της λησμονεί.
Στάχυ το στάχυ
Μην αφήσετε τίποτα…
Τούτος ο θερισμός είναι ο δικός μας παράδεισος
Που ξαναβρήκαμε,
Η χώρα που μας μέλλεται.
Ξεσκίστε τις καρδιές σας πριν απ’ τα στήθη σας,
Ξεριζώστε τις ρίζες,
Αλλάξτε το χώμα
Που τις κράταγε.
Σβήστε το χρόνο που αφηγήθηκε την ιστορία τους,
Σβήστε τον ουρανό που έσκυψε πάνω τους
Στάχυ το στάχυ,
Ώσπου να επιστρέψει η γη
Σ’ αυτό που ήταν πρώτα…
Στάχυ το στάχυ…
Ι
Μια πέτρα έπεσε,
Κάτι άνοιξε μέσα στους τοίχους,
Το μακρινό έγινε πιο νοσταλγικό,
Πιο ποθητό…
Μια πέτρα έπεσε,
Κάτι άλλαξε μέσα στον άνθρωπο.
ΙΙ
Χρόνια τώρα αγαπώ την πέτρα.
Ζυμωθήκαμε μαζί
Και μετά χωρίσαμε.
Χρόνια τώρα βλέπω στην πέτρα
Έναν ομφαλό.
Μια σύγκλιση μες στους καθρέφτες.
Συναντηθήκαμε, πλαγιάσαμε,
Ξυπνήσαμε, χωρίσαμε,
Και πάλι επιστρέψαμε.
Και ιδού εγώ τώρα ακόμα πιο μακρινός,
Πιο διαπεραστικός απ’ ό,τι λένε οι καθρέφτες,
Κομμάτι, θρύμμα – ο πρώτος, ο τελευταίος.
ΙΙΙ
Πέτρα που προστατεύει τα στήθη γυναίκας εγκύου,
Πέτρα που μεθάει
Ταλαντεύεται στα βλέφαρα του ποιητή.
Και γίνεται δεκαοχτούρα
Που κουρνιάζει στα βλέφαρα του ποιητή.
Πέτρα που ξαγρυπνά και γίνεται
Κάλυμμα κρεμασμένο απ’ το μέτωπο του ποιητή,
Γίνεται σύννεφο…
IV
Σύννεφο, οδήγησέ τον,
Δεν ξέρει πώς να περπατήσει, σύννεφο,
Στους κύκλους του ερέβους
Κι όταν ορμήσει προς το φως
Πάνω στην κρυφή πλαγιά μες στην πατρίδα του λόγου,
Πιο αθώο κι απ’ την αθωότητα του πουλιού,
Μια ντουφεκιά θα ’ρθει να τον σωριάσει.
Σύννεφο, οδήγησέ τον,
Πάρ’ τον και νίψε τον
Από τη νύχτα των φονιάδων του.
Σύννεφο, μα το Θεό.
[…]
ΙΙ
Οι άνεμοι με συνοδέψαν,
οι άνεμοι και οι προφητικές τους πέτρες.
Μια πέτρα εξουσιάζει την πόλη,
μια πέτρα είναι δούλα της πόλης,
μια πέτρα πελώρια που κυλάει
μέσα στο δαχτυλίδι του χαλίφη,
μια πέτρα, άσπρο αλαφρύ,
που οι κοπέλες κρεμάνε
ανάμεσα απ’ τα συνηθισμένα τους όνειρα
και τα μάτια των καθρεφτών.
***
Εμπιστεύομαι στην πέτρα
ό,τι η μέρα αφήνει στο ταξίδι μου
απ’ τα ρημάδια της,
ό,τι αφήνει το ταξίδι.
Την πέτρα
την τρυπάει μια κλωστή ξεκούρασης
και μέσα στο υφάδι βρίσκονται τα μάτια μου,
τα δάση και η βροχή.
Την πέτρα την τρυπάει μια πολιτεία
που κάθε νύχτα ξαναγεννιέται.
Τρέχω, ψάχνω τις ρωγμές της.
Οι μάγοι χάνονται
στην πέτρινη πολιτεία,
κι εγώ εμπιστεύομαι στην πέτρα
ό,τι αφήνει η μέρα απ’ τα ρημάδια της,
ό,τι αφήνει το ταξίδι.
***
Οι άνεμοι με συνοδέψαν,
οι άνεμοι και οι προφητικές τους πέτρες.
Κι όσοι προχωρούν μέσα στη φλόγα
φυτεύουν τα δέντρα του ονείρου,
κι ανοίγουν μέσα στη στάχτη των πουλιών
μιαν είσοδο…
Προχωρούσαμε…
Τα βήματά μας ήταν από στάρι.
Προχωρούσαμε…
… εκείνοι που βλέπουν την πορεία σαν τραγούδι
που η πηγή του είναι στα βήματά τους…
***
Συναντηθήκαμε
ανάμεσα απ’ τον αυχένα
και τα νώτα του δρόμου.
… όσοι ξεπετάγονται
απ’ τα επιθετικά κάστρα
απλώνουν τη κυριαρχία τους
στις παρυφές του παραδόξου,
στους πρώτους καρπούς…
Σκύψαμε
Μπρος στην πορεία και τις φωλιές της.
Είδαμε τη μαγεία
των διαστάσεών της,
ακούσαμε τη φωνή της.
***
… όσοι θορυβούν,
όσοι έρχονται
όπως έρχεται η ώρα…
Το μάτι του παραδόξου – βροχή η νεφέλη
κάτω απ’ τα τσίνορά μας.
Απορήσαμε:
Γιατί δεν άνοιξε η τρέλα
τα παραθύρια της στα βήματά μας;
Απορήσαμε…
… όσοι ταράζουν
το ύδωρ των αιώνων…
[…]