Χάρτης 10 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-10/klimakes/sxama-aeide-oea
Συνδυάζοντας το προοίμιο της Ιλιάδας με το απόφθεγμα του Πυθαγόρα «Σχάμα και βάμα» που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «κάθε νέο σχήμα είναι ένα βήμα προς τη γνώση» η στήλη φιλοδοξεί να ασχοληθεί με τους τρόπους που οι τέχνες αναζητούν την έμπνευση στους δαιδάλους των μαθηματικών
Στις 12 Απριλίου 1961, ή στις 20 Ιουλίου 1969 –ανάλογα με τις πολιτικές προτιμήσεις καθενός– η λογοτεχνία των διαστημικών ταξιδιών έπαψε να είναι λογοτεχνία του φανταστικού. Εξακολουθεί να κρατά τα σκήπτρα της επιστημονικής μυθοπλασίας, αλλά από τη στιγμή που ο Yuri Gagarin ταξίδεψε στο διάστημα (ή αν προτιμάτε από τη στιγμή που ο Neil Armstrong περπάτησε στο φεγγάρι) τα διαστημικά ταξίδια δεν ανήκουν πια στον τομέα της καθαρής φαντασίας. Έτσι, στο χώρο της επιστημονικής μυθοπλασίας το υποείδος της φανταστικής λογοτεχνίας ανήκει πια, σχεδόν αποκλειστικά, στα ταξίδια στο χρόνο.Αναζητώντας τις πρώτες ρίζες των ιστοριών με χρονικές μετακινήσεις θα πρέπει ίσως να ψάξουμε τη Γιαπωνέζικη μυθολογία και πιο συγκεκριμένα στις ιστορίες του Ουρασίμα Ταρό. Σύμφωνα με μια εκδοχή της ιστορίας, ο ψαράς Ουρασίμα Ταρό σώζει μια θαλάσσια χελώνα από μια παρέα παιδιών που την κακοποιούσε. Για να τον ανταμείψει η χελώνα τον οδηγεί στα βάθη της θάλασσας όπου έχει το παλάτι της η πριγκίπισσα Οτοχίμε. Αυτή τον καλεί να μείνει για πάντα κοντά της. Ωστόσο, ύστερα από λίγες μέρες η νοσταλγία τον κάνει να θέλει να επιστρέψει στο σπίτι του. Απρόθυμα, η Οτομίχε τον αφήνει να φύγει, δίνοντάς του ένα κουτί το οποίο τον συμβουλεύει να μην το ανοίξει. Φτάνοντας στο χωριό του ο Ουρασίμα διαπιστώνει ότι έχουν περάσει πάρα πολλά χρόνια, οι δικοί του έχουν πεθάνει και βρίσκεται σ’ ένα κόσμο τον οποίο δεν αναγνωρίζει. Στη απελπισία του ανοίγει το κουτί, κάτι που έχει ως συνέπεια να «τρέξουν» και γι’ αυτόν τα χρόνια και να γεράσει.
Η ιστορία του Ουρασίμα Ταρό είναι μια από τις πρώτες αφηγήσεις όπου ο χρόνος, σε διαφορετικούς κόσμους, ρέει με διαφορετικό ρυθμό. Στις μέρες μας το θέμα επανέρχεται μέσα από τους προβληματισμούς γύρω από τη θεωρία της σχετικότητας.
Η σημαντικότερη δυσκολία που αντιμετώπισαν όσοι συγγραφείς θέλησαν να σκαρώσουν ιστορίες με ταξίδια στο χρόνο ήταν η εύρεση κάποιου –προσχηματικού έστω– μέσου για να δικαιολογήσουν την δυνατότητα πραγματοποίησης ενός τέτοιου ταξιδιού. Οι περισσότεροι κατέφυγαν στη λύση του ύπνου. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι το L’An 2440, rêve s’il en fut jamais (Το έτος 2440, όνειρο αν ποτέ υπήρξε) του Louis-Sébastien Mercier (1771), το Rip Van Winkle του Washington Irving (1819) και το Looking Backward 2000-1887 (Κοιτάζοντας προς τα πίσω 2000-1887) του Edward Bellamy (1888). Και στα τρία αυτά αφηγήματα, αλλά και σε πολλά παρόμοια που εμφανίστηκαν την ίδια περίπου εποχή, ο κεντρικός ήρωας πέφτει σε βαθύ ύπνο και ξυπνά αρκετά χρόνια αργότερα, στον ίδιο χώρο αλλά κάτω από εντελώς διαφορετικές συνθήκες. Και οι τρεις συγγραφείς περιγράφουν μια υποθετική μελλοντική κοινωνία με κύριο στόχο να ασκήσουν κριτική στην δική τους. Για να γίνουν πιο πειστικά, το Dix mille ans dans un bloc de glace (Δέκα χιλιάδες χρόνια μέσα σε έναν παγετώνα) του Louis Boussenard: (1898) και το The Frozen Pirate (O παγωμένος πειρατής) του W. Clarck Russel (1887) εξασφαλίζουν την επιβίωση των ηρώων τους καταψύχοντάς τους. Κι εδώ αξίζει να αναφερθούμε σ’ ένα αρκετά μεταγενέστερο έργο το The Mark Gable Foundation (Το ίδρυμα Mark Gable) του Leo Szilard (1948) όπου ο ήρωας καταψύχεται με τη βοήθεια μιας ψυκτικής μηχανής. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Leo Szilard είχε, μερικά χρόνια πριν, κατοχυρώσει την ευρεσιτεχνία ενός ψυγείου μαζί με το φίλο και στενό συνεργάτη του, Άλμπερτ Αϊνστάιν.
Ωστόσο, ένας σχολαστικός παρατηρητής θα επισήμαινε ότι όλα αυτά τα έργα δεν περιγράφουν ταξίδια μέσα στο χρόνο αλλά συνέπειες μιας φυσικής ή τεχνητής μακροζωίας. Ένα από τα πρώτα έργα που περιγράφουν πραγματικά ταξίδια στο χρόνο είναι το El anacronópete (Ο αναχρονοπετών)
του Enrique Gaspar y Rimbau (1887).
Η «θεωρία» του συγγραφέα είναι ότι ο χρόνος «περνά» εξ αιτίας της ατμόσφαιρας – απόδειξη ότι τα ερμητικά κλεισμένα τρόφιμα που δεν έρχονται σε επαφή με την ατμόσφαιρα δεν φθείρονται αφού γι’ αυτά δεν περνά ο χρόνος. Συνεπώς, ταξιδεύοντας αντίστροφα από την φορά περιστροφής της Γης, ακυρώνουμε τις συνέπειες της ατμοσφαιρικής «ροής» και μπορούμε να ταξιδέψουμε αντίστροφα στο χρόνο. Αυτό ακριβώς επιτυγχάνει η συσκευή του δον Σιντούλφο, ο Αναχρονοπετών. Χρησιμοποιεί ηλεκτρική ενέργεια για να ταξιδέψει με μεγάλη ταχύτητα αντίστροφα από την περιστροφή της Γης και καταφέρνει, εκκινώντας το 1878, να φτάσει, σε διάφορες ενδιαφέρουσες ιστορικές στιγμές του παρελθόντος, όπως η μάχη του Τετουάν το 1860, η κατάληψη της Γρανάδας το 1492 και η έκρηξη του Βεζούβιου που κατέστρεψε την Πομπηία το 79. Ο Αναχρονοπετών είναι εξοπλισμένος και με μια συσκευή που παράγει το «υγρό Γκαρσία» το οποίο εμποδίζει την ηλικία των ταξιδιωτών να ακολουθεί την πορεία του χρόνου προς τα πίσω. Γι να αποφύγει κανείς την τεχνητή αυτή αντιγήρανση, δεν έχει παρά να πιεί αυτό το υγρό. Μπορεί όμως και να μην το πιει, όπως επιλέγουν να κάνουν κάποιες ηλικιωμένες πόρνες που συμμετέχουν στο ταξίδι με αποτέλεσμα να «ξανανιώσουν».
Ο Gaspar y Rimbau δεν αποφεύγει τον πειρασμό να «πειράξει» το παρελθόν, κάτι που αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα κίνητρα της μυθοπλασίας αυτού του τύπου. Βεβαίως αυτού του είδους οι επεμβάσεις αποτελούν πηγή διαφόρων παραδόξων όπως το «παράδοξο του παππού»: ταξιδεύοντας προς τα πίσω, ενδέχεται να συναντήσεις τον παππού σου, να τον σκοτώσεις και συνεπώς να καταστήσεις τη δική σου ύπαρξη αδύνατη…
Περί τα τέλη του 19ου αιώνα οι μαθηματικοί αρχίζουν να δημοσιεύουν θεωρίες για την τέταρτη διάσταση: η θέση ενός αντικειμένου καθορίζεται από τρεις χωρικές διαστάσεις (για παράδειγμα μήκος, πλάτος, ύψος) και μία χρονική διάσταση. Η πρόκληση για τους μυθοπλάστες είναι μεγάλη. Ο H. G. Wells, γενάρχης αρκετών υπο-ειδών επιστημονικής μυθοπλασίας, παρουσιάζει, το 1895 την Μηχανή του χρόνου. «Ο χρόνος», εξηγεί ο Ταξιδευτής του Χρόνου, ο κεντρικός ήρωας, «δεν είναι παρά μια τέταρτη διάσταση. Όπως οι προηγούμενοι επινόησαν συσκευές που να ταξιδεύουν στις τρεις άλλες διαστάσεις, έτσι κι εγώ επινόησα μια συσκευή που να ταξιδεύει στο χρόνο».
Με τη μηχανή του ο ήρως ταξιδεύει στο μέλλον, ένα μέλλον στο οποίο η ταξικές διαιρέσεις έχουν εξωθηθεί στα άκρα. Η κοινωνία αποτελείται από δύο κοινωνικές τάξεις που έχουν φτάσει να έχουν ακόμα και βιολογικές διαφορές. Οι Ελόι, εκφυλισμένη μετεξέλιξη των προνομιούχων τάξεων, ζουν μιαν ανέμελη ζωή, χωρίς ενδιαφέροντα, χωρίς κοινωνικές συναναστροφές και χωρίς ανάγκη επικοινωνίας. Η ευημερία τους έχει οδηγήσει στην αδράνεια και τελικά στον εκφυλισμό. Οι Μόρλοκς είναι η μετεξέλιξη των λαϊκών τάξεων. Ζουν κάτω από τη γη και ανεβαίνουν στην επιφάνεια μόνο τη νύχτα. Οι Ελόι τους τρέμουν αλλά δε είναι πια σε θέση να σκεφτούν για να βρουν τρόπο να τους αντιμετωπίσουν. Έτσι αρκούνται να διαπιστώνουν αδιάφορα, ότι κάθε βράδυ, κάποιοι «δικοί» τους εξαφανίζονται.
Με την εξέλιξη των θετικών επιστημών οι μυθοπλάστες έχουν στη διάθεσή τους ολοένα κα περισσότερα εργαλεία. Η ειδική σχετικότητα του Αϊνστάιν εξηγεί ότι για να ταξιδέψουμε προς τα πίσω στο χρόνο θα πρέπει να αναπτύξουμε ταχύτητες μεγαλύτερες από αυτήν του φωτός. Όμως, η ίδια θεωρία αποκλείει το ενδεχόμενο να αποκτήσει ένα υλικό σώμα ταχύτητα μεγαλύτερη από αυτήν του φωτός. Ωστόσο, οι εξισώσεις της σχετικότητας αφήνουν τα περιθώρια σε μη υλικά σωματίδια, τα ταχυόνια, να αναπτύξουν τέτοιες ταχύτητες. Αυτό εκμεταλλεύεται ο Gregory Benford στο Timescape (ελλ. έκδοση: Απόδραση από το χρόνο). Κάποια λιπάσματα, που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1960, απειλούν να προκαλέσουν, το 1990, ολοκληρωτική καταστροφή. Στην Αγγλία οι επιστήμονες του 1990 επιχειρούν να επικοινωνήσουν, μέσω ταχυονίων με Αμερικανούς επιστήμονες του 1960, για να τους ειδοποιήσουν σχετικά με την επερχόμενη καταστροφή και να τους πείσουν να αλλάξουν την αγροτική πολιτική τους. Το βιβλίο, γραμμένο το 1980, στο μέσο περίπου των δύο εποχών οι οποίες επικοινωνούν μέσω ταχυονίων, ακροβατεί με επιδεξιότητα ανάμεσα στο επιστημονικά ακριβές και το μυθοπλαστικά σαγηνευτικό, χωρίς να αποφεύγει τα παράδοξα που προκύπτουν από μια τέτοια επικοινωνία.
Ξεφυλλίζοντας τον τεράστιο πια όγκο έργων μυθοπλασίας που επεξεργάζονται το θέμα της κίνησης στο χρόνο, εκτός από την αντιμετώπιση της πρόκλησης που παρουσιάζει ένα τέτοιο θέμα θα διακρίνουμε κάποιες πάγιες διαθέσεις των δημιουργών:
Το 1949 ο Kurt Gödel βρήκε κάποιες λύσεις στις εξισώσεις της γενικής σχετικότητας που καθιστούν δυνατό το ταξίδι προς τα πίσω στο χρόνο με ταχύτητες μικρότερες αυτής του φωτός και συνεπώς εφικτές για υλικά σώματα. Ας σπεύσουμε να διευκρινίσουμε ότι το περιβάλλον αυτών των λύσεων δεν είναι συμβατό με τις συνθήκες που επικρατούν στη γη. Ωστόσο, η ύπαρξη αυτών των λύσεων δείχνει ότι δεν αποκλείεται να βρεθούν στο μέλλον και άλλες λύσεις που θα καθιστούν και για εμάς εφικτά τα ταξίδια στο παρελθόν. Άλλωστε, όπως έγραψε και ο αείμνηστος Stephen Hawking «συχνά η σημερινή επιστημονική μυθοπλασία είναι η αυριανή επιστημονική αλήθεια».