Χάρτης 10 - ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ 2019
https://dev.hartismag.gr/hartis-10/poiisi-kai-pezografia/shmeiwseis-panw-sthn-exoria-kai-thn-tyflothta
Ι.
α.
Θα περπατήσεις μαζί μου
θα δεις, ολόκληρη, τη νύχτα
– δεν έχει αλλού–
φλοιός της μοναξιάς και μέσα χιόνι:
θα εφεύρεις θεό
θα εφεύρεις σπίτι
θα εφεύρεις το περίγραμμα ενός προσώπου
πριν προλάβεις τα μάτια, το στόμα
θα χαθ -
β.
κοιμήσου ήσυχα
μέσα στο ανεμοδαρμένο σπίτι σου:
με χωράει ο τόπος,
ό, τι δεν είναι σπίτι σου
είναι ποίημα
γ.
Μεταξύ δύσης και χαράματος άσπρισα.
Την αυγή, ήταν τρεις οι ήλιοι
δύο ήταν ψέμα:
ο ένας, η πληγή
ο άλλος, ο επίδεσμος.
ΙI.
α.
Η πόλη επανέρχεται ασταθής
ή είσαι εσύ που επιστρέφεις;
Έφτασα ξένος, ξένος φεύγω, λες
μα έζησες οικείος:
δικοί σου πια οι πύργοι που απομακρύνονται,
οι πέτρες όπου σκοντάφτεις –
δικό σου, ό,τι εγκαταλείπεις τρέχοντας
αντί εκείνο να σ’ αφήνει.
Αβίαστα θυσίασες τον καθαρό ουρανό
δύσκολα την φουρτούνα.
β.
Ποιος είσαι εσύ, Τρελέ;
ποιο είναι το όνομά σου;
– πνευμόνι
αντί καρδιά
– βράχος
αντί φωτιά
– χωριό
αντί έρωτας
Τα άσπρα μπράτσα μου, Αγρίμι, πάνω σου γαντζώνονται
θερμό παλλόμενο τριχωτό,
με τον αχνό απ’ τη μούρη
τρεχαλητό τον θρόμβο
ζεστοί μαζί, ας βυθιστούν οι οπλές μας μες στο ψύχος
σβήνεται το όνομά μου
καθώς περπάτησα στα ίχνη σου.
γ.
Γάβγισε ο σκύλος
έκρουσε η αλυσίδα
παίρνει μπρος η μηχανή του ονείρου
κρύψε τώρα τα μάτια σου,
κρύψε τα μάτια, κρύψε τα μάτια σου
μες στο απαστράπτον χιόνι χάσ’ τα
δως τα της νύχτας.
δ. ΛΕΚΕΣ
Το κλώτσησα με βία, επειδή τόση ώρα δεν ανταποκρινόταν. Δάση κάθετα, βαθυπράσινη διάρκεια και εθυγράμμιση που η εμπειρία τους ήθελε υπομονή και συνεχή υπενθύμιση πως η δική τους παιδική ψυχή θα τα θυμάται. Τώρα ντρέπομαι, κι ας εισακούστηκα: πηδήξαμε τα εμπόδια αλάνθαστα.
Στα γερμανικά παραμύθια, όλα χάνονται και κρύβονται μέσα στο δάσος. Ποτέ δεν απόλαυσα τον φόβο. 'Ενα δένδρο κρύβει το δάσος. Ξεχωρίζω συνεχώς ένα δένδρο, άλλο ένα δένδρο – ως εκεί που πάει το μάτι. Τα αόρατα όρια: από εδώ και πέρα είναι επικίνδυνα, πιο υγρά, πιο φουντωτά, πιο μουγγά, πιο πνιγμένα – και στο βάθος, το λασπερό ποτάμι που αν πέσεις, θα πνιγείς.
ε. ΛΕΚΕΣ (Ντύρερ)
Πονάει στον λεκέ.
Χύνεται το νερό του χρόνου μου
προς τα σένα.
Αυτός ο ανεξάντλητος είμαι,
ο εξαντλημένος.
ΙΙΙ. Ηπειρωτικό: (πεζο)πορεία στον πυρετό
1.
Ας προχωρήσουμε μέσα στο χιόνι
όπως προχώρησα μέσα σ' εκείνο το παρόν:
σημαδευόταν εύκολα το παρελθόν ως περασμένο.
Λυγίζουν άξαφνα τα γόνατα –
σαν σιγανό νεράκι δηλητήριο σε διαπερνά η αδυναμία πατόκορφη
– όσο κι αν τρέξεις δεν γλιτώνεις,
ακαριαία ο,τι τώρα εσύ αντιλαμβάνεσαι πάει καιρός που εγκαταστάθηκε εντός σου.
Ξεκίνησες, εν τούτοις.
Κάθετο χιόνι, και όλα χάνονταν στις πιο πυκνές στιγμές.
Πάντα μοναδικός, ο πυρετός σημάδευε τη μέρα.
Τρέχει ταχύτερα το αίμα
θαμπός γυαλιστερός πομπός,
δονούσε το κρανίο, και τα άκρα απότιστα.
Τη νύχτα αδράχνοντας, και ροζιασμένα χέρια,
χόρεψα τον τρανό χορό,
ακολουθώντας βήματα οικείων γυναικών,
άφωνη απόλαυση τόσο εύκολα γίνεσαι παράπονο!
– και τι παγίδα, ω, τι παγίδα το τσούρμο των παιδιών, τα ξύλα, το τσουκάλι.
('Ετρεχαν παιδιά έξω από το δωμάτιο ως αργά.)
Ανάβαση στον αραιότερο αέρα
κατάβαση στα ξέφωτα με τις βαθιές τους σκιές
– κουδούνια, σούρσιμο ανάκατο ποδιών, και χώματα.
Νομάς, ομάς, μονάδα στα τυφλά:
τα ίδια και τα ίδια, τα εφιαλτικά
και κάθε ανένδοτο του πυρετού βλαστάρι.
(Η σημασία των λίγων
βλασταίνει
ταυτοχρόνως πιο πλατιά και πολλαπλά συγκεκριμένη.)
Κάθετο χιόνι πριν, και τώρα να στροβιλίζεται άτακτα
– και ορατότητα μηδέν.
Σαν ζώο γυρνούσα στον εαυτό μου μουγκρίζοντας.
2.
Κόπηκε ο ήχος
τ΄αρπαχτικά του νύχια δεν γατζώνονται στον ύπνο μου,
με κάλυψε κι εμένα η λησμονιά απ’ το χιόνι.
Δεν το έχω αυτό το πράγμα μέσα μου:
– αλλά δεν ήταν αλήθεια.
Το απειλή-βουνό κι εγώ συναντηθήκαμε – το καταγωγή-βουνό,
σκοτεινιά του, όλο κι όλο κληρονομιά, βάρος του και ξεχασμένη κατσίκα που στρίβει την πετρόκτιστη γωνία.
Αυτό το βουνό–
Σαν θαύμα που καθυστερημένα αντιλαμβάνεσαι,
και χάνεις απ’ την άγρια χαρά των πιστών.
3.
'Αλλοι, χαμένοι σαν κι εμένα στο τοπίο,
ανεβοκατεβαίνουν τον δρόμο:
καφέ λασπόνερο με ίχνη από σαμπρέλες.
Τσούλησα με την ψυχή στο στόμα,
μένει, άβολο, το δέος.
Πύκνωσαν μεμιάς οι νιφάδες,
βάλνονται να πέφτουν μανιασμένα
αθόρυβα
– η τελευταία λέξη σου να ΄ναι άηχη.
ΙV
α. ΜOYTZOYPA
άθελες χειρονομίες, κρυφό του ύπνου αναφιλητό, μεσοτοιχία της νύχτας. κρύβονται. το κρύψιμο. ορισμένες φορές, συμβαίνει αργά – σιγά σιγά ώστε να μην φαίνεται σαν μυστικό αλλά σαν αλήθεια μες στο βάθος του χρόνου. όταν σαν το κρυφτό συμβαίνει με βιασύνη, τότε αναδύεται ένα λάθος και τότε βλέπει: το κορίτσι είναι το λάθος. μεγαλώνοντας, το λάθος γίνεται πλανήτης. κανείς να μην είναι ποτέ σίγουρος πως η αλήθεια μουρμουρισμένη στην κουφάλα του δένδρου θα ανακαλυφθεί. κανείς να μην είναι ποτέ σίγουρος πως τελευταία στιγμή θα μάθουμε το μυστικό. μιλάμε για σκοτάδια σαν των φωταγωγών που όλο καταπίνουν φως αντί να το διαθλάνε. πολλά βλέπει, στριφογυρίζει ο πλανήτης του λάθους, όλο ξεκινάνε οι μέρες.
β. ΜOYTZOYPA
ακούει φωνές, όχι μία, πολλές φωνές. κατοικεί ή κατοικείται, αδιάφορο, όσο και το ποιο είναι το χρώμα των ματιών σας. μακριά και η εξουσία και της τρέλας η συντόμευση. οι φωνές το τραβολογάνε από τα μανίκια, εκείνο κοντοστέκεται, αφουγκράζεται. καταβροχθίζει το γλυκό και χασμουριέται και δεν έχει φωνή. φοράει τα τακούνια της και το μπορσαλίνο και διατίθεται για εξορισμό. γερνάει απ΄την αδύναμη αγάπη – βρίσκει στο στόμα της φωνή και χάνονται.
Οι παραπάνω σημειώσεις γράφτηκαν με αφορμή το εγχείρημα Τυφλό Σημείο (Blind Spot), και σχολιάζουν, κυρίως, το «Winterreise» του Schubert. Πρόκειται για μια συνεργασία με την εικαστικό Χριστίνα Νάκου, τη μετζο-σοπράνο και ποιήτρια Λένια Ζαφειροπούλου, τον πιανίστα Andrej Hovrin, και τον ιστορικό τέχνης Γιάννη Χατζηνικολάου. Το εγχείρημα παρουσιάστηκε στη Βαρκελώνη στις 28 Ιουλίου και θα παρουσιαστεί στο Aby Warburg Haus στο Αμβούργο στις 17 Οκτωβρίου.
ΒΡΕΙΤΕ ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ Ναταλίας Καραγιάννη ΣΤΟΝ ΙΑΝΟ.